Πέμπτη 29 Αυγούστου 2019


Εύθυμες ιστορίες του χωριού:
Οι νεράιδες έκαναν… νυχτερινή επιδρομή!


     Βρεθήκαμε προ ημερών στο χωριό με τον πολύ γνωστό λάτρη και εκφραστή της δημοτικής μας μουσικής παράδοσης, το συντοπίτη Γιώργο Δαλιάνη. Είπαμε  διάφορα κι αυτός μας αφηγήθηκε την παρακάτω ιστορία σε «άπταιστη» Καλαβρυτινή «διάλεκτο», που πάντα τη συνηθίζουμε όταν σμίγουμε με συντοπίτες και με το Γιώργη περισσότερο:
   «Ήτανε καλοκαίρι του 1982. Νεότατοι τότε, ήμαστε καμιά δεκαριά Χοζοβίτες1 στα Τριπόταμα2 και τάχα μου τα πίναμε. Είχε νυχτώσει καλά κι ένας της παρέας μας λέει:
-  Ρε, σεις, αύριο έχουμε να πάμε τα πάτερα3 στον αϊ-Νικόλα4, στην απάνου Χόζοβα, για την αλλαγή της σκεπής της εκκλησίας. Δεν την κάνουμε τώρα αυτή τη δουλειά;
     Τον κοιτάξαμε όλοι περίεργα και με την ίδια απορία:
-  Γιατί τώρα; Αύριο δεν θα ξημερώσει;
-  Ποιος πάει αύριο μες το λιοπύρι του κατακαλόκαιρου στο βουνό με τα πάτερα χλωρά και ασήκωτα ζαλωμένος5;… Φεγγάρι έχει. Δεν πάμε να τα κόψουμε τώρα στον ώμο6, να μη μας φάει ο ήλιος αύριο;
     Τηραχτήκαμε όλοι μεταξύ μας και σε λίγο το αποφασίσαμε. Τα φορτωθήκαμε στον ώμο από το χωριό,  ανά δύο, ένας μπροστά ένας πίσω κι ανηφορίσαμε για το βουνό. Σάμπως υπήρχε δρόμος; Στενά μονοπάτια υπήρχανε μόνο, κι αυτά για να περνάνε πράματα7 και τσοπάνηδες την ημέρα κι όχι ανθρώποι φορτωμένοι ασήκωτα πάτερα τη νύχτα!
     Εγώ, φεύγοντας από το σπίτι, είχα βάλει και τη φλογέρα στην κάλτσα! Αφού σταματήσαμε σε κάνα δυο σημεία να ξαποστάσουμε, φτάσαμε και στ’ Αμπέλια8. Τ' ακουμπήσαμε κι εκεί χάμου να πάρουμε ανάσα. Τότε έβγαλα τη φλογέρα από την κάλτσα και άρχισα να παίζω. Νύχτα ήτανε, ησυχία είχε κι ακουγότανε καθαρά και μακριά. Οι μαστόροι που μένανε στην εκκλησία, στο βουνό, γιατί δεν ήτανε κι εύκολο ν’ ανεβοκατεβαίνουνε κάθε μέρα στο χωριό, δεν ηξέρανε που να σάξουνενα κρυφτούνε! Ηξέρανε, είχανε ακούσει για τις νεράιδες και νομίσανε πως ήσαντε αυτές και σκιαχτήκανε… Πού να φανταστούνε οι ανθρώποι ότι θα πηγαίναμε εκείνη την ώρα, αφού μας περιμένανε το πρωί; Όταν πήγαμε κι εμείς απάνου, μας είπανε για τη νίλα που τραβήξανε εξ αιτίας μας και γελάσαμε μαζί»!
======================================

1 Χόζοβα: Συνοικισμός των Τριποτάμων
2 Τριπόταμα: Χωριό στην Αχαΐα, στα όρια Αχαΐας, Ηλίας, Αρκαδίας.  
3 Πάτερα: Τα μεγάλα και χοντρά ξύλα που συγκρατούν τη σκεπή του σπιτιού.
4 Για την εκκλησία (ξωκκλήσι) του αγίου Νικολάου δείτε/διαβάστε περισσότερα εδώ:
5 Ζαλώνομαι: φορτώνομαι (στους ώμους).
6 Κόβω στον ώμο: φορτώνομαι.
7 Πράματα: Κοπάδι/κοπάδια αιγοπροβάτων.
8 Τοπωνύμιο στα μισά της διαδρομής προς το ξωκκλήσι, όπου παλαιότερα υπήρχαν αμπέλια.
9 Κατά πού να σάξω (ισιάξω): Προς ποια κατεύθυνση να πάω.

Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 29.8.2019

Τετάρτη 28 Αυγούστου 2019

Προσκύνημα στη μονή Σέλτσου


Η μονή Σέλτσου από σχετικά μακρινή απόσταση... 
…και από κοντινή

Ι. Η απόφαση, το ταξίδι

     Έχοντας μια ιδιαίτερη ευαισθησία, σεβασμό κι ευγνωμοσύνη στα μνημεία της Ορθοδοξίας μας, για τη μεγάλη τους συμβολή τόσο στο θρησκευτικό συναίσθημα, όσο και στην αποτίναξη των τετρακοσίων χρόνων «νύχτας» του Έθνους, δεν αφήνουμε ευκαιρίες που μας προκύπτουν. Και η απόφαση για το προσκύνημα στη Μονή Σέλτσου της εξαμελούς ομάδας διακοπών, την Τρίτη 23 Ιουλίου 2019, πάρθηκε χωρίς χρονοτριβές από την προηγούμενη, αμέσως με το που «έπεσε» η πρόταση, μετά το πρωινό μπάνιο στην παραλία της Καστροσυκιάς Πρέβεζας.
     Είχαμε καθίσει στο κοντινότερο ταβερνάκι και η απαλή αύρα που ερχόταν από τη θάλασσα χάιδευε απαλά τα πρόσωπα όλων μας και έκανε πιο χαρούμενη τη διάθεσή μας. Το κυματάκι έσκαγε στην ακτή και συμπλήρωνε οπτικά και ηχητικά την ευχάριστη ατμόσφαιρα, ενώ το «καθιερωμένο» ουζάκι της αντρικής ομάδας, η μπύρα της γυναικείας και το, επίσης καθιερωμένο, παγωτό των παιδιών που μπαινόβγαιναν στη θάλασσα, ανέβαζε την ευφορία όλων μας!
     Στην ερώτηση του μεγαλύτερου της παρέας, του Δημήτρη, «για πού θα βάλουμε πλώρη αύριο;», η Μαρία απάντησε:
     «Να πάμε στη μονή Σέλτσου! Έχω ακούσει ότι εκτός από ιστορικό μοναστήρι της Άρτας, έχει φανταστική διαδρομή και μαγευτικά τοπία. Είναι κοντά στο χωριό Πηγές…»
     Δεν χρειάστηκε να το πολυσυζητήσουμε. «Επικυρώθηκε» άμεσα και ομόφωνα! Έτσι, το επόμενο πρωί, συνόδευε το ξεκίνημα και όλη τη διαδρομή η χαρούμενη διάθεση (διακοπές γαρ), τα καλοπροαίρετα πειράγματα του ενός στον άλλον και τα κεράσματα, από τα οποία έπεφταν ψίχουλα στα καθίσματα και στο πάτωμα του αυτοκινήτου και έκαναν τον οδηγό και ιδιοκτήτη του να κάνει συνεχείς παρατηρήσεις!
     Εκτός των «παρατηρήσεων» αυτών είχαμε κι άλλο ένα θέμα: άλλοι ήθελαν τα παράθυρα ανοιχτά και άλλοι κλειστά. «Ιεροσυλία» υποστήριζαν οι μεν, να βρίσκεσαι στη φύση και να τη στερείσαι, «περιχαρακωμένος» στη μικρή καμπίνα του μεταφορικού μέσου. «Προστασία», όμως, επιχειρηματολογούσαν οι δε, αφού μπορεί να μπουν έντομα μέσα και να μας αιφνιδιάσουν, πρώτ’ απ ’όλους τον οδηγό, που μπορεί να χάσει και τον έλεγχο του οχήματος.
     «Και καλά, βρε Δημητράκη! Τόσα χρόνια που ταξιδεύαμε με αυτοκίνητα χωρίς κλιματισμό, πώς… επιζήσαμε;», προσπάθησα να προβάλω το δικό μου επιχείρημα και να τον μεταπείσω.
     «Τότε ήμαστε πολύ μακριά από εδώ που είμαστε σήμερα», ήταν η δική του απάντηση-επιχείρημα, που δεν μπορώ να πω ότι με αποστόμωσε!
     Μετά την Άρτα και με «συνοδηγό» το χάρτη, αφήσαμε αριστερά μας το ιστορικό από την ομώνυμη του μάχη του Πέτα, το χωριό του αξέχαστου ηθοποιού Νίκου Ρίζου και ακολουθώντας τη φιδίσια διαδρομή στο απόλυτο πράσινο, περνούσαμε διάφορα χωριά, το ένα μετά το άλλο, μεταξύ των οποίων Καλεντίνη, Ασπροχώρι, Μηλιανά. Παιδιά που έπαιζαν στις πλατείες, δεν έδειχναν να αποσπάται  η προσοχή τους από το πέρασμά μας, κάτι που αναμφίβολα συνέβαινε στα δικά μας παιδικά χρόνια: όταν νοιώθαμε ότι θα περάσει αυτοκίνητο από το χωριό μας (πολύ σπάνιο!), παρατούσαμε το παιχνίδι για λίγα λεπτά και τρέχαμε να το δούμε, να το «απολαύσουμε», να αναγνωρίσουμε τη μάρκα του, να «διαγνώσουμε» τις ικανότητες του οδηγού!


Το ιστορικό χωριό Πέτα Άρτας
     Από ψηλά και μακριά ο Ασπροπόταμος (Αχελώος) κυλούσε τα νερά του, ελεύθερα πλέον από την πρώτη τους τιθάσευση στο φράγμα της Μεσοχώρας, για να υποστούν τις δοκιμασίες των επόμενων τιθασεύσεων στα φράγματα των Κρεμαστών, του Καστρακίου και του Στράτου.  
     Πρώτος σταθμός μας, μετά από περίπου δύο ώρες διαδρομής, το χωριό Πηγές, που απέχει μικρή απόσταση από το μοναστήρι του προορισμού μας. Με εγκάρδια «καλημέρα» και πολλή ζεστασιά μας υποδέχθηκαν οι λίγοι υπερήλικες θαμώνες του καφενείου-εστιατορίου στην πλατεία, για το οποίο είχαμε καλές πληροφορίες για την ποιότητα του φαγητού του. Σχεδόν αμέσως με το που καθίσαμε σ’ ένα τραπέζι με έξι καρέκλες κάτω από το βαθύσκιωτο μεγάλο πλατάνι, βγήκε και η σύζυγος του ιδιοκτήτη και μας καλωσόρισε κι αυτή με χαμόγελο και φιλοφρονήσεις. Ανταποδώσαμε με επαίνους για το φυσικό κάλος του τόπου τους και τις καλές πληροφορίες που είχαμε για την επιχείρησή τους.

Στο κέντρο του χωριού Πηγές
     Πραγματική απόλαυση ο καφές από τα χέρια της με τα κουλουράκια που τον συνόδευαν! Κάθισε κι εκείνη μαζί μας και γρήγορα βρήκαμε κοινούς γνωστούς, αφού ο Κώστας της παρέας μας είχε υπηρετήσει αστυνόμος στην περιοχή τους. Ο σύζυγός της, που η ίδια τον κάλεσε, μας έδωσε πληροφορίες για το μοναστήρι και τα κλειδιά για να μπούμε να προσκυνήσουμε, αφού είναι κλειστό και λειτουργεί μόνο λίγες φορές το χρόνο.
     Τους ευχαριστήσαμε και σε κάνα δίωρο που θα επιστέφαμεμε, σύμφωνα τους υπολογισμούς μας, μας υποσχέθηκε ότι θα είχε έτοιμα τα φαγητά της παραγγελίας μας.

ΙΙ. Φτάνοντας στο μοναστήρι

     Ο έξι-εφτά χιλιόμετρα χωματόδρομος, και όχι σε καλή κατάσταση, από το χωριό μέχρι το μοναστήρι, προϊδέαζε για την εικόνα που θα αντικρίζαμε σε λίγο. Κάπου στα μισά της διαδρομής σταματήσαμε για λίγο να απολαύσουμε τον Αχελώο και το φράγμα της Μεσοχώρας, στην εξαιρετικά δύσβατη περιοχή που έχει κατασκευαστεί. Έργο πνοής μεν, πολύ βάναυση παρέμβαση στη φύση δε.


Έργο πνοής το φράγμα Μεσοχώρας,
αλλά και βάναυση παρέμβαση στη φύση
     Με ανάμικτα συναισθήματα σε λίγο ανοίξαμε την αυλόπορτα της μονής: Το μνημείο των  αγωνιστών της ιστορικής μάχης, το σε πολύ καλή κατάσταση διατηρητέο καθολικό και τα περιβάλλοντα κτιριακά συγκροτήματα, δεν έδεναν καθόλου με τα μεγάλα χόρτα, ύψους έως και ενός μέτρου(!), που είχαν αρχίσει να ξεραίνονται από τη ζέστη του καλοκαιριού. Τα ίδια συναισθήματα ακολούθησαν και όταν εισήλθαμε στο ναό: άριστα διατηρημένες οι εξαιρετικής τέχνης τοιχογραφίες του 17ου αιώνα και το επίσης περίτεχνο ξυλόγλυπτο τέμπλο, όμως η «βουβαμάρα» της μοναξιάς και κάποιες αράχνες σε ορισμένα σημεία έφερναν έναν κόμπο στο λαιμό. 


Παρακείμενες κτιριακές εγκαταστάσεις της μονής
     Οι συγκρίσεις σε αυτές τις περιπτώσεις γίνονται αυτόματα και αμέσως ο νους μου ταξίδεψε στο μοναστήρι του χωριού μου, την Αγία Τριάδα Λειβαρτζίου του Δήμου Καλαβρύτων. Πολλές, πάμπολλες οι ομοιότητες παντού: στις διαστάσεις, στην πολύ καλή συντήρηση, στις τοιχογραφίες, στη χρονική περίοδο ανέγερσης, αλλά και στην ίδια τη μοναξιά!
     Στον πρόναο κυριαρχούν οι παραστάσεις της μέλλουσα κρίσης και τα τελώνια των ψυχών. «Παρών» και εδώ ο μυλωνάς που κρατάει περισσότερο αλεύρι απ’ ότι του αναλογεί από τον πελάτη του, «παρών» και ο οινέμπορος που προσθέτει νερό στο κρασί για να αυξήσει το κέρδος του! Παραστάσεις από εικόνες της καθημερινής ζωής των ανθρώπων, όπως και στην Αγία Τριάδα, που θα κριθούν ανάλογα στη Δευτέρα Παρουσία. Στον κυρίως ναό και στο ιερό βήμα κυριαρχούν παραστάσεις από τη θριαμβεύουσα εκκλησία: από τη ζωή του Χριστού και τοιχογραφίες αγίων. Απόλυτος όμως ο σεβασμός απαγόρευση λήψης φωτογραφιών στην είσοδο, δεν μπήκαμε στον πειρασμό να την παραβλέψουμε.


«ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΣΗ»!
     Αφού προσκυνήσαμε τις εικόνες και προσευχηθήκαμε, βγαίνοντας κλείσαμε καλά την εκκλησία. Θαυμάσαμε την άγρια φύση του τοπίου, τις απόκρημνες χαράδρες και τις ψηλές ελατόφυτες βουνοκορφές γύρω, καθώς και το μνημείο προ τιμήν των ηρώων αγωνιστών του 1804. Δεν άντεξα εδώ στον «πειρασμό» και χτύπησα «χαμηλόφωνα» μεν, χαρμόσυνα δε τις καμπάνες! «Σ' ένα μήνα ακριβώς θα χτυπήσουν δυνατά και θα αντιλαλήσουν στα γύρω βουνά, γι’ αυτό αξίζει να τις ακούσει για λίγο το μοναστήρι», σκέφθηκα!



     Πριν πάρουμε το δρόμο της επιστροφής, η ώριμη ρίγανη που η μοσχοβολιά της χωνόταν ευχάριστα στη μύτη μας και που μπορούσες πραγματικά να θερίσεις σε όλη την περιοχή, δεν μας άφησε αδιάφορους και επιδοθήκαμε για λίγα λεπτά στη συλλογή της, παρά τον καυτό ήλιο του μεσημεριού, που μας «χτύπαγε στο κεφάλι»!


Η  μοσχοβολιά της ρίγανης δεν μας άφησε αδιάφορους!
      Μετά τον «καθαρμό των αισθήσεων» από το προσκύνημα, σύμφωνα και με το πασχαλινό τροπάριο, αυτές «ευφράνθησαν» και πάλι με το απολαυστικό φαγητό που μας περίμενε λίγο αργότερα στην ταβέρνα «Σέλτσο», στο κέντρο του χωριού Πηγές. Αφού παραδώσαμε τα κλειδιά του μοναστηριού με θερμές ευχαριστίες στον καταστηματάρχη, που με το παραπάνω μας περιποιήθηκε, κάναμε έναν μικρό περίπατο μέχρι τη μεγάλη πέτρινή βρύση, για να συνεχίσουμε το ταξίδι μας, με προορισμό τα γέφυρα Κοράκου. Εκεί, στη βρύση, δεν αφήσαμε την ευκαιρία να πάει χαμένη και για λίγο «μπουγελωθήκαμε», γελώντας, τρέχοντας και φωνάζοντας! Ποιος να ξέρει πώς θα χαρακτήρισαν τη στιγμιαία επιστροφή μας στα παιδικά μας χρόνια, δύο περαστικοί που μας κοίταζαν περίεργα!

IΙΙ. Στη γέφυρα Κοράκου 

     Λίγα χιλιόμετρα κάτω από το χωριό Πηγές, βρισκόταν μέχρι τις 28 Μαρτίου 1949 η περίφημη γέφυρα Κοράκου ή Κορακογιόφυρο. Δεν αφήσαμε ούτε κι αυτή την ευκαιρία να «πέσει κάτω» και επισκεφθήκαμε το χώρο. Η γέφυρα του Κοράκου ήταν η μεγαλύτερη τοξωτή των Βαλκανίων, με δεύτερη αυτή της Πλάκας. Αν και έζησε 434 χρόνια, αντέχοντας σε σεισμούς, μανιασμένες κατεβασιές του Ασπροπόταμου και σκληρές μάχες επί τουρκοκρατίας, έπεσε και αυτή θύμα του εμφυλίου πολέμου, το Μάρτιο του 1949, που ανατινάχθηκε από αντάρτες, σε μία από τις φονικότερες μάχες, για να ανακοπεί ο Στρατός προς τη μεριά της Άρτας και να μην τους ακολουθήσει στο πέρασμά τους για Αργιθέα! Τα «λείψανα» της γέφυρας του Κοράκου, που «εκτίθενται» στη βόρεια πλευρά του ποταμού και το τμήμα του νότιου ποδιού που υπάρχει ακόμη, πραγματικά μας γέμισαν θλίψη.
     Σύμφωνα με γραπτά στοιχεία, το Κορακογιόφυρο ήταν μια τέλεια αρχιτεκτονική κατασκευή πρακτικής τέχνης και ένωνε την Καρδίτσα με την Άρτα. Κτίστηκε το 1524-15 από τον μητροπολίτη Λάρισας Βησσαρίωνα τον Β΄, τον επονομαζόμενο και «δεσπότη των γεφυριών»,  επειδή είχε χτίσει αρκετά. Σύμφωνα με την παράδοση και μεταξύ των εκδοχών για την ονομασία της («γέφυρα Κοράκου»), είναι και αυτή: Ο δεσπότης Βησσαρίων ο Β΄ δεν ενδιαφερόταν για την υστεροφημία του, να δώσει σε κάποιο από τα γεφύρια  που κτίστηκαν με τις φροντίδες του το όνομά του. Όταν, λοιπόν, το έργο της συγκεκριμένης γέφυρας τελείωσε, ο ίδιος ανέβηκε και στάθηκε την ημέρα των εγκαινίων στο ψηλότερο σημείο της καμάρας. Από εκεί φώναξε και ρώτησε τους εργάτες και το κοινό που ήταν αποκάτω: «Πώς με βλέπετε εδώ πάνω;». «Σαν κόρακα»(!), του απάντησαν εκείνοι και από τότε «κατοχυρώθηκε» η ονομασία!


«Λείψανα» της γέφυρας του Κοράκου.
Στον κόκκινο κύκλο: ερείπια από το «πόδι» στη νότια πλευρά.
Στον κίτρινο κύκλο: Κτιριακή εγκατάσταση, που μάλλον λειτουργούσε ως τελωνείο. 
     Η στρατηγικής σημασίας αυτή γέφυρα έπαιξε και σημαντικό ρόλο για την περιοχή και επί τουρκοκρατίας. Μεταξύ πολλών άλλων πολεμικών επεισοδίων, οι πολεμιστές του Γιάννη Μπουκουβάλα αντιμετώπισαν νικηφόρα τουρκική επίθεση και ο τοπικός βοεβόδας και ο κατής που είχαν εγκαταστήσει φρουρά εκεί έπεσαν νεκροί. Από το γεγονός αυτό προέκυψε και το δημοτικό τραγούδι:

«Τ' έχεις καημένε κόρακα και σκούζεις και φωνάζεις;
Μήνα διψάς για αίματα, για τούρκικα κουφάρια;
Αν εδιψάς για αίματα, για τούρκικα κουφάρια,
πέτα ψηλά κατ’ τ’ Άγραφα, στου Άσπρου το γιοφύρι».

     Σύμφωνα με δημοσιεύματα στον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο, έχει ξεκινήσει προσπάθεια για την ανακατασκευή της ιστορικής γέφυρας, όπως ήταν πριν την ανατίναξή της. Είθε!


Η σύγχρονη γέφυρα, σε μικρή απόσταση από την ανατιναχθείσα ιστορική
     Μετά και την επίσκεψη στον ιστορικό αυτό χώρο, η απόλαυση του καφέ λίγο πιο κάτω, δίπλα στη νέα, τσιμεντένια γέφυρα, έκλεισε την ημερήσια εξόρμησή μας, πριν ακολουθήσουμε την αντίθετη διαδρομή για την επιστροφή στην αφετηρία μας, στο Γοργόμυλο Πρέβεζας.

ΙV. Σύντομη αναφορά στο ιστορικό μοναστήρι του Σέλτσου
(Πηγές: Έντυπο της Ι. Μητροπόλεως Άρτας, Βικιπαίδεια)

     Μια ακόμα αετοφωλιά της Ορθοδοξίας μας η μονή Σέλτσου, αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου, είναι σκαρφαλωμένη στην απόκρημνη παραφυάδα του υψώματος Κοκκινόλακκος των Τζουμέρκων, που τα πόδια της δροσίζει ο  Ασπροπόταμος.
     Σύμφωνα με την ιστορική έρευνα, το μοναστήρι κτίστηκε αρχικά τον 10ο  αιώνα και καταστράφηκε από μεγάλο σεισμό στις αρχές του 15ου, για να ανεγερθεί εκ νέου το 1697. Σήμερα σώζεται ακέραιος, ενώ οι ερειπωμένες παρακείμενες εγκαταστάσεις αναστηλώθηκαν πρόσφατα. Πανηγυρίζει στα «εννιάμερα της Παναγίας», στις 23 Αυγούστου.
     Η ιστορία του είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τον αγώνα των Σουλιωτών κατά του Αλή Πασά και τη θυσία τους. Όταν το Σούλι κυριεύθηκε από τον Αλή Πασά, οι Σουλιώτες άρχισαν να εγκαταλείπουν τον τόπο τους, για να μην παραδοθούν στους Τούρκους. Μεγάλος αριθμός, λέγεται για περισσότερους από χίλιους, έφτασαν στη μονή τα Χριστούγεννα του 1803, με αρχηγούς τον Κίτσο και Νότη Μπότσαρη. Η περιοχή αποτελούσε φυσικό οχυρό, λόγω της τοποθεσίας. Περί τις είκοσι μέρες αργότερα άρχισε η στενή πολιορκία τους από χιλιάδες στρατιώτες του Αλή Πασά, που αν και με σοβαρές απώλειες, οι Σουλιώτες κατάφεραν να τους αποκρούσουν. Οι υπερασπιστές έμειναν αποκλεισμένοι όλο το χειμώνα στο μοναστήρι, με λιγοστά τρόφιμα και πολεμοφόδια που τους προμήθευαν κρυφά και με πολλούς κινδύνους οι κάτοικοι των γύρω χωριών.
     Τον Απρίλιο του 1804, και έπειτα από στενή πολιορκία τεσσάρων μηνών, οι Τούρκοι εξουδετέρωσαν την αντίσταση και μπήκαν στο Μοναστήρι. Τότε άλλοι σφαγιάστηκαν και άλλοι αιχμαλωτίστηκαν. Ο Νότης Μπότσαρης αιχμαλωτίστηκε τραυματισμένος, ενώ ο Κίτσος μαζί με τον 13χρονο γιό του Μάρκο και λίγους ακόμα συμπατριώτες τους γλίτωσαν της σφαγής μέσα σε μια σπηλιά. Περί τα διακόσια γυναικόπαιδα (κατ’ άλλους διπλάσια) προτίμησαν να γκρεμιστούν σε βάραθρο τριακοσίων μέτρων, αναδεικνύοντας έτσι το Σέλτσο σ’ ένα νέο Ζάλογγο.


Προτομή της Λένως Μπότσαρη, στο περιβάλλοντα χώρο της μονής
     Ο Δήμος Τετραφυλλίας, σε συνεργασία με τον Δήμο Σουλίου, διοργανώνει στις 24 Απριλίου κάθε χρόνο επταήμερες εκδηλώσεις, τις «Γιορτές Σέλτσου», προ τιμήν του ηρωισμού και της θυσίας των Σουλιωτών και των άλλων υπερασπιστών της μονής, καθώς και της θυσίας των γυναικόπαιδων που το 1804 έπεσαν στο γκρεμό, για να γλιτώσουν από τους Τουρκαλβανούς του Αλή Πασά.

Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 29.8.2019
( Σύντομο βιογραφικό σημείωμα δείτε εδώ )

Τρίτη 27 Αυγούστου 2019


Βιβλιοπαρουσίαση:
«ΣΤΑΘΜΟΙ…  στον χρόνο»
ποιητική συλλογή της Παναγιώτας Π. Λάμπρη

Αυτοέκδοση-ανάρτηση στον προσωπικό της ιστότοπο, 2019


     Ανήσυχη και αεικίνητη συγγραφικά και εν γένει πνευματικά η φιλόλογος-εκπαιδευτικός Β/βάθμιας εκπαίδευσης, συγγραφέας, ερευνήτρια, λαογράφος και ποιήτρια Παναγιώτα Π. Λάμπρη, μας εκπλήσσει συχνά και ευχάριστα, αν και η φράση «μας εκπλήσσει», δεν μπορεί να εκφράσει σε όλη της τη διάσταση την πραγματικότητα, αφού όσοι την γνωρίζουμε, ευρισκόμαστε συνεχώς σε αναμονή για την επόμενη πνευματική της δημιουργία!
     Γνωρίζοντας την πένα της εκλεκτής και πολύτιμης φίλης Παναγιώτας, υποδέχθηκα με μεγάλο ενθουσιασμό της ανάρτηση του νέου ηλεκτρονικού βιβλίου της – ποιητική συλλογή – με τίτλο «ΣΤΑΘΜΟΙ…  στον χρόνο», τον περασμένο Ιούλιο (2019). Ο ενθουσιασμός μου έγινε μεγαλύτερος, αφού σε λίγες μέρες άρχιζαν οι καλοκαιρινές διακοπές μου και με το βιβλίο της θα αποκτούσαν μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Όμως, προς δυσάρεστη έκπληξή μου, ο τόπος της καλοκαιρινής μου χαλάρωσης δεν είχε επαρκή πρόσβαση στο διαδίκτυο κι έτσι η ανάγνωση-μελέτη του νέου έργου της αναβλήθηκε για λίγες εβδομάδες.
     Αναμφισβήτητα καταξιωμένος εκπαιδευτικός θεωρείται εκείνος που φέρνει εις πέρας το έργο του μέσα στις σχολικές αίθουσες. Πολύ περισσότερο καταξιωμένος, όμως, είναι εκείνος που διδάσκει με την εν γένει παιδεία του και τη δράση και έξω από αυτές. Και η Παναγιώτα Λάμπρη είναι μία αυτού του επιπέδου εκπαιδευτικός, που οι συνεχείς και ακάματες πνευματικές δραστηριότητές της, το ήθος της και οι ενασχολήσεις της καταδεικνύουν πάντα την ακεραιότητα και την ποιότητα του χαρακτήρα της και του επιπέδου της.
     «Αλήθειες» θα μπορούσα να τιτλοφορήσω αρκετά από τα στιχουργήματα του βιβλίου της «ΣΤΑΘΜΟΙ…  στον χρόνο», προσωπική πάντα η σκέψη, και τούτο γιατί διαβάζοντάς τα ταυτίζονται είτε με φράσεις της λαϊκής σοφίας, είτε με αρχαία ρητά. Ενδεικτικά και προς επίρρωση παραθέτω στίχους από τα ποιήματα:  

α: «Ζωή», σελ. 65:

«Αν η αρχή της
του παντός το ήμισυ είναι,
το τέλος της
είναι το άπαν»,

που έχουν παρόμοια σημασία με την παροιμία: «τα στερνά τιμούν τα πρώτα».

β: «Παρακμή», σελ 55/56:

«Πώς από το τέλμα η παιδεία θα βγει,
όταν αυτοί, που πρέπει να εκπέμπουν
ζέον αγωγής και γνώσης φως,
το σβήνουν;»,

που θυμίζει την παροιμία: «βάλαν’ το λύκο να φυλάει τα πρόβατα».

γ: «Χορτασμένοι», σελ 49:

«Υπάρχει κάποιος,
που ό,τι λέει ή υπόσχεται,
να το εννοεί
και πράξη να το κάνει,
όταν στης εξουσίας τον θώκο
καταστεί;»,

που θυμίζει κι αυτό άλλη παροιμία, την: «ο χορτασμένος δεν καταλαβαίνει το νηστικό».

δ: «Τα βέλη»

«Τίποτα πιο πικρό
από τα βέλη των αγαπημένων.
Των άλλων,
ακόμα και τα δηλητηριώδη,
τα θανατηφόρα βέλη,
πιο υποφερτά
μπορούν να λογισθούνε»,

που μας παραπέμπει στο μύθο του Αισώπου «αετός τοξευθείς»: «Και τούτο μοι ετέρα λύπη, το τοις εμοίς πτεροίς εποθνήσκειν».

     Οι εβδομήντα πέντε σελίδες του βιβλίου της περιέχουν σαράντα πέντε  ποιήματα με ποικιλία θεμάτων, επικεντρωμένα στην πλειονότητά τους σε αγαπημένα της πρόσωπα και τόπους, των οποίων νοιώθει την ευεργεσία. Καθόλου τυχαίο αυτό, αφού με το πόνημά της η πνευματική δημιουργός εκφράζει την ευγνωμοσύνη της και το αφιερώνει «σ’ όσους με καθ’ οιονδήποτε τρόπο την ευεργέτησαν»! Όμορφος και πραγματικά πρωτότυπος τρόπος έκφρασης/ανταπόδοσης ευγενών συναισθημάτων, «εφαρμογή» του «ευποιίας ής έτυχες, μνημόνευε», σύμφωνα και με τον Κλεόβουλο τον Ρόδιο. Επίσης, δεν θεωρώ τυχαίο που ορμητήρια έμπνευσης και γραφής όλων των ποιημάτων αυτού του βιβλίου της αγαπητής Παναγιώτας, είναι ο γενέθλιος τόπος (Ροδαυγή Άρτας, Άρτα), ο τόπος διαμονής της (Πάτρα) και το αγαπημένο της νησί (Κύθνος).
     Τόσο τα εξώφυλλα, όσο και τις σελίδες του, στολίζουν περίτεχνα παραστάσεις από αμφορείς, προσωπίδες, αντικείμενα και αγαλματίδια της αρχαιότητας.      
     Οι αναγνώστες/τριες μπορούν να δουν και να διαβάσουν όλο το βιβλίο εδώ .

Λίγα λόγια για τη Συγγραφέα

     Η Παναγιώτα Π. Λάμπρη γεννήθηκε στη Ροδαυγή Άρτας. Είναι απόφοιτος της Φιλοσοφικής σχολής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και υπηρετεί στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Αρθρογραφεί, δημοσιεύει βιβλιοπαρουσιάσεις και μελέτες κι έχει βραβευτεί σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς. Βιβλία που έχει εκδώσει:  Τη λαογραφική μελέτη «Ροδαυγή - Το Ρόδο της Αυγής» (2006), τη συλλογή διηγημάτων «Το χάσικο ψωμί» (2009), τη μελέτη «Κωνσταντίνος Α. Διαμάντης, ο Ιστορητής» (2011), την ποιητική συλλογή «Ἐν ὀδύναις» (2014),  τη μελέτη «Η Μνήμη της Γεύσης - Αρχέγονων Ηπειρωτικών Εδεσμάτων Συναγωγή» (2015), τη δεύτερη-συμπληρωμένη έκδοση του βιβλίου «Ροδαυγή - Το Ρόδο της Αυγής» (2016). Επίσης, βιβλία σε ηλεκτρονική μορφή έχει αναρτήσει και στον προσωπικό ιστότοπο: «Σε δρόμους της κίνας» (2017), «Χαρμολύπες» (2018), «Λιανοτράγουδα» (2019), καθώς και το παρουσιαζόμενο «ΣΤΑΘΜΟΙ…  στον χρόνο» (2019).

Νίκος Χρ. Παπακωνστανόπουλος, 28.8.2019
( Σύντομο βιογραφικό σημείωμα εδώ )

Δευτέρα 19 Αυγούστου 2019


Εύθυμες ιστορίες του χωριού:
«Ἔστι Δίκης ὀφθαλμός, ὅς τὰ πάνθ' ὁρᾷ»


    Φτωχή γυναίκα η κυρά Ματίνα, φτωχό και το σπιτικό της, μα νοικοκυρά άξια, που πάσχιζε πότε με τη εξυπνάδα της και πότε με την καπατσοσύνη της να ζήσει την οικογένειά της. Με μια ρέγκα κάνανε Ευαγγελισμού στο σπίτι τους εκείνη τη χρονιά με τον άντρας της, τα τρία παιδιά τους και την πεθερά της. Με ένα κομματάκι για τον καθένα και μια κατσαρόλα λάχανα από τον κήπο, φάγανε όλοι καλά και είπανε «και του χρόνου»!
     Κόντευε τώρα και των Βαΐων και δεκάρα δεκάρα μάζευε τις οικονομίες της, για να μπορέσει να πάρει λίγο παστό μπακαλιάρο για την ημέρα. Ίσα ίσα που τα κατάφερε να βγάλει έξι μερίδες και η μικρότερη για την ίδια, όπως πάντα. Σαν ζύγωνε το βράδυ της Κυριακής, ετοίμασε τη φωτιά και έβαλε λίγο λάδι και στο τηγάνι να τον τηγανίσει. Εκείνη την ώρα ακούστηκε χτύπημα στην πόρτα και ταυτόχρονα η φωνή του μπάρμπα-Σπύρου του καλαντζή: «Ματίνα! Ματίνα!».  
     Τον είχε ειδοποιήσει πριν μέρες το μπάρμπα-Σπύρο να πάει να της πάρει τα χαλκώματα και να τα γανώσει στο εργαστήριό του, μα αφού δεν είχε φανεί μέχρι τότε, υπολόγιζε πως θα πήγαινε μετά το Πάσχα και όχι μες τη Μεγάλη Βδομάδα. Σκέφθηκε αστραπιαία πως μπορεί να είχε και κάποιο από τα παιδιά του μαζί του για βοήθεια. «Θα το φιλέψω με το δικό μου κομμάτι μπακαλιάρο το παιδί, μα και το μπάρπμα-Σπύρο δεν πρέπει να τον αφήσω έτσι…», είπε μέσα της. Μια άλλη αστραπιαία σκέψη, όμως, την έκανε ν’ αλλάξει αμέσως γνώμη: πήρε το τηγάνι από τη φωτιά και το έβαλε κάτω από το κρεβάτι και δίπλα το πιάτο με το αλεύρι!
     Άνοιξε και μπήκε στο σπίτι ο χωρίς συνοδεία προσκεκλημένος, που αμέσως από τη μυρωδιά κατάλαβε ότι η νοικοκυρά τηγάνιζε, αλλά το θεώρησε φυσιολογικό και δεν έδωσε καμία σημασία. Στην ολιγόλεπτη κουβέντα τους που μεσολάβησε μέχρι την παράδοση των χαλκωμάτων, πέρασε από πίσω τους η γάτα, μ’ ένα από τα κομμάτια του μπακαλιάρου στο στόμα να στάζει λάδι!
     «Ψιτ! Ψιτ! Πήγες και το βρήκες εκεί που το είχα φυλαγμένο για το βράδυ;», μάλωσε και κυνήγησε τη γάτα η Ματίνα για να δικαιολογήσει και την κρυφή πράξη της, μα εκείνη μ’ ένα σάλτο εξαφανίστηκε από τη μισάνοιχτη πόρτα, χωρίς να αφήσει το μπακαλιάρο στο στόμα!

Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 19.8.2019
( Σύντομο βιογραφικό σημείωμα εδώ )

Παρασκευή 9 Αυγούστου 2019


Ένα Θεάρεστο παρέδειγμα προς μίμηση!

      Ένα μέρος των φετινών διακοπών το περάσαμε με τη σύζυγό μου στη μαγευτική Σάμο. Συγκεκριμένα, στο πανέμορφο σε φυσικό κάλος και με μεγάλη καρδιά ανθρώπους χωριό, τα Κοντακαίικα του Καρλοβάσου, φιλοξενούμενοι όπως πολλές άλλες φορές στο παρελθόν από συγγενική και πολύ οικεία οικογένεια. Στις δόξες τους τις μέρες της παραμονής μας εκεί το τελευταίο δεκαήμερο του Ιουλίου τα προσκυνήματα στα ξωκκλήσια που γιόρταζαν, του Προφήτη Ηλία, της Αγίας Παρασκευής, του Αγίου Παντελεήμονα, με τα πολλά και όμορφα τοπικά έθιμα, όπως αυτό της «γιορτής» (δείτε/διαβάστε για τη «γιορτή» περισσότερα εδώ).
     Μια εκδήλωση, όμως, με πολύ πολιτιστικό και θρησκευτικό χρώμα, ήταν η χοροεσπερίδα στον αύλειο χώρο του καθεδρικού Ιερού Ναού του χωριού, της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Την πρωτοβουλία για την άψογη διοργάνωση και την όλη επιμέλεια, μέχρι και την τελευταία λεπτομέρεια, είχε η ενορία και ο πρωταγωνιστικός ρόλος ανήκε στον εφημέριο π. Αργύριο Μελά. Να σημειωθεί δε, ότι με το χρηματικό ποσό που συγκεντρώθηκε, θα γίνουν εργασίες συντήρησης στο ιερό  του ναό του κοιμητηρίου του χωριού, στον άγιο Νεκτάριο, που έχει υποστεί φθορές.
     Πραγματικά πολύ όμορφη πρωτοβουλία με πάνδημη συμμετοχή των κατοίκων, πολύ κέφι και διάθεση για τον ιερό αυτό σκοπό. Η προσφορά τοπικών εδεσμάτων από τις νοικοκυρές, με «πρωταγωνιστές» τα λαχταριστά «τυροπιτάρια» και τις πεντανόστιμες «τηγανόπιτες», ξεπέρναγε κάθε φαντασία! Όμως, αυτό που δεν πέρασε καθόλου απαρατήρητο (προσωπική πάντα η εκτίμηση) ήταν ο συνεχής έλεγχος από τον συντονιστή, πανάξιο π. Αργύριο, να μην ξεφύγει η παραμικρή λεπτομέρεια. Και δεν ήταν μόνο αυτό! Συνεχώς τον βλέπαμε να σερβίρει με πολλή προθυμία και χαμόγελο ενορίτες και παρευρισκόμενους, μαζί με τους εθελοντές σερβιτόρους! Τότε μας ήλθαν στο νου τα λόγια του Ευαγγελίου: «τίς γὰρ μείζων, ὁ ἀνακείμενος ἢ ὁ διακονῶν;» (Λουκά, ΚΒ΄, 22) και «ὃς ἐὰν θέλῃ ἐν ὑμῖν εἶναι πρῶτος, ἔσται ὑμῶν δοῦλος» (Ματθαίου, Κ΄, 27).


     Στην πολύ σύντομη συνομιλία που είχαμε μαζί του, εντυπωσιαστήκαμε ακόμα περισσότερο, αφού ο π. Αργύριος δεν είναι μόνιμος κάτοικος του χωριού, που θα είχε κι ένα λόγο παραπάνω να ενδιαφέρεται για τον τόπο του. Είναι από τη γειτονική Ικαρία, αυτό όμως δεν τον εμποδίζει να ενδιαφέρεται για την ενορία του. Δεν τον εμποδίζει ακόμα να διοργανώνει μαθήματα κατηχητικού στα παιδιά και Αγιογραφικό Κύκλο για όλες τι ηλικίες! Και όλα αυτά, παρά το βεβαρυμμένο ιστορικό της υγείας του!
     Στη συνέχεια ο π. Αργύριος έσυρε με πολλή χάρη πρώτος έναν Ικαριώτικο  χορό μαζί με την πρεσβυτέρα. Το ενθουσιώδες χειροκρότημα των ενοριτών του ήταν η εκδήλωση λατρείας στο πρόσωπο του πανάξιου ποιμένα τους!


          Τότε θυμήθηκα και τα λόγια του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου:
     «Φέρτε μου τέτοιους παπάδες, ν’ αλλάξουμε τον κόσμο»!

Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 9.8.2019
e-mail: nikolpapak@yahoo.gr 
( Σύντομο βιογραφικό εδώ )