Τρίτη 31 Ιανουαρίου 2023

Ο Κουτσοφλέβαρος (από τις ιστορίες της γιαγιάς)


     «Κάποτε οι δώδεκα μήνες είχαν ένα μεγάλο αμπέλι και το δουλεύανε όλοι μαζί. Το κρασί που βγάζανε ήτανε πολύ, γι’ αυτό και είχαν κι ένα πολύ μεγάλο βουτσί για να το χωράει. Είχανε ανοίξει και δώδεκα τρύπες στο βουτσί εκείνο και ο καθένας έπινε μόνο από τη δικιά του, χωρίς να παραβαίνει τη συμφωνία που είχανε κάνει όλοι μαζί. Η τρύπα του Φλεβάρη, όμως, ήτανε ψηλά και κάθε χρόνο στέρευε νωρίς. Μια φορά τον βρήκε ο Μάρτης να πίνει από τη δικιά του, που ήταν χαμηλότερα. Δε χάνει καιρό, λοιπόν, άρπαξε ένα κοντόξυλο που βρήκε μπροστά του και τον... σακάτεψε! Του το πέταξε με δύναμη και τον χτύπησε σοβαρά στο πόδι! Από τότε ο Φλεβάρης είναι κουτσός κι έχει λιγότερες μέρες»!
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 31.1.2023

Δευτέρα 30 Ιανουαρίου 2023

Το ανάθεμα: Ιστορικά και λαογραφικά στοιχεία

Μνημείο ειρήνης, συμφιλίωσης κι αδελφοσύνης - Λεχούρι Καλαβρύτων
(Φωτογραφία: Νίκος Κυριαζής-ΚΑΛΑΒΡΥΤΑ ΝΕWS. Θερμές ευχαριστίες για την πολύτιμη βοήθεια)

   Στη λαϊκή μας παράδοση η έννοια του όρου «ανάθεμα», είναι «βαριά κατάρα» ή πολλές βλασφημίες και κατάρες μαζί. Ορισμένοι πιστεύουν ότι ισοδυναμεί με επτά βλασφημίες, «είναι σαν να βλαστημήσεις τον άνθρωπο εφτά φορές», σύμφωνα και με τη γνώμη αιωνόβιας γιαγιάς από την Κρήτη. Χρησιμοποιείται, όμως, και στον καθημερινό λόγο, χωρίς υβριστική σημασία, συνήθως χαριτολογώντας.

     Αναζητώντας στοιχεία, συναντά κανείς σε πολύ μικρή «απόσταση» από το λήμμα «ανάθεμα και το λήμμα «ανάθημα» στα λεξικά, που και στην αρχαιότητα και στις μέρες μας σημαίνει «αφιέρωμα» και έχει τη σημασία του όρου «τάμα». Πρόκειται περί αντικειμένου, π.χ. ακριβού κοσμήματος στο Θεό ή σε κάποιον άγιο. Σχετική με τη σημασία και η αναθηματική στήλη ή επιγραφή σε κάποιο εξέχον πρόσωπο.
     Το ανάθεμα έχει ρίζες στην εβραϊκή θρησκεία, κατά την οποία οι αιρετικοί ή όσοι έπεφταν σε κάποιο σοβαρό αμάρτημα, αναθεματίζονταν. Ως ήπια ποινή επιβαλλόταν η απομάκρυνση από την συναγωγή, «ποιούσαν αυτούς αποσυναγώγους», σύμφωνα και με Ευαγγέλιο (Ιωάννου ΙΣΤ΄, 2).  Η εσχάτη των ποινών του «αναθεματισμένου» ήταν ο θάνατος δια λιθοβολισμού. Οι «δίκαιοι», αφού καταδίκαζαν σε θάνατο τον «αμαρτωλό», τον χτυπούσαν δυνατά με μεγάλες πέτρες περνώντας από μπροστά του, μέχρι που να εκπνεύσει. Πιθανότατα η στιγμή της ρίψης της πέτρας να συνοδευόταν και από κάποιες κατάρες εναντίον του. Έτσι, μαζεύονταν χωρίς καμία τάξη στο σημείο της εκτέλεσης ένας μεγάλος σωρός/λιθοσωρός/τρόχαλος από πέτρες, που, πιθανότατα έμενε εκεί αρκετό διάστημα προς «παραδειγματισμόν». Χαρακτηριστική και η λαϊκή έκφραση «σαν στ’ ανάθεμα», που χαρακτηρίζει αντικείμενα ακατάστατα τοποθετημένα/«πεταμένα» το «ένα πάνω στ’ άλλο», όπως ο σωρός με τις πέτρες του αναθέματος.
     Επιτίμιο (ποινή) συνώνυμο του αφορισμού θα λέγαμε το ανάθεμα, ως ιδιαίτερος Εκκλησιαστικός όρος, έχει καταγραφεί ότι σε κάποιες περιπτώσεις λάμβανε επίσημο χαρακτήρα και με δημόσια αγγελία, χωρίς, φυσικά, να συνοδεύεται και από λιθοβολισμό του «αποστάτη». Καταφέρεται και αποσκοπεί ενάντια στις κακές συμπεριφορές του αφοριζόμενου. Έχει την έννοια της αποκοπής/απομάκρυνσης/αποβολής του παραβάτη Χριστιανού από τους κόλπους της Εκκλησίας και επιβάλλεται από αρχιερέα ή από την Ιερά Σύνοδο, για κάποιο πολύ βαρύ αμάρτημα, με σκοπό να τον συνετίσει και να επανέλθει στους κόλπους της μετανοιωμένος. Στην περίπτωση του εκκλησιαστικού αναθέματος, έχουν καταγραφεί και τελετουργικά με ρίψη λίθων, χωρίς, φυσικά, το λιθοβολισμό εκείνου στον οποίο επιβλήθηκε, ο οποίος δεν ήταν και παρών. Απλά, οι «δίκαιοι» έριχναν την πέτρα στο ορισμένο σημείο, φωνάζοντας τη λέξη «ανάθεμα» ή και διάφορες άλλες κατάρες, ύβρεις και αλαλαγμούς.
     Στη νεκρώσιμη ακολουθία της Εκκλησίας μας, υπάρχει ειδική ευχή που αναγιγνώσκεται από αρχιερέα για τη λύση πιθανού αναθέματος/αφορισμού, αν αυτή δεν έχει επιτευχθεί εν ζωή. Αναφέρει μεταξύ άλλων για τον κεκοιμημένο: «Κύριε ο Θεός ημών[…]είτε τινά των ιερωμένων παρεπίκρανε και παρ᾿ αυτού δεσμὸν άλυτον εδέξατο, είτε υπὸ αρχιερέως βαρυτάτω αφορισμώ περιέπεσεν ο δούλος σου ούτος και αμελεία και ραθυμία χρησάμενος, ουκ έτυχε συγχωρήσεως, συγχώρησον αυτώ δι᾿ εμού του αμαρτωλού και αναξίου δούλου σου. Και το μεν σώμα αυτού εις τα εξ ών συνετέθη διάλυσον, την δε ψυχὴν αυτού εν σκηναίς αγίων κατάταξον[…]».
     Αν και κατά ορισμένους, η υπακοή μας προς την Εκκλησία μας δεν επιτρέπει να διατηρούμε οικείες και φιλικές σχέσεις με αφορισμένους, ωστόσο οφείλουμε σύμφωνα με τον Απόστολο Παύλο να τους νουθετούμε και να μην τους αντιμετωπίζουμε ως εχθρούς, για να τους επαναφέρουμε έτσι στους κόλπους της και στην κοινωνία (Β΄ επιστολή προς Θεσσαλονικείς Γ΄, 15).
     Υπήρξαν περιπτώσεις που στήθηκαν και λαϊκά αναθέματα, χωρίς, δηλαδή, τη συμμετοχή της Εκκλησίας, με χαρακτηριστικότερα εκείνα μετά από κάθε εθνικό διχασμό και εμφύλιο πόλεμο. Στο «τελετουργικό» μπορεί να συμμετείχαν και περαστικοί, οι οποίοι δεν γνώριζαν καν ούτε τον αναθεματισμένο, ούτε το λόγο του αναθέματος! Αξέχαστη και η μαρτυρία συνομιλητή που προκάλεσε εντύπωση. Έλεγε: «[…]Πέρασα κι εγώ από κει, είδα τη λιθοσωριά κι έριξα κι εγώ μία μεγάλη πέτρα και είπα “στ’ ανάθεμα”[…]»! Στην ερώτηση αν γνώριζε ποιόν και για ποιο λόγο αναθεμάτισε, η απάντησή του ήταν αφοπλιστική: «Όχι»!.
     Έχουμε και περιπτώσεις, όμως, που συνετοί άνθρωποι, ίσως και σύγχρονοι της εποχής του εθνικού διχασμού, μετέτρεψαν τους λιθοσωρούς αναθεμάτων σε μνημεία, θέλοντας με τον τρόπο αυτόν να «γυρίσουν σελίδα» και να στείλουν μήνυμα συμφιλίωσης, αδελφοσύνης και ειρήνης. Σε χωριό της Πελοποννήσου, π.χ, στο Λεχούρι Καλαβρύτων μάζεψαν κι έχτισαν με όμορφο τρόπο τις πέτρες του αναθέματος, δημιουργώντας ένα μικρό «βουναλάκι», στην κορυφή του οποίου τοποθέτησαν ένα γύψινο περιστέρι (βλ. φωτογραφία ανάρτησης).

    Ρίψη λίθων αναθέματος σε κάποιο σημείο, έχει γίνει και από κατοίκους μιας περιοχής ή ενός χωριού, που με τον τρόπο αυτό ήθελαν να εκδιώξουν από τον τόπο τους κάποιον συντοπίτη τους, ο οποίος ήταν ανεπιθύμητος σε όλους, για κάποιον συγκεκριμένο ειδεχθή λόγο. Σε ορισμένες περιπτώσεις στην κορυφή του «βουνού» από πέτρες, έβαζαν και μια πυροστιά ανάποδα. Σύμφωνα με άποψη μεγαλύτερων, η πυροστιά στη θέση αυτή αποτελεί μόνιμη «μούντζα» στην ψυχή του ενόχου ή των ενόχων! Κατά άλλη άποψη, «το ανάθεμα πιάνει καλύτερα έτσι»! Πολύ ακραίες και σφόδρα διχαστικές εκφράσεις και τακτικές, που η σκέψη και μόνο μας τέτοιας εικόνας, πολλώ δε μάλλον η θέα, προκαλεί ανατριχίλα αποστροφής και φόβου.

----------------------------------------
Πηγές:
-  Εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ
-  Εγκυκλοπαίδεια ΕΛΛΑΔΙΚΗ

 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 30.1.2023

Σάββατο 28 Ιανουαρίου 2023

Εύθυμες ιστορίες του χωριού: Τα… έξι ορφανά!

Εικόνα: Εξώφυλλο του βιβλίου «ο ζητιάνος»
του Ανδρέα Καρκαβίτσα


     Από το σπίτι του Γρηγόρη στο χωριό του περνούσαν αρκετοί ζητιάνοι, τόσο από τα γύρω χωριά, αλλά και από άλλα μακρινά, κάποιοι εκ των οποίων ήταν τελείως άγνωστοι. Η εικόνα των περισσότερων ήταν συνηθισμένη: Ρακένδυτοι, αδυνατισμένοι, ξυπόλυτοι ή στη καλύτερη μ’ ένα ζευγάρι παλιοπάπουτσα, που είτε τα φόραγαν είτε όχι, ήταν το ίδιο. Το σακί ή ένα μεγάλο ταγάρι στον ώμο, συμπλήρωνε κι αυτό τη φιγούρα τους, μέσα στο οποίο έβαζαν το λίγο ψωμάκι ή και κάτι ακόμα που τους έδιναν από τα φτωχόσπιτα που περνούσαν. 
     «Τούτοι έχουνε πολλά περισσότερα κι από σένα κι από μένα. Μην τους τηράς που γυρίζουνε έτσι. Για να τους λυπάται ο κόσμος και να τους δίνει το κάνουνε...», είπε χαμηλόφωνα μια φορά ο Αλέξης στο Θοδωρή, όταν ένα ζητιάνος μπήκε στο καφενείο που έπιναν τον καφέ τους μαζί με άλλους συγχωριανούς τους.
    «Δεν βλέπεις την προκοπή τους; Φαίνεται από το τι φοράνε τι έχουνε... », ήταν η μάλλον απαξιωτική απάντηση του Θοδωρή στον συχωριανό  και συνθαμώνα του
    Πάντα πρόθυμες και η μητέρα του και η γιαγιά του Γρηγόρη, κατανοώντας και συμπονώντας την κατάστασή τους και τον άγνωστο τις περισσότερες φορές λόγο που τους ανάγκασε να βγουν στην ζητιανιά, τους άνοιγαν το σπίτι τους, τους τηγάνιζαν δυο αυγά και μαζί μια φέτα ψωμί, με λίγο τυρί κι ένα ποτηράκι κρασί συμπλήρωναν τη φιλοξενία τους. Αμέσως μετά, τους έβαζαν στο ταγάρι λίγο ακόμα ψωμί, για «να πάνε στο καλό».
     «Ένα αυγό και λίγο ψωμί στον πεινασμένο ξένο, είναι μεγάλη ευλογία για το σπίτι», έλεγαν πάντα και η μητέρα του Γρηγόρη, η Βούλα,  και η γιαγιά του, η κυρά-Θανάσα. Έτσι, και το παιδί, έβλεπε πάντα με συμπάθεια και πολλές φορές οίκτο καθέναν που οι ανάγκες τον ανάγκαζαν να ζητιανεύει.
     Σαν μεγάλωσε λίγο ο Γρηγόρης, κατέβηκε στην πόλη να ετοιμάσει τα χαρτιά του για τη στρατιωτική του θητεία. Αφού τελείωσε νωρίς και του έμεινε αρκετή ώρα για να πάρει ξανά το λεωφορείο για το χωριό του, έκανε μια βόλτα στην αγορά. Πρωτόγνωρες οι εικόνες που αντίκρυζε. Ο κόσμος «πατείς με πατώ σε», έμπαιναν κι έβγαιναν βιαστικοί στα μαγαζιά, να προλάβουν τις δουλειές του. Μέσα στο πλήθος διέκρινε τη φιγούρα μιας γριούλας, που άπλωνε το χέρι της στον κάθε περαστικό. Πρόθυμος να τη βοηθήσει ο Γρηγόρης μ’ ένα από τα λίγα κέρματα που είχε στην τσέπη του, πλησίασε κοντά της.
     «Πέντε ορφανά… Πέντε ορφανά…», έλεγε η γριούλα, κρατώντας το χέρι της ανοιχτό και παρατεταμένο και καρφώνοντας το βλέμμα της στους φιλεύσπλαχνους περαστικούς. Πόνεσε περισσότερο η ψυχή του παιδιού και της έβαλε στο χέρι δυο μικρά νομίσματα. Μα όταν προχώρησε δυο βήματα, ακούει τη γριούλα να λέει:
     «Έξι ορφανά… Έξι ορφανά…»!
     Γυρίζοντας εμβρόντητος προς το μέρος της, ακούει κάποιον άλλον περαστικό, που μόλις κι εκείνος της είχε δώσει κάτι, να αναρωτιέται, το ίδιο εμβρόντητος με το Γρηγόρη:
     «Μα… Πότε πρόλαβε και γέννησε;…»! 

       «...Εκείνα που σε κάνουν να κλαις κι εκείνα που σε κάνουν να γελάς, κάτι φορές δεν είναι μακριά το ένα από το άλλο...», σκέφθηκε ο Γρηγόρης και κούνησε το κεφάλι του.  


Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 28.1.2023

Παρασκευή 27 Ιανουαρίου 2023

Εύθυμες ιστορίες του χωριού: «Επάνω επί της πλαξ»!

Παλαιότερο στρατιωτικό όπλο (εικόνα: διαδίκτυο)


     Με πάρα πολλούς αγώνες, άλλες τόσες δυσκολίες και στερήσεις έφτασε να πάρει το πτυχίο του ο Περικλής. Δύσκολα τα χρόνια εκείνα των δεκαετιών του 1960 και 1970 και για τους φτωχούς ακόμα δυσκολότερα. Η επιμονή, η αφοσίωση και η μελέτη, όμως, του Περικλή στον κλάδο της φιλολογίας που πάντα τον γοήτευε, έγιναν το εφαλτήριο να πετύχει τους στόχους του. Μόλις γύρισε στο σπίτι τους στο χωριό από το πανεπιστήμιο με το πτυχίο στα χέρια του, έστησαν μεγάλο πανηγύρι οι γονείς του στο σπίτι τους και προσκάλεσαν όλους τους συγχωριανού τους. Εκείνοι εξέφρασαν τα ειλικρινή συγχαρητήριά τους στον καθηγητή και στους γονείς του και τού ευχήθηκαν «καλή σταδιοδρομία».
     Κι αμέσως μετά ήρθαν τα χρόνια του στρατού, που για να διοριστεί έπρεπε να πρώτα να υπηρετήσει. Παρουσιάστηκε στο κέντρο νεοσυλλέκτων ως υποψήφιος έφεδρος αξιωματικός, μα οι αξιωματικοί, οι αξιωματικοί, αλλά και παλαιότεροι στρατιώτες φέρονταν σε όλους τους «νέους» το ίδιο, είτε είχαν κάποιο πτυχίο, είτε ήταν τελείως αναλφάβητοι: Σαν να ήταν το απόλυτο «τίποτα»!
     Πολύ σύντομα άρχισε και η στρατιωτική εκπαίδευση. Μεταξύ άλλων, το πρόγραμμα περιείχε κα «λύση-αρμολόγηση οπλοπολυβόλου», την οποία, συνήθως, έκανε κάποιος υπαξιωματικός, επιτηρούμενος από αξιωματικό. Στο μάθημα εκείνης της ημέρας, αφού ο υπαξιωματικός μίλησε για τις χρήσεις του όπλου στους εκπαιδευόμενους, προχώρησε στη λύση, δηλαδή στην απελευθέρωση-απόσπαση των τμημάτων και μερών του.   
     Έκανε, λοιπόν, τις απαραίτητες κινήσεις και πρώτο απελευθερώθηκε το πίσω μέρος του όπλου, ο υποκόπανος. Αφού τον πήρε στα χέρια του, το ακούμπησε επάνω σε μια πλάκα, που υπήρχε για το λόγο αυτό στο χώρο εκπαίδευσης, λέγοντας:
     «Αφήνουμε τον υποκόπανο επάνω επί της πλαξ»!
     Ο Περικλής θεώρησε σωστό να τον διορθώσει:
     «Επί της πλακός», είπε, πολύ συνεσταλμένα.
     «Σκάσε, κακομαθημένε!», ήταν βροντώδης και πολύ αυστηρή η απάντηση του υπαξιωματικού!
     Εκείνη τη στιγμή ο επιβλέπων αξιωματικός έσκυψε στο αυτί του υπαξιωματικού και τον προέτρεψε διακριτικά, που όμως στις πρώτες θέσεις των εκπαιδευομένων νεοσυλλέκτων ακούστηκε:
     «Πρόσεχε τι λες… Αυτός που σε διόρθωσε είναι καθηγητής φιλόλογος…».
     Με περισσό θράσος και έπαρση και με τη βροντώδη πάντα τη φωνή του τότε ο υπαξιωματικός, απάντησε ευθέως στον αξιωματικό του και εμμέσως στους εκπαιδευόμενους:
     «Δεν μ' ενδιαφέρει! Στο στρατό εγώ είμαι ο καθηγητής!»!
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 27.1.2023

Τετάρτη 25 Ιανουαρίου 2023

Οι γαλότσες και τα «καλά παπούτσια» (επίκαιρο αφήγημα)

(Από τη συλλογή αφηγημάτων μου με τον γενικό τίτλο «η φωτογραφία», εκδόσεις «ΑΠΕΙΡΟΣ ΧΩΡΑ, 2012)


     Βαρύ και ζεστό το χειµωνιάτικο ντύσιµο στα χωριά µας – στον τόπο µας, γιατί εκτός από πολύ κρύο είναι και η υγρασία που «τρυπάει» κόκαλα. Από τον Οκτώβρη µέχρι και το τέλος Απρίλη, τα χώµα είναι πάντα υγρό και όταν βρέχει έχει πολλές λάσπες. Γι’ αυτό και δεν έβλεπες εύκολα µικρό ή µεγάλο κάποια χρόνια πριν, να κυκλοφορεί χωρίς γαλότσες αυτούς τους µήνες.
     Στο «πνεύµα» αυτό και τα μικρομάγαζα κάθε χωριού, φρόντιζαν µε το που τέλειωνε το καλοκαίρι να κάνουν καλές προµήθειες, αφού δεν υπήρχε πιθανότητα να τους µείνουν. Αλλά και αν τους έµεναν, δεν είχαν ζηµιά. Θα τις
καλοπούλαγαν το επόµενο χειµώνα, και όχι µόνο: Οι αγροτικές δουλειές ήθελαν γαλότσες όλες τις εποχές. Ανθυγιεινές και ενοχλητικές, βεβαίως, το καλοκαίρι, όµως, πολύ πρακτικές, αφού προστατεύουν και από τραυµατισµούς και δεν γεµίζουν τα πόδια χώµατα και σκόνες ή λάσπες στα ποτίσµατα και γενικά στις δουλειές των χωραφιών.
     Οι γονείς µας φρόντιζαν να µας τις εξασφαλίζουν, σαν «επίτευγµα» της τεχνολογίας, που ήλθαν να αντικαταστήσουν τα πιο παλιά παπούτσια, και στις περισσότερες περιπτώσεις τελείως ακατάλληλα να φορεθούν. Οι  γαλότσες είχαν κι ένα ακόµα προσόν: Το κόστος τους ήταν αρκετά προσιτό.
     Τις πρώτες φορές που τις φόρεσα, ένοιωθα, πέρα από πολύ όµορφα, πολύ ζεστά τα πόδια μου και, το κυριότερο, πολύ προστατευµένος, κάτι που το επιβεβαίωναν και όσοι άλλοι τις φόραγαν. Είχαν φροντίσει και οι γονείς µας προηγουµένως να µας µιλήσουν για τα πλεονεκτήµατά τους, κάτι που το βλέπαµε και στην πράξη, αφού και οι ίδιοι δεν τις έβγαζαν από τα πόδια τους. Συχνά τους ακούγαµε να λένε: «Σωθήκαµε µε τις γαλότσες!».
     Ο παππούς τις είχε µε µεγάλο σεβντά: «Στους πολέµους και στα νιάτα µου τα πόδια µου όλο µεσ’ τα νερά κολυµπούσαν. Μπορείς να φανταστείς τί γεράµατα θα είχα, αν δεν είχανε βγει οι γαλότσες;», τον είχα ακούσει πολλές  φορές να λέει. Τα βράδια που γύρναγε από τα πρόβατα, µε έβαζε να τις τραβάω, γιατί δε µπορούσε να σκύψει και δυσκολευότανε να τις βγάλει µόνος του. Γέµιζαν συχνά τα χέρια µου λάσπες, αλλά ποτέ δεν ήθελα να του αρνηθώ.
     ∆ε µας ένοιαζε να πατάµε µέσα σε λάσπες και νερά και καθηµερινά το ευχαριστιόµαστε να ριψοκινδυνεύσουµε, βασιζόµενοι και στο πέλμα με το «κεντητό πάτηµα», που δε γλίστραγε. Επιδιώκαµε, όµως, και κάτι ακόµα: Πατάγαµε τρέχοντας µέσα σε λακκούβες όταν είχαν μαζέψει νερό από τη βροχή, µε σκοπό να «πεταχτεί» πάνω σε όσους ήσαν σε µικρή απόσταση, επιδεικνύοντας ικανότητες καλού... σκοπευτή! Και βέβαια, αυτό δεν σήμαινε πως κι εμείς βγαίναµε πάντα «αλώβητοι» από τέτοια τολµήµατα, αφού κάποιες φορές τρώγαµε τα µούτρα µας και γυρίζαµε σπίτι βρεγµένοι και λασπωµένοι, η και µε σκισµένα τα ρούχα µας ακόµα! Και κάνα µπερντάχι από τους γονείς µας, δεν ήταν εκτός προγράμματος, όταν µας έβλεπαν έτσι. Όμως, εύκολα ξεπερνάγαµε τα µικροατυχήµατα αυτά, «αντισταθµίζοντας» και τη µεγάλη διαφορά από τα παπούτσια, που ήταν σαν να µην τα φοράµε καθόλου. Και µιλάµε, βέβαια, για παλιά παπούτσια, γιατί τα καινούργια ελάχιστες φορές ήµαστε τυχεροί και τα βάζαµε στα πόδια µας. Αλλά και πάλι, µε καινούργιο παπούτσι και να βγεις στις λάσπες; Θα ήταν «ιεροσυλία»!
     Τις γαλότσες τις φοράγαµε παντού: Στο σχολείο, στο παιχνίδι, στις διάφορες δουλειές έξω από το σπίτι, ακόµα και στην εκκλησία στο βαρύ χειµώνα µε τα χιόνια. Όταν βάζαµε και πλεκτές μάλλινες-χειροποίητες κάλτσες, γίνονταν ο καλύτερος συνδυασµός για την µάχη απέναντι στα κρύα. Όσο ο χειµώνας αγρίευε και ο πάγος και το χιόνι ήταν µόνιµα φαινόµενα, η απόδοσή τους µειωνόταν. «Κακός αγωγός» στη θερµότητα το λάστιχο, αλλά το κρύο πέρναγε. Κι ακόµα, η φθορά στις μάλλινες κάλτσες και στην βαµβακερή εσωτερική επένδυση της γαλότσας, έκαναν τα πόδια να είναι όλη µέρα κοκαλιασμένα.
     Πόσες φορές δεν κόλλαγαν και µέσα στις λάσπες και το πόδι έβγαινε... µόνο του! Εκεί να δεις γλέντια! Να προσπαθείς να ισορροπήσεις στο άλλο πόδι για να µη βρεθείς ανάσκελα στη λασπωμένη γη κι από την άλλη να προσπαθείς να πετύχεις να µπει το πόδι στην «κολληµένη» γαλότσα! Ήταν ένα πραγµατικά µεγάλο «θέαµα» και «άθληµα»! Αργότερα που ο χειµώνας παραχωρούσε δειλά – δειλά τη θέση του στην άνοιξη και µε τις πρώτες ζέστες τα πόδια ίδρωναν και µύριζαν, η µυρωδιά αυτή γινόταν και... όπλο στα... πόδια των αδιάβαστων µαθητών, να ξεφύγουν την εξέταση: Έβγαναν µέσα στο µάθηµα τη µια γαλότσα, κάτω από το θρανίο, και η δασκάλα -περισσότερο αν ήταν δασκάλα απ’ ότι δάσκαλος-, αναγκαζόταν να διακόψει το µάθηµα και ν’ ανοίξει τα παράθυρα, ή κάποιες φορές να βγει και η ίδια έξω από την αίθουσα! Έτσι πετύχαιναν το στόχο τους, αφού γλίτωναν την εξέταση στο μάθημα!
     Τη λαχτάρα και τη χαρά της γαλότσας στα πρώτα σχολικά χρόνια, ακολούθησε η απαξίωση τα επόµενα. Θεωρώντας τες «παπούτσι» άκοµψο, που προκαλούσε και αποστροφή από τη µυρωδιά, ντρεπόµαστε στα γυµνασιακά χρόνια από τους συµµαθητές που φόραγαν δερµάτινα, γιατί νοιώθαμε ότι δεν έχουμε τον πολιτισµό τους. Όταν, µάλιστα, ακούγαμε και στο ραδιόφωνο τη διαφήµιση μια υποδηματοβιομηχανίας, ότι «ο άντρας από τα παπούτσια ξεχωρίζει», επηρεαζόμαστε περισσότερο! Τι να κάναμε, όµως, που ήµαστε αναγκασµένοι να τις φοράμε για να γλιτώνουμε τις λάσπες; Τα χιλιόµετρα που πολλοί κάναμε καθηµερινά για το δηµοτικό και τα πολύ περισσότερα αργότερα για το γυµνάσιο, ήταν λόγος που δεν δεχόταν... αντίλογο! Προσπαθούσαμε πάντα να τις κρύβουμε, είτε κάτω από το θρανίο, είτε πίσω από τα καθίσµατα στο λεωφορείο κι οπουδήποτε αλλού και με κάθε τρόπο που µπορούσαμε. Ο µεγαλύτερος εφιάλτης µας ήταν όταν µας σήκωναν οι καθηγητές για µάθηµα στον πίνακα! Εφιάλτης, όχι για τον αν θα µας εύρισκαν αδιάβαστους, αλλά που θα μας έβλεπαν µε τις γαλότσες οι συµµαθητές και προ πάντων τα κορίτσια! Κι όσο από τη θέση εκείνη βλέπαμε κάτω από τα θρανία άλλους να φοράνε καλή ποιότητος και δερµάτινα, τόσο µικρότερη γινόταν η αυτοπεποίθησή µας! 
     Αργότερα, που ο καιρός έφτιαχνε και φοράγαμε «καλό» παπούτσι, θέλαμε πάντα να είναι προσεγµένο, βαµµένο και καλά «γυαλισµένο». Νοιώθαμε τότε να ανεβαίνει η αυτοεκτίµησή µου και η αξιοπρέπειά µας. Και όσο πιο καλό ήταν, τόσο επιδιώκαμε να το βλέπουν οι άλλοι!

====================

     Κάθε φορά που έρχονται στο μυλό μου παρόμοια βιώματα, σκέπτομαι πως αν θα µπορούσαν να συγκριθούν εκείνα τα «καλά παπούτσια» µε κάποια σύγχρονα προϊόντα που κυριαρχούν στις µέρες µας, ένα από αυτά θα ήταν σίγουρα το ακριβό κινητό τηλέφωνο ή ένα τάμπλετ. Πολύ συχνά ακούς και βλέπεις τα παιδιά να διαμαρτύρονται στους γονείς τους, επειδή αισθάνονται μειονεκτικά απέναντι σε συνομήλικούς τους για το «φτηνό» κινητό τους!
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 25.1.2023

Τρίτη 24 Ιανουαρίου 2023

Η φράση «θα σε βάλω στις εφημερίδες!» και η... εφαρμογή της

              

     Είναι γνωστό ότι το μόνο μέσο διακίνησης ειδήσεων στο παρελθόν, ήταν οι εφημερίδες. Μπορεί να έφταναν και με καθυστέρηση κάποιων μηνών(!) στα χέρια του αναγνώστη, αλλά τις «ξεκοκκάλιζε» με το ίδιο ενδιαφέρον, σαν να ήταν εκείνης της ημέρας ή έστω της προηγούμενης! Παρεμπιπτόντως να σημειώσω ότι ήμουν στην προσχολική ηλικία, όταν «ακούστηκε» στο χωριό μου ότι πέθανε ο βασιλιάς Παύλος. Κάπου δυο μήνες αργότερα, κρατώντας με ο πατέρας μου από το χέρι, μπήκαμε σ’ ένα από τα καφενεία του χωριού. Εκεί οι θαμώνες είχαν μια εφημερίδα με τα ετεροχρονισμένα νέα της κηδείας του βασιλιά. Ένας διάβαζε και όλοι οι άλλοι άκουγαν με μεγάλη προσοχή και πολύ ενδιαφέρον!
     Η φράση «θα σε βάλω στις εφημερίδες», ήταν μια συχνή απειλή, που εκτοξεύονταν εναντίον κάποιου, με τη σημασία ότι θα γνωστοποιηθούν/δημοσιευθούν οι κακές ή άσεμνες πράξεις του, ή οι αδικίες που είχε προκαλέσει σε άτομα του περιβάλλοντός του και της συνεργασίας του, με σκοπό, κυρίως, το διασυρμό του. Η φράση δεν είχε μόνο απειλητικό χαρακτήρα, αλλά πολύ συχνά γινόταν και πράξη, όχι, όμως με δημοσίευση σε κάποια εφημερίδα, αλλά με άλλον τρόπο.
     Η δημοσίευση ενός γεγονότος σε εφημερίδα, σίγουρα είχε και κάποιο οικονομικό κόστος. Σίγουρα απαιτούσε και μετακίνηση στην έδρα της εφημερίδας, που ειδικά από τις απομακρυσμένες περιοχές των αστικών κέντρων, δεν ήταν καθόλου εύκολη.
«Εφημερίδα» και μάλιστα πολύ… εύχρηστη ήταν η αυλή, η γειτονειά, ο μαχαλάς, το χωριό! Μια κουβέντα αν λεγόταν, σε ελάχιστο χρόνο είχε κυκλοφορήσει και είχε μαθευτεί, όχι μόνο στο ίδιο το χωριό, αλλά και σε άλλα γύρω, ακόμα και σε πιο μακρινά! Πέρα από το ότι το όποιο «νέο» «δημοσιευόταν» με αρκετό «αλατοπίπερο», το «αλατοπίπερο» γινόταν υπερπολλαπλάσιο «από στόμα σε στόμα», έτσι που ο διασυρμός  ήταν δεδομένος και με πολλή υπερβολή!
     Σήμερα, στην εποχή του κινητού τηλεφώνου και του διαδικτύου, η παραδοσιακή «εφημερίδα» του χωριού, δεν έχει χάσει την αξία της!
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 24.1.2023

Δευτέρα 23 Ιανουαρίου 2023

Διδαχές του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου για την οικογένεια


     Στις πάρα πολλές παρακαταθήκες που μας άφησε ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος -αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως και μέγας εκκλησιαστικός ρήτορας, συμπεριλαμβάνονται και οι παραινέσεις για την καλή οικογένειαγια. Η προσονυμία «Χρυσόστομος» του αποδόθηκε λόγω της δεινής ρητορικής του. Εορτάζει* 13 Νοεμβρίου και 27 Ιανουαρίου.
Συμβουλεύει, λοιπόν, τον άνδρα πώς να συμπεριφέρεται στη γυναίκα του:
     «Λόγια αγάπης να της λες. "Εγώ απ' όλα, την δική σου αγάπη προτιμώ και τίποτε δεν θα μου είναι πιο οδυνηρό, όσο το να βρεθώ σε διάσταση μαζί σου. Κι αν όλα χρειαστεί να τα χάσω, κι αν βρεθώ σε έσχατους κινδύνους, ο,τιδήποτε κι αν πάθω, όλα μου είναι υποφερτά, όσο εσύ είσαι καλά"». Και συνεχίζει, συμβουλεύοντας τον άνδρα: «Ποτέ να μη της μιλάς με πεζό τρόπο, αλλά με φιλοφροσύνη, με τιμή, με αγάπη πολλή. Να την τιμάς, και δεν θα βρεθεί στην ανάγκη να ζητήσει την τιμή από τους άλλους. Να την προτιμάς από όλους για όλα, για την ομορφιά, για την σύνεσή της και να την επαινείς. Να κάνεις παντού φανερό ότι σου αρέσει η συντροφιά της και ότι προτιμάς να μένεις στο σπίτι για να είσαι μαζί της, από το να βγαίνεις στην αγορά…».
Στον άνδρα που επιδεικνύει κακή συμπεριφορά προς τη γυναίκα του μιλάει αυστηρά:
     «Η γυναίκα σου δεν ήλθε σε σένα για να ατιμάζεται, δεν εγκατέλειψε πατέρα και μητέρα και όλο το σπίτι της για να προσβάλλεται. Την πήρες συνοδοιπόρο, σου σύντροφο της ζωής σου, ελεύθερη και ισότιμη. Πώς, λοιπόν, δείχνεις κάθε ενδιαφέρον όταν παίρνεις την προίκα της, χωρίς να αφήνεις να ελαττωθεί καθόλου, ενώ αυτό που είναι πιο πολύτιμο από όλη την προίκα, δηλαδή τη σωφροσύνη, να το διαφθείρεις και να το μολύνεις;…».
Συμβουλεύει με αυτά τα λόγια και τη γυναίκα:
     «Να μην περιφρονεί τον άντρα της. Να του δείχνει την αγάπη της και να μην ξεστομίζει ποτέ προσβλητικό λόγο γι’ αυτόν».
Για το γάμο λέει ότι:
     «Ο γάμος πρέπει να λειτουργεί σαν γαλήνιο λιμάνι…. Η αποχή από τη σαρκική επαφή πρέπει να αποφασίζεται και από τους δύο. Δεν πρέπει να στερείται ο ένας τον άλλον, γιατί από αυτή τη στέρηση μπορεί να προκύψουν μεγάλα κακά. Η αποχή του ενός από τους συζύγους προκαλεί συνεχείς πειρασμούς, εκνευρισμούς, διαμάχες και συγκρούσεις. Χάνεται έτσι η ηρεμία, η ομόνοια, η ειρηνική συμβίωση και μπαίνει σε δοκιμασία η αγάπη τους. Επιτυχημένος γάμος είναι αυτός που δεν θέτει σαν βάση επιτυχίας τον πλούτο, αλλά την αρετή».
Για τα παιδιά μάς συμβουλεύει έτσι:
     «Μέσα στο περιβάλλον των μεγαλύτερων ζουν, αναπτύσσονται και διαμορφώνονται οι νέοι. Η νεότητα είναι μια δύσκολη και  ασταθής ηλικία, που εξαπατάται εύκολα, επιρρεπής στην πτώση, γι’ αυτό και απαιτεί πολύ δυνατά χαλινάρια. Η νεότητα μοιάζει με άλογο αδάμαστο και ατίθασο. Είναι φωτιά, που μεταδίδεται εύκολα και καίει τα πάντα. Μοιάζει με πέλαγος τρικυμιώδες, λόγω της απερισκεψίας και της φυσικής αστάθειας, που την διακρίνει… Θέλεις παιδί υπάκουο; Από τα πρώτα βήματά του ανάθρεψέ το εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου. Το κτίσιμο του χαρακτήρα του παιδιού γίνεται από τους γονείς. Χρειάζονται και οι έλεγχοι, αλλά με διάκριση. Με την ικανοποίηση κάθε επιθυμίας του παιδιού το κάνουμε εγωκεντρικό και μ' ένα τέτοιο χαρακτήρα θα δυστυχήσει μέσα στον κόσμο. Σαν τους γλύπτες να καταβάλλετε κάθε προσπάθεια, ώστε να κάνετε τα παιδιά σας θαυμάσια αγάλματα, που να μοιάζουν με τον Θεό. Κάθε μέρα τα επιθεωρείτε, για να βλέπετε ποιο φυσικό ελάττωμα έχουν, για να το εξαλείψετε… Ναι, να υπάρχουν απειλές, αλλά να μην πραγματοποιούνται. Δεν πρέπει το παιδί ν' αντιλαμβάνεται ότι πρόκειται μόνο περί απειλής όταν κάνει κάποιο σφάλμα, γιατί τότε θα αδιαφορεί. Ας περιμένει να τιμωρηθεί, χωρίς όμως να τιμωρείται, για να μη χάσει το φόβο της τιμωρίας. Όσο δε για το θυμό του παιδιού, αυτόν δεν πρέπει ούτε να του τον εκριζώνουμε εντελώς, ούτε να του επιτρέψουμε να τον χρησιμοποιεί, οπουδήποτε και αδιακρίτως. Όταν μάθει να υπομένει μικροατυχίες και απογοητεύσεις, θα μπορέσει αργότερα να υπομείνει και τις μεγαλύτερες, που σίγουρα θα συναντήσει στη ζωή του».
     Επισημαίνει, τέλος, ότι «η κακή παιδεία των νέων οφείλεται στην έλλειψη φροντίδας και αγωγής από τους μεγαλύτερους».
-----------------------------------------------
*  Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, εκοιμήθη στις 14 Σεπτεμβρίου 40, εξόριστος από την αυτοκράτειρα Ευδοξία, λόγω του ελέγχου που ασκούσε στην αυτοκρατορική αυλή. Ένεκα της Δεσποτικής εορτής της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού αυτή την ημερομηνία, η μνήμη του μετακινήθηκε για τις 13 Νοεμβρίου. Στις 27 Ιανουαρίου εορτάζεται η ανακομιδή των λειψάνων του από τον Πόντο στην Κωνσταντινούπολη (438 μ.Χ.). Στο βίο του αναφέρεται ότι τη στιγμή της τοποθέτησης των ιερών λειψάνων στον αρχιερατικό θρόνο του ιστορικού ναού των Αγίων Αποστόλων, κλήρος και λαός ανεφώνησαν "απόλαυσε τον θρόνο σου, άγιε" και τότε ακούστηκε η φωνή του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου: "ειρήνη πάσι"! Αρκετά χρόνια αργότερα τα ιερά λείψανα μεταφέρθηκαν και φυλάσσονται σε μαρμάρινη λάρνακα στον Πατριαρχικό ναό του Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι, δίπλα ακριβώς από τα ιερά λείψανα του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου. Η τιμία κάρα του αγίου φυλάσσεται στη μονή Βατοπεδίου του Αγίου Όρους, δώρο του αυτοκράτορα Ιωάννη Καντακουζινού στο ιστορικό μοναστήρι. Ένα μέρος του δέρματος της κεφαλής του και το αριστερό του αυτί παραμένουν άφθαρτα. Στις 30 Ιανουαρίου εορτάζονται οι Τρεις Ιεράρχες του πνεύματος και των γραμμάτων, άγιοι Βασίλειος ο Μέγας, Γρηγόριος το Θεολόγος και Ιωάννης ο Χρυσόστομος (σύντομο αφιέρωμα στο θέμα ΕΔΩ). Και οι τρεις είχαν σπουδάσει στην Αθήνα. Ο κοινός αυτός εορτασμός καθιερώθηκε από τον Μητροπολίτη Ευχαΐτων Ιωάννη, στο τέλος του 11ου αιώνα, επί αυτοκρατορίας του Βυζαντίου Αλεξίου του Κομνηνού. Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος είναι από τους πατέρες της Εκκλησίας που έγραψαν Θεία Λειτουργία και αυτή τελείται τις Κυριακές και τις περισσότερες εορτές του χρόνου.

Μαρμάρινες λάρνακες με τα ιερά λείψανα των αγίων Ιωάννου του Χρυσοστόμου
και του Γρηγορίου του Θεολόγου
στον Πατριαρχικό ναό του Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι Κωνσταντινουπόλεως
(Φωτογραφία από το προσωπικό μου αρχείο)

-------------------------------------------------------
Πηγές: Ορθόδοξοι σύνδεσμοι διαδικτύου

Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 23.1.2023

Κυριακή 22 Ιανουαρίου 2023

Γιατί κόβουν το αυτάκι της γάτας;

Γατούλα με με κομμένο αυτάκι, ποζάρει πορόθυμα στο φωτογραφικό φακό!

     Αν ένα γατάκι έχει κομμένο λίγο το αυτί του, αυτό σημαίνει ότι είναι στειρωμένο κι αυτό είναι ένας τρόπος δήλωσης της στείρωσης. Ο ακρωτηριασμός του αυτιού έχει γίνει με χειρουργική μικροεπέμβαση από τον κτηνίατρο, χωρίς το ζώο να ταλιπωρηθεί. Παλιότερα, όμως, για άλλους λόγους έκοβαν το αυτί στα μικρά γατάκια: Για… να μην τα πνίξει ο γάτος!
     Λέγεται ότι η αρσενική γάτα (ο γάτος) θα κάνει εύκολα κακό σ’ ένα μικρό ή περισσότερα γατάκια, για να μπορεί να ζευγαρώσει με τη μητέρα του. Ανάλογα πράττουν και μεγάλα αιλουροειδή: Σκοτώνουν τα νεογέννητα, για να «αναγκάσουν» τη μητέρα τους σε νέο ζευγάρωμα. Φαίνεται πως ήξεραν οι άνθρωποι ότι όταν η γάτα θηλάζει, δεν έχει ερωτικό οίστρο, κάτι που αποτρέπει τη συνουσία κι αυτό ο γάτος δεν το θέλει! Όταν μείνει χωρίς τα μωρά της και δεν θηλάζει, ο οίστρος επανέρχεται και θα ζευγαρώσει για να κυοφορήσει πάλι.
     Ευνόητο είναι πως στο παρελθόν η «επέμβαση» γινόταν με ψαλιδάκι και, φυσικά, χωρίς τοπική αναισθησία από τους ιδιοκτήτες στα νεογέννητα, για να τα προστατέψουν από τον συγκεκριμένο κίνδυνο, χωρίς αν είναι διευκρινισμένο αν η μέθοδος αυτή είχε αποτελέσματα.
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 22.1.2023

Τρίτη 17 Ιανουαρίου 2023

Στον απόηχο του θανάτου του τέως βασιλιά Κωνσταντίνου

Εικόνα: Από το διαδίκτυο

     Ήρθε και το τέλος του τέως βασιλιά Κωνσταντίνου, για να μας θυμίσει για άλλη μια φορά ότι διαφωνούμε. Και μέχρι εκεί που σε οποιοδήποτε θέμα μπορεί να υπεισέρχονται στοιχεία φανατισμού, η διαφωνία είναι υγιής και εποικοδομητική. Όμως, σ’ αυτή την σύντομη αναφορά δεν θα σταθώ ούτε σε πιθανές διαφωνίες, ούτε στην πολιτική διάσταση του θέματος, αφού ουδέποτε υπήρξα «βασιλόφρων», αλλά ούτε και φανατικός οπαδός κάποιου πολιτικού κόμματος, ούτε καν απόλυτα «πιστός». Θέλω απλά να παραθέσω κάποιες απόλυτα προσωπικές διαπιστώσεις-συμπεράσματα από την αλληλουχία των εικόνων στο τελετουργικό της εξοδίου ακολουθίας στον μητροπολιτικό ναό των Αθηνών και της επιμνημόσυνης δέσης που ακολούθησε στο Τατόι, παρακολουθώντας την τέως βασιλική οικογένεια ως οικογένεια και σε καμία περίπτωση ως κάτι άλλο. Θεωρώ βέβαιο ότι πολλοί θα είναι αυτοί που έχουν κάνει ίδιες ή παρόμοιες διαπιστώσεις και θα έχουν εξάγει ίδια ή παρόμοια συμπεράσματα, έχοντα σχέση με την παράδοσή μας και μόνο.
  Η τέως βασίλισσα Άννα Μαρία φόραγε το σταυρό της και συνέχεια εσταυροκοπείτο με τον ορθόδοξο τρόπο και με ευλάβεια (και όχι σαν να "έπαιζε μαντολίνο", όπως "συνηθίζουμε" πολλοί Έλληνες).
  Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο έκαναν το σταυρό τους και τα παιδιά του βασιλικού ζεύγους.
  Ο πρωτότοκος γιος της οικογένειας υποδέχθηκε υποδειγματικά όλους τους επίσημους προσκεκλημένους.
  Οι εκδηλώσεις σεβασμού στον αρχηγό της οικογενείας νεκρό ήταν εμφανέστατες.
  Τα παιδιά μετέφεραν στους ώμους τους τον πατέρα τους στην τελευταία του κατοικία.   
  Γενικά, ήταν εμφανής η εικόνα μιας οικογένειας πρότυπο.
  Εμφανής ήταν και η διδασκαλία ήθους, ευπρέπειας, σεμνότητας και αξιοπρέπειας όλης της οικογένειας.
     Ίσως αναρωτηθεί κάποιος γιατί επισημαίνονται όλα αυτά. Απλά, γιατί είναι όλο και πιο μεγάλη η διαπίστωση ότι ο θεσμός της οικογένειας διέρχεται κρίση και ό,τι μπορεί να μας διδάξει επί τα βελτίω, καλοδεχούμενο, άσχετα από ποια πηγή προέρχεται, όντας ότι στη χώρα μας η οικογένεια ανήκει κατά παράδοσιν στη ραχοκοκαλιά των Αξιών της φυλής μας.  
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 17.1.2023

Κυριακή 15 Ιανουαρίου 2023

Αφιέρωμα στα καταστήματα του Λειβαρτζίου

Τα καταστήματα του Ανδρέα Θούα ("της Ευθυμίας")
και του Χρήστου Χρόνη-Γιώτας Κλεπετούνα στην πλατεία
("Χειμερινή" φωτογραφία 2001)

 

     Κεφαλοχώρι και με όλες τις δημόσιες υπηρεσίες το Λειβάρτζι, έδρα του τέως Δήμου Ψωφίδος, χωριό με μεγάλη πνευματική ανάπτυξη, δεν στερήθηκε και την οικονομική. Τούτο μαρτυρούν και τα πολλά μαγαζιά του, που όλα γνώρισαν μεγάλη άνθηση. Αν και μετά τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο και τον εμφύλιο που ακολούθησε άρχισε η «αποψίλωση» της Ελληνικής επαρχίας, το χωριό διατήρησε πολλά από τα καταστήματά του, μέχρι και το τέλος του 20ού αιώνα και τις αρχές του 21ου. Βαδίζοντας σήμερα στην τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα, καταστήματά του διατηρούν την ακμή τους, ενώ δεν έχει σταματήσει η ίδρυση και λειτουργία νέων, με πολύ καλές προοπτικές.
     Τα καταστήματα αυτά, «η αγορά» του χωριού, έγραψαν τη δική τους ιστορία, αφού πέρα από το εμπόριο αγαθών προσέφεραν και προσφέρουν στο ιστορικό κεφαλοχώρι ιδιαίτερη ζωντάνια. Και τι δεν εύρισκε κανείς εκεί: Οπωσδήποτε είδη παντοπωλείου και σε μεγάλες ποσότητες, είδη χρωματοπωλείου, είδη οικιακής χρήσεως, είδη κυνηγίου, είδη ένδυσης και υπόδησης, σχολικά είδη και οπωσδήποτε ζαχαρώδη προϊόντα και λιχουδιές για τα παιδιά. Ορισμένα καλύτερα οργανωμένα, διέθεταν και αγροτικά εργαλεία, όπως ξινάρια, αξίνες φτυάρια, ακόμα και υλικά οικοδομών. Εκτός απ’ όλ’ αυτά και πολλά άλλα ακόμα είδη, τα περισσότερα ήταν και καφενεία, ενώ κάποια λειτουργούσαν περιστασιακά και ως κρεοπωλεία.
     Τα σχεδόν πάντα γεμάτα καφενεία, μέχρι που «δεν έπεφτε βελόνα», ήταν χώροι απαγορευμένοι για τις γυναίκες και τα παιδιά, που έμπαιναν μόνο για ψώνια κι έφευγαν βιαστικά. Εκτός από θαλπωρή και ψυχαγωγία στους άνδρες θαμώνες (π.χ. απόλαυση καφέ, γλυκισμάτων, ποτών, κουβέντα, χαρτοπαίγνια ή άλλα τυχερά παιχνίδια), οι μακρόσυρτες συζητήσεις επί παντός επιστητού ήταν οι πλέον συνηθισμένες: Από ενδιαφέροντα κυνηγιού, πορεία των καλλιεργειών, κτηνοτροφική παραγωγή, αρρώστιες ανθρώπων και ζώων, πολεμικές ιστορίες, μύθοι, θρύλοι, θέματα καθημερινής ζωής με πολλή σαλτσα(!),  καιρικές προβλέψεις και ό,τι άλλο μπορεί κανείς να φανταστεί. Δεν ήταν καθόλου ασυνήθιστες και οι διαφωνίες που άναβαν τα αίματα. Ειδικά σε προεκλογικές ή μετεκλογικές περιόδους «ανέβαζαν» και «κατέβαζαν» κυβερνήσεις μέσα σε λίγα λεπτά! Η μοναδική περίοδος που οι πολιτικές συζητήσεις ήταν απαγορευμένες ή έστω περιορισμένες-«πνιγμένες», ήταν μεταξύ των ετών 1967-1974. Κι αν τότε επιτρεπόταν μία πολιτική συζήτηση, αυτή θα ήταν αποκλειστικά επαινετική και «ύμνος» για την κυβέρνηση! Άλλωστε, οι χωροφύλακες του σταθμού χωροφυλακής του χωριού, σύχναζαν κι αυτοί στα καφενεία, παρακολουθούσαν και «επέβαλλαν την τάξιν».
     Αναφέροντας εν συντομία τα καταστήματα του χωριού που μεσουράνησαν πριν, στα μέσα και μετά τα μέσα του του 20ού αιώνα, αυτά ήταν-παρατίθενται κατά συνοικίες:
 
Ι. Στους Περιτσαίους
 
-  Του Σωτήρη Ανδρόπουλου, που λειτούργησε μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1930. Για μικρό χρονικό διάστημα των δεκαετιών 1960 και 70, λειτούργησε και ως κρεοπωλείο του Ανδρέα Καλογεράκη.
-  Του Λάγιου. Μεγάλο εμπορικό στο κέντρο της συνοικίας, ενώ πέραν του καταστήματός του ο Γιώργης ο Λάγιος μετέφερε-διακινούσε πολλά είδη εμπορευμάτων με το ζώο του (γυρολόγος) στο Λειβάρτζι, και στα γύρω χωριά.

Εμπορικό Κέντρο στο Λειβάρτζι:
Τα (πρώην) καταστήματα του Λάγιου και του Ανδρόπουλου
(Φωτογραφία: Λευτέρης Αβραμίδης)


-  Του Βασίλη Αβραμόπουλου (Βασιλάκη), ένα επίσης καλά οργανωμένο παντοπωλείο και καφενείο.
-  Του Θόδωρου (Λάκη) Νικολόπουλου, που λειτούργησε μόνο για λίγα χρόνια στο τέλος της δεκαετίας 1970 και αρχές 1980,ως παντοπωλείο, καφενείο και ταβέρνα.
-  Ο δραστήριος Σύλλογος Λειβαρτζινών Αθήνας, με τις ικανότητες του Διοικητικού του Συμβουλίου και ιδίως του δραστήριου και αεικίνητου Προέδρου του Παναγιώτη Φράγκου, αξιοποίησε το δικής του ιδιοκτησίας μεγάλο κτίριο στο κέντρο της συνοικίας και το μετέτρεψε από τις αρχές της δεκαετίας 2010 σε εστιατόριο-καφενείο-ξενοδοχείο, με την ονομασία «ΤΟ ΓΡΕΚΙ» και με πολύ καλές παροχές υπηρεσιών. Το μεγάλο αυτό κτιριακό συγκρότημα που είχε κατασκευαστεί για τη στέγαση των δημοσίων υπηρεσιών που υπήρχαν στο χωριό, με τη νέα του μορφή προβάλει το Λειβάρτζι, όχι μόνο σε όλη την Ελλάδα, αλλά και σε όλον τον κόσμο.  

"ΤΟ ΓΡΕΚΙ"
(Φωτογραφία: Λευτέρης Αβραμίδης)

-  Αξίζει εδώ ν’ αναφέρουμε και την «σ(ι)ταρομηχανή» του Μπουρνά, που, συνήθως,  δούλευε η Κοντύλω. Η χειροκίνητη αυτή μηχανή καθάριζε το στάρι από ξένα σώματα (π.χ. μικρές πέτρες) ή άλλους ανεπιθύμητους σπόρους (π.χ. βρόμη), προετοιμάζοντάς το έτσι για το μύλο ή τη σπορά. Σημειώνεται ότι η σ(ι)ταρομηχανή αυτή αποτελεί έκθεμα του πρότυπου Κέντρου Λαογραφίας και Λειβαρτζινής Παράδοσης.
       
ΙΙ. Στο Μεσοχώρι
 
-           Του Κωσταρά, που αργότερα το πήρε ο Γεώργιος Κακκαβάς («Τζόρτζος») και τελευταία ο Χρήστος Ραβαζούλας, ο επικαλούμενος και Σαμαράς, επειδή είχε ασχοληθεί και με τη σαμαροποιία. Το κατάστημα αυτό, σε πολύ μικρή απόσταση από την εκκλησία του Ιωάννου του Προδρόμου, είχε μεγάλη κίνηση, αφού πέραν των ειδών παντοπωλείου και καφενείου που διέθετε, ασκώντας και το δεύτερο επάγγελμά του ο Χρήστος Ραβαζούλας εξυπηρετούσε και όσους παράγγελναν σαμάρια για τα ζώα τους. Χρειαζόταν και τα ίδια τα ζώα μαζί, που «του έπαιρνε τα μέτρα» και για τις πρόβες που ακολουθούσαν για τη σωστή εφαρμογή του σαμαριού.
-           Του Παναγιώτη Καπετάνου («Μπαρδούση»), δίπλα από αυτό του Ραβαζούλα. Στο κατάστημα αυτό σύχναζαν και πολλοί νέοι και έφηβοι της εποχής Μία από τις ψυχαγωγίες τους ήταν και το τραγούδι. Όχι σπάνια άλλαζαν λέξεις των τραγουδιών, σατιρίζοντας έτσι συγχωριανούς τους ή κάποιες συνήθειές τους. Στο τραγούδι, π.χ. «Γιαννούσαινα», αντικαθιστούσαν τη λέξη με την «Μπαρδούσαινα»!
- Του Γιάννη Καζαζάκη, δίπλα στον Άγιο Γεώργιο. Λεχουρίτης ο Γιάννης Καζαζάκης, είχε παντρευτεί την Αγλαΐα Ζαφειρακοπούλου-Καζαζάκη και αγαπήθηκε πολύ από τους Λειβαρτζινούς, λόγω της εντιμότητάς του, της προθυμίας του, του πηγαίου χιούμορ του και της επαγγελματικής του ευσυνειδησίας. Η θέση, άλλωστε, του μαγαζιού του δίπλα στην καθεδρική εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, ήταν σημαντική για δύο λόγους: Ο πρώτος, γιατί η προσέλευση πελατών και θαμώνων κάθε Κυριακή και γιορτή μετά την εκκλησία ήταν μεγάλη. Ο δεύτερος λόγος, γιατί, τόσο ως «πέρασμα» των χωριανών αργά τα απογεύματα που επέστρεφαν από τα χωράφια τους, όσο και των μαθητών της συνοικίας στο «πήγαιν’-έλα» στο σχολείο, κάλυπτε πολλές αγοραστικές τους ανάγκες. Ειδικά δε στους μαθητές, ο αείμνηστος Γιάννης Καζαζάκης, όπως άλλωστε και όλοι οι καταστηματάρχες, επεδείκνυαν πατρική συμπεριφορά.
    Το κατάστημα αυτό ήταν  οικονομικά και εμπορικά πολύ ισχυρό, λόγω και της μεγάλης ποικιλίας εμπορευμάτων που διέθετε. Μετά τη συνταξιοδότηση των αείμνηστων Γιάννη Καζαζάκη και της Αγλαΐας, λειτούργησε με διάφορους άλλους ενοικιαστές. Η αίγλη όμως και η δύναμη που είχε επί  Καζαζάκη, δεν αποκτήθηκε ξανά. Γι’ αυτό και το κατάστημα και ο χώρος έχει αποκτήσει και διατηρεί το όνομά του ως τοπωνύμιο, «στου Καζαζάκη», παρ’ όλο που το ακίνητο είναι του Λέλου.

Σε λειτουργία ακόμα το μαγαζί "του Καζαζάκη" (αρχές 2000):
Τα τραπέζια του στρωμένα στον αύλειο χώρο, 
έτοιμα για τους καλοκαιρινούς πελάτες!
(Φωτογραφία: Λευτέρης Αβραμίδης)

-  Και εδώ, κάτω ακριβώς από την ιστορική εκκλησία του Ιωάννου του Προδρόμου, ο δραστήριος Σύλλογος Λειβαρτζινών Αθήνας, δια του Προέδρου του Παναγιώτη Φράγκου και όλου του Διοικητικού Συμβουλίου έδωσε τελευταία πολύ δυναμικό παρόν. Πολλή, πάρα πολλή και συνεχής η προσωπική εθελοντική εργασία του Προέδρου και άλλων Μελών, αξιοποίησε το μεγάλο κληροδότημα της αείμνηστης Καλλιόπης Ραβαζούλα και «από το μηδέν» κατασκευάστηκε ένας περίλαμπρος ξενώνας με καλές δυνατότητες και εστιατορίου. Στο κατάστημα δόθηκε το όνομα της δωρήτριας-μεγάλης ευεργέτιδος: «ΚΑΛΛΙΟΠΗΣ ΦΙΛΕΜΑ».  

Εγκαίνια στον ξενώνα «Καλλιόπης Φίλεμα», 29.8.2020
(Φωτογραφία: Ηλεκτρονική εφημερίδα ΚΑΛΑΒΡΥΤΑ ΝΕWS)


-  Θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθούν εδώ και τα δύο παραδοσιακά σιδηρουργεία (καμίνια): Του Αλέξη Παρασκευόπουλου, που μετά το θάνατό του συνέχισε να το λειτουργεί ο γιος του Σταύρος και του Γιάννη Παρασκευόπουλου. Όλοι αυτοί οι αριστοτέχνες του σιδήρου προσέφεραν με τις γνώσεις τους πολύτιμες υπηρεσίες στην τοπική, και όχι μόνο, κοινωνία και στη γη. Απαραίτητο να υπογραμμιστεί ότι δεν λειτούργησαν ποτέ με οξυγονοκολλήσεις ή με άλλα σύγχρονα μηχανήματα. Μοναδικό τους μηχάνημα το καμίνι και τα ξύλα, που η φωτιά σε υψηλές θερμοκρασίες και σε συνδυασμό με την τέχνη τους διαμόρφωνε, επισκεύαζε και συγκολλούσε τα μέταλλα, όπως εργαλεία γης, αλλά και κάθε μεταλλικό αντικείμενο που χρειαζόταν κάποια παρέμβαση.  

-  Παράλειψη θα ήταν να μην αναφερθεί και η μεγάλη χοιροτροφική μονάδα του Γιάννη Παλαιολόγου, που ιδρύθηκε και λειτούργησε από τη δεκαετία του 1960 και για είκοσι χρόνια στην είσοδο του χωριού. Ο Παλαιολόγου είχε ασχοληθεί νωρίτερα και με την υποδηματοποιεία, κατασκευάζοντας, κυρίως, εργατικά παπούτσια από λάστιχα αυτοκινήτου (τσαρούχια).

 
ΙΙΙ. Στην Κεντρική πλατεία
 
-           Των αδελφών Πλιάκα, που αργότερα πήρε ο Ανδρέας Θούας (1935;). Ήταν ένα εύρωστο και πολύ καλά οργανωμένο παντοπωλείο και καφενείο,  που μέχρι και σήμερα λειτουργεί πάρα πολύ ικανοποιητικά. Η θέση του καταστήματος, η παιδεία του Ανδρέα Θούα, αλλά και τα πολλά είδη εμπορευμάτων, το έκαναν να έχει πολύ μεγάλη κίνηση. Ήταν το μοναδικό μαγαζί στο χωριό που διέθετε και φαρμακείο με φάρμακα πρώτης ανάγκης και κτηνιατρικά φάρμακα. Μετά το θάνατο του Ανδρέα, συνέχισε και συνεχίζει να το λειτουργεί το ίδιο άξια η γυναίκα του Ευθυμία. Εξακολουθεί να το λειτουργεί και σήμερα η Ευθυμία ως άριστο παραδοσιακό καφενείο και παντοπωλείο, βοηθούμενη από τα παιδιά της Αγγελική, το Σωκράτη και της γυναίκα του. 
-           Του Επαμεινώνδα Ανδριόπουλου, γνωστού περισσότερο με το υποκοριστικό του «Παμίνος». Καλό μαγαζί κι αυτό με πολλά και σπάνια εμπορεύματα. Παλαιότερα είχε λειτουργήσει και ως κρεοπωλείο. Στα σπάνια εμπορεύματα ανήκε και το ειδικό λάστιχο, με το οποίο, παιδιά εμείς τότε, φτιάχναμε σφεντόνες!
-           Του Ανδρέα Καλογεράκη, που λειτούργησε από την δεκαετία του 1970 ως κρεοπωλείο, καφενείο και ψησταριά, δίνοντας έναν νέο «αέρα» το χωριό.  Το κατάστημα αυτό είχε πολύ τραγικό τέλος στις 11 του Σεπτέμβρη του 1990. Εξ αιτίας πολύ μεγάλης καταιγίδας, τα νερά του ποταμού εξετράπησαν της πορείας τους και μπήκαν ορμητικά στο μαγαζί, προκαλώντας μεγάλες ζημιές. Εκτός από τις υλικές ζημιές, παρέσυραν και έπνιξαν το θείο του Ανδρέα Λεωνίδα Καλογεράκη, την γυναίκα του Ανδρέα Ολυμπία, την κόρη τους Ιωάννα (Γιαννούλα) και τον θαμώνα Πάνο Λάγιο.
-           Η ψησταριά-εστιατόριο-καφενείο "το παλιό πιθάρι", των Χρήστου Χρόνη και της Γιώτας Κλεπετούνα, που λειτουργεί τις τελευταίες δεκαετίες και πραγματικά έχει δώσει ζωή, ζωντάνια, κίνηση και ενδιαφέρον στην πλατεία και σε όλο το χωριό.
 
 ΙV. Στο Λειβαρτζινό
 
-           Ο Παμίνος, εκτός από το μαγαζί πού είχε στην κεντρική πλατεία, είχε κι ένα δεύτερο, ακριβώς στη διασταύρωση του Λειβαρτζινού. Αυτό το δούλευε ο γιος του ο Ανδρέας. Παρά τις μικρές διαστάσεις του, ήταν γεμάτο μαγαζί, ιδίως με φαγώσιμα (κονσέρβες  κλπ) και ποτά, που ήταν πρακτικά και κατάλληλα για τους εργάτες των χωραφιών στο Λειβαρτζινό κάμπο.

Απομεινάρια από το «μαγαζάκι του Παμίνου» στο Λειβαρζινό
(Φωτογραφία του 2001)


 -          Του Δημήτρη (Μήτσου) Γκολφινόπουλου, δίπλα ακριβώς από του Παμίνου. Το μαγαζί αυτό δούλεψε αποκλειστικά ως υποδηματοποιείο- τσαγκάρικο, από το δεξιοτέχνη ιδιοκτήτη του, που σπούδασε την τέχνη στις σχολές της Λέρου. Σήμερα το λειτουργεί ο γιός του Αντώνης, με μελισσοκομικά προιόντα.
-     Το τυροκομείο του Σωτήρη Ανδρόπουλου. Εκτός από το μαγαζί στη συνοικία Περιτσαίοι, ο μεγαλέμπορος Σωτήρης Ανδρόπουλος είχε φημισμένο τυροκομείο στο Λειβαρτζινό. Ειδικά, μέχρι τη δεκαετία του 1970, χρυσή εποχή για την κτηνοτροφία στον τόπο, το κατάστημα αυτό απορροφούσε όλη την παραγωγή γάλακτος και τα προϊόντα του καταστήματος του -βιομηχανία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί- προωθούνταν και σε πιο μακρινές αγορές και γίνονταν ανάρπαστα.
-           Του Χρήστου Κλεπετούνα, δίπλα στη γέφυρα του Λειβαρτζινού (Τσάγανου). Ένα μαγαζί-καφενείο-παντοπωλείο πάρα πολύ καλά οργανωμένο και με πολύ κίνηση και αυτό. Το γεγονός, μάλιστα, ότι εκεί ήταν και ο σταθμός λεωφορείων, το έκανε ακόμα πιο σημαντικό. Εκτός από τα γνωστά είδη που μπορούσε κανείς να βρει σ’ αυτό, είχε και πολλά άλλα απαραίτητα για τη γεωργία, όπως φυτοφάρμακα, εργαλεία καλλιέργειας γης (ξινάρια, αξίνες, κασμάδες, φτυάρια), αλλά και υλικά οικοδομών, όπως τσιμέντα, ασβέστες, κλπ. Κι ακόμα, η μεγάλη ποικιλία από κονσέρβες και ποτά ήταν μια πολύ καλή εναλλακτική και πρακτική λύση γι’ αυτούς που δούλευαν στα χωράφια, είτε για κολατσιό, είτε για κύριο μεσημεριανό.
      Με το που έκλεισε το μαγαζί αυτό, έκλεισε και μια όμορφη και ρομαντική εποχή. Έκλεισε και ο σταθμός των λεωφορείων. Εκεί που οι Λειβαρτζινοί, οι Λεχουρίτες και οι Κερασοβινοί αποχαιρετούσαν με την καρδιά σφιγμένη και πονεμένη τους ξενιτεμένους συγγενείς τους, όταν έφευγαν. Μα εκεί, στον ίδιο χώρο τους περίμεναν με λαχτάρα να κατέβουν από το λεωφορείο, και να τους σφίξουν στην αγκαλιά τους με δάκρυα χαράς αυτή τη φορά.  Εκεί, «ένα γύρο» δεμένα και τα πολυάριθμα ζώα, περίμεναν κι αυτά να φορτωθούν τις αποσκευές του ταξιδιού, αλλά και τους ίδιους τους ταξιδιώτες, μέχρι να φτάσουν στο σπίτι στο χωριό, που τους περίμενε ντυμένο στα γιορτινά του.
      Σήμερα σιωπή και μελαγχολία. Μόνο αναμνήσεις κι ένας κόμπος στο λαιμό, που ούτε ανεβαίνει, ούτε κατεβαίνει, όταν περνάει κανείς από κει! Όμως, ο μικρότερος γιος του Χρήστου και της Αμαλίας Κλεπετούνα, ο Θόδωρος,  το διαμόρφωσε και το λειτουργεί ως εστιατόριο-πιτσαρία, προσφέροντας κάτι ξεχωριστό στους πελάτες της περιοχής, αλλά και σε πολλούς ακόμα που τους φέρνει από μακριά η ποιότητα, ο επαγγελματισμός και η πρωτοτυπία του Θόδωρου. Το σημείο, ο χώρος όλος αλλάζει όψη τα βράδια, που ζωντανεύει από τους πολυάριθμους πελάτες. 

Το άλλοτε μαγαζί, κατοικία, σταθμός λεωφορείων και ανθρώπων
του Χρήστου Κλεπετούνα στο Λειβαρτζινό (φωτογρ.: 2001)

-  Αξίζει κι εδώ ν' αναφέρουμε μια ακόμα σ(ι)ταρομηχανή του χωριού, της «Μάνθας», δίπλα ακριβώς από το μαγαζί του Χρήστου Κλεπετούνα, που ήταν και συγγενής της.

-  Κουρεία στο χωριό δεν υπήρχαν. Υπήρχαν όμως αρκετοί πλανώδιοι κουρείς, που εξυπηρετούσαν τους πελάτες τους σε κάποια γωνία των αύλειων χώρων των καφενείων-παντοπωλείων.
-  Εκτός από τα παραπάνω καταστήματα, χώροι συναλλαγής ήταν και οι πολλοί μύλοι του χωριού. Επιγραμματικά σημειώνουμε έξι -υπήρξαν και περισσότεροι στο πιο μακρινό παρελθόν-, που ορισμένοι εξ αυτών λειτούργησαν μέχρι και τη δεκαετία του 1970: Του Καλιακούδα, κοντά στο γιοφύρι για το Λιβάδι. Δύο του Λέλου, ένας στην «Κολομπαρδού», που έχει και την ονομασία «του Σύβουλου», από τον τελευταίο μυλωνά του, τον Θρασύβουλο, κι ένας σε μικρή απόσταση από την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου. Του Θανάση Τριανταφύλλου, στο «Πριολίθι». Μετά το Θανάση, τον κληρονόμησε και τον δούλεψε ο γιος  του ο Ανδρέας. Λίγο πιο κάτω από το μύλο υπήρχε και νεροτριβή. Μετά την ηλεκτροδότηση του χωριού το 1971, ο Ανδρέας τον μετέτρεψε σε ηλεκτρόμυλο με μεγάλες προοπτικές. Δεν δούλεψε, όμως, πολλά χρόνια σαν ηλεκτρόμυλος. Ήτανε ο τελευταίος που έκλεισε, λίγα χρόνια μετά το θάνατο του Ανδρέα. Άλλος μύλος ήταν του Θόδωρου Καλογήρου, στο κάτω μέρος του Μεσοχωριού, στη θέση «Μακρυνάρα». Και έκτος, του Θούα (του γιατρού), δίπλα στο σχολείο, που τελευταίος τον λειτούργησε ο αείμνηστος Γιάννης Καρράς («Καρράγγιαννης»). Σε προηγούμενες δεκαετίες λειτούργησαν και αρκετοί ταμπακόμυλοι στο χωριό.

-------------------------------

Πηγές: "Λειβάρτζι σ' ευχαριστώ!", του γράφοντος, εκδόσεις "Ανάδραση", 2002.

Σημείωση: Για μεγέθυνση των φωτογραφιών, "πατήστε" επάνω σ' αυτές.
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 15.1.2023

Παρασκευή 6 Ιανουαρίου 2023

Ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος


«Ω, της ερήμου εσύ μονάκριβε,
σαν ποιο τραγούδι να σου ψάλλω,
Το Στόμα της Αλήθειας σ’ έκραξε
των γεννητών τον πιο μεγάλο».
                                                                               Γεώργιος Βερίτης
 
     Ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, Προφήτης και Βαπτιστής είναι από τις μεγαλύτερες μορφές που συνδέουν την Παλαιά με την Καινή Διαθήκη. Είναι η «φωνή βοώντος εν τη ερήμω», λέγουσα «ετοιμάσατε την οδόν Κυρίου» σύμφωνα με τον προφήτη Ησαΐα (Ματθαίου Γ΄, 3 και Μάρκου Α΄, 3) και «λύχνος καιόμενος και φαίνων» (Ιωάννου Ε΄, 35). Είναι ακόμα το «παιδίον» το οποίον θα ονομαστεί «προφήτης Υψίστου» (Λουκά Α΄, 76).
     Για τους ευσεβείς και θεοφοβούμενους γονείς του, τον ιερέα Ζαχαρία και την Ελισάβετ ο χρόνος κύλησε χωρίς την έγκαιρη εκπλήρωση της μεγάλης επιθυμίας τους για τεκνοποίηση. Σε προχωρημένη ηλικία πλέον, και ενώ ο Ζαχαρίας προσέφερε θυμίαμα στο Ναό του Σολομώντος, τον επεσκέφθη ο Αρχάγγελος Γαβριήλ και του ανακοίνωσε ότι εισακούσθηκαν οι δεήσεις τους από τον Ύψιστο για την απόκτηση τέκνου. Ταράχθηκε ο ιερέας και τον κατέλαβε μεγάλος φόβος, ενώ εξέφρασε της απορία του στον απρόσμενο επισκέπτη του, πώς μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο, αφού η γυναίκα του ήταν προχωρημένης ηλικίας. Για να τον πείσει ο Αρχάγγελος, τού είπε πως από εκείνη τη στιγμή θα παραμείνει άλαλος μέχρι τη γέννηση του παιδιού (Λουκά Α΄, 7, 9, 11, 12, 18, 20).
     Στην κοιλιά της μητέρας του, ακόμα, ο Ιωάννης, σκίρτησε από αγαλλίαση, όταν επισκέφθηκε και ασπάσθηκε την Ελισάβετ η Παναγία, η οποία κυοφορούσε το Μεσσία (Λουκά Α΄, 41).
    Οκτώ μέρες μετά τη γέννηση του αγίου τέκνου, οι προσκεκλημένοι για την περιτομή ρώτησαν το Ζαχαρία ποιο θα είναι το όνομά του. Εκείνος, μη μπορώντας ακόμα να μιλήσει, έγραψε σε μια πινακίδα «Ιωάννης». Αμέσως λύθηκε η φωνή του και δόξασε το Θεό για τη μεγάλη ευεργεσία (Λουκά Α΄, 63, 64).
     Κατά μία εκδοχή της παράδοσης, ο Ιωάννης ο Πρόδρομος σώθηκε από τη σφαγή των νηπίων από τον Ηρώδη με θαυματουργικό τρόπο, όταν ο τέταρτος μάγος δωροδόκησε τους στρατιώτες-σφαγιαστές (διαβάστε σχετικά σε άρθρο μου στην έγκριτη ηλεκτρονική εφημερίδα ΚΑΛΑΒΡΥΤΑ ΝΕWSΕΔΩ.
     Από μικρή ηλικία εγκατέλειψε κάθε τι εγκόσμιο και αναχώρησε για την έρημο της Ιουδαίας, όπου αφοσιώθηκε στο Θεό με άσκηση, νηστεία και προσευχή, κηρύσσοντας μετάνοια με τη γνωστή φράση του Ευαγγελίου: «μετανοείτε, ήγγικε γάρ η Βασιλεία των Ουρανών» (Ματθαίου Γ, 2). Κυκλοφορούσε ανυπόδητος και το ένδυμά του ήταν από σκληρή τρίχα καμήλας, που είναι ζώο της ερήμου και συμβολίζει την υπομονή. Η διατροφή του ήταν ιδιαίτερα λιτή και περιοριζόταν στις ακρίδες και το άγριο μέλι.
     Περί το 29 μ.Χ. κατήλθε στις όχθες του Ιορδάνη. Η επιβλητική εμφάνισή του, η ηγεμονική μορφή του και η εξαιρετική του απλότητα συγκινεί τις ψυχές των ανθρώπων και αποκτά πάρα πολλούς μαθητές. Ορισμένοι πιστεύουν πως είναι ο Μεσσίας, εξομολογούνται και ύστερα βαπτίζονται στον Ιορδάνη. Ο ίδιος, όμως, διακηρύττει πως «βαπτίζει εν ύδατι», ενώ «Εκείνος που έρχεται μετά απ’ αυτόν και Του Οποίου δεν είναι άξιος ούτε τα παπούτσια να Τού κρατάει, βαπτίζει εν Πνεύματι Αγίω καί πυρί» (Ματθαίου Γ΄, 11).
     Το βάπτισμα του Ιωάννη δέχθηκε και Ο Ίδιος Ο Χριστός. Μόλις ο Βαπτιστής Τον αντίκρισε να έρχεται προς το μέρος του, τον κατέλαβε θείον δέος και προσπάθησε να Τον εμποδίσει. «Εγώ έχω ανάγκη να βαπτιστώ από Σένα κι έρχεσαι Συ σ’ εμένα;», του είπε. «Έτσι πρέπει να γίνει», του απαντάει ο Κύριος (Ματθαίου Γ΄, 14) κι εκείνος υπακούει στη Θεία εντολή, για να φανερωθεί στον ίδιο και σε όλον τον κόσμο η Τρισυπόστατη Θεότητα.
     Το κήρυγμα του Βαπτιστή είναι φωνή ελέγχου για τον καθένα μας, όπως είναι και ο δημόσιος έλεγχος για τους διεφθαρμένους και τους ισχυρούς. «Δεν είναι δυνατόν να έχεις παντρευτεί τη γυναίκα του αδελφού σου», την Ηρωδιάδα, «αντιβαίνοντας το Μωσαϊκό Νόμο», έλεγε στο βασιλιά Ηρώδη τον Αντύπα, κάτι που ενοχλούσε πολύ το παράνομο βασιλικό ζευγάρι.
     Ο Ηρώδης, γνωστός από τον Ευαγγελιστή Λουκά και ως «αλεπού» (κεφ. ΙΓ΄, εδάφ. 32), θεωρούσε δίκαιο τον Ιωάννη, φοβόταν συνάμα και την οργή του λαού που θα ξέσπαγε επάνω του αν τού έκανε κακό. Έτσι, περιορίστηκε στο να τον φυλακίσει, παρά να τον θανατώσει, όπως του ζητούσε επίμονα η Ηρωδιάδα, για να πάψει να τους ελέγχει με το κήρυγμά του.
     Το κήρυγμα του Ιωάννη και ο έλεγχος του παράνομου ζευγαριού, όμως, συνεχίστηκε και μέσα από τη φυλακή. Η σατανική Ηρωδιάδα βρήκε την κατάλληλη ευκαιρία που ζητούσε την ημέρα της γιορτής των γενεθλίων του Ηρώδη: Ο βασιλιάς γοητεύθηκε τόσο πολύ από το χορό και την ομορφιά της κόρης της, της Σαλώμης, που ορκίσθηκε ότι θα της έδινε ό,τι του ζητήσει, ακόμα και το ήμισυ της βασιλείας του! Η Σαλώμη συμβουλεύθηκε τη μητέρα της κι εκείνη ζήτησε «την κεφαλήν Ιωάννου του Βαπτιστού επί πίνακι»! Δέσμιος, λοιπόν, ο βασιλιάς της απερισκεψίας του και του πάθους του, δεν μπορούσε να κάνει διαφορετικά. Αφού έδωσε εντολή στους στρατιώτες να προχωρήσουν στο αποτρόπαιο έγκλημα, εκείνοι τού έφεραν την ματωμένη κεφαλή του αγίου σε δίσκο ή ταψί, την έδωσε στη Σαλώμη κι εκείνη με τη σειρά της στη μητέρα της, όπως μας πληροφορεί ο Ευαγγελιστής Μάρκος (κεφ. ΣΤ΄, 20-29).
     Ήταν τέτοια η Θεία Οικονομία, να γίνει ο Ιωάννης Πρόδρομος του Κυρίου και στη γη και στον Άδη.
     Ο ενταφιασμός του Βαπτιστού έγινε με τις πρέπουσες τιμές από τους μαθητές του, πιθανότατα, στη Σεβάστεια της Ιουδαίας. Από το χρονογράφο Μοναχό Γεώργιο Αμαρτωλό πληροφορούμεθα πως το λείψανο του Βαπτιστή κάηκε επί αυτοκρατορίας Ιουλιανού του παραβάτη. Σώθηκε μόνο το δεξί του χέρι, εκείνο που άγγιξε την Κεφαλή του Δεσπότου Χριστού και το οποίο φυλάσσεται στη Μονή Διονυσίου του Αγίου Όρους.
     Το μένος και το μίσος της Ηρωδιάδας κατά του Βαπτιστού ίσως και να ξέσπασε στην αγία του κεφαλή, η οποία βρέθηκε πολλά χρόνια μετά με θαυματουργικό τρόπο τρεις φορές: Α΄, Β΄ και Γ΄ εύρεση.
     Το παράνομο βασιλικό ζεύγος εξορίστηκε αργότερα στη Γαλλία από τον αυτοκράτορα Καλιγούλα. Το τέλος τους ήταν πολύ άδοξο και χωρίς την παραμικρή βασιλική χλιδή, ενώ η Σαλώμη πέθανε με ιδιαίτερα τραγικό τρόπο.
     Βλέπουμε τον Ιωάννη τον Πρόδρομο στις ιερές εικόνες με φτερά αγγέλου. Η απεικόνιση αυτή μας παραπέμπει στα λεχθέντα υπό του προφήτου Μαλαχίου, τον οποίο επικαλείται και ο Ευαγγελιστής Μάρκος, (κεφ. Β΄, εδάφ. 2): «Αποστέλλω τον άγγελόν μου νωρίτερα από σένα να προετοιμάσει το δρόμο σου». Βλέπουμε το Βαπτιστή και με ένδυμα από τρίχα καμήλας, το οποίο φορούσε στην έρημο με δερμάτινη ζώνη στη μέση. Τον βλέπουμε, ακόμα, να κρατάει ο ίδιος την αποκοπείσα τίμια κεφαλή του σε δίσκο ή ταψί, εικόνα η οποία τονίζει τη μαρτυρική του θυσία και την αγιότητά του. Αξέχαστα μένουν εδώ τα λόγια ενός απλού κι αγράμματου, αλλά πιστού γεροντάκου σε χωριό των Καλαβρύτων, απαντώντας στην ερώτηση κάποιου, σχεδόν, συνομήλικού του: «Άγιος είναι, έβγαλε άλλο κεφάλι»! Η πίστη κάνει τη φαντασία των απλοϊκών ανθρώπων να μη γνωρίζει σύνορα και να θεωρεί τα υπερφυσικά φυσιολογικά!
     Η μαρτυρία Του Ίδιου Του Κυρίου και μόνο, ότι «δεν γεννήθηκε από γυναίκα άλλος μεγαλύτερος και αξιότερος από τον Ιωάννη» (Ματθαίου ΙΑ΄, 11), τον κατατάσσει στην κορυφή των Αγίων και η Εκκλησία μας τον τιμά όπως του αρμόζει. Η εικόνα του βρίσκεται πάντα δίπλα σ’ αυτήν του Χριστού, στο δεξιό μέρος του τέμπλου κάθε ορθόδοξου ναού. Στη Μικρή και στη Μεγάλη Έξοδο κάθε Θείας Λειτουργίας, τον Πρόδρομο συμβολίζει η αναμμένη λαμπάδα, που προηγείται του Ευαγγελίου και των Τιμίων Δώρων, όπως και ο ίδιος προηγήθηκε Του Μεσσία. Η Εκκλησία μας επικαλείται τη μεσιτεία του σε κάθε Θεία λατρεία, ενώ γιορτάζεται πολλές φορές το χρόνο:
- 7 Ιανουαρίου η σύναξη του.
- 24 Φεβρουαρίου η Α΄ και Β΄ εύρεση της τιμίας κεφαλής του.
- 25 Μαΐου η Γ΄ εύρεση της τιμίας κεφαλής του.
- 24 Ιουνίου το γενέθλιό του.
- 29 Αυγούστου η αποτομή της τιμίας κεφαλής του.
- 23 Σεπτεμβρίου η Σύλληψή του.
     Ο βίος, τα θαύματα και το μαρτυρικό του τέλος συγκίνησαν, ενέπνευσαν και πάντα θα συγκινούν και θα εμπνέουν προσωπικότητες των γραμμάτων και των τεχνών, όπως αγιογράφους, ζωγράφους, ποιητές και λογοτέχνες, όλες τις μετά Χριστόν εποχές,
     Ο εορτασμός της σύναξής του την 7η Ιανουαρίου, την επομένη των Θεοφανίων, κλείνει και το εορταστικό δωδεκαήμερο των Χριστουγέννων. Αν κα δεν είναι αργία, στην πραγματικότητα μετατρέπεται από πολλούς σε «αργία», αφού οι Γιάννηδες και οι Ιωάννες που γιορτάζουν είναι… ο μισός πληθυσμός! Το απολυτίκιο της ημέρας είναι αυτό των Θεοφανίων: «Εν Ιορδάνη βαπτοζομένου Σου, Κύριε…». Η Εκκλησία μας έχει καθιερώσει την επομένη μεγάλων Δεσποτικών και Θεομητορικών εορτών να τιμά τον άγιο που έχει συνδεθεί άρρηκτα με αυτές τις εορτές και με τον γενικότερο όρο «σύναξις». 

---------------------------------------- 
Πηγές:
- Ορθόδοξος Συναξαριστής
- Καινή Διαθήκη
- Παγκόσμια Εγκυκλοπαίδεια «Πρώτη»
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 6.1.2023