Σαλιγκάρι βουνού |
Πώς και πώς περιμέναμε στα παιδικά μας χρόνια
να γλυκάνει λίγο ο καιρός μετά του Ευαγγελισμού, να πάμε στα βουνά των χωριών
μας για να μαζέψουμε σαλιγκάρια! Ήταν μια εξόρμηση που συνδύαζε πολλά πράγματα
μαζί: άμεση επαφή κι επικοινωνία με τη φύση, χαλάρωση, αγνάντεμα από τα ψηλά
στα χαμηλότερα, συντροφική απασχόληση που έπαιρνε και τη μορφή συναγωνισμού και παιχνιδιού και,
οπωσδήποτε, η απόλαυση των κόπων μας με το νόστιμο μεζέ τους! Ας τα πάρουμε
όμως από την αρχή.
Από το τέλος του Μάρτη και μέχρι να
πιάσουν οι πρώτες μεγάλες ζέστες του Μάη, τα σαλιγκάρια είναι στις δόξες τους. Τότε
η ερώτηση από κάποιον της αγοροπαρέας ήταν δεδομένη: «Πάμε για σαλιγκάρια;».
Δεδομένη, φυσικά, και η απάντηση, αφού πάντα η πρόταση γινόταν με ενθουσιασμό
αποδεκτή απ’ όλους!
Τα σημεία/περιοχές που ζουν είναι γνωστά
και πάντα μας αποζημιώνουν. Ειδικά όταν
βρέξει λίγο και μετά βγάλει ήλιο, βγαίνουν για βοσκή και η συλλογή τους είναι
εύκολη. Ποιος δεν έχει ακούσει και την παροιμιώδη έκφραση που λέγεται για τους
ανθρώπους, όταν βελτιώνεται ο καιρός και βγαίνουν από τα σπίτια τους «σαν τα
σαλιγκάρια»! Μα και όταν ο καιρός δεν είναι τόσο ιδανικός, ειδικά αυτή τη
χρονική περίοδο, τίποτα δεν μας κράταγε. Παίρναμε πάλι τα βουνά και σίγουρα θα
τα «ξετρυπώναμε» κάτω από τις πέτρες και μέσα στους τοίχους που ήταν «κολλημένα».
Και όσο για φόβους από φίδια, που κι αυτά με τις πρώτες ανοιξιάτικες ζέστες
αφήνουν τη χειμερία νάρκη τους, ούτε σκέψη, ούτε λόγος!
Οι επιδρομές γίνονταν είτε ομαδικά, είτε
μεμονωμένα. Και σίγουρα ο άτυπος διαγωνισμός για το ποιος θα μαζέψει τα
περισσότερα, στην ημερήσια διάταξη κι αυτός! Μα δεν μας εμπόδιζε ούτε η νύχτα,
αφού τα αγαπημένα μας οστρακοειδή της ξηράς είναι και… νυχτερινοί τύποι. Ένα
κομμάτι «καοτσούκι» από παλιό λάστιχο αυτοκινήτου, δεμένο με σύρμα στην κορυφή
ενός ξύλου και άλλα δυο-τρία εφεδρικά, έκαναν ένα αυτοσχέδιο δαυλό, που το φως
του ήταν αρκετό για τη «δουλειά» μας! Την
άλλη μέρα το πρωί, μπορεί να ήμαστε αγνώριστοι από τοη μουτζούρα του καπνού του
καουτσούκ! Απαραίτητο
κι ένα ταγάρι για τη συλλογή τους, που κάθε λίγα λεπτά έπρεπε να ελέγχεται,
γιατί αλλιώς η «απόδραση» ήταν δεδομένη. Κατά πολύ ασφαλέστερο ήταν ένα μακρύ σύρμα, το οποίο τρύπαγε την άκρη στο κέλυφος και το ένα μετά το άλλο
δημιουργούσαν μια αρμαθιά και από εκεί ήταν αδύνατο να φύγουν.
Σαλιγκάρια δεν υπάρχουν μόνο στα βουνά μας,
αλλά και στους κάμπους, τα λεγόμενα «μπομπόλια», που βόσκουν σε ομαλό έδαφος και στα χωράφια.
Αυτά είναι μεγαλύτερα, πιο στρογγυλοποιημένα και με περισσότερο κρέας. Η
ανάβαση όμως στο βουνό και η συλλογή τους κάτω από τις πέτρες και δύσβατα
σημεία με κόπο και αγωνία, έχει άλλη χάρη, που δύσκολα μπορεί να περιγραφεί!
Σαλιγκάρι κάμπου (μπομπόλι ή μπόμπολας) |
Εκτός από νόστιμος μεζές τα σαλιγκάρια,
ήταν και μια πρακτική λύση στο φαγητό της μεγάλης σαρακοστής, αφού είναι
νηστίσιμα. Ειδικά τη Μεγάλη Εβδομάδα που τα σχολεία έκλειναν και με τη νηστεία
στο απόγειό της, οι επιδρομές στα βουνά έπαιρναν καθολικό χαρακτήρα. Και μετά την επιστροφή στο σπίτι, στα κάρβουνα που «τραγουδούσαν», στο τηγάνι, ή το ταψί στο φούρνο με τα απαραίτητα μυρωδικά
εύφραιναν τις αισθήσεις όλης της οικογένειας, περισσότερο όμως των παιδιών που
τα είχαμε μαζέψει.
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 19.3.2019
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου