Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου 2020

Αλήθειες για τις πρώτες μετακατοχικές γενιές (των δεκαετιών 1950-1060)

     Οι πρώτες μετακατοχικές γενιές γνωρίσαμε πολλές δυσκολίες. Ειδικά, όμως, για όσους γεννηθήκαμε και μεγαλώσαμε σε χωριά και σε ορεινές περιοχές, οι δυσκολίες ήταν ακόμα μεγαλύτερες. Η «λίστα» των δυσκολιών αυτών που παραθέτουμε, έχει σαν σκοπό να γνωρίσουν και να συγκρίνουν οι μεταγενέστεροι τη ζωή του τότε και του τώρα. Σε κάποιες στατιστικές, σύμφωνα με τις οποίες πολλοί από εμάς «δεν θα έπρεπε να είχαμε επιζήσει»(!), αντιπαρατίθεται η θέληση-το πείσμα για τη ζωή και την πρόοδο.
 
-  Οι περισσότεροι γεννηθήκαμε στα βουνά και στα χωράφια.
-  Ταξιδέψαμε μεγάλες αποστάσεις με τα πόδια και με τα ζώα.
-  Μεγαλώσαμε με ένα φαγητό στο τραπέζι κι αυτό πολλές φορές λιγοστό.
-  Η πρώτη μας «παιδική κρέμα» ήταν ο τραχανάς.
-  Η πρώτη μας κούνια και το πρώτο μας κρεβάτι, ίσως να ήταν φτιαγμένο από τα χέρια του πατέρα μας. Το ίδιο και το στρώμα από φύλλα καλαμποκιού [μπούσ(ι)α] ή με μαλλί προβάτου».
-  Το κρέας στη διατροφή μας ήταν λίγες φορές το χρόνο. Ίσως και λιγότερες από δέκα.
-  Τα σχολικά συσσίτια ήταν μια μεγάλη ανακούφιση για την οικονομία μας, ειδικά των πολύτεκνων οικογενειών.
-  Τα περισσότερα παιχνίδια μας ήταν ομαδικά, που πραγματικά τα ευχαριστηθήκαμε.
-  Δεν χορτάσαμε το βιομηχανικό-εμπορικό παιχνίδι, λόγω οικονομικών δυσχερειών.
-  Τα περισσότερο γνωστά «φάρμακα» για τις αρρώστιες ήταν τα ξόρκια.
-  Τρέχαμε σχεδόν πάντα πίσω από τα αυτοκίνητα. Όχι σπάνια, ανεβαίναμε στην σκάλα του λεωφορείου, αφού έτρεχε με μικρή ταχύτητα στο χωματόδρομο και το «φτάναμε».
-  Δεν ξέραμε στα πρώτα παιδικά μας χρόνια τί είναι ο κινηματογράφος και τί είναι η τηλεόραση.
-  Τα γόνατά μας ήταν σχεδόν μόνιμα τραυματισμένα. Συχνά και τα κεφάλια «ανοιγμένα».
-  Ακούσαμε πρώτη φορά ραδιόφωνο σε κάποιο καφενείο-παντοπωλείο του χωριού.
-  Τα βάζα με το γλυκό κουταλιού της μητέρας και της γιαγιάς στο ντουλάπι, άδειαζαν πολύ γρήγορα και κρυφά.
- Ρολόι στο χέρι δεν φορέσαμε πριν το γυμνάσιο, εκτός ελαχίστων. Αν φορέσαμε, αυτό ήταν ψεύτικο.
-  Τα πολύ μεγάλα (και σπάνια) ταξίδια μας ήταν μόνο με λεωφορείο και τραίνο.
-  Πολλοί από εμάς περπατούσαμε καθημερινά μεγάλες αποστάσεις για το σχολείο, μπορεί και 2-3 ώρες το πρωί για να πάμε και άλλες τόσες το μεσημέρι να γυρίσουμε. 
-  Τα σχολεία δεν σταματούσαν να λειτουργούν, ακόμα και με πολύ χιόνι (π.χ. 30 εκατοστά) και με χιονοθύελλες.
-  Μετά το σχολείο δεν είχε ούτε διάβασμα, ούτε ξεκούραση. Μας περίμεναν οι δουλειές στο χωράφι ή το κοπάδι. Διάβασμα το βράδυ με τη λάμπα πετρελαίου.
-  Το πρώτο βιβλίο που πολλοί «πιάσαμε» στα χέρια μας, ήταν το σχολικό (το «αλφαβητάριο») κι αυτό αγορασμένο με τις οικονομίες των γονιών μας. Η «δωρεάν παιδεία» ήταν ακόμα άγνωστη.
-  Το αεροπλάνο το ξέραμε μόνο επειδή το βλέπαμε να περνάει πολύ ψηλά.
-  Η πειθαρχία και στο σχολείο και εκτός σχολείου ήταν στρατιωτική και μάλιστα αυστηρά στρατιωτική.
-  Η καλύτερη και αποτελεσματικότερη παιδαγωγική «μέθοδος» πολλών δασκάλων ήταν το ξύλο.
-  Μαθητής γυμνασίου-λυκείου που θα έπεφτε στην αντίληψη του καθηγητή ότι κάπνιζε, είχε εξασφαλίσει την αποβολή.
-  Σε ηλικία δέκα ετών και βάλε είδαμε πολλοί για πρώτη φορά ηλεκτρικό ψυγείο.
-  Δεν ξέραμε τί είναι το παγωτό και, φυσικά, αν υπάρχει.
-  Οι πόρτες των σπιτιών δεν κλείδωναν το βράδια. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά ήταν ανοιχτές μέρα και νύχτα για κάθε περαστικό, ακόμα και τελείως άγνωστο.
-  Στο γειτονικό-φιλικό σπίτι μπαίναμε χωρίς να χτυπήσουμε την πόρτα.
-  Ποδήλατο μάθαμε μεγάλοι, κάπου στα δεκαπέντε, που κι αυτό ήταν ξένο (π.χ. κάποιου φίλου μας).
-  Οι οικονομικές δυσχέρειες μας έκαναν ν’ αποκτήσουμε το «κατοχικό σύνδρομο». Συχνά οι μεγαλύτεροι μας έλεγαν: «Κανείς δεν πέθανε από το φαΐ. Από την πείνα πέθαναν πολλοί στην κατοχή».
-  Σε πολλές υγειονομικές υπηρεσίες είχαν αναρτηθεί αφίσες με τροφές πλούσιες σε λιπαρά, όχι προς αποφυγή, αλλά προς προτίμηση. 
-  Το πρώτο μας αυτοκίνητο ήταν «σαραβαλάκι». «Καλό» αυτοκίνητο αποκτήσαμε κάπου στα σαράντα ή και αργότερα.
-  Τα νέα των ξενιτεμένων τα μαθαίναμε αρκετά ετεροχρονισμένα, με την ταχυδρομική αλληλογραφία.
-  Το πρώτο κινητό μας τηλέφωνο δεν το θεωρούσαμε πολύ απαραίτητο κι όταν το αποκτήσαμε (μετά τα σαράντα-σαρανταπέντε), τις περισσότερες ώρες το είχαμε κλειστό.
-  Σε μεγάλη ηλικία αποκτήσαμε ηλεκτρονικό υπολογιστή και «μπήκαμε» στο ίντερνετ, γι’ αυτό και σε γενικές γραμμές είμαστε ηλεκτρονικά αναλφάβητοι.
 
…Και ίσως πολλά ακόμα…

Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 29.9.2020

 
 

Δευτέρα 28 Σεπτεμβρίου 2020

Ψωμί με άρμη (άλμη), παλιότερα και τώρα

 
    Κάποιες γαλακτοβιομηχανίες τον τελευταίο καιρό έχουν προωθήσει στην αγορά ένα «νέο» προϊόν τυριού, δίνοντάς του τη δική της ονομασία κάθε εταιρία. Το προϊόν αυτό είναι είδος άρμης (άλμης) της παραδοσιακής φέτας, που μικρή ποσότητα με επίστρωση («άλειμμα») σε μια φέτα ψωμί, μπορεί να συνοδέψει το φαγητό, ειδικά το πρωινό.
     Ποτέ δεν έλειψε από την μεσογειακή μας διατροφή το τυρί σε διάφορες μορφές του, «αλειμμένο» στο ψωμί, ιδίως στο πρωινό. Κι αν ανατρέξουμε και στο σχετικά πρόσφατο παρελθόν, μια φέτα ψωμί με άρμη (άλμη) από το βαρέλι (που τη συναντάμε και με διάφορες άλλες ονομασίες, π.χ. αρμόγαλο, αρμούτσα), «αλειμμένη» στο ψωμί, ήταν πολλές φορές το μοναδικό πρωινό μας, αλλά και κάποιες άλλες το κύριο (και μοναδικό) φαγητό μας, νόστιμο, θερεπτικό και χορταστικό, για μεσημέρι και βράδυ. Αν μάλιστα ήταν και το ψωμί ζεστό, βγαλμένο εκείνη την ώρα από το σπιτικό ξυλόφουρνο, τότε απολαμβάναμε πραγματική αμβροσία!  
     Ειδικά στις αγροτικές περιοχές, θα ήταν αδιανόητο να υπήρχε νοικοκυριό χωρίς ζώα και παραγωγή τυριού, έστω και σε μικρές ποσότητες. Το τυρί ωρίμαζε σε ξύλινα βαρέλια και ως μέσο συντήρησης σε αυτά ήταν η άρμη, δηλαδή γάλα με το ανάλογο αλάτι. Η άρμη αυτή δεν ήταν άχρηστη μετά την κατανάλωση του τυριού του βαρελιού, αλλά άρταινε και νοστίμιζε πολλά φαγητά, όπως λαχανικά και ζυμαρικά. Το «ψωμί με άρμη» ήταν το πιο συνηθισμένο, ίσως και το πιο γνωστό.
     Αναμφισβήτα η άρμη στη σύγχρονη βιομηχανική παραγωγή της, που φαίνεται να έχει και μεγάλη ζήτηση στην αγορά, με συνήθως το πρώτο συνθετικό της ονομασίας «αλειφο», μας φέρνει έντονα στο νου την παράδοση, τα παιδικά μας χρόνια και το πρωινό της φτωχολογιάς!
 
Παρόμοια άρθρα:
 
 
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 28.9.2020
( Σύντομο βιογραφικό σημείωμα δείτε ΕΔΩ )

Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου 2020

Το σπαθί του Νικηταρά

Το ηρωικό σπαθί του Νικηταρά, στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο

 Ως ελάχιστη απότιση φόρου τιμής στη μνήμη του ΗΡΩΑ,
που πέθανε σαν σήμερα, 25 Σεπτεμβρίου 1849 


     Μυημένος στη Φιλική Εταιρία από το 1818 ο Νικήτας Σταματελόπουλος, ο αγώνας του για την Ελευθερία ήταν τίμιος και ανιδιοτελής. Έλαβε μέρος σε όλες, σχεδόν, τις μάχες στην Πελοπόννησο και τη Στερεά Ελλάδα, πολλές φορές στο πλευρό του Θ. Κολοκοτρώνη, του οποίου ήταν ανιψιός. Το θρυλικό σπαθί του, με το οποίο «έφαγε» πολλούς τούρκους στα Δερβενάκια και από τότε έλαβε το προσωνύμιο «Νικηταράς ο τουρκοφάγος», βρίσκεται και εκτίθεται σήμερα στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο. Έχει κι αυτό τη  δική του ιστορία, όμως, πέραν αυτής της μάχης στα Δερβενάκια:
     Το 1823, στην πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου, όταν ο εχθρός ερχόταν δια θαλάσσης και η Ελλάδα στερείτο πολεμοφοδίων, πολλοί Έλληνες, πλούσιοι και φτωχοί, προσέφεραν ό,τι μπορούσε ο καθένας για τον αγώνα. Τότε ο Νικηταράς, μη έχοντας τίποτ’ άλλο να δώσει, προσέφερε το σπαθί του. Το έστειλε στο Μιαούλη με γραπτό μήνυμα να το πουλήσει, για να πάρει μπαρουτόβολα. Ο Μιαούλης του το επέστρεψε με ευλάβεια και σεβασμό.
     Ήταν τέτοια η ανιδιοτέλεια και η τιμιότητα του ΗΡΩΑ, που όταν τον ρώτησε ο Τερτσέτης γιατί έμεινε φτωχός και δεν πήρε ποτέ του λάφυρα από πολλές τις νικητήριες μάχες που έλαβε μέρος, ο Νικηταράς απάντησε: «Δεν ήμουνα πραματευτής. Η μοίρα μου το θέλησε να γίνω καπετάνιος. Μα δε θα ήτανε σωστό να κάμω πραμάτεια το καπετανιλίκι μου για να καζαντίσω»!

     Πέθανε τυφλός και πάμφτωχος σαν σήμερα, 25 Σεπτεμβρίου του 1849. Η Ελληνική Πολιτεία για τις υπηρεσίες του, του είχε δώσει... άδεια επαιτείας(!) και επαιτούσε (ζητιάνευε) συνήθως έξω από τον ναό της Ευαγγελιστρίας στον Πειραιά.

Πηγή: Εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ

Επιμέλεια: Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 25.9.2020

Πέμπτη 17 Σεπτεμβρίου 2020

Τορβάς: Η μάσκα των ζώων! Πότε τη φοράνε και γιατί;




   Το γνωστό μας υφαντό ταγάρι, λέγεται και τορβάς ή ντορβάς, δανειζόμενος το «ν» από το άρθρο στην αιτιατική (στον τορβά). Όταν οι ανάγκες το απαιτούν, τοποθετείται και καλύπτει το στόμα και τα ρουθούνια συμπαθητικών τετράποδων (γαϊδουράκια, μουλάρια, άλογα). Αυτό γίνεται για να μην μπορούν να φάνε την ακάλυπτη φορτωμένη σε αυτά ζωοτροφή (σανό). Κατά τη μεταφορά, γυρίζουν συχνά το κεφάλι τους προς τα πίσω και τρώνε από λίγο, με κίνδυνο μετακίνησης ή και ανατροπής του φορτίου από την πλάτη τους (να «γυρίσει»). Έχοντας όμως τον τορβά «φορεμένο», τους είναι αδύνατο να φάνε κι έτσι το φορτίο και μένει ακέραιο και δεν κινδυνεύει «να γυρίσει».
     Μεταφορικά λέγεται τορβάς και το φαγητό, επειδή συνήθως στο ταγάρι μεταφέρεται το φαγητό του γεωργού στο χωράφι και του βοσκού στο βουνό. Γνωστή και η έκφραση-«απειλή» της μάνας στο άτακτο παιδί, που μετά την αταξία του φεύγει τρέχοντας να γλιτώσει τον ξυλοδαρμό: «θα σε πιάσω στον τορβά!», δηλαδή, «θα σε πιάσω όταν έρθεις για φαΐ και τότε θα υποστείς τις συνέπειες των πράξεών σου»!
     Ως ειδικό υφαντό για τα ζώα ο (ν)τορβάς, έχει αραιά ύφανση και δεν εμποδίζει ιδιαίτερα την αναπνοή του ζώου. Μπορεί, επίσης, με σχετική άνεση να πιεί νερό, π.χ. στο ποτάμι. Δεν είναι ασυνήθιστο να του βάζουν μέσα και λίγο καλαμπόκι, ειδικά την ώρα του φορτώματος, για να τρώει και να είναι «ήσυχο» και να φορτωθεί με ευκολία. Η εφαρμογή του στο ζώο, από το πίσω-επάνω μέρος του κεφαλιού είναι τόσο σταθερή, που όσο κι αν προσπαθεί ν' απαλλαχτεί απ’ αυτόν, του είναι πολύ δύσκολο έως αδύνατο να το καταφέρει.
     Με τη γνωστή φράση «έβαλε το κεφάλι σου (βαθειά) στον τορβά», θέλουμε να τονίσουμε ότι κάποιος περιήλθε σε πολύ δεινή θέση. Πιθανότατα προέρχεται από δύσκολες περιόδους του Ελληνισμού, π.χ. τουρκοκρατία, και έχει πολύ μακάβρια σημασία: όταν εκτελούσαν επικηρυγμένους, έβαζαν το κεφάλι τους στο ταγάρι και το πήγαιναν στον αγά, προς επιβεβαίωση της πράξης τους!
     Χαριτολογώντας, αυτόν τον καιρό θα μπορούσαν να... μοιάζουν με τον τορβά και οι μάσκες των ανθρώπων, για την προστασία από την πανδημία! Δικαιολογημένα, λοιπόν τα ζώα, βλέποντάς μας έτσι «περιορισμένους», να «λένε» σκωπτικά τους στίχους του γνωστού τραγουδιού του Γιάννη Λογοθέτη, σε μουσική Γιώργου Χατζηνάσιου, που το πρωτοτραγούδησε η Δήμητρα Γαλάνη: «Βρε, πώς αλλάζουν οι καιροί»!   

Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 16.9.2020

Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου 2020

Πρακτικοί μετεωρολόγοι και πρακτικές προβλέψεις καιρού


     Ακόμα και λίγες δεκαετίες πριν, που η επιστήμη της μετεωρολογίας είχε πολύ προχωρήσει σε σχέση με το μακρινό παρελθόν, στους ανθρώπους της υπαίθρου η ενημέρωση ήταν μηδενική έως ελάχιστη. Το μοναδικό μέσο ενημέρωσης που έφτανε στα χέρια τους ήταν η εφημερίδα, αρκετά ετεροχρονισμένα όμως. Για τηλεόραση ούτε λόγος, αλλά και ραδιόφωνο διέθεταν συνήθως τα καφενεία των χωριών και κάποια λίγα νοικοκυρόσπιτα με μεγαλύτερη οικονομική δύναμη από τα άλλα. Κι εδώ όμως η λήψη ήταν προβληματική, αφού οι ραδιοφωνικοί σταθμοί βρίσκονταν πολύ μακριά και δεν υπήρχαν τοπικοί αναμεταδότες. Έτσι, οι άνθρωποι παρατηρούσαν τα σημεία της φύσης και από αυτά προσπαθούσαν να εξάγουν συμπεράσματα για τον καιρό της ημέρας και των επόμενων ημερών. Αν π.χ., μετά από ένα τυχαίο γεγονός ξεσπούσε μια καταιγίδα, αυτό καταγραφόταν στη μνήμη τους και παρόμοιο γεγονός στο μέλλον κινούσε υποψίες για κάτι ανάλογο.
     Και στη σημερινή πραγματικότητα, όμως, και την πρόοδο των επιστημών και της μετεωρολογίας, πολλοί είναι εκείνοι που πιστεύουν τους πρακτικούς μετεωρολόγους, με κορυφαίο παράδειγμα όσους παρακολουθούν τα μερομήνια.
     Μυημένοι ορισμένοι από τη διδασκαλία των μεγαλύτερων, κυρίως κοντινών συγγενών, «κληρονομούσαν» την «τέχνη» και γίνονταν πολύτιμοι σύμβουλοι των συγχωριανών τους. Τους σταματούσαν στο δρόμο, τους εύρισκαν στα καφενεία, μετά την εκκλησία, μέχρι και που τους «ενοχλούσαν» ακόμα και στο σπίτι τους να τους ρωτήσουν για τον καιρό και να προγραμματίσουν τις δουλειές των επόμενων ημερών. Εκείνοι ένοιωθαν ευχαριστημένοι που μπορούσαν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους και εισέπρατταν την εκτίμησή τους και την ευγνωμοσύνη τους. Οι όχι και σπάνιες αποκλίσεις από τις προβλέψεις τους, όμως, προκαλούσαν συχνά την κριτική εις βάρος τους, συνήθως καλοπροαίρετη, όχι όμως πάντα. Τότε ήταν που οι ειρωνικές ερωτήσεις «έπεφταν βροχή»! Φυσικά, η παροχή μετεωρολογικών πληροφοριών γινόταν χωρίς αμοιβή και οι πρακτικοί μετεωρολόγοι ήταν υπολογίσιμοι άνθρωποι.
     Αξέχαστη μένει η αποστομωτική απάντηση ενός πρακτικού μετεωρολόγου, που ενώ το προηγούμενο βράδυ είχε προβλέψει καλοκαιρία, ξεκίνησε για το χωράφι του κρατώντας την ομπρέλα. Κάποιος γείτονάς του ήθελε να τον πειράξει καλοπροαίρετα κι εκείνος του απάντησε: «Ο μακαρίτης ο πατέρας μου έλεγε: Το καλοκαίρι πάρε μαζί σου αδιάβροχο, το χειμώνα ό,τι θέλεις κάνε»!
     Σημεία και προάγγελοι αλλαγής του καιρού μπορεί να είναι:
-  Το μεγάλο «αλώνι του φεγγαριού» προμηνύει κακοκαιρία (ένας κύκλος πολύ μεγάλης ακτίνας γύρω από το φεγγάρι το χειμώνα). Το «αλώνι» ευτό, όταν σχηματίζεται είναι πάντα ευδιάκριο, κανονικό σχήμα κύκλου, ακόμα κι αν το ίδιο το φεγγάρι δεν είναι «γεμάτο»

Το «αλώνι του φεγγαριού»

-  Αν το φεγγάρι στη «φέξη» μέχρι το πρώτο τέταρτο είναι σε τέτοια θέση που το «κοίλο» μέρος του μπορεί με τη φαντασία να «κρατήσει» νερό, τις επόμενες μέρες αναμένονται βροχές.
-  Το «κόκκινο» φεγγάρι φέρνει αέρα, ενώ το «καθαρό» καλοκαιρία.
-  Ο «θαμπός» ήλιος πιστεύεται ότι θα φέρει βροχή.
-  Το «υπόκουφο», μακρινό μπουμπούνισμα τις βροχερές μέρες του χειμώνα, προμηνύει μεγάλη χιονόπτωση.
-  Τα πολύ λαμπερά αστέρια το χειμώνα αναμένεται να φέρουν βροχή ή χιόνι.
-  Ένα «αθώο» συννεφάκι στη μέση ή σε κάποιο συγκεκριμένο σημείο του ουρανού, μπορεί τις επόμενες ώρες να φέρει καταιγίδα. 
-  Ένας απρόσμενος πόνος σε συγκεκριμένα σημεία του σώματος π.χ. αντιβράχιο, κνήμη, μέση, προμηνύει αλλαγή-επιδείνωση του καιρού.  
-   Αν τα καβούρια βγαίνουν και περπατάνε έξω από τα ποτάμια, τις λίμνες και τους λάκους, αναμένεται πολύ έντονη βροχή.
-  Το λάλημα του κόκορα στο κοτέτσι αποβραδίς, σημαίνει κι αυτό αλλαγή-επιδείνωση του καιρού («φυσιολογικά» ο κόκορας μας ξυπνάει με το λάλημά του το ξημέρωμα).
-  Αν η μυζήθρα από το γάλα «βγαίνει» με δυσκολία ή «σκορπάει» (θρυμματιζεται), το φαινόμενο αυτό είναι προάγγελος μεγάλης καταιγίδας και οι τσοπάνηδες που το γνωρίζουν ενημερώνουν σχετικά τους άλλους να μαζέψουν τα κοπάδια τους σε ασφαλές μέρος και συγχωριανούς τους γενικότερα για επικείμενη μεγάλη καταιγίδα.
-  Το πέταγμα και κελάηδημα του γλάρου σε μεγάλη απόσταση από τη θάλασσα είναι προμήνυμα βροχής.
-  Όταν τα μυρμήγκια μαζεύουν πολύ χώμα έξω από τη φωλιά τους, κυρίως προς το βοριά, αναμένονται αέρηδες, βροχές και κακοκαιρία.
-  Όταν οι μέλισσες συμπεριφέρονται «τεμπέλικα», δηλαδή δεν βγαίνουν για συλλογή τροφής, προμηνύεται βροχή.
-  Η συνεχής και μεγάλη ύφανση της αράχνης το καλοκαίρι, σημαίνει ότι η καλοκαιρία θα συνεχιστεί.
-  Όταν στη δύση του ήλιου βλέπουμε λίγα σύννεφα «χρυσά», θα ξημερώσει καλή μέρα.
-  Τα γνωστά μας (η)μερομήνια, από 1η έως 6η Αυγούστου (ορισμένοι τα υπολογίζουν με το παλαιό ημερολόγιο). Κάθε μέρα αντιστοιχεί σε δύο μήνες: Η 1η του μήνα από το πρωί μέχρι το μεσημέρι προμηνύει τί καιρό θα κάνει το Γενάρη και από το μεσημέρι μέχρι το βράδυ τί καιρό θα κάνει το Φλεβάρη, κ.ο.κ. Κατ’ άλλους οι παρατηρήσεις γίνονται για δώδεκα μέρες, μία για κάθε μήνα. Λέγεται ότι οι προβλέψεις βασίζονται στο είδος των νεφώσεων και τους ανέμους των ημερών.
-  Το «νίψιμο» της γάτας: Αν είναι κατά την ανατολή θα έχουμε καλοκαιρία, αν είναι κατά το νότο βροχές, κατά την δύση καταιγίδες και βαρυχειμωνιά και κατά το βοριά αέρα. («Νίψιμο» της γάτας: «πλένει» με τη γλώσσα της το σώμα της).
-  Η πρώιμη ανθοφορία των δέντρων, προμηνύει και πρώιμη άνοιξη.
- Ένα καλό, πολύτιμο και «έγκυρο», θα έλεγε κανείς μέσο πρόγνωσης του καιρού για πολλούς, ήταν ο Καζαμίας. Πέρα από ημερολόγιο και βιβλίο ποικίλης ύλος για όλο το χρόνο, οι καιρικές προβλέψεις για κάθε βδομάδα λαμβάνονταν πολύ σοβαρά υπ' όψιν.
                                                                                                           
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 13.9.2020