Παρασκευή 27 Μαΐου 2022

Η πέρδικα: Παράδοση, λαογραφία και άλλα


     «Συνώνυμο» της όμορφης, της προσεγμένης και προικισμένης γυναίκας, ιδίως της νέας η πέρδικα, ως ένα από τα ομορφότερα πετούμενα του ζωικού βασιλείου, έχει πολυτραγουδηθεί. Εκτός από την ομορφιά, δανείζει πολλά ακόμα χαρίσματά της για να εκφράσει την τελειότητα και στη λογοτεχνία και στη λαϊκή σοφία, όπως την αρχοντιά, το παράστημα, τη γυναικεία δροσιά, τη χάρη, τη χαρά, αλλά και τη λύπη. Πολλά δημοτικά τραγούδια και λαϊκές παροιμίες και παροιμιώδεις φράσεις αναφέρονται σ’ αυτήν, καθώς θα δούμε στη συνέχεια.
     «Περδικόμορφη», «περικοπερπατούσα», «περδικομάτα», «περιδικόστηθη», «αρχοντοπέρδικα», «περδικοστολισμένη», «καμαρωτή», «λυγερόκορμη» και «υπερήφανη» (σαν πέρδικα) είναι κάποια από τα κοσμητικά επίθετα που συνήθως στολίζουν και παινεύουν το «ασθενές φύλο» στη νεανική του ηλικία, θέλοντας να δώσουν έμφαση στο ιδανικό και το τέλειο του ωραίου που συμβολίζει και το πουλί. Η πολυχρωμία και η αρμονία του φτερώματός της είναι χαρακτηριστική, όπως χαρακτηριστικές είναι και οι μαύρες βούλες ή ραβδώσεις στο γκρίζο του λαιμού της, που να φαντάζουν γυναίκα με ακριβά κολιέ! Άλλη μια «ομοιότητα», είναι που η πέρδικα ασχολείται πολύ με την περιποίηση της «ενδυμασίας» της (του φτερώματός της). Όλα αυτά και πολλά ακόμα χαρίσματα του όμορφου πουλιού εξυμνεί και το δημοτικό τραγούδι, ενώ δεν αφήνει απέξω και την αυτοθυσία της, ως μητέρα, για την προστασία την παιδιών της.    
     Ας θυμηθούμε ορισμένους τίτλους ή του πρώτους στίχους κάποιων πολύ γνωστών τραγουδιών του λαού μας:
-  Ξύπνα περδικομάτα μου κι ήρθα στο μαχαλά σου.

-  Απάνω στην τριανταφυλλιά έχτισ' η πέρδικα φωλιά.
-  Πέντε πέρδικες πετούσαν και στον κάμπο 'λογυρνούσαν.
-  Μια πέρδικα παινεύτηκε σ' ανατολή και δύση,
πως δεν τη βρίσκει κυνηγός να την εκυνηγήσει.
-  Πού ήσουν πέρδικα καημένη κι ήρθες το πρωί βρεγμένη;
-  Περδικούλα, Λυγερούλα κι όμορφο πουλί,
πώς κοιμάσαι μεσ' στα πλάγια μέρα νύχτα μοναχή;
-  Ξύπνησε πετροπέρδικα, τίναξε τα φτερά σου.
-  Εδώ, σε τούτη γειτονιά, στην παρακάτω ρούγα,
ήρθε και έφτιαξε φωλιά μια πέρδικα μικρούλα.
-  Περδικούλα ημέρωνα κι αυτή αγριευότανε.
-  Ήρθε η ώρα η καλή και η ευλογημένη,
να πάρει ο αητός την πέρδικα, την χρυσοπλουμισμένη.
-  Σ' ένα δεντρί στον Παρνασσό, έγειρα ν’ αποκοιμηθώ.
κι ακούω μιας πέρδικας λαλιά, κλαίει θρηνεί μες τα βουνά.
Κλαίει και μένα η καρδιά, που μ’ από σένα μακριά.
-  Πέταξε η περδικούλα μου κι έλα στην αγκαλιά μου
     Το δημοτικό τραγούδι υμνεί και ως μάνα την πέρδικα, ως σύμβολο αφοσίωσης στα παιδιά της και προτρέπει τη γυναίκα να της μοιάσει:
«Μοιάσε της πετροπέρδικας, της αηδονολαλούσας,
που κάνει δεκαχτώ πουλιά, κανένα δεν αρνιέται.
Κι αν πέσει και πάρει ο αετός, ένα από τα πουλιά της,
κάνει καιρό να πιεί νερό, θολώνει και το πίνει».
     Γνωστό, επίσης, και το τραγούδι της μάνας που δεν είχε την υπομονή ν’ αναθρέψει το ένα της παιδί και το πήγαινε να το πετάξει στο ρέμα:
Μια μάνα που 'χε ένα γιο,
μα ήταν λωλοπαρμένη,
δεν είχε την υπομονή
για να το αναθρέψει
και στην ποδιά της το 'βαλε,
πάει να το ρεματίσει.
Στο δρόμο που επήγαινε,
στη στράτα που διαβαίνει,
μια πέρδικα την απαντά,
μια πέρδικα της λέγει:
-         Μωρή σκύλα, μωρή άπονη,
μωρή μαριολεμένη,
εγώ έχω δεκαοχτώ πουλιά,
πάσχω να τ' αναθρέψω
και συ έκανες χρυσόν υγιό,
πας να τον ρεματίσεις;
Και στην ποδιά της το 'βαλε,
στο σπίτι της πηγαίνει.
Το έβαλε στην κούνια του,
το τραγουδά και λέει:
-         Γιε μου σαν γίνεις κυνηγός,
σαν γίνεις παλληκάρι,
σαν ανταμώσεις πέρδικα,
να μην τήνε σκοτώσεις.
Η πέρδικα είναι η μάνα σου
κι εγώ η μητριά σου.
     Εκτός από τα τραγούδια της χαράς, του έρωτα, του γάμου, το όμορφο πουλί έχει θέση και στα επικά τραγούδια, όπως και σ’ αυτά της κλεφτουριάς και των αγώνων για την ελευθερία:
Τρεις περδικούλες κάθονταν στον Όλυμπο στη ράχη
μοιρολογούσαν κι έκλαιγαν, μοιρολογούν και λένε.
Εσείς πουλιά πετούμενα που πάτε στον αέρα,
να πάτε και στη Τζόρτζαινα, Ναούμη τη γυναίκα.
Να μην τα πλέξει τα μαλλιά, κοσί να μην τα φτιάξει.
Να μην τα βάλει τα φλουριά, να μην τα καμαρώνει.
Ναούμη τον βαρέσανε στου Διάκου το νταβούρι.
***
Μωρ' περδικούλα του Μοριά, κοσμοπερπατημένη
αυτού ψηλά οπού πετάς και χαμηλαγναντεύεις,  
 μην είδες κλέφτες πουθενά τους Κολοκοτρωναίους;
***
Μια Περδικούλα κάθισε στου Ζήδρου το κεφάλι.
Δεν κελαϊδούσε σαν πουλί, σαν όλα τα πουλάκια,
παρά λαλούσε κι έλεγε μ’ ανθρώπινη κουβέντα.
-         Ζήδρο μου, τ’ είσαι κίτρινος, κίτρινος σαν λεμόνι;
Μη σε βαρούνε τ’ άρματα, τα έρημα τσαπράζια;
-         Περδίκα μ' που με ρώτησες, θα σου το μολογήσω.
Δε με βαρούνε τ' άρματα, τα έρημα τσιαπράζια,
μον' έχασα τον Φώτο μου, το μοναχό παιδί μου».
     Αλλά και η λαϊκή σοφία δανείζεται χαρίσματα της πέρδικας να εξυμνήσει χάρες γυναικών, ιδίως νέων, όπως:
-  Στα βούρλα πάει η ξυλόκοτα κι η πέρδικα στη βρύση.
-  Της πέρδικας απ’ τη λαλιά της βρίσκουν πάντα τη φωλιά.
-  Έγινε περδίκι (π.χ., μετά από κάποια αδιαθεσία ή αρρώστια).
-  Είμαι περδίκι (είμαι πολύ καλά).
-  Κοντή γυναίκα πέρδικα.
-  Καλώς τηνε την πέρδικα την αηδονολαλούσα.
-  Καλώς τηνε την πέρδικα που περπατεί λεβέντικα.
-  Πέρδικα καμαρωτή μες το κάμπο περπατεί.
-  Το λέει η περδικούλα του.
     Σε άλλα σημεία της λαϊκής παράδοσης, θεωρείται καλό σημάδι για κάποιον οδοιπόρο, αν δει να πετάνε πέρδικες προς το μέρος της δικής του κατεύθυνσης. Για την πρόγνωση του καιρού, ο λαός υποστηρίζει ότι «η πέρδικα λαλεί νερό και η κουκουβάγια καλοκαιρία».

Η πέρδικα και σε γραμματόσημο (1970)

     Ζει ομαδικά σε χαμηλή βλάστηση και κοιλώματα του εδάφους. Είναι μονογαμικό ον. Αν χάσει το ταίρι του, δεν ζευγαρώνει με άλλο. Από τη στιγμή του ζευγαρώματος αποχωρίζεται με το σύντροφό της το κοπάδι, φτιάχνουν μαζί τη φωλιά και φροντίζουν με αυτοθυσία τα αβγά τους (περδικάβγουλα) και τα μικρά τους από τη στιγμή που θα εκκολαφθούν, μέχρι να πετάξουν. Αλλά και μετά τα πέταγμά τους έχει την έννοια τους στην αναζήτηση τροφής και στον κίνδυνο τα καλεί να προστατευτούν με κραυγή χαρακτηριστική.  Όταν η αποστολή τους αυτή ολοκληρωθεί, τότε ξανασμίγουν και ζουν σε κοπάδια με το σύντροφό της. Η κοινωνική αυτή οργάνωσή τους αυξάνει τις πιθανότητες να επιβιώσουν, αφού έτσι επιτυγχάνεται αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση των εχθρών. Κατά τη διάρκεια της νύχτας κουρνιάζουν στο έδαφος και ιδίως σε ανοιχτά σημεία του.
     Η τροφή της περιορίζεται σε δημητριακούς καρπούς, σπόρους, λαχανικά, έντομα, τρυφερούς βλαστούς, και σκουλήκια από τη γη, γι’ αυτό και για τη γεωργία θεωρείται περισσότερο ωφέλιμη, παρά επιζήμια. Δεν προτιμάει ούτε τις πολύ ζεστές ούτε τις πολύ ψυχρές περιοχές και αρέσκονται στην «ηλιοθεραπεία». Τα αρσενικά επιδίδονται περισσότερο στην περιφρούρηση και πρόληψη κινδύνων, ενώ τα θηλυκά είναι αφοσιωμένα στην εκκόλαψη των αυγών και στους νεοσσούς τους. Ανήκοντας στην οικογένεια των ορνιθόμορφων, συγγενεύει με αρκετές συνήθειες της κότας, η οποία κότα την… αντιπαθεί, γιατί η ίδια δεν έχει χάρη κι αρχοντιά στο περπάτημα! Αν και δεν είναι μεγάλου μήκους (περίπου 30 εκατοστά), το βάρος της μπορεί να πλησιάζει και το ένα κιλό. Αυτό συμβαίνει γιατί είναι «στρουμπουλή».
     Άνθρωποι ορεσίβιοι, που έχουν παρατηρήσει οι ίδιοι τη συμπεριφορά της, μαρτυρούν ότι το αρσενικό πουλί, ο «πέρδικος» είναι ζηλιάρης, γι’ αυτό του δίνει κι αυτού ένα αυγό το θηλυκό να το κλωσήσει! Αν αντιληφθούν κίνδυνο, με την κραυγή τους ειδοποιούν και τα άλλα πουλιά του δάσους. Στην περίπτωση αυτή, η θηλυκή πέρδικα δεν τρέχει στα αυγά της ή στα περδικάκια της, αλλά προς διαφορετική κατεύθυνση, να παραπλανήσει τον εχθρό και να μην οδηγηθεί στη φωλιά της! Όταν ο κίνδυνος απομακρυνθεί, τότε επιστρέφει με πολλή αγωνία στα αβγά της ή στα παιδιά της. Οι ίδιοι ορεσίβιοι άνθρωποι, π.χ. κτηνοτρόφοι των βουνών, βεβαιώνουν ότι ένας τρόπος προφύλαξής της είναι να γυρίσει ανάσκελα στο έδαφος και να μείνει ακίνητη. Όπως λένε χαρακτηριστικά, «μπορεί να την πατήσεις, όχι όμως και τη δεις», αφού η κοιλιά της έχει τα χρώματα του εδάφους.
     Μαρτυρία πολύ κοντινού συγγενούς μου είναι και αυτή: Βρήκε ο ίδιος φωλιά πέρδικας, πήρε τα αβγά της και τα έβαλε στην κλώσα, από τα οποία βγήκαν περδικάκια! Η κλώσα τα φρόντιζε όπως και τα κλωσόπουλα, μα όταν εκείνα αντιλαμβανόντουσαν κίνδυνο, έπεφταν ανάσκελα κι ακίνητα στο έδαφος, χωρίς να είχαν καμία επαφή με την φυσική τους μητέρα! Όταν μεγάλωσαν λίγο «έκοψαν φτερό» κι έφυγαν! Δική του και η μαρτυρία ότι η πέρδικα δεν ζει φυλακισμένη: Μικρή έπιασε μία στο βουνό, που ακόμα δεν μπορούσε να πετάξει καλά. Στο κλουβί που την έβαλε, δεν έτρωγε, ούτε νερό έπινε, μέχρι που σε λίγες μέρες ψόφησε.
     Χαρακτηριστικό είναι και το πέταγμά της και η λαλιά της. Ο ήχος που ακούγεται από τα φτερά της που χτυπούν τον αέρα είναι δυνατός κι αν τύχει «κόψουν φτερό» (φτερουγίσουν-πετάξουν) πολλές μαζί, «ακούγεται σαν πολυβόλο», όπως μας έλεγαν μεγαλύτεροι. Η δε φωνή της, αν και κάπως μονότονη είναι καθαρή, κρυστάλλινη κι ευχάριστη. Κάποιος που δεν τη γνωρίζει, δεν μπορεί να συνειδητοποιήσει τί είναι αυτό που φτάνει στ’ αυτιά σου, σαν επαναλαμβανόμενο «τσι τσεκ πε–τι–τσεκ τσι–τσεκ». Το λάλημά της γίνεται τις πρωινές ώρες, λίγο πριν και λίγο μετά την ανατολή του ηλίου και το βράδυ κατά τη δύση του.
     Αν και τα είδη της είναι αρκετά, δεν ζουν όλα στην Ελλάδα. Εδώ είναι περισσότερο γνωστή η πέρδικα των βράχων ή πετροπέρδικα, η πέρδικα του κάμπου ή λειβαδοπέρδικα και η νησοπέρδικα, που όμως οι διαφορές τους δεν είναι μεγάλες και εντοπίζονται στα χρώματά της.

"Η βρύση της πέρδικας" στο χωριό μου:
Πολύ πιο ψηλά από την κατοικημένη περιοχή, 
 εκτός από τα ζώα και τους ανθρώπους, πίνουν νερό
και οι πέρδικες. Ίσως γι' αυτό και η ονομασία της.
(Φωτογραφία: Λευτέρης Αβραμίδης)


     Πέρα από τα διάφορα αρπακτικά ζώα και πουλιά του δάσους που αποτελούν τους εχθρούς της, εχθρός της είναι και ο άνθρωπος. Το πολύ νόστιμο κρέας της είναι μεζές για «μερακλήδες», αν και το κυνήγι της δεν είναι ιδιαίτερα εύκολο και μάλιστα χωρίς σκυλιά, που την εντοπίζουν, κυρίως, με την οσμή τους και όχι με την όρασή τους. Ανάλογη νοστιμιά με το κρέας της έχουν και τα αβγά της, για «μερακλήδες» και αυτά. Αν επιστρέφοντας στη φωλιά τη βρει άδεια, γεννάει άλλα αυγά, μπορεί και σε νέα φωλιά που θα φτιάξουν με το σύντροφό της πάντα. «Αδυναμία», όμως, στη νοστιμιά του κρέατός της, είχαν και οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, που το θεωρούσαν ως ένα από τα πιο εκλεπτυσμένα εδέσματα, προνόμιο, μάλλον, των πλουσίων, κάτι που εκθειάζει και ο ποιητής Δίφιλος ο Σινωπεύς (4ος αιώνας π.Χ.). Επίσης, ο Αριστοφάνης στους «Αχαρνείς» αναφέρει ότι ειδικοί έμποροι από την Κωπαΐδα  διατηρούσαν περδικοτροφεία κι έφερναν τα προϊόντα τους στην Αθήνα, για τους εύπορους κατοίκους του κλεινού άστεος.  
     H πέρδικα μας είναι γνωστή από την αρχαιότητα και από έργα των Αριστοτέλη, Θεόφραστου, Αθήναιου, Αισώπου, Αρχίλοχου, Ξενοφώντος με τις ονομασίες αλεκτορίς, πέρδιξ και ατταγάς ή ατταγήν. Γενικά την θεωρούσαν πονηρό, πανούργο, δειλό και δόλιο πουλί και παρομοιάζουν μ’ αυτήν ανθρώπων. Κατά μία εκδοχή της μυθολογίας ήταν αδελφή του Δαίδαλου. Κατ’ άλλη, ήταν γυναίκα πολύ όμορφη, αλλά αναίσθητη. Καθώς κάποτε καθόταν δίπλα από ένα δέντρο, είδε τον Δαίδαλο να θάβει τον άτυχο γιο του, τον Ίκαρο. Αντί να τον συμπονέσει  για τη συμφορά αυτή, άρχισε να τον ειρωνεύεται. Τότε κάποιος θεός οργίστηκε  και την μεταμόρφωσε σε πουλί.
     Η αγάπη των ανθρώπων στην πέρδικα και στην ομορφιά της, τους έχει οδηγήσει να δίνουν το όνομά της στα χωριά τους ή σε μικρές πόλεις τους.
----------------------------------------------------------
Πηγές:
-  Εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ
-  Εγκυκλοπαίδεια ΓΙΟΒΑΝΗ
-  Εγκυκλοπαίδεια ΕΛΛΑΔΙΚΗ
-  Διαδίκτυο
 
Εικόνες: Διαδίκτυο
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 27.5.2022

Πέμπτη 19 Μαΐου 2022

Ένας απογευματινός περίπατος στον αρχαιολογικό χώρο της Ακροπόλεως και η ιστορία της σημαίας του ιερού μνημείου


     Δεν χρειάστηκε μεγάλη προεργασία. Με τρία-τέσσερα τηλεφωνήματα «στήθηκε» η επταμελής συντροφιά για την επίσκεψη-περίπατο στο παγκόσμιο μνημείο πολιτιστικής κληρονομιάς, στον αρχαιολογικό χώρο της Ακροπόλεως των Αθηνών. Την προγραμματίσαμε να πραγματοποιηθεί την Παγκόσμια Ημέρα Μουσείων (18 Μαΐου), που η είσοδος και στο χώρο ήταν ελεύθερη.
     Με τα απαραίτητα εφόδια, όπως μπουκάλι με νερό, αθλητικά παπούτσια, γυαλιά και καπέλα για τον ήλιο, συγκεντρωθήκαμε το απόγευμα της ημέρας στην έξοδο του Μετρό στο σταθμό «Ακρόπολις». Με πολλή καλή διάθεση, κάποια αστεία, καλοπροαίρετα πειράγματα και φιλοφρονήσεις για το ντύσιμο του καθενός, αρχίσαμε ν’ ανηφορίζουμε, ρωτώντας ο ένας τον άλλον πόσες φορές έχει επισκεφθεί το χώρο. Όντας γνωστό ότι τέτοιες εξορμήσεις είναι αδυναμία όλων μας, τα «νούμερα» που ακούστηκαν δεν αποτελούσαν έκπληξη: Δέκα, δώδεκα, δεκάξι, με τον Παναγιώτη να κατέχει το «ρεκόρ» όλων μας, πάνω από είκοσι φορές, και έχοντας «χάσει το λογαριασμό»!
     Αφού προμηθευθήκαμε το εισιτήριο με την ένδειξη «είσοδος δωρεάν» και το επιδείξαμε στον έλεγχο, αρχίσαμε να απολαμβάνουμε οπτικά την χωρίς ίχνος νέφους αιθαλομίχλης Αθήνα. Το βλέμμα μας, από λίγα μέτρα μπροστά μας, έφτανε χωρίς εμπόδια προς κάθε σημείο του ορίζοντα της Πεντέλης, του Υμηττού, της Πάρνηθας. Τα μεγάλα καράβια στον Αργοσαρωνικό, άλλα ξεκίναγαν το ταξίδι τους προς το Αιγαίο κι άλλα επέστρεφαν. Μέχρι κι αν απλώναμε το χέρι μας, νομίζαμε ότι θα «πιάναμε» και την Αίγινα! Το απαλό βοριαδάκι είχε γίνει ο καλύτερος σύμμαχός μας!
     Συνεχίζοντας ν’ ανηφορίζουμε, γνώριμα μεν από προηγούμενες επισκέψεις, αξιοθαύμαστα δε όπως και την πρώτη φορά που τα αντικρύσαμε τα μαρμάρινα μνημεία μάς προκαλούσαν το «αισθητήριο όργανο της οράσεως», διαβάζοντας τις επιγραφές τους  και σχολιάζοντας πάντα με θαυμασμό. Φωτογραφηθήκαμε σε κάμποσα σημεία, δίνοντας ιδιαίτερη βαρύτητα μπροστά στο Ερεχθείο με τις Καρυάτιδες, αλλά από κάποια απόσταση, γιατί δεν επιτρεπόταν να πλησιάσουμε. Εκεί αναλογιστήκαμε και τον πόνο της ξενιτεμένης Καρυάτιδας, θύμα κι αυτή της βίαιης απαγωγής του Έλγιν, αλλά και τον πόνο των αδελφών της που την περιμένουν στο μουσείο, έχοντας τη θέση της κενή-έτοιμη να την υποδεχθούν.
     Αφού περπατήσαμε-περιηγηθήκαμε σε όλη, σχεδόν, την έκταση του χώρου, φτάσαμε στην υπερυψωμένη στρογγυλή πλατεία, όπου στο κέντρο της και σε μεγάλου ύψους ιστό κυματίζει η γαλανόλευκη. Έχοντας εξασφαλίσει από εκεί ένα αρκετά μεγάλο οπτικό πεδίο προς τον ιερό και ιστορικό χώρο, με ικανοποίηση και ευχάριστα συναισθήματα διαπιστώσαμε ότι πραγματικά είχε «γεμίσει» κόσμο! Το ανοιξιάτικο απόγευμα, αλλά και η «δωρεάν είσοδος» είχαν κάνει το θαύμα τους!
     Ο ήλιος έγερνε προς τη δύση του, βάφοντας με τις δικές του χρυσές πινελιές τα λίγα σύννεφα που τον καληνύχτιζαν από τον ορίζοντα. Η προτροπή του μεγαλύτερου της παρέας μας να πάρουμε «σιγά-σιγά» το δρόμο της επιστροφής, δεν μπορώ να πω ότι άρεσε σε κανέναν μας, αφού κανείς μας δεν ήθελε να τελειώσει εκείνη η ξεχωριστή, η «μαγική» στιγμή, όπως την χαρακτήρισε η Σταυρούλα. Όμως, μια σκέψη μου πέρασε από το μυαλό και, κάνοντας δυο βήματα, απευθύνθηκα στον κοντινότερο φύλακα:
-  Θα γίνει υποστολή της Σημαίας;
-  Ναι, την ώρα της δύσης του ηλίου…
-  Με άγημα του στρατού;
-  Ναι…, μου απάντησε στην «δευτερολογία» του.
     Δεν είχα λόγους να σκεφτώ τίποτα άλλο και απευθύνθηκα στην υπόλοιπη εξαμελή παρέα μου:
-  Δεν έχουμε να πάμε πουθενά! Θα έρθει άγημα του στρατού, μουσική μπάντα και θα γίνει υποστολή της σημαίας με ανάκρουση του εθνικού ύμνου!
     Κοιταχτήκαμε όλοι και το πατριωτικό συναίσθημα «λαμπάδιασε» μέσα μας! Όλοι συμφώνησαν μαζί μου: «Δεν έχουμε να πάμε πουθενά»!
 
Η ατυχία μας
 
     Και ενώ όλοι κοιτάζαμε μια τα ρολόγια μας, μια τον ήλιο που σε λίγο θα μας καληνύχτιζε, μια την άκρη του δρόμου να δούμε το άγημα και τη μπάντα που θα ερχόταν, συνέβη κάτι που μας άφησε εμβρόντητους: Οι φύλακες, άλλοι με σφυρίχτρες που σφύριζαν κι άλλοι με κουδούνια που κράταγαν στα χέρια τους και τα χτυπούσαν, σαν τον επιστάτη του σχολείο όταν τελειώνει το διάλειμμα, μας ενημέρωναν ότι «σε πέντε λεπτά η Ακρόπολη κλείνει»!
     Απευθύνθηκα στη νεαρή και ευπαρουσίαστη φύλακα που είχε έρθει κοντά μας, προτρέποντάς μας ευγενικά να φύγουμε:
-  Μα… Δεν θα γίνει υποστολή της σημαίας;…
-  Ναι, σε λίγο…
-  Μα κι εμείς γι’ αυτό «στηθήκαμε» εδώ. Θα μας το «χαλάσεις»;
-  Λυπάμαι, αλλά η Ακρόπολη κλείνει…
-  Δεν μπορεί να γίνει μια εξαίρεση;… (χαριτολογώντας).
     Η νεαρή φύλακας χαμογέλασε, λέγοντάς μου:
-  Οχτώ ακριβώς κλείνουμε. Αν έρθετε χειμώνα, που η δύση του ηλίου είναι πολύ πιο νωρίς και η Ακρόπολη κλείνει μετά την υποστολή, δεν θα σας ζητήσουμε να φύγετε. Τώρα κι εμείς θα φύγουμε…
     Με κατεβασμένο το κεφάλι και με αργά βήματα πήραμε το δρόμο της επιστροφής. Κατηφορίζοντας εμείς, το άγημα του στρατού με τη μουσική μπάντα ανέβαιναν. Κοιταχτήκαμε και υποσχεθήκαμε για μια ακόμα επίσκεψη το χειμώνα.
 
Λίγα πληροφοριακά στοιχεία…
 
     Σε ιστορικούς χώρους μείζονος σημασίας, η γαλανόλευκη κυματίζει από τη ανατολή μέχρι τη δύση του ηλίου. Η έπαρσή της και η υποστολή της γίνεται με ειδικό τελετουργικό, που διέπεται από αυστηρούς κανόνες σεβασμού στο σύμβολο και πειθαρχίας των συμμετεχόντων. Συγκεκριμένα: Άγημα του στρατού  (ή του πολεμικού ναυτικού ή της αεροπορίας ή και μικτό) μεταβαίνει σε παράταξη και με «βήμα» στο χώρο, συνοδευόμενο από μουσική μπάντα. Σε στάση «παρουσιάστε» οι ένοπλοι και απόλυτης προσοχής οι άοπλοι, παιανίζεται το εμβατήριο της σημαίας και ο εθνικός ύμνος, ενώ ταυτόχρονα γίνεται η έπαρση ή η υποστολή της, ο δε επικεφαλής του αγήματος χαιρετάει στρατιωτικά.
     Το άγημα που αποδίδει τιμές παραμένει σε στάση προσοχής, μέχρι τα δύο εντεταλμένα άτομα του διενεργούν τη υποστολή «τυλίξουν» με συντονισμένες κινήσεις το σύμβολο, οπότε δίνεται η εντολή μετακίνησης της φρουράς (του αγήματος) από τον επικεφαλής, πάντα με τους προβλεπόμενους κανόνες. Σε όλο αυτό το χρονικό διάστημα, περαστικοί ή παρευρισκόμενοι πολίτες στο χώρο, παραμένουν σε στάση προσοχής και με κατεύθυνση προς τη σημαία. Αν στο κοινό παρευρίσκονται και ένστολοι, αυτοί αποδίδουν τιμές δια του χαιρετισμού, από όποιο σημείο και απόσταση βρίσκονται και έχουν οπτικό πεδίο στο χώρο της τελετής.
     Προσωπικά δεν γνωρίζω αν αυτό τηρείται όπως και παλαιότερα, καθημερινά και σε όλους τους μείζονος σημασίας  ιστορικούς χώρους, όμως η «χαλάρωση» και η μη έπαρση της σημαίας στα σχολεία κάθε πρωί, θεωρούμε ότι είναι πολύ κακή «επένδυση» στους νέους και στην πατρίδα του αύριο.
 
Σύντομη αναφορά στην ιστορία της σημαίας της Ακροπόλεως
 
     Η Αθήνα απελευθερώθηκε από του τούρκους στις 31 Μαρτίου του 1833. Ο τελευταίος τούρκος φρούραρχος παρέδωσε την πόλη στον Βαυαρό υπολοχαγό Χριστόφορο Νέζερ, πρώτο φρούραρχο της ελεύθερης Αθήνας. Αν και οι Βαυαροί εκπροσωπούσαν το νέο Ελληνικό Βασίλειο, δεν διακατέχονταν από ιδιαίτερα Ελληνικά πατριωτικά συναισθήματα κι έτσι δεν σκέφτηκαν ότι όφειλαν να υψώσουν την Ελληνική σημαία στην Ακρόπολη. Ένα Χιώτης καπετάνιος, γνωστός ως «καπετάν Δημήτρης», νοιώθοντας την ανάγκη αυτή, κατέβηκε στο πλοίο του στον Πειραιά, πήρε από αυτό την ελληνική σημαία και επιστρέφοντας στον ιερό βράχο άρχισε να παρακαλεί τους Βαυαρούς να του επιτρέψουν να την υψώσει εκεί. Ο Νέζερ βρήκε δικαιολογημένο το αίτημα του Χιώτη καπετάνιου και, πράγματι ο ίδιος ο «καπετάν Δημήτρης» ύψωσε τη σημαία του πλοίου του στον Παρθενώνα, ενώ ο γιος του που στέκονταν δίπλα του φώναζε «Ζήτω η Ελλάς»!
    Το ιερό αυτό σύμβολο της πατρίδας μας υπεστάλη τον Απρίλιο του 1941 και στη θέση του ανέβηκε η γερμανική σβάστικα, με την κατάληψη της πόλης από τους νέους κατακτητές της, τους γερμανούς. Την νύχτα της 30ής Μαΐου του ίδιου έτους, οι πατριώτες Απόστολος Σάντας και Μανώλης Γλέζος, με μια καθ’ όλα ηρωική τους επιχείρηση κατέβασαν τη σημαία του κατακτητή και ύψωσαν τη γαλανόλευκη στην Ακρόπολη, προκαλώντας μεγάλη αναστάτωση στον εισβολέα. Όμως, «τα πολλά λόγια είναι φτώχια» και καλύτερα θα ήταν να παρακολουθήσετε το βίντεο της εκπομπής της σειράς «αλάτι και πιπέρι» (1982), του αξέχαστου Φρέντυ Γερμανού ΕΔΩ. Αξίζει! Πιστέψτε με! Θα μάθετε πολλά που, ίσως, δεν γνωρίζετε, ιδίως οι νεότεροι! 

Οι Ήρωες Μανώλης Γλέζος και Απόστολος Σάντας
σε νεότερη και μεγαλύτερη ηλικία
Μια μεταλλική πλάκα στο χώρο γράφει την ιστορία...

----------------------------------------------
Πηγές, εικόνες: Διαδίκτυο.
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 19.5.2022

Σάββατο 14 Μαΐου 2022

Ο ποντικός τρώει αυγά; Ναι, και δείτε πώς τα «κλέβει»!


Ανάρτηση στη μνήμη του πατέρα μου

 
     Η φύση είναι να μεγάλο σχολείο και χαρά σ’ αυτόν που μπορεί να παρακολουθήσει μαθήματα στα θρανία του!
    Ορεσίβιοι οι γονείς μου και οι παππούδες μου, όπως κι εγώ στα παιδικά-εφηβικά μου χρόνια, είχαμε διδαχθεί πολλά στο σχολείο αυτό. Ιδιαίτερα επιμελής μαθητής της, αλλά και δάσκαλος σ’ εμάς τα παιδιά του ήταν ο πατέρας, του οποίου πάντα θαύμαζα τις γνώσεις κι ας είχε τελειώσει μόνο την πρώτη δημοτικού! Τα «ιδιαίτερα» μαθήματά του με όσα είχε διδαχθεί ο ίδιος, σ’ εμάς τα παιδιά του ήταν συνεχή.
     Μικρής ηλικίας τότε εγώ, σαν «μαθητής» θα έλεγα ότι ήμουν λίγο «αμελής». Και η αμέλειά μου αυτή οφειλόταν περισσότερο στο ότι θεωρούσα κάποια πράγματα υπερβολικά ή τελείως εκτός πραγματικότητος και δεν πολυέδινα σημασία. Έλα, όμως, που ορισμένα απ’ όσα με είχε διδάξει τα παρακολούθησα σε «επανάληψη», σε ντοκιμαντέρ στην τηλεόραση, σε μεγάλη ηλικία. Φυσικά, τότε τα συναισθήματα ήταν πολλά και ανάμικτα.
     Το συγκεκριμένο  «σημερινό μάθημα», λοιπόν, ήταν με ποιόν τρόπο κλέβουν αυγά τα ποντίκια! Κάποια στιγμή ο πατέρας είδε σε μια αποθήκη, που… σύχναζαν και ποντικοί, αυγά κότας «ολόκληρα» με μια τρύπα σε κάποιο σημείο και μέσα άδεια. Κατάλαβε πως είναι «δουλειά» των αντιπαθών αυτών τρωκτικών, δεν μπορούσε να καταλάβει, όμως, πώς τα αυγά έφταναν μέχρι εκεί και αφιέρωνε χρόνο να παρακολουθήσει το φαινόμενο.
     Ως πολύ έξυπνο και πονηρό συνάμα ζώο ο ποντικός, σπάνια τρώει την (συνήθως κλεμμένη) τροφή του στον τόπο της κλοπής. Την μεταφέρει στη φωλιά του, όπου εκεί ταΐζει τα παιδιά του και τρώει και ο ίδιος με την ησυχία του, χωρίς κινδύνους.
     Κάποια στιγμή, είδε κάτι που με τίποτα δεν μπορούσε να το φανταστεί: Δύο ποντικοί μαζί μετέφεραν ένα αυγό! Ο ένας το είχε πιάσει-το είχε «αγκαλιάσει» με τα τέσσερα πόδια του και είχε γυρίσει ανάσκελα, με την πλάτη αποκάτω! Ο άλλος τον «έσερνε» από την ουρά, μαζί με το αυγό και με κατεύθυνση προς τη φωλιά τους!!! Εκεί τα τρυπούσαν με τα μυτερά και κοφτερά τους δόντια και τα ρουφούσαν με την ησυχία τους, αφήνοντας μόνο το τσόφλι! Προφανώς απολάμβαναν το «γεύμα»… οικογενειακώς!

Χρήστος Κ. Παπακωνσταντόπουλος, πατέρας και δάσκαλος
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, για και μαθητής


Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 14.5.2022
 

Παρασκευή 13 Μαΐου 2022

Λαογραφικά και άλλα ενδιαφέροντα για τον κούκο

 

     Όσοι γεννηθήκαμε και μεγαλώσαμε σε ορεινές περιοχές, είχαμε την ευλογία να ζήσουμε και στη φύση. Έτσι, μας δόθηκε η ευκαιρία να παρατηρήσουμε τον κόσμο της και ν’ αποκτήσουμε αρκετές εμπειρικές γνώσεις γι’ αυτόν. Παράλληλα, είχαμε και πολλές προσλαμβάνουσες πληροφορίες από τους περισσότερο ημών ορεσίβιους γονείς και παππούδες μας. Ένα από τα ευχάριστα «φαινόμενα» της άνοιξης, που πάντα μαγεύει με το ξανάνιωμα της φύσης, είναι και ο κούκος και ως παιδιά «στήναμε αυτί» και «πως και πώς» περιμέναμε να λαλήσει για να τον ακούσουμε! Τέτοιες παιδικές μνήμες μου δίνουν την αφορμή να ασχοληθώ επιγραμματικά με το πουλί αυτό και να μοιραστώ το αποτέλεσμα μαζί σας, φίλες και φίλοι του ιστολογίου μου.
     Ο Κούκος είναι ένα όμορφο, αποδημητικό πουλί της οικογενείας των Κοκκυγιδών, που περιλαμβάνει τέσσερα υποείδη. Επιστημονικά το συναντάμε με τη λατινική ονομασία canorus, που σημαίνει καλλίφωνος, μελωδικός. Μια ακόμα ονομασία του είναι και "κόκκυγας ο μελωδικός". Έχει μέγεθος μεγαλύτερο του περιστεριού και ανάλογο βάρος. Στη χώρα μας έρχεται την άνοιξη από χώρες της Αφρικής και μένει ένα μεγάλο μέρος του καλοκαιριού, αν και όταν «σφίξουν» οι ζέστες δεν κελαηδάει. Γνωστή, άλλωστε, και η φράση «βουβάθηκε σαν ο κούκος τ’ αϊ-Γιαννιού», εννοώντας στο γενέθλιο του αγίου Ιωάννου του Προδρόμου-24 Ιουνίου-, που αρχίζει να ζεσταίνει περισσότερο ο καιρός. Στη μονότονη, ρυθμική, ευχάριστη και σε σταθερά χρονικά διαστήματα επαναλαμβανόμενη φωνή του, «κούκου, κούκου» οφείλεται και το όνομά του, που, πιθανότατα, αυτή είναι και το ερωτικό του κάλεσμα.
     Αν και συνηθίζουμε να γράφουμε τον όνομά του με ένα «κ», το ορθότερο είναι με δύο (κούκκος) και τούτο γιατί προέρχεται από το αρχαίο κόκκυξ. Με αυτή τη γραφή τον συναντάμε και στις «όρνιθες» του Αριστοφάνη: «Φοινίκης πάσης κόκκυξ βασιλεὺς ἦν. Χὠπόθ᾽ ὁ κόκκυξ εἴποι “κόκκυ” τότ᾽ άν οἱ Φοίνικες ἅπαντες τοὺς πυροὺς ἂν καὶ τὰς κριθὰς ἐν τοῖς πεδίοις ἐθέριζον». (Στη Φοινίκη βασιλιάς ήταν ο κούκος και κάθε φορά που τους φώναζε ο κούκος «κούκου», τότε όλοι οι Φοίνικες έτρεχαν στα χωράφια και θέριζαν τα στάρια και τα κριθάρια). Η αρχαία αυτή ονομασία του, ίσως να οφείλεται στην ομοιότητα του ράμφους του με οστάριο της κατώτερης μοίρας της σπονδυλικής στήλης, τον κόκκυγα.
     Είναι αγαπημένο πουλί και όχι μόνο για έναν μόνο λόγο. Αν και «ακριβοθώρητο» (ζει μακριά από τον άνθρωπο), είναι πολύ όμορφο και επιβεβαιώνει με το κελάηδημά του τον ερχομό της άνοιξης. Το χρώμα του είναι βαθύ γκρίζο ή καστανό-καφέ με γκρίζες βούλες και ραβδώσεις στο λαιμό, ανάλογα με την ηλικία του. Τρέφεται κυρίως με έντομα, έχοντας μεγάλη αδυναμία στην κάμπια του πεύκου, ενώ λέγεται ότι του αρέσει πολύ κι ένα φυτό που βγάζει μπλε άνθος την άνοιξη, το λεγόμενο «φαΐ του κούκου» ή «σταφύλι του κούκου». Σπανίζει ακόμα και σε πολύ ορεινές περιοχές, αφού και ο πληθυσμός του δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλος. Στη μικρή αυτή πληθυσμιακή του κατάσταση, που κι αυτή συνεχώς μειώνεται, πιστεύεται ότι συμβάλλουν δύο παράγοντες: Τα χημικά φυτοφάρμακα που εξοντώνουν τα έντομα και η μοναχική του ζωή, που παίζει ρόλο στην αναπαραγωγή του.

"Το φαΐ του κούκου"

     Λόγω της σχέσης του με την άνοιξη και των άλλων ιδιαιτεροτήτων του, έχει θέση και στο δημοτικό τραγούδι, στα παιδικά παραμύθια και τραγούδια, στη λαογραφία, στη λογοτεχνία. Γνωστό και το ρολόι τοίχου με τ’ όνομά του, αφού ορισμένα έχουν για ήχο τη φωνή του: Κάθε ώρα και στα μισάωρα ανοίγει ένα «παραθυράκι» του ρολογιού, βγαίνει ένας «κούκος» και φωνάζει τόσες φορές «κούκου», όσο δείχνουν και οι δείχτες!
     Ο κούκος είναι μοναχικό και «τεμπέλικο» πουλί, όπως μας έλεγαν οι γονείς μας και οι παππούδες μας. Δεν φτιάχνει το ίδιο φωλιά να γεννήσει τα αυγά του, αλλά τα γεννάει και τα αφήνει σε φωλιές άλλων πουλιών! Αυτό και μόνο φτάνει να τον χαρακτηρίσει τεμπέλη! Γνωρίζει και επιλέγει τις κατάλληλες και για το δικό του μέγεθος και, το κυριότερο, τα αυγά του να έχουν μεγάλη ομοιότητα και το μέγεθος με αυτά των «θετών» γονέων των νεοσσών του! Όταν βρει την κατάλληλη ευκαιρία, μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα τα αφήνει και όχι όλα μαζί, αλλά ένα σε κάθε ξένη φωλιά! Εκεί εκκολάπτουν και φροντίζουν τα νεογέννητα οι «θετοί» γονείς τους, οι οποίοι, συνήθως, δεν αντιλαμβάνονται εύκολα την απάτη. Όσο, όμως, τα μικρά μεγαλώνουν και αποκτούν πούπουλα και είναι διαφορετικά των άλλων νεοσσών, δεν τα φροντίζουν ιδιαίτερα(!) και ίσως να πεθαίνουν σε μικρή ηλικία. Επίσης, δεν είναι και τελείως ασυνήθιστο οι θηλυκοί κούκοι να τρώνε τα αυγά των άλλων πουλιών, στις φωλιές που πάνε να γεννήσουν τα δικά τους! Θεωρείται βέβαιο δε, πως για κάθε αυγό που αφήνει σε μια φωλιά, «πετάει» ή τρώει κι ένα από τα υπάρχοντα μέσα σ’ αυτή! Η μοναχική ζωή του άγριου πτηνού φαίνεται κι εδώ, αφού όταν εκκολαφθούν δύο αυγά κούκου στην ίδια φωλιά, ο ένας νεοσσός προσπαθεί να εκδιώξει τον άλλον! Την παρασιτική συμπεριφορά και αναπαραγωγή του, παρατήρησε και κατέγραψε πρώτος ο Αριστοτέλης.
     Δεν πρέπει, ίσως, να κατηγορούμε το συμπαθέστατο και αγαπημένο αυτό πουλί για  «τεμπέλη» ή για «αδιάφορο» και «κακό γονιό», αφού φαίνεται ότι η φύση έχει προνοήσει γι’ αυτό: Η κατασκευή του ράμφους του είναι παρόμοια με του γερακιού και μπορεί με αυτή να δυσκολεύεται να θρέψει τα «παιδιά» του, γιατί δεν τρέφεται με σάρκες ζώων.
 
Λαϊκές δοξασίες
 
-  Μια λαϊκή δοξασία θέλει τα αυγά του κούκου να εκκολάπτει και ν’ ανατρέφει η κουκουβάγια (νταντά του κούκου)!
-  Άλλες δοξασίες τον θέλουν να μεταναστεύει στις… πλάτες άλλων πουλιών (ως τεμπέλης!), των «κουκάλογων».
-  Σύμφωνα με μια τρίτη, ο κούκος είχε ένα μικρό αδελφό που τον έχασε μια μέρα, όταν έπαιζαν κρυφτό. Νομίζοντας πως ο αδελφός του κρύβεται ακόμα, εξακολουθεί να του φωνάζει «κούκου-κούκου». Ατόφιο το κάλεσμα αυτό του πουλιού έχει περάσει σε παιχνίδια των παιδιών, π.χ. το «κρυφτούλι»!
-  Εκείνος που θα ακούσει πρώτος την φωνή του την άνοιξη, κινδυνεύει να του συμβεί κάποιο κακό ή να χάσει και τη δική του φωνή!
-  Για τον ίδιο λόγο (για να μην χάσουμε τη φωνή μας) δεν τον «κοροϊδεύουμε» (δεν επαναλαμβάνουμε τη φωνή του) και να μας ακούσει!
-  Όταν η μετεωρολογία βασιζόταν σε πρακτικές και εμπειρικές παρατηρήσεις, οι κτηνοτρόφοι περίμεναν να «λαλήσει ο κούκος» για ν’ ανέβουν με τα κοπάδια τους στα βουνά, αφού τότε «γυρίζει» οριστικά ο καιρός στο καλοκαίρι.

- Μετράμε τις φορές που θα λαλήσει κούκος και όσες είναι οι λαλιές του, τοσα χρόνια θα ζήσουμε! Το μέτρημα προτιμάμε να γίνεται στην καρδιά της άνοιξης, που, συνήθως, ακούγεται πολλές φορές (πάνω από εκατό)!
 
Παροιμίες και παροιμιώδεις φράσεις
 
-  Ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη.
-  Μόνος σαν τον κούκο.
-  Έμεινε σαν τον κούκο.
-  Έμεινε κούκος.
-  Τρεις κι κούκος.
-  Ένας κούκος μοναχός.
- Τρεις κούκοι.

-  Του στοίχισ' ο κούκος αηδόνι.
-  Σου κάνει κούκου (σεξουαλικό υπονοούμενο).

-  Τον άκουσε τον κούκο (σεξουαλικό υπονοούμενο - το λέμε κυρίως για έφηβους που νοιώθουν τα πρώτα ερωτικά τους σκιρτήματα). Τους κάπως προχωρημένης ηλικίας τους... χαρακτηρίζει άλλο "πουλί", αν εξακολουθούν να ειναι "ζωηροί": "Το λέει ακόμα η περδικούλα του"!
-  Στη φωλιά του κούκου (εδώ υπονοούμε μια «πηγή» κακού, ανάλογη με την υπόθεση του ομώνυμου έργου -μυθιστορήματος- του Τσέχου Μίλος Φόρμαν).
-----------------------------------
Πηγές:
-  Εγκυκλοπαίδεια ΓΙΟΒΑΝΗ
-  Διαδίκτυο
 
Εικόνες:
Διαδίκτυο
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 13.5.2022

Τετάρτη 11 Μαΐου 2022

Μυθολογικά, ιστορικά και λαογραφικά στοιχεία της φωτιάς


     Γνωστό και μεγάλο θέμα η φωτιά από τη μυθολογία και την αρχαιότητα, -πυρά της καθαρεύουσας-, έπαιξε και συνεχίζει να παίζει και σήμερα πρωταρχικό ρόλο στη ζωή του ανθρώπου. Εκτός από την καθημερνή της χρήση, φωτισμός-μαγείρεμα-παρασκευή τροφής-ζέστη-θαλπωρή, την συναντάμε και έχει θέση σε κάθε άλλη δραστηριότητά μας: Στις επιστήμες, στην έρευνα, στη λογοτεχνία, στη μουσική, στη λαογραφία, στην παράδοση, στις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων, στη βιομηχανία στης προόδου, αλλά και στη βιομηχανία της καταστροφής. 

     Αν και θεωρείται βέβαιο ότι ήταν γνωστή στον πρωτοεμφανιζόμενο άνθρωπο στη γη από φαινόμενα της φύσης (π.χ. κεραυνούς, ηφαίστεια), σύμφωνα με έρευνες οι πρώτες τεχνητές ανακαλύψεις έγιναν με την τριβή των ξύλων. Η ανακάλυψη του σπινθήρα από κρούση πετρωμάτων, ίσως λίγο αργότερα, ήταν μία ακόμα επαναστατική μέθοδος για την εποχή εκείνη, που αποδείχθηκε κι αυτή καταλυτική για τη ζωή, την πρόοδο και τον πολιτισμό.
     Στο διάβα των αιώνων και μέχρι τη σημερινό ηλεκτρονικό άναμμα, πέρασε από διάφορα στάδια. Από διάφορα στάδια, επίσης, πέρασε μέχρι την σημερινή της εξέλιξη και στην πολεμική δραστηριότητα. Ενδεικτικά να σημειώσουμε τις καιόμενες από εύφλεκτα υλικά «μπάλες», με τις οποίες επιτίθεντο κατά του εχθρού στην αρχαιότητα, το «υγρόν πυρ» των Βυζαντινών, τα κανόνια της επανάστασης του 1821, μέχρι τη σημερινή εξέλιξη της πολεμικής βιομηχανίας και την προώθηση μεγάλου βεληνεκούς καταστροφικών πυραύλων, καθώς και  διαστημοπλοίων με προορισμό το διάστημα και την επανδρωμένη ή μη αποστολή σε άλλους πλανήτες του γαλαξία. Αλλά και γενικά στη βιομηχανική παραγωγή να σημειώσουμε την εξεργασία και μορφοποίηση του σιδήρου και άλλων μετάλλων στα χυτήρια, που σε σύγκριση με τη διαμόρφωσή τους στα παλαιά καμίνια, έχει γίνει κι εδώ μια πραγματική επανάσταση.
     Ο Ηράκλειτος θεώρησε τη φωτιά ως την πρωτογενή ουσία που μετασχηματιζόμενη σε διάφορες καταστάσεις συνέβαλε και συμβάλλει στη δημιουργία της μεγάλης ποικιλίας των όντων. Σύμφωνα με τον ίδιο φιλόσοφο, η παγκόσμια αρμονία και τάξη είναι η αιώνια ζωντανή φωτιά που ανάβει και σβήνει, ακολουθώντας ορισμένους κανόνες. Βλέποντάς την και μεταφορικά, η σβέση και η αναζωπύρωσή της συνιστούν μια συμβολική διαδικασία καθαρμού και επαναπροσδιορισμού μιας νέας αρχής.
     Ως προαναφέρθηκε, τη φωτιά τη συναντάμε και ως φυσικό φαινόμενο, είτε ως κεραυνό, είτε ως πρόκληση πυρκαγιάς από κεραυνό, είτε ως προϊόν ηφαιστείου, φαινόμενα που προκαλούν δέος, φόβο, αλλά και θαυμασμό. Κι ακόμα, μην ξεχνάμε την αφή της Ολυμπιακής Φλόγας, που επιτυγχάνεται κι αυτή με φυσικό τρόπο.
     Η φωτιά ήταν προνόμιο μόνο των θεών και για τη «διαχείρισή» της υπεύθυνος ήταν Ήφαιστος. Σύμφωνα με τη μυθολογία, στους ανθρώπους περιήλθε μέσω υποκλοπής: Ο ημίθεος Προμηθέας, γιος του Τιτάνα Ιαπετού, που το όνομά του σημαίνει «συνετός», «προνοητικός», αψήφησε τις εντολές των θεών, τους έκλεψε τη φωτιά και την έδωσε στους ανθρώπους για να δημιουργήσει πολιτισμό. Γι’ αυτό θεωρείται ευεργέτης της ανθρωπότητος και εμπνευστής των τεχνών. Για την παρακοή του αυτή, τιμωρήθηκε αυστηρά από τον Δία: Παρέμεινε αλυσοδεμένος σ’ ένα βράχο στον Καύκασο κι ένας γυπαετός του βασιλιά θεού του έτρωγε το συκώτι την ημέρα κι αυτό τη νύχτα επουλωνόταν. Η απελευθέρωσή του ήλθε από τον Ηρακλή, ύστερα από μεγάλο χρονικό διάστημα. Σχετική με το θέμα και η τραγωδία του Αισχύλου «Προμηθεύς δεσμώτης». Από τα πρώτα επιτεύγματα της φωτιάς, η ασβεστοποίηση της πέτρας και η κεραμοποίηση του πηλού, ευρήματα του οποίου βρίσκουμε και σε ανασκαφές, δε χρήση της μέσα στο σπίτι ταυτίστηκε με τη θεά Εστία.     
     Μέσο θυσίας η φωτιά στην αρχαιότητα, ακολουθώντας πάντα το απαιτούμενο μεγαλοπρεπές τελετουργικό, αφού οι θεοί ικανοποιούνταν από την κνίσα του καμένου κρέατος και με τον τρόπο αυτό αντιμετώπιζαν ευμενικά τους ανθρώπους. Δεν ήταν λίγοι και οι ναοί στους οποίους έκαιγε συνεχώς στο βωμό τους. Αργότερα, ο Χριστιανισμός με την αναίμακτη θυσία στο ιερό θυσιαστήριο των ναών, επέφερε σημαντικές αλλαγές και τα μέχρι τότε γνωστά τελετουργικά των θυσιών, οι ανθρωποθυσίες και οι θυσίες ζώων παραγκωνίστηκαν, χωρίς, όμως, να μπορέσουν να «ξεριζωθούν». Είναι δε άξιο παρατήρησης, ότι η λέξη θυμίαμα συγγενεύει με τη λέξη θύω (θυσιάζω).
     Εξ ίσου γνωστή είναι η φωτιά και στη Χριστιανική θρησκεία. Στην Παλαιά Διαθήκη, π.χ. οι τρεις παίδες εν καμίνω, το πύρινο άρμα του προφήτη Ηλία, η θυσία του Αβραάμ, φωτιά εξ ουρανού κατέκαψε τα είδωλα του Βάαλ (προφήτης Ηλίας), η καταστροφή των Σοδόμων και των Γομόρρων κλπ. Στην Καινή διαθήκη, εν είδη πυρίνων γλωσσών το Άγιον Πνεύμα φώτισε τους αλιείς Αποστόλους και δίδαξαν την ορθόδοξο πίστη σε διάφορες γλώσσες του κόσμου, πυρ εξ ουρανού αναφέρεται και στην Αποκάλυψη του Ιωάννου, κλπ. Γνωστές και οι πυρολατρείες των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, τα «αναστενάρια».
     Οι προλήψεις και τα διάφορα παγανιστικά του λαού μας, αναμφισβήτητα και πολλών άλλων λαών, δεν είναι καθόλου λίγα, αφού και η φωτιά είναι τόσο απαραίτητη στη ζωή του ανθρώπου. Ξεκινώντας, θ’ αναφερθούμε στα γνωστότερα από αυτά και σημειώνουμε πρώτα πυρολατρικά έθιμα που συνοδεύουν μεγάλες γιορτές, π.χ. Χριστούγεννα, Πασχαλιά, στου αγίου Ιωάννη του Προδρόμου του γενέθλιο (του ριγανά ή κλύδωνα – πήδημα της φωτιά), τις απόκριες, το κάψιμο του Ιούδα (ομοίωμά του) ως μέσο εκδίκησης στον προδότη, το κάψιμο του καρνάβαλου ως ένδειξη λήξης του ξεφαντώματος και είσοδο στη νηστεία και την κατάνυξη κλπ.
     Εκτός από αυτές τις παγανιστικές-εορταστικές εκδηλώσεις μικρότερων και μεγαλύτερων κοινωνιών, σημειώνουμε επιγραμματικά και διάφορες ευρέως γνωστές προλήψεις και δεισιδαιμονίες:
~ Δεν καίμε τα τσόφλια αυγών στη φωτιά, γιατί οι κότες σταματούν να γεννούν αυγά. Κατ’ άλλους, τα αυγά τους είναι «άταρα» (έχουν πολύ λεπτό τσόφλι, που σπάζει ακόμα και όταν τα πιάνουμε με τα χέρια).
~   Δεν δανείζουμε φωτιά σε άλλο σπίτι (π.χ. αναμμένο δαυλί ν’ ανάψουν κι εκεί το τζάκι τους) μετά τη δύση του ηλίου, γιατί φεύγει ο πλούτος από το δικό μας σπίτι.  Για τον ίδιο λόγο δεν πετάμε τη στάχτη μετά τη δύση του ηλίου.
~   Το βράδυ, και ειδικά τα παιδιά, δεν πρέπει να πιάνουν φωτιά (αναμμένα ξύλα αναμμένους αναπτήρες, κεριά κλπ), ούτε να παίζουν με αυτά, γιατί θα κατουρηθούν τη νύχτα.
~   Τη φωτιά που ανάβουν οι τσοπάνηδες στα βουνά για να ζεσταθούν το χειμώνα, δεν την «σκορπάνε» για να σβήσει, για μη σκορπίσει το κοπάδι. Φωτιά, όμως, οι τσοπάνηδες ανάβουν και το καλοκαίρι, γιατί έτσι δεν πλησιάζουν αόρατες υπερφυσικές και βλαπτικές δυνάμεις, π.χ. ξωτικά και νεράιδες στο κοπάδι. Φυσικά, ούτε κι αυτή τη σκορπάνε. Από τις αόρατες κι επικίνδυνες δυνάμεις της νύχτας, μπορεί να σε προστατέψει κι ένα απλό τσιγάρο.
~ Οι γεωργοί, και ειδικά οι σιταροπαραγωγοί, δεν καψαλίζουν ψωμί (δεν κάνουν «πυρωμάδες») μετά τη σπορά και μέχρι να φυτρώσει ο σπόρος. Αν παραβιάσουν αυτή την αρχή, ο σπόρος δεν θα φυτρώσει ή δεν θα φυτρώσει όλος. 
~  Το δωδεκαήμερο καίει μέρα νύχτα η φωτιά στο τζάκι του σπιτιού, γιατί πιστεύεται ότι έτσι δεν πλησιάζουν οι καλικάντζαροι. Άλλος ένας λόγος που πρέπει να μένει αναμμένη, είναι για να ζεστάνει το μικρό Χριστό και τη λεχώνα Παναγία. Εδώ ν’ αναφερθεί και το «πάντρεμα της φωτιάς», έθιμο που τηρείται τις μέρες αυτές σε πολλές περιοχές της χώρας μας. Ο τρόπος επιλογής και τοποθέτησης των ξύλων με το «πάντρεμά» τους αυτό στο τζάκι, υποδηλώνει «ζευγάρωμα», συνεπώς ευγονία και ευημερία. Το τελετουργικό συνοδεύουν διάφορες ευχές από το νοικοκύρη για το σπίτι, τα μέλη της οικογένειας, τα ζώα, τη σοδειά κλπ.
~  Μικρή φωτιά θεωρείται και το Άγιος Φως της Αναστάσεως, που με αυτό σταυρώνουν το πάνω μέρος της πόρτας του σπιτιού μέχρι να «καπνιστεί» (να σχηματιστεί μαύρος σταυρός από την κάπνα της λαμπάδας), πριν μπουν μέσα επιστρέφοντας από την Ανάσταση, για να το φυλάει. Με το Φως της Αναστάσεως, επίσης, ανάβουν και τη φωτιά που ψήσουν το πασχαλινό αρνί. Δεν είναι ασυνήθιστο ορισμένοι να καίνε λίγο τα μαλλιά τους με αυτό ή το τρίχωμα των ζώων τους, πιστεύοντας ότι θα τους φέρνει υγεία, γούρι, ευπορία και ευτυχία και έχει αποτρεπτική δύναμη στο κακό. Γενικά στο Φως αυτό δίνονται και διάφορες θαυματουργικές ιδιότητες, χωρίς τούτο να θεωρείται υπερβολή. Πολλοί ευλαβείς χριστιανοί, μάλιστα, τηρούν το καντήλι του σπιτιού τους αναμμένο μέρα-νύχτα μέχρι της Αναλήψεως.
~  Εκτός από το ότι η φωτιά είναι μια συνήθεια «για παρέα», που συνδέεται και με τα «νυχτέρια» των γυναικών (μαζώξεις σε ανοιχτούς χώρους - όπως αυλές κι αλώνια τους εαρινούς και καλοκαιρινούς μήνες), εξυπηρετεί και πρακτικούς σκοπούς, όπως φωτισμός, ψήσιμο καρπών κλπ. Ακόμη, τις «προστατεύει» από διάφορες αόρατες απειλές της νύχτας.
~   Ο τρόπος ανάμματός της απαιτεί κάποιες απλές και στοιχειώδεις γνώσεις. Αν παρ’ όλ’ αυτά δεν ανάβει, την «κανακεύουμε»! Της «λέμε» ότι «θα γίνει μεγάλη και όλοι θα την θαυμάζουν», ότι «θα ψήσουμε πολλά κρέατα και θα μοσχομυρίσει όλη η γειτονιά, όλο το χωριό και όλοι θα ρωτάνε ποια είναι αυτή η φωτιά που ψήνει» και άλλα τέτοια! Τότε η φωτιά μας ανάβει!
~   Το σπινθηροβόλημά της στο τζάκι, είναι ένδειξη «γλωσσοφαγιάς». Σημαίνει, δηλαδή, ότι «κάποιος – κάποιοι μας μελετάνε», επαινώντας μας ή κατηγορώντας μας, συνήθως κατηγορώντας μας από φθόνο. Πολλοί είναι εκείνοι που τη συγκεκριμένη στιγμή προσεύχονται ή και «καταργιούνται» τους μοχθηρούς που τους μελετούν, για να μην «πιάσει» ο κακός τους λόγος.
~  Οι ήχοι που προκαλούνται από τις φλόγες στο τζάκι και ακούγονται όταν υπάρχει ησυχία, είναι η «κουβέντα» της, γι’ αυτό και η φωτιά θεωρείται «παρέα». Επίσης, αυτό το «μουρμούρισμά» της, για όσους ξέρουν και το «διαβάζουν», έχει μαντικές ικανότητες. Η πυρομαντεία, άλλωστε, είναι γνωστή από την αρχαιότητα.
~   Στη φωτιά καίγονται και τα μάγια. Ρίχνουν στις φλόγες της, και χωρίς να τα πιάσουν με τα χέρια τους, ύποπτα αντικείμενα που θα βρουν στο σπίτι τους και τα οποία «ενοχοποιούνται» ότι με αυτά τους έχουν κάνει μάγια. Αφού καούν, παύουν να αποτελούν «απειλή».
~ Δεν της γυρίζουμε την πλάτη, ούτε τη μουντζώνουμε, γιατί θεωρείται γρουσουζιά και μπορεί η φωτιά να μας «εκδικηθεί».
~  Ένα μεγάλο μέρος της κόλασης αποτελούν φωτιές, όπου «καίγονται» οι «αμαρτωλοί». Είναι «το πυρ το εξώτερον» της βίβλου και οι μεταφορικές εικόνες των εδαφίων της κάνουν τη φαντασία πολλών καλπάζει.
~   Το άναμμα του σπιτικού φούρνου δηλώνει χαρά. Από την συνηθισμένη χαρά του ζεστού ψωμιού που θα βγει -αμβροσία για την οικογένεια-, μέχρι τη χαρά της λογοδοσίας, του αρραβώνα, του γάμου ή της βάφτισης.
~   Από την αρχαιότητα, βεβαίως, μέχρι και πριν την εξάπλωση της τηλεφωνίας, σταθερής και κινητής στις μέρες μας, ο καπνός της μετέφερε πολεμικά ή άλλα μηνύματα, χαράς και λύπης. Οι άνθρωποι ανέβαιναν στις βουνοκορφές και ανάβοντας φωτιές ειδοποιούσαν τους κατοίκους και τους συγγενείς των γύρω χωριών για γεγονότα που συνέβαιναν, για τη θετική ή μη έκβαση συνοικεσίου, π.χ..
 
Γνωστές παροιμίες και παροιμιώδεις φράσεις:
 
~   Χωρίς φωτιά καπνός δεν βγαίνει.
~   Η φωτιά και τ’ άχυρα δεν κάνουνε μαζί.
~   Η φωτιά με το μπαρούτι πρέπει να στέκουν μακριά. 
~   Είδες χιόνι στο βουνό; Βάλε ξύλα στη φωτιά. 
~   Και τη σκούφια σου ακόμα, αν μάθει το μυστικό σου, πέταξέ τη στη φωτιά.  
~   Ποιος θα βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά;
~   Εδώ σε θέλω κάβουρα, να περπατάς στα κάρβουνα.
~   Του έβαλε φωτιά, ή πήρε φωτιά.
~   Το στραβό το ξύλο η φωτιά το σιάζει.

~  Φωτιά και λάβρα. 
~   Μην παίζεις με τη φωτιά.
~   Είπαν του τρελού ν’ ανάψει φωτιά κι έκαψε τα ρούχα του.
~   Το νερό και η φωτιά δε συμπεθεριάζουνε.
~   Ρίχνει λάδι στη φωτιά.
~   Το χρυσάφι η φωτιά το κάνει και λάμπει.
~   Μην ανάβεις φωτιές που δεν μπορείς να σβήσεις.
~   Κι ο κακός γείτονας, για τη φωτιά καλός είναι.
~   Έκαψα την κάπα μου, να μη με τρών’ οι ψύλλοι.
~   Φωτιά να σε κάψει!
~  Να γίνεις στάχτη!
~  Πυρ, γυνή και θάλασσα.
~  Την έκαψε τη γούνα του.
~  Το έκαψε το τσαρδί του/το σπίτι του/την καλύβα του.
~  Έκαψε και το τελευταίο χαρτί του.
~  Μαζί με τα ξερά καίγονται και τα χλωρά στη φωτιά.
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 11.5.2022

Παρασκευή 6 Μαΐου 2022

Εύθυμες ιστορίες του χωριού: Από την πόλη έρχομαι!


    Γειτονόπουλα, συνομήλικοι, συμμαθητές και μαζί μεγαλωμένοι ο Χρήστος και η Μαρία στο χωριό τους, τους συνέδεε από μικρά μια αδελφική φιλία. Οι μικροπαρεξηγήσεις, όμως, για «ψύλλου πήδημα», γίνονται συχνά αιτίες διχόνοιας. Έτσι και οι δυο τους, που, αν και επιζητούσαν μια αφορμή για να ξαναμιλήσουνε ύστερα από έναν αδικαιολόγητο καβγά, ο εγωισμός δεν άφηνε κανέναν να κάνει το πρώτο βήμα.
     Είχε περάσει κάμποσος καιρός από εκείνη την «κακιά ώρα» και η Μαρία έφυγε για την πόλη, μένοντας για αρκετές μέρες στα παιδιά της. Το συνήθιζε αυτό από τότε που έχασε τον άντρα της, ειδικά το χειμώνα. Χαιρέτισε κι εκείνη τη φορά όλους τους γείτονές της, εκτός από το Χρήστο, κι έφυγε. Το Χρήστο τον πείραξε πολύ αυτό, αλλά το προσπέρασε.
     Στον ένα-ενάμισι μήνα, η Μαρία γύριζε από την πόλη και αφού το λεωφορείο αποβίβαζε τους επιβάτες κάνα εικοσάλεπτο έξω από το χωριό, η Μαρία με τις μικροαποσκευές της ανηφόρισε με τα πόδια. Ο Χρήστος εκείνη τη στιγμή ήταν κοντά στο δρόμο με το κοπάδι του και είχε πιάσει κουβέντα κι έστριβαν τσιγάρο μ’ έναν περαστικό κυνηγό, τον Κώστα. Μόλις είδε τη Μαρία ν’ ανηφορίζει, σκέφθηκε πως του δόθηκε η καταλληλότερη ευκαιρία, με τον κυνηγό δίπλα του. Όταν εκείνη έφτασε στο ύψος τους, λέει στον κυνηγό ο Χρήστος, χωρίς δεύτερη σκέψη:
     «Ρε, Κώστα, δώσε μου το ντουφέκι…».
     Εκείνος, έχοντάς του εμπιστοσύνη, αφού και μαζί γνωρίζονταν από μικρά παιδιά, του το έδωσε χωρίς καμία αντίρρηση.
     «Γεμάτο είναι;», τον ρώτησε.
     «Ναι», απάντησε ο κυνηγός.
     Τότε ο Χρήστος ρίχνει δυο ντουφεκιές στον αέρα και φωνάζει δυνατά:
     «Βρεεε, καλώς τη Μαρία από την πόληηη! Καλωσόρισες Μαρίαααα! Καλωσόόόριιισεεεες!»
     Στην αρχή η Μαρία χαμογέλασε κι αμέσως μετά γέλασε με την ψυχή της! Η υποδοχή με πυροβολισμούς έλυσε την ίδια στιγμή την παρεξήγηση!

                    Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 6.5.2022
          https://nikolpapak.blogspot.com/2021/08/blog-post_29.html

Πέμπτη 5 Μαΐου 2022

Κυριακή των Μυροφόρων: «Διαβάζοντας» το Ευαγγέλιο σε μια ιερή εικόνα


     Μπαίνοντας αυτές τις μέρες σε μια εκκλησία να προσκυνήσω, «ν’ ανάψω ένα κεράκι», όπως έτσι απλά συνηθίζουμε να λέμε, πρόσεξα κάποιες λεπτομέρειες σε μια φορητή και μικρών διαστάσεων εικόνα, σ’ ένα από τα προσκυνητάρια. Εικονίζονταν σ’ αυτή οι Μυροφόρες και ο Άγγελος με λευκή περιβολή μπροστά στον Τάφο Του Χριστού, με «τα οθόνια κείμενα μόνα», όπως έτσι τα είδε και ο ίδιος ο Απόστολος Πέτρος, όταν πήγε να βεβαιωθεί κι αυτός για το γεγονός της Αναστάσεως Του Κυρίου (Λουκά ΚΒ΄, 12).
     Προσέχοντας, λοιπόν, ορισμένες λεπτομέρειες της μικρής αυτής εικόνας, «διάβασα» εκεί το Β΄ Εωθινό Ευαγγέλιο, το οποίο είναι πολύ γνωστό, αφού αναγιγνώσκεται λίγο μετά το «δεύτε λάβετε φως» και λίγο πριν το «Χριστός Ανέστη», την Κυριακή του Πάσχα, στην Ανάσταση και την Κυριακή των Μυροφόρων - τρίτη Κυριακή μετά το Πάσχα (Μάρκου ΙΣΤ΄, 1-8).
     Εισερχόμενες στον Τάφο, «διαγενομένου του Σαββάτου Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία ἡ τοῦ ᾿Ιακώβου καὶ Σαλώμη» (εδώ εικονίζονται μόνο οι δύο), κρατάνε στα χέρια τους τα μύρα («ἠγόρασαν ἀρώματα ἵνα ἐλθοῦσαι ἀλείψωσιν Αὐτόν»). Αφού οι φρουροί δεν τις εμπόδισαν και ο «μέγας σφόδρα λίθος» δεν ήταν στη θέση του («ἀποκεκύλισται»), «εἶδον νεανίσκον -Άγγελον- καθήμενον ἐν τοῖς δεξιοῖς, περιβεβλημένον στολὴν λευκήν καὶ ἐξεθαμβήθησαν[…], ὁ δὲ λέγει αὐταῖς· μὴ ἐκθαμβεῖσθε· ᾿Ιησοῦν ζητεῖτε τὸν Ναζαρηνὸν τὸν Εσταυρωμένον; Ηγέρθη, οὐκ ἔστιν ὧδε· ἴδε ὁ τόπος ὅπου ἔθηκαν αὐτόν».
     Δύο ακόμα σημαντικές λεπτομέρειες της συγκεκριμένης εικόνας, η οποία παρατίθεται και στην ανάρτηση. Η πρώτη: Ο Άγγελος δείχνει με το χέρι του στις Μυροφόρες τα «οθόνια» και σύμφωνα με την επιγραφή («λεζάντα») της εικόνας τους λέει: Ίδε ο τόπος όπου έκειτο Ο Κύριος («ἴδε ὁ τόπος ὅπου ἔθηκαν αὐτόν»). Η δεύτερη: προσέχοντας κανείς την έκφραση του προσώπου των Μυροφόρων, όπως έχει αποτυπωθεί από τον αγιογράφο, «διαβάζει» και εδώ την απορία τους για το 
«μέγα λίθο» που έχει μετακινηθεί και η θύρα του Μνημείου είναι ανοιχτή, αλλά και τα τελευταία λόγια του Β΄ Εωθινού Ευαγγελίου: «εἶχε δὲ αὐτὰς τρόμος καὶ ἔκστασις καὶ οὐδενὶ οὐδὲν εἶπον· ἐφοβοῦντο γάρ».


Ν.Π., 5.5.2022

Προσκύνημα στην ιστορική Μονή Πρέβελης (Κρήτη)


Περιεχόμενα:
-  Σύντομος πρόλογος
-  Προσκύνημα στη Μονή Πρέβελης
-  Στο φαράγγι του Κουρταλιώτη
-  Ιστορικά στοιχεία για τη Μονή Πρέβελης
-  Ο όσιος Νικόλαος Κουρταλιώτης
-  Επίλογος
 
Σύντομος πρόλογος
 
     Ήταν πραγματική ευλογία που η  βάφτιση της μικρής Άννας-Μαρίας, πολύ στενής συγγενής μου, συνέπεσε στο τριήμερο της Πρωτομαγιάς. Πασχαλιά, πρωτομαγιά και μυστήριο προϋπόθεταν μια πολύ χαρούμενη συνάντηση όλων των συγγενών στο Ηράκλειο της Κρήτης κι αυτό επιτεύχθηκε με τον καλύτερο τρόπο και την μεγαλύτερη καλή δυνατότητα. 

     Πραγματική μυσταγωγία το μυστήριο στον ιερό ναό του αγίου Μύρωνα, στο ομώνυμο χωριό του Ηρακλείου, και δεύτερη "μυσταγωγία" η Αβραμιαία φιλοξενία των προσκεκλημένων εκ μέρους της οικογένειας, που ακολούθησε σ’ ένα ιδιαίτερα πολιτισμένο περιβάλλον, όπου η μουσική και ο χορός εξέφραζαν διπλή χαρά: Εκείνη της ένταξης της Ιωάννας-Μαρίας στις στρατιές των ορθοδόξων χριστιανών και της συνάντησης όλων μας εκεί. Και βέβαια, τις προηγούμενες και τις επόμενες μέρες, δεν αφήσαμε καμία ευκαιρία να πάει χαμένη, για να απολαύσουμε τη Μεγαλόνησο ποικιλοτρόπως.


Προσκύνημα στη Μονή Πρέβελης
 
    Πέρα από τις όποιες άλλες μικρότερες η μεγαλύτερες εξορμήσεις του τριημέρου, που για κάποιους πιο τυχερούς έγινε πενθήμερο, η επόμενη μέρα της βάφτισης ξεκίνησε με κάποιες μικροδιαφωνίες στην πενταμελή συντροφιά μας, στο πρωινό του ξενοδοχείου. Έπεσαν κάμποσες προτάσεις στο τραπέζι, που τελικά επεκράτησε το προσκύνημα στην ιστορική Μονή Πρέβελης, που ήταν και η προσωπική μου. Αφού όλοι συντονιστήκαμε και εφοδιαστήκαμε με τα απαραίτητα, όπως πιο «βαρύ» ντύσιμο και κάποιες λιχουδιές για το ταξίδι των δύο, περίπου, ωρών, ξεκινήσαμε.   
    Αν και «μουντός» κάπως ο καιρός, με περιορισμένη ηλιοφάνεια λόγω της νέφωσης και της Αφρικανικής σκόνης, που ήταν αρκετά εμφανής, ο χιονισμένος Ψηλορείτης δέσποζε επιβλητικά από κάθε σημείο της διαδρομής μας. Από τις προηγούμενες μέρες είχα συλλέξει αρκετές πληροφορίες για τον ιερό χώρο του προσκυνήματός μας και κατευθυνόμενοι προς τα εκεί ενημέρωνα και τους υπόλοιπους τέσσερις, που δεν έχαναν την ευκαιρία για καλοπροαίρετα πειράγματα και σχόλια, όπως «φαίνεσαι διαβασμένος» και «εκτός από υγειονομικός θα έκανες και για θεολόγος».
     Ανεβαίνοντας και κατεβαίνοντας τους φιδωτούς δρόμους, κοινωνούσαμε τα μαγευτικά τοπία, που στην αρχή της άνοιξης έστελναν τα δικά τους μηνύματα χαράς και αισιοδοξίας. Πολλά τα κοπάδια προβάτων, «κουράδια» σύμφωνα με τους τοπικούς ιδιωματισμούς, βοσκούσαν στις πλαγιές και από τα μισάνοιχτα παράθυρα του αυτοκινήτου έφταναν στ’ αυτιά μας οι μελωδίες των κουδουνιών τους. Πολύ συνηθισμένες και οι εικόνες κατσικιών, που αυτά επέλεγαν δύσβατα μονοπάτια ή κοφτερούς βράχους για τη βοσκή τους. Ένας της συντροφιάς μας εξεπλάγη, όταν είδε μια κατσίκα, «αίγα», σύμφωνα με την αρχαιοπρεπή ονομασία της και στην τοπική «διάλεκτο», πάνω σε ένα δέντρο να τρώει τα πρώτα ανοιξιάτικα τρυφερά φύλλα του. Όπως μας είπε, ήταν μια εικόνα που δεν θα μπορούσε να την έχει φανταστεί, αν και για τους υπόλοιπους, που προερχόμαστε από ορεσίβιες περιοχές, ήταν εικόνα πολύ συνηθισμένη.
     Ελάχιστα ακόμα χιλιόμετρα μας χώριζαν από τον τόπο του προορισμού μας, αναπάντεχη και με μεγάλη έκπληξη μας περίμενε: Ένα μεγαλοπρεπές φαράγγι ξεδιπλωνόταν κάτω από τα μάτια μας! «Φαράγγι Κουρταλιώτη» διαβάσαμε σε μια πινακίδα και λίγο μετά μια άλλη, κίτρινη, ειδική-σήμανσης ιστορικών και αρχαιολογικών χώρων, μας έδειχνε προς τα πού να κατευθυνθούμε για τον ναό του «Οσίου Νικολάου Κουρταλιώτη». Δεν χρειάστηκε να το διαπραγματευτούμε πολύ και η απόφαση για την κατάβαση πάρθηκε αμέσως, αν και εδώ κάποιες χλιαρές αντιρρήσεις προεβλήθησαν, αφού ορισμένοι έπρεπε να φύγουν με το βραδινό αεροπλάνο. Το επιχείρημα από την πλευρά μου, «ας αφιερώσουμε λιγότερο χρόνο στο μεσημεριανό μας φαγητό», έπεισε εύκολα.
     Βγαίνοντας από το αυτοκίνητο, λίγα μέτρα από την είσοδο της ιστορικής «Πίσω Μονής Πρέβελης», απλωνόταν μπροστά μας το Λιβυκό πέλαγος. Ο αέρας ήταν πολύ δυνατός και το κρύο αρκετά αισθητό, που ανάγκασε και τους πιο «σκληρούς» να ντυθούν καλύτερα. Προχωρήσαμε, «ερευνήσαμε» όλες τις κτιριακές εγκαταστάσεις της Μονής και διαβάσαμε σε μαρμάρινη επιγραφή την προσφορά της στον αγώνα του 1821. Εισερχόμενοι στο δίκλιτο καθολικό, αφιερωμένο στον Άγιο Ιωάννη το Θεολόγο και τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, ρίξαμε μια σχετικά γρήγορη ματιά στις τοιχογραφίες, μεταξύ των οποίων διακρίναμε αυτές της Αποκάλυψης του Ιωάννου, της Γέννησης, της Σταύρωσης και πολλές μορφές αγίων. Το βλέμμα μας σταμάτησε και στο ξυλόγλυπτο τέμπλο και στον άμβωνα, που θα έλεγα ότι έχει πολλές ομοιότητες με εκείνον του ναού του αγίου Γεωργίου στο Οικουμενικό Πατριαρχείο στο Φανάρι. Δύο από τα κεράκια που βάλαμε στο μανουάλι ήταν για τους αγαπημένους μας, ένα για τους ζώντες και ένα για τους τεθνεώτες.

Παλιές κτιριακές εγκαταστάσεις της Πίσω Μονής

     Η μοσχοβολιά από το θυμίαμα της πρωινής λειτουργίας, που είχε ήδη τελειώσει, και τ’ αναμμένα ακόμα καντήλια, έδιναν ιδιαίτερα συναισθήματα κατάνυξης, ενώ ένα από τα λίγα αντίδωρα που είχαν μείνει στο πανέρι επάνω στο παγκάρι, φυλάχθηκε προσεκτικά σε χαρτομάντηλο από τον καθένα μας για το πρωί της επόμενης ημέρας.
     Ασκητική μορφή ο ηγούμενος της Μονής, φορώντας το πετραχήλι του μας διάβασε ευχή «υπέρ υγείας και βοηθείας» και προσκυνήσαμε τον Σταυρό που κρατούσε στα χέρια του, ο οποίος περιέχει και Τίμιο Ξύλο. Ο Σταυρός αυτός είναι αφιέρωμα του ηγουμένου Ευφραίμ (1769-1803) και σύμφωνα με την παράδοση προέρχεται από την Κωνσταντινούπολη. Αναρίθμητα είναι τα θαύματα που έχουν αναφερθεί στο διάβα των αιώνων, ειδικά σε όσους αντιμετώπιζαν προβλήματα υγείας. Χαρακτηριστική και η φράση των κατοίκων της Κρήτης, που καταδεικνύει την ευλάβειά τους και την πίστη τους στο ιερό αυτό κειμήλιο: "Άμε (άντε, πήγαινε) στου Πρέβελη, να σου σύρουν τον Τίμιο Σταυρό να βρεις την υγειά σου"

     Αμέσως μετά κατευθυνθήκαμε στο μουσείο, στο οποίο εκτίθενται αρχιερατικά άμφια, ιερά σκεύη και χειρόγραφα μεγάλης ιστορικής αξίας.
     Βγαίνοντας από το καθολικό στον αύλειο χώρο, είδαμε κι άλλους προσκυνητές να απολαμβάνουν την επιβλητικότητα του χώρου, το τοπίο, τη θέα προς το Λιβυκό πέλαγος και το ζωολογικό κήπο της Μονής με τη μικρή λιμνούλα με πάπιες και κύκνους, ενώ οι εκκωφαντικές «κραυγές» από τα παγώνια ήταν συνεχείς.

Ατενίζοντας από τον αύλειο χώρο της Μονής το Λιβυκό Πέλαγος...

                      Μια σύντομη «στροφή» 360 μοιρών στον αύλειο χώρο της Μονής (βίντεο)

     Λόγω του περιορισμένου χρόνου, αφού μας «περίμενε» και το φαράγγι του Κουρταλιώτη κι έπρεπε να προετοιμαστούν κι εκείνοι που θα έφευγαν με το βραδινό αεροπλάνο, το προσκύνημά μας στην «Κάτω Μονή» ήταν σχετικά σύντομο. Κι εδώ να σημειώσουμε ότι η ιστορική Μονή Πρέβελης αποτελείται από δύο κύρια κτιριακά συγκροτήματα: Την «Πίσω» και την «Κάτω» Μονή. Η «πίσω» προς τιμήν του Ευαγγελιστή Ιωάννου του Θεολόγου και του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, ως προαναφέρθηκε, και η «Κάτω» προς τιμής του αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, που έχουν ενωθεί.  Σε μικρή απόσταση βρίσκεται η ονομαστή λίμνη Πρέβελη και το ειδυλλιακό τοπίο με το Φοινικοδάσος, που εντυπωσιάζει τους επισκέπτες.

Η Κάτω Μονή Πρέβελης,
με χαρακτηριστικές τις καμινάδες που διασώζονται

     Η διαδρομή από εκεί ως το φαράγγι ήταν ολιγόλεπτη. Σ’ ένα «άνοιγμα» του δρόμου, φυσικός χώρος στάθμευσης, αφήσαμε το αυτοκίνητο και κατευθυνθήκαμε στην πετρόχτιστη ανοιχτή πύλη-αψίδα για την κατάβαση, την οποία υπολογίσαμε για περισσότερα από διακόσια μέτρα κάθετου ύψους. Πολλά τα σκαλοπάτια, εναλλασσόμενα με πλατύσκαλα και στρωμένο με φυσική πλάκα δρόμο και πολλά τα «ζιγκ-ζαγκ», μέχρι το κάτω μέρος του φαραγγιού και το ναό του οσίου Νικολάου Κουρταλιώτη. Ο ήχος που ακουγόταν όλο και πιο έντονος όσο κατεβαίναμε, μας βεβαίωνε ότι προερχόταν από μεγάλο καταρράκτη νερού! Σε λίγο αντικρύσαμε έναν μεγαλοπρεπή βράχο, «μαυρισμένο» από την κατακρήμνιση των νερών, που μου θύμισε έντονα τον βράχο στο Χελμό, όπου πέφτουν τα Ύδατα της Στυγός! Λίγα τα νερά που στάλαζαν εκεί, όμως ήταν αρκετά για να έφερναν επάνω μας πολλά σταγονίδια που παρέσυρε ο δυνατός αέρας. Σχεδόν κάτω από τον βράχο το γραφικό εκκλησάκι του οσίου Νικολάου Κουρταλιώτη.

Αρχίζει η κατάβαση!

     Προχωρώντας λίγο ακόμα, το θέαμα ήταν απερίγραπτο! Δεν ήταν ένας ο καταρράκτης, αλλά πολλοί περισσότεροι, μικρότεροι και μεγαλύτεροι και στη σειρά! Πολλά, πάρα πολλά και τα νερά, που έβγαιναν κατακάθαρα από τα σπλάχνα του βράχου και έπεφταν στην κοίτη του ρέματος, σχηματίζοντας τον Κουρταλιώτη ποταμό! Μείναμε για λίγα λεπτά εκεί, απολαμβάνοντας, θαυμάζοντας και φωτογραφίζοντας το φαινόμενο και το τοπίο. Φυσικά, φωτογραφηθήκαμε κι εμείς. Η συνομιλία μας δεν ήταν και τόσο εύκολη από τον θόρυβο των νερών και περισσότερο «διαβάζαμε» τα χείλη μας για να συνεννοηθούμε!
 
Ιστορικά στοιχεία για τη Μονή Πρέβελης
 
     Η μονή Πρέβελης είναι ορθόδοξο Σταυροπηγιακό μοναστήρι, το οποίο βρίσκεται στο δήμο Αγίου Βασιλείου, στις νότια περιοχή της διοικητικής περιφέρεις Ρεθύμνου. Αποτελείται από δύο κτιριακά συγκροτήματα, την «Πίσω» και την Κάτω» Μονή, που βλέπουν στο Λιβυκό Πέλαγος (βλ. ανωτέρω). Η Κάτω Μονή (αγίου Ιωάννου του Προδρόμου) έχει λεηλατηθεί πολλές φορές και έχει υποστεί πολύ μεγάλες ζημιές από πειρατές και ληστές, λόγω της θέσης της και του πλούτου της. Αρκετές  κτιριακές εγκαταστάσεις της σήμερα έχουν ερειπωθεί και δεν επιτρέπεται η είσοδος.
     Η ονομασία της πιθανόν να οφείλεται στο φεουδάρχη Πρέβελη, που αφιέρωσε στη Μονή το φέουδό του. Κατ’ άλλη εκδοχή, απέκτησε το όνομά της από τον ανακαινιστή Πρέβελη, τον 17ο αιώνα.
     Κατά τη διάρκεια της επανάστασης του 1821, ο ηγούμενος Μελχισεδέκ Τσουδερός (1769-1823) οργάνωσε επαναστατικό στρατό και συγκέντρωσε οπλισμό. Οι Οθωμανοί αντελήφθησαν τις κινήσεις του και κινήθηκαν προς την Κάτω Μονή τον Μάιο του 1821. Ο Μελχισεδέκ τους φιλοξένησε και τους προσέφερε φαγητό και κρασί. Όταν οι Τούρκοι κοιμήθηκαν, οι μοναχοί διέφυγαν, παίρνοντας μαζί τους τα πυρομαχικά. Οι Τούρκοι στη συνέχεια κατέστρεψαν το μοναστήρι και δήμευσαν την περιουσία του. Τα κτήματα δόθηκαν πίσω στη Μονή κατά την περίοδο της Αιγυπτιοκρατίας (1830-1840). Κατά τη διάρκεια της επανάστασης του 1866 φιλοξένησε και φρόντισε πρόσφυγες που έφευγαν για την Ελλάδα.

Εικόνες από τον αύλειο χώρο
της "πίσω" Μονής Πρέβελης

     Κατά την περίοδο του Β΄ παγκοσμίου πολέμου και της γερμανικής κατοχής στην Ελλάδα, η Μονή με ηγούμενο τον Αγαθάγγελο Λαγγουβάρδο φιλοξένησε και βοήθησε στην αποχώρηση εκατοντάδων στρατιωτών για την Αίγυπτο. Μετά τον πόλεμο άρχισε να γνωρίζει περίοδο παρακμής.
 
Το φαράγγι του Κουρταλιώτη (Κουρταλιώτικο φαράγγι)


     Βρίσκεται νότια του νομού Ρεθύμνης, στη Κρήτη. Αρχίζει να εκτείνεται από το χωριό Κοξαρέ και σχηματίζεται ανάμεσα στα όρη Κουρούπα και Ξηρό Όρος. Τα τοιχώματά του έχουν ύψος έως 600 μέτρα και σχηματίζεται σε αυτά μεγάλος αριθμός σπηλαίων. Πιστεύεται ότι φαράγγι και ποταμός οφείλουν την ονομασία τους στα «κούρταλα», δηλαδή στα «κρόταλα», «σφυρίγματα», που δημιουργεί ο δυνατός βοριάς όταν πνέει στην περιοχή και περνά μέσα απ’ το φαράγγι.
     Ο Κουρταλιώτης ποταμός εκβάλλει στη θάλασσα της Πρέβελης-αρχή Λιβυκού πελάγους. Πριν την εκβολή του, το Δέλτα του σχηματίζει την προστατευόμενη λίμνη Πρέβελη. Εκεί βρίσκεται και το ομώνυμο φοινικοδάσος, το δεύτερο μετά από αυτό του Βάι (Νομός Λασιθίου). Δυστυχώς, το μεγαλύτερο μέρος του φοινικοδάσους της Πρεβέλης καταστράφηκε το 2010 από μεγάλη πυρκαγιά. Χάρη στην αντοχή, όμως, του φοίνικα, το φοινικόδασος κατάφερε αναγεννάται μέσα από τις στάχτες του.

                         Ένα σύντομο βίντεο στο Κουρταλιώτικο Φαράγγι


Ο "μαυρισμένος" βράχος

Το τέλος του φαραγγιού

 
Ο όσιος Νικόλαος Κουρταλιώτης
 
     Αν και τα βιογραφικά στοιχεία του οσίου προέρχονται από προφορικές παραδόσεις, κυρίως, φαίνεται ότι γεννήθηκε στον Ασώματο Ρεθύμνου από ευσεβείς γονείς, στο τέλος της Ενετοκρατίας και αρχή της Τουρκοκρατίας. Από την παιδική του ηλικία διακρινόταν για την ευσέβειά του και την αγάπη του προς τους φτωχούς και αδύναμους, τους οποίους ενίσχυε με τα εισοδήματα της πατρικής του περιουσίας. Οι γονείς του ενίσχυσαν την κλίση του αυτή και τον προέτρεψαν να αφοσιωθεί στον Θεό. Εγκαταλείποντας τα εγκόσμια, πήγε αρχικά στη Μεσσαρά, ασκητεύοντας σ’ ένα σπήλαιο. Αργότερα μετακινήθηκε στο απόκρημνο φαράγγι του όρους Κουρούπα της περιοχής Πρέβελης και εκεί ακολούθησε αυστηρότερη ασκητική ζωή. Για την αγιότητά του και τα θαύματά του μαρτυρούν Τούρκοι και Χριστιανοί. Μαρτυρία αγιότητος και ο γραφικός ναΐσκος που έχει κτιστεί προς τιμήν του στο φαράγγι, κάτω από μεγάλο βράχο και απέναντι από τις πηγές-καταρράκτες.
     Η μνήμη του τιμάται την 1η Σεπτεμβρίου και στο εκκλησάκι του φτάνουν προσκυνητές απ' όλη την Κρήτη.

Το γραφικό εκκλησάκι του οσίου Νικολάου Κουρταλιώτη
Σπηλιές στο βράχο του φαραγγιού.
Ίσως κάποια από αυτές να ήταν και ασκητήριο του οσίου

Επίλογος
 
     Ακούσια, αλλά επιβεβλημένη η αναχώρησή μας, υποσχόμενοι στον εαυτό μας και ο ένας στον άλλον πως την επόμενη φορά που θα βρεθούμε στην Κρήτη θα περπατήσουμε στο φαράγγι, μέχρι το Φοινικοδάσος, υπόσχεση για το οποίο είχαμε δώσει λίγο πριν, έξω από το ιστορικό μοναστήρι. Στην ημερήσια εκείνη εξόρμησή μας, εύφραναν λίγο αργότερα τις αισθήσεις μας αντικρυστό αρνάκι και άλλα τοπικά εδέσματα στα Ανώγια, το χωριό του αξέχαστου Νίκου Ξυλούρη, στο οποίο κατευθυνθήκαμε ύστερα από ομόφωνη απόφαση της πενταμελούς παρέας μας.

Το σπίτι του αξέχαστου Νίκου Ξυλούρη στα Ανώγεια,
σήμερα μουσείο

Το "αντικριστό", ως "επιστέγασμα" της όμορφης εμπειρίας μας,
απέναντι από το σπίτι του Νίκου Ξυλούρη στα Ανώγεια
============================
Πηγές:
-  Εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ
-  «Ορθόδοξες απαντήσεις» (ηλεκτρονική σελίδα)
-  Ενημερωτικό φυλλάδιο της Μονής Πρέβελης
-  Διαδίκτυο 
Εικόνες-βίντεο: Προσωπικό αρχείο


Σημείωση: Για μεγέθυνση στις εικόνες, κάντε μονό "κλικ" πάνω σ' αυτές. Για μεγέθυνση στα βίντεο, κάντε διπλό "κλικ".
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 5.5.2022