Πέμπτη 28 Μαρτίου 2019

Εύθυμες ιστορίες του χωριού: O… μαρτυριάρης κόκορας!




     Η Χριστίνα έστρωσε στο γαϊδούρι το καλό απλάδι και πήγε να δει την αδελφή της στο διπλανό χωριό, κάτι που το συνήθιζε κάνα δυο φορές το χρόνο. Άλλες τόσες ανταπέδιδε και η αδελφή της, η Ελένη, την επίσκεψη κι έτσι και οι δυο τους βλέπονταν και λέγανε τα δικά τους κάθε τρεις μήνες, περίπου.
     Η Ελένη καλοκατρέρεσε τη Χριστίνα, όπως πάντα, και αφού είπανε τις πρώτες κουβέντες με τον καφέ, βγήκανε στην αυλή.
     «Πόσες κότες έχεις, αδερφή;», ρώτησε η Χριστίνα, που τις είδε να βόσκουνε.
     «Καμιά τριανταριά… Μου έφαγε και τρεις η αλεπού, μου πήρε κι άλλη μία το γεράκι…», απάντησε εκείνη.
     «Γεννάνε;».
     «Ναι, γεννάνε... Ε, καλά τα βολεύω. Πουλάω και κάνα αυγό και κλείνω καμιά τρύπα».
     «Μωρή, βλέπω έχεις και κάμποσα κοκόρια. Θα μου δώκεις κι εμένα κανένα που δεν έχω για τις κότες; Είχα ένα καλό κόκορα, αλλά τον έχασα. Δεν ξέρω τι έγινε».
     Του Θανάση, του άντρα της Ελένης, πάντα του άρεσε να πειράζει καλοπροαίρετα την κουνιάδα του. Βούτυρο στο ψωμί του, λοιπόν, με το που άκουσε ότι η Χριστίνα δεν έχει κόκορα για τις κότες! Το «δούλεμα» ξεπέρασε κάθε προηγούμενο!
     Οι αδερφές συμφώνησαν εύκολα να πάρει η Χριστίνα ένα από τα κοκόρια της Ελένης την άλλη μέρα που θα έφευγε. Το βράδυ, που μαζευτήκανε για φαΐ, ήρθε κουβέντα και για τον κόκορα. Ο πεθερός της Ελένης όμως, ο μπάρμπ’-Αντρέας, το είχε σε κακό να φύγει αρσενικό πράμα από το σπίτι!
     «Μην κάμετε κάνα αστείο και διώχτε τον κόκορα από το σπίτι, θα σκοτωθούμε!», είπε αυστηρά!  
     Στην κουβέντα του δεν χώραγε αντίρρηση και μη έχοντας άλλη διέξοδο υποχώρησαν. Έλα όμως που την Ελένη την έτρωγε η έλλειψη κόκορα για τις κότες της αδερφής της! Δεν χρειάστηκε πολλή προσπάθεια να πείσει τον άντρα της να τον πάει εκείνος στη Χριστίνα, κρυφά από το γέρο. Έτσι, λοιπόν, ένα πρωί, αφού ο μπάρμπ’-Αντρέας έφυγε με τα πρόβατα, ο Θανάσης έβαλε τον κόκορα στο ταγάρι, τον φόρτωσε στο γαϊδούρι και ξεκίνησε για το χωριό της Χριστίνας. Για κακή τους τύχη όμως, ο μπάρμπ’-Αντρέας ήταν στο δρόμο με το μικρό του κοπάδι, την ώρα που περνούσε ο γιος του με το γαιδούρι και το «φορτίο». Αν και ο Θανάσης τον είχε φορτώσει προσεκτικά στο ζώο, με τρόπο που ούτε να φαίνεται, ούτε να δυσκολεύεται το πουλί μέσα στο ταγάρι, με το που έφτασαν στο ύψος που ήταν τα πρόβατα, ο κόκορας λάλησε!!! Τον άκουσε ο μπάρμπ’-Αντρέας και έγινε μπαρούτι! Στο τέλος, όμως, και ύστερα από κάμποση φιλονικία λέει στο γιό του:
    «Αφού καταφέρατε και με κοροϊδέψατε, συνέχισε το δρόμο σου!

Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 28.3.2018

Κυριακή 24 Μαρτίου 2019

Πορτοφόλι με κλειδαριά του 1912!



                           

     Αν και όχι ιδιαίτερα επετειακό, ταιριάζει όμως με το πνεύμα των ημερών και τον εορτασμό της Εθνικής Παλιγγενεσίας, ένα κειμήλιο από την προσωπική μου συλλογή: Ένα πορτοφόλι του παππού μου Κωνσταντίνου Γ. Παπακωνσταντόπουλου με κλειδαριά, από την εποχή των βαλκανικών πολέμων!
     Το μικρών διαστάσεων (8Χ7 εκατοστά) και σε άριστη κατάσταση πορτοφόλι  είναι με περισσή τέχνη χαντροκεντημένο, με τη μια πλευρά έναν έφιππο εύζωνα και στην άλλη μια χριστιανική εκκλησία. Στο μεταλλικό μέρος της μιας πλευράς (στα κόκκινα περιγράμματα της πρώτης φωτογραφίας) είναι χαραγμένα με αιχμηρό αντικείμενο το μονόγραμμά του («ΚΠ») και η χρονολογία 1912. Στο εσωτερικό του έχει μια δεύτερη υποδοχή νομισμάτων ή μικροαντικειμένων.



     Μέσα στο κειμήλιο βρίσκονται νομίσματα των δεκαετιών 1911-1947, αλλά και δύο ακόμα του 1830 και 1874! Βρίσκεται ακόμα εκεί και το δαχτυλίδι των αρραβώνων του, χωρίς όμως την κόκκινη χάντρα, όπως ανέφερε και ο ίδιος.

Νομίσματα 1911-1947 και δαχτυλίδι αρραβώνων

Νομίσματα 1830-1874


Δαχτυλίδι αρραβώνων 

     Η δημοσίευση του θέματος «δένει» και με κάτι ακόμα: Με την Β΄ έκδοση, από την «Άπειρος Χώρα», του βιβλίου «Η φωτογραφία», στις σελίδες του οποίου περιλαμβάνονται και αφηγήσεις από την πολεμική του δράση στις νικηφόρες μάχες των Γιαννιτσών, των Ιωαννίνων και αλλού. Τα αντίτυπα της έκδοσης παρέλαβα μόλις χθες από το τυπογραφείο και όπως και η Α΄ έκδοση είναι αφιερωμένη στη μνήμη του βετεράνου των βαλκανικών πολέμων-Α΄ παγκοσμίου πολέμου παππού μου. Για το βιβλίο (Α΄ έκδοση) διαβάστε περισσότερα εδώ:
και εδώ:
https://www.kalavrytanews.com/2011/03/blog-post_7350.html


Η Β΄ έκδοση του βιβλίου «η φωτογραφία»

Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 23.3.2019




     

Τρίτη 19 Μαρτίου 2019

«Πάμε για σαλιγκάρια;»!


Σαλιγκάρι βουνού


     Πώς και πώς περιμέναμε στα παιδικά μας χρόνια να γλυκάνει λίγο ο καιρός μετά του Ευαγγελισμού, να πάμε στα βουνά των χωριών μας για να μαζέψουμε σαλιγκάρια! Ήταν μια εξόρμηση που συνδύαζε πολλά πράγματα μαζί: άμεση επαφή κι επικοινωνία με τη φύση, χαλάρωση, αγνάντεμα από τα ψηλά στα χαμηλότερα, συντροφική απασχόληση που έπαιρνε και τη μορφή συναγωνισμού και παιχνιδιού και, οπωσδήποτε, η απόλαυση των κόπων μας με το νόστιμο μεζέ τους! Ας τα πάρουμε όμως από την αρχή.
      Από το τέλος του Μάρτη και μέχρι να πιάσουν οι πρώτες μεγάλες ζέστες του Μάη, τα σαλιγκάρια είναι στις δόξες τους. Τότε η ερώτηση από κάποιον της αγοροπαρέας ήταν δεδομένη: «Πάμε για σαλιγκάρια;». Δεδομένη, φυσικά, και η απάντηση, αφού πάντα η πρόταση γινόταν με ενθουσιασμό αποδεκτή απ’ όλους!
     Τα σημεία/περιοχές που ζουν είναι γνωστά και πάντα μας αποζημιώνουν.  Ειδικά όταν βρέξει λίγο και μετά βγάλει ήλιο, βγαίνουν για βοσκή και η συλλογή τους είναι εύκολη. Ποιος δεν έχει ακούσει και την παροιμιώδη έκφραση που λέγεται για τους ανθρώπους, όταν βελτιώνεται ο καιρός και βγαίνουν από τα σπίτια τους «σαν τα σαλιγκάρια»! Μα και όταν ο καιρός δεν είναι τόσο ιδανικός, ειδικά αυτή τη χρονική περίοδο, τίποτα δεν μας κράταγε. Παίρναμε πάλι τα βουνά και σίγουρα θα τα «ξετρυπώναμε» κάτω από τις πέτρες και μέσα στους τοίχους που ήταν «κολλημένα». Και όσο για φόβους από φίδια, που κι αυτά με τις πρώτες ανοιξιάτικες ζέστες αφήνουν τη χειμερία νάρκη τους, ούτε σκέψη, ούτε λόγος!
     Οι επιδρομές γίνονταν είτε ομαδικά, είτε μεμονωμένα. Και σίγουρα ο άτυπος διαγωνισμός για το ποιος θα μαζέψει τα περισσότερα, στην ημερήσια διάταξη κι αυτός! Μα δεν μας εμπόδιζε ούτε η νύχτα, αφού τα αγαπημένα μας οστρακοειδή της ξηράς είναι και… νυχτερινοί τύποι. Ένα κομμάτι «καοτσούκι» από παλιό λάστιχο αυτοκινήτου, δεμένο με σύρμα στην κορυφή ενός ξύλου και άλλα δυο-τρία εφεδρικά, έκαναν ένα αυτοσχέδιο δαυλό, που το φως του ήταν αρκετό για τη «δουλειά» μας! Την άλλη μέρα το πρωί, μπορεί να ήμαστε αγνώριστοι από τοη μουτζούρα του καπνού του καουτσούκ! Απαραίτητο κι ένα ταγάρι για τη συλλογή τους, που κάθε λίγα λεπτά έπρεπε να ελέγχεται, γιατί αλλιώς η «απόδραση» ήταν δεδομένη.  Κατά πολύ ασφαλέστερο ήταν ένα μακρύ σύρμα, το οποίο τρύπαγε την άκρη στο κέλυφος και το ένα μετά το άλλο δημιουργούσαν μια αρμαθιά και από εκεί ήταν αδύνατο να φύγουν.



     Σαλιγκάρια δεν υπάρχουν μόνο στα βουνά μας, αλλά και στους κάμπους, τα λεγόμενα «μπομπόλια», που βόσκουν σε ομαλό έδαφος και στα χωράφια. Αυτά είναι μεγαλύτερα, πιο στρογγυλοποιημένα και με περισσότερο κρέας. Η ανάβαση όμως στο βουνό και η συλλογή τους κάτω από τις πέτρες και δύσβατα σημεία με κόπο και αγωνία, έχει άλλη χάρη, που δύσκολα μπορεί να περιγραφεί!

Σαλιγκάρι κάμπου (μπομπόλι ή μπόμπολας)


      Εκτός από νόστιμος μεζές τα σαλιγκάρια, ήταν και μια πρακτική λύση στο φαγητό της μεγάλης σαρακοστής, αφού είναι νηστίσιμα. Ειδικά τη Μεγάλη Εβδομάδα που τα σχολεία έκλειναν και με τη νηστεία στο απόγειό της, οι επιδρομές στα βουνά έπαιρναν καθολικό χαρακτήρα. Και μετά την επιστροφή στο σπίτι, στα κάρβουνα που «τραγουδούσαν», στο τηγάνι, ή το ταψί στο φούρνο με τα απαραίτητα μυρωδικά εύφραιναν τις αισθήσεις όλης της οικογένειας, περισσότερο όμως των παιδιών που τα είχαμε μαζέψει.

Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 19.3.2019

Σάββατο 16 Μαρτίου 2019

Οι ευκολίες που έφεραν χαλάρωση των ηθικών αντιστάσεων



     Οι γενιές των πρώτων χρόνων ή και δεκαετιών μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, έβλεπαν ότι η ζωή έχει προοπτικές βελτίωσης. Οι κάτοικοι των αστικών περιοχών περίμεναν την ανοικοδόμηση, την ίδρυση και λειτουργία εργοστασίων, τη δημιουργία υπηρεσιών και γενικά την ανάπτυξη, που θα έδιναν στον κόσμο δουλειές, άρα και βελτίωση του βιοτικού επιπέδου. Πολλοί από τους κατοίκους αγροτικών περιοχών, και μάλλον η μεγάλη πλειοψηφία τους, ονειρεύονταν κι αυτοί, -αν όχι τόσο για τους ίδιους, αλλά για τα παιδιά τους-, να μπορέσουν να ξεφύγουν από τις εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες της εκεί διαβίωσης, για να βρουν στις πόλεις καλύτερη ποιότητα ζωής. Το «σύνθημα» και η επίμονη προτροπή από τους μεγαλύτερους στους νεότερους ήταν κοινή, όχι μόνο στις ορεινές περιοχές, αλλά και στις πεδινές: «Μάθε λίγα γράμματα, να φύγεις από δω χάμου να ζήσεις καλύτερα». Τώρα, αν οι καταστάσεις ήρθαν έτσι, που ορισμένοι αυτό το «σλόγκαν» το απέδωσαν στην ξενομανία κι αν η εγκατάλειψη του τόπου που μας ανέθρεψε μας βαραίνει συνειδησιακά και συναισθηματικά, αυτό είναι μια άλλη παράμετρος.
     Οι νεότεροι, είτε ακούγοντας τις προτροπές αυτές, είτε βλέποντας και οι ίδιοι τις δυσκολίες εκείνης της αγροτικής ζωής, άλλοι αγωνιστήκαμε περισσότερο για «δυο κλίτσες γράμματα» και άλλοι λιγότερο. Στη μεγάλη μας πλειοψηφία αναζητήσαμε την τύχη μας σε κοντινότερες ή πιο μακρινές πόλεις και ορισμένοι στο εξωτερικό. Όντως, η αστυφιλία, αφ’ ενός και η πρόοδος αφ’ εταίρου (η πρόοδος εντός και εκτός εισαγωγικών), μάς έφεραν βελτιώσεις στην ποιότητα ζωής και μάλιστα σημαντικές. Μας έφεραν όμως και ανατροπές, πού είτε δεν μπορούσαμε να τις φανταστούμε, είτε δεν μπορούσαμε να τις υπολογίσουμε καν. Η σημαντικότερη από αυτές τις ανατροπές (προσωπική η εκτίμηση), είναι οι «υπερβολικές» ελευθερίες, με άμεσες συνέπειες στη συνοχή της οικογένειας και της χαλάρωσης των ηθών γενικότερα. Μ’ άλλα λόγια, δηλαδή, αποδείχθηκε ότι οι δυσκολίες κράταγαν τις ισορροπίες, κάτι που υποστήριζε συχνά στους λόγους του και ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος.
     Η ανέχεια, πρώτ’ απ’ όλα, που η πολυμελής οικογένεια, και σε πολλές περιπτώσεις η συγκατοίκηση δύο και τριών οικογενειών στο ίδιο σπίτι, είχε μία μόνο επιλογή στο φαγητό και, φυσικά, το ίδιο για όλους, ήταν από τις μεγαλύτερες δυσκολίες. Η σημερινή υπερεπάρκεια σε πολλά καταναλωτικά αγαθά, μας έφερε πολύ περισσότερες απαιτήσεις, με τη χαρακτηριστικότερη να έχουμε τρία και τέσσερα και πέντε φαγητά στο τραπέζι, χωρίς και πάλι να νοιώθουμε ευχαριστημένοι και «κορεσμένοι»!
     Μια δεύτερη δυσκολία ήταν συγκατοίκηση πολλών και πολυμελών οικογενειών στα πολύ λίγων τετραγωνικών σπίτια, κι αυτά χωρίς τις στοιχειώδεις προδιαγραφές κατασκευής και υγιεινής, Οι πρώτες στην «ιεραρχία» απαιτήσεις αυτής της συγκατοίκησης ήταν η υπακοή και ο σεβασμός του ενός μέλους στο άλλο και πολύ περισσότερο στους μεγαλύτερους. Η απομάκρυνση από τον παραδοσιακό και ομολογουμένως δύσκολο τρόπο διαβίωσης/συμβίωσης, πιστεύεται πως συνέβαλε σε σημαντικό βαθμό στη χαλάρωση και της υπακοής, του σεβασμού και των ηθικών φραγμών και αντιστάσεων. Ο σεβασμός αυτός μεταξύ των μελών της οικογένειας μεταφερόταν και στα σχολεία από τα παιδιά. Σε ορισμένες περιπτώσεις, καθολικά σχεδόν, οι ισορροπίες αυτές έχουν αντιστραφεί σήμερα και στην πραγματικότητα υπακοή κάνουν οι γονείς και οι δάσκαλοι και όχι τα παιδιά!
     Μεγάλο το θέμα για το αν οι δυσκολίες κράταγαν ισορροπίες και εύλογα θα αναρωτηθούν ορισμένοι: «Έπρεπε να μείνουμε σ’ εκείνες τις εποχές;». Η προσωπική μου απάντηση είναι αναμφισβήτητα «ΟΧΙ», με την υποσημείωση ότι δεν αντισταθήκαμε σε ουσιώδη και πρωτεύοντα θέματα κι έχουμε χάσει το μέτρο. Στην προσπάθεια επαναπροσδιορισμού του χαμένου μέτρου, εδώ και καιρό έχει αρχίσει να παρατηρείται ένα φαινόμενο με κατεύθυνση αντίθετη με την τότε: Ενώ ο πολιτισμός και η «απελευθέρωση» από παρόμοιους με τους παραπάνω «κανόνες», τις συνήθειες και την «καλή ζωή» εκείνης της εποχής «ερχόταν» από την πόλη στην περιφέρεια/στο χωριό, σήμερα διαφαίνεται ότι η ποιότητα ζωής βρίσκεται στην περιφέρεια/στο χωριό και όχι στην πόλη. Όσο για την πενία ηθικών αντιστάσεων, παρατηρείται παντού μια τάση «ομογενοποίησης».

Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 16.3.2018

Τρίτη 5 Μαρτίου 2019


     «Έρχεται» σε λίγο από το τυπογραφείο και τις Εκδόσεις «Άπειρος Χώρα»  η Β΄ έκδοση του βιβλίου «Η φωτογραφία», συλλογή αφηγημάτων!


Φωτογραφία-εξώφυλλο του βιβλίου:
Στρατιώτες/πολεμιστές, μετά τη νικηφόρα μάχη των Γιαννιτσών, Οκτώβριος 1912
(Ο καθιστός αριστερά ο παππούς μου Κωνσταντίνος Παπακωνσταντόπουλος,
βετεράνος των Βαλκανικών πολέμων-Α΄παγκοσμίου πολέμου)

      Αντί άλλης παρουσίασης, παραθέτω τα «προλεγόμενα»:

     Είναι και επιστημονικά αποδεδειγμένο πως βιώματα και αναμνήσεις των παιδικών μας χρόνων, δεν ξεθωριάζουν από τη μνήμη μας και πάντα παίζουν καθοριστικό ρόλο στη ζωή μας, πάντα μας σηματοδοτούν,  ακόµα κι αν τα χρόνια µας αυτά δεν είναι «ονειρεμένα».
     Η οικονοµική αδυναµία, οι χιλιοµετρικές αποστάσεις από τις παραγωγικότερες και εµπορικότερες περιοχές, η έλλειψη γρήγορων µεταφορικών µέσων µέχρι πριν λίγες δεκαετίες, δεν θα µπορούσε να πει κανείς ότι επέτρεπαν στα χωριά τότε τη σηµερινή ποιότητα ζωής. ∆εν βλέπαµε όµως και διαφορές δίπλα µας, αφού όλοι λίγο–πολύ ήµαστε «το ίδιο», εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις, που κι αυτές τις αντιµετωπίζαµε, µάλλον µε... ρατσιστικό µάτι! Παρ’ όλες αυτές τις δυσκολίες «και τι δεν θα δίναµε» να µπορούσαµε να «βρεθούµε» ξανά στα παιδικά µας χρόνια!
     Φυσικά, ελάχιστα προβλήµατα µας απασχολούσαν και ούτε χρειαζότανε να τρέχουµε σε ψυχολόγους, ούτε είχαµε ανάγκη από αντικαταθλιπτικά, που ο σύγχρονος τρόπος ζωής οδηγεί αρκετούς νέους κάτω των είκοσι να καταφεύγουν εκεί. Άλλως τε, όλα αυτά ήταν τελείως άγνωστα σ’ εµάς τότε.
     Ήταν βεβαιότητα και όχι απλά ελπίδα πως το αύριο θα είναι καλύτερο. Γι’ αυτό «βιαζόµαστε» να µεγαλώσουµε γρήγορα, να µπορέσουµε να κατακτήσουµε την καλύτερη ζωή, σαν με τον τρόπο που έδειχναν ότι ζούνε όσοι έρχονταν για λίγες µέρες τα καλοκαίρια στο χωριό µας–στα χωριά µας.
     Η δοµή της διευρυµένης τότε οικογένειας, το σχολείο, ο αδιαπραγµάτευτος σεβασµός στις Αξίες, αλλά και η έλλειψη παραγόντων που σήµερα αποπροσανατολίζουν, (π.χ. σύγχρονες µορφές ηλεκτρονικής επικοινωνίας), πέρναγαν αποτελεσµατικότερα στην εύπλαστη αυτή ηλικία µας θετικά µηνύµατα για όσα σήµερα κλυδωνίζονται. Ίσως ήταν κι αυτό ένας λόγος που µας έδινε περισσότερη ζωντάνια, περισσότερη αισιοδοξία και περισσότερη αυτοπεποίθηση.
     Είναι και κάποιες φορές όµως που έρχεται «κάτι» να µας «τσιγκλήσει» και να µας κάνει να θυµηθούµε πιο έντονα και πιο καθαρά κάποιες στιγµές που µας κάνουν περισσότερο να συγκινηθούµε, να µελαγχολήσουµε, να γελάσουµε, να μετανιώσουμε για κάποιες παιδικές µας επιλογές. Σ’ εµένα αυτό το «τσίγκλησµα» ήλθε µε µια ολότελα ξεχασµένη φωτογραφία του παππούλη µου, στη µνήµη του οποίου αφιερώνω την παρούσα έκδοση. Μ’ έκανε να γυρίσω µερικές δεκαετίες πίσω η φωτογραφία αυτή, δρώντας µαζί και σαν ένα «ντόµινο» νοσταλγιών και συναισθηµάτων, που είχαν πολλά χρόνια να «παρελάσουν» τόσο ζωντανά και τόσο έντονα στη µνήµη µου.
     Στάθηκε ακόµα και σαν αφορµή να υλοποιήσω µια σκέψη που είχε αρχίσει να στριφογυρίζει µέσα µου: Να αποτυπώσω σε λίγες σελίδες κάποιες από τις προσωπικές µου αναµνήσεις–βιώµατα, σαν ανάγκη έκφρασης και επικοινωνίας, αλλά και σαν έµµεση και αναπόφευκτη σύγκριση του τότε µε το τώρα.
     Νοιώθω την ανάγκη να ευχαριστήσω θερµά τον Κωνσταντίνο Νικολόπουλο – Καµενιανίτη, συµµαθητή µου τότε και µε πολλές ιδιότητες σήµερα: του Συγγραφέα – Λογοτέχνη, τ. Αντιπροέδρου της Ένωσης Ελλήνων Λογοτεχνών, Αντιδηµάρχου Πολιτισµού στον τ. ∆ήµο Αροανίας και, οπωσδήποτε, αδελφικού φίλου. Στα τόσα πολλά που µας ενώνουν, είναι και οι κοινές εµπειρίες, νοσταλγίες και συναισθήµατα που ξαναζωντανεύουν µέσα από αυτές τις σελίδες. Και είναι αλήθεια πως η αγάπη µε την οποία αγκαλιάζει και προλογίζει και αυτό το βιβλίο ο Κώστας, µε γεµίζει µε περισσότερες και µεγαλύτερες υποχρεώσεις.
     Ευχαριστώ, τέλος, και τη σύζυγό µου Ελένη και τα παιδιά µας Μαρίνα και Αγγελική, για την αµέριστη στήριξη και συνδροµή τους στη συγγραφική µου προσπάθεια.

Κωνσταντίνος Γ. Παπακωνσταντόπουλος (1890-1973)
Το μότο του βιβλίου:

«Όσο περνούν τα χρόνια μου
κι όσο περνώ μ’ εκείνα,
τόσο γλυκά τριγύρω μου
μοσχοβολούν τα κρίνα
των πρωτινών Απρίληδων…
Τα παιδιακίσια χρόνια
μου κελαηδούν αηδόνια
σε νύχτες και σ’ ερμιές»
                                                 Κωστής Παλαμάς

Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 6.3.2019

Κυριακή 3 Μαρτίου 2019

Παγκόσμιες ημέρες, γιορτές γενεθλίων και ονομαστικές γιορτές



     Είναι πολλές οι «παγκόσμιες ημέρες» το χρόνο που έχουν επίσημα ή ανεπίσημα καθιερωθεί από διάφορους φορείς και οργανισμούς ανά την υφήλιο. Με έναν σύντομο υπολογισμό ξεπερνάνε κατά πολύ τις διακόσιες και στην πλειοψηφία τους αποσκοπούν να δοθεί βαρύτητα στην ενημέρωση κι ευαισθητοποίηση για πολλά θέματα, όπως για διάφορες σοβαρές ασθένειες, για το περιβάλλον, για τη φτώχεια, για τα δικαιώματα και την αλληλεγγύη σε  ορισμένες ομάδες ανθρώπων, όπως οι υπερήλικες, άλλων που μαστίζονται, όπως οι πρόσφυγες κλπ.
     Πολύ γνωστές σε όλους μας είναι κι άλλες παγκόσμιες ημέρες, που έχουν επικρατήσει και ως «γιορτές», όπως της μητέρας (δεύτερη Κυριακή του Μάη), ημέρα περιβάλλοντος (5 Ιουνίου), ημέρα μουσικής (21 Ιουνίου), της γυναίκας (8 Μάρτη), και πολλές ακόμα. «Ηγετική μορφή» μεταξύ αυτών, πιθανότατα κατέχει η «γιορτή των ερωτευμένων», στις 14 του Φλεβάρη.   
     Γνωστή και από τη αρχαία Ελλάδα η γιορτή της μητρότητας και της γονιμότητας,  όλους μας διακατέχει μια ιδιαίτερη ευαισθησία για την ημέρα της μητέρας, του ανθρώπου στον οποίο οφείλουμε την ύπαρξή μας, και όχι μόνο. Ανάλογη έμφαση δίνεται και στη «γιορτή» της γυναίκας, ως ημέρα μνήμης των αγώνων του κινήματος για τα δικαιώματά της, που ενώ άρχισε να γιορτάζεται το 1909 σε διάφορες χώρες, υιοθετήθηκε το 1975 από τα Ηνωμένα Έθνη. Και στις δύο αυτές παγκόσμιες ημέρες, εκτός των μηνυμάτων που στέλνονται κάθε χρόνο, δίνεται και πολλή έμφαση στην εμπορική κίνηση, που ίσως κάποιες φορές να υπερτερεί του λόγου για τον οποίο έχουν θεσπιστεί. Υπέρμετρο εμπορικό χρώμα λαμβάνει και η «ημέρα των ερωτευμένων» κι αν θελήσει να μιλήσει κανείς και για άλλες ακρότητες, σίγουρα μεταξύ αυτών θα είναι και η ημέρα του μαξιλαροπόλεμου, στις 7 του Απρίλη!  
     Τα τελευταία χρόνια δίνεται όλο και μεγαλύτερη βαρύτητα στην ημέρα γενεθλίων του καθενός μας και ιδιαίτερα των παιδιών, που συνήθως γιορτάζονται φανταχτερά. Ξενόφερτη συνήθεια κατά κύριον λόγον, που ούτε λίγο ούτε πολύ ήλθε να αντικαταστήσει τις ονομαστικές γιορτές, οι οποίες συνεχώς υποβαθμίζονται, μέχρι και που αγνοούνται! Χαρακτηριστική είναι η απάντηση μαθητή της τελευταίας τάξης δημοτικού, στην ερώτηση «ποια γιορτή σου αρέσει περισσότερο, η ονομαστική του ή τα γενέθλιά σου;»: «Τα γενέθλια, φυσικά, γιατί έρχονται περισσότεροι φίλοι μου και μου φέρνουν περισσότερα δώρα»!
     Δεν ισχυρίζεται κανείς να αγνοηθούν τα γενέθλια, ούτε έχει αρνητικό αντίκτυπο ο εορτασμός τους. Όμως, καλό θα είναι να μην δίνεται μόνο σε αυτά βαρύτητα και να σταματάμε εκεί. Όπως διδάσκεται σε μικρή ηλικία ο άνθρωπος, έτσι θα πορευτεί και στη μετέπειτα ζωή του κι έχουμε πολλά παραδείγματα στην πράξη προς τούτο.
     Η υιοθέτηση αυτής της τακτικής είναι ένα ακόμα εισαγόμενο «προϊόν» που μας αποπροσανατολίζει και συμβάλει στο να αποποιηθούμε την παραδοσιακή μας ταυτότητα μας και το σεβασμό και την προσήλωση στις μεγάλες γιορτές της Χριστιανοσύνης μας, στη μνήμη των αγίων της Εκκλησίας μας και να στραφούμε προς άλλα «μοντέρνα» ενδιαφέροντα, ενώ ανέκαθεν ως χώρα μας χαρακτηρίζει ο σεβασμός στο Θείον. Να σημειωθεί, παράλληλα, πως ένα ακόμα είδος «έκπτωσης» των ονομαστικών γιορτών, είναι ο όλο και περισσότερο κοσμικός χαρακτήρας που προσλαμβάνουν, ενώ αντίθετα ο θρησκευτικός βαίνει συνεχώς μειούμενος. Και βέβαια, τη μεταστροφή αυτή δεν την έχουν επιφέρει οι «παγκόσμιες ημέρες», αλλά η χαλάρωση από τα θρησκευτικά μας πιστεύω και η προσήλωση σε εκκοσμικευμένες αναζητήσεις. Προσωπική η εκτίμηση και, ίσως, όχι μακριά από την πραγματικότητα.

Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 03.03.2019