Το γνωστό μας υφαντό ταγάρι, λέγεται και
τορβάς ή ντορβάς, δανειζόμενος το «ν»
από το άρθρο στην αιτιατική (στον
τορβά). Όταν οι ανάγκες το απαιτούν, τοποθετείται και καλύπτει το στόμα και τα
ρουθούνια συμπαθητικών τετράποδων (γαϊδουράκια, μουλάρια, άλογα). Αυτό γίνεται
για να μην μπορούν να φάνε την ακάλυπτη φορτωμένη σε αυτά ζωοτροφή (σανό). Κατά
τη μεταφορά, γυρίζουν συχνά το κεφάλι τους προς τα πίσω και τρώνε από λίγο, με
κίνδυνο μετακίνησης ή και ανατροπής του φορτίου από την πλάτη τους (να
«γυρίσει»). Έχοντας όμως τον τορβά «φορεμένο», τους είναι αδύνατο να φάνε κι
έτσι το φορτίο και μένει ακέραιο και δεν κινδυνεύει «να γυρίσει».
Μεταφορικά λέγεται τορβάς και το φαγητό,
επειδή συνήθως στο ταγάρι μεταφέρεται το φαγητό του γεωργού στο χωράφι και του
βοσκού στο βουνό. Γνωστή και η έκφραση-«απειλή» της μάνας στο άτακτο παιδί, που
μετά την αταξία του φεύγει τρέχοντας να γλιτώσει τον ξυλοδαρμό: «θα σε πιάσω στον τορβά!», δηλαδή, «θα
σε πιάσω όταν έρθεις για φαΐ και τότε θα υποστείς τις συνέπειες των πράξεών
σου»!
Ως ειδικό υφαντό για τα ζώα ο (ν)τορβάς, έχει αραιά ύφανση και δεν εμποδίζει
ιδιαίτερα την αναπνοή του ζώου. Μπορεί, επίσης, με σχετική άνεση να πιεί νερό,
π.χ. στο ποτάμι. Δεν είναι ασυνήθιστο να του βάζουν μέσα και λίγο καλαμπόκι,
ειδικά την ώρα του φορτώματος, για να τρώει και να είναι «ήσυχο» και να
φορτωθεί με ευκολία. Η εφαρμογή του στο ζώο, από το πίσω-επάνω μέρος του
κεφαλιού είναι τόσο σταθερή, που όσο κι αν προσπαθεί ν' απαλλαχτεί απ’ αυτόν,
του είναι πολύ δύσκολο έως αδύνατο να το καταφέρει.
Με τη γνωστή φράση «έβαλε το κεφάλι σου (βαθειά) στον τορβά», θέλουμε να τονίσουμε ότι
κάποιος περιήλθε σε πολύ δεινή θέση. Πιθανότατα προέρχεται από δύσκολες
περιόδους του Ελληνισμού, π.χ. τουρκοκρατία, και έχει πολύ μακάβρια σημασία:
όταν εκτελούσαν επικηρυγμένους, έβαζαν το κεφάλι τους στο ταγάρι και το
πήγαιναν στον αγά, προς επιβεβαίωση της πράξης τους!
Χαριτολογώντας, αυτόν τον καιρό θα μπορούσαν
να... μοιάζουν με τον τορβά και οι μάσκες των ανθρώπων, για την προστασία από την πανδημία! Δικαιολογημένα, λοιπόν τα ζώα, βλέποντάς μας έτσι «περιορισμένους»,
να «λένε» σκωπτικά τους στίχους του γνωστού τραγουδιού του Γιάννη Λογοθέτη, σε μουσική
Γιώργου Χατζηνάσιου, που το πρωτοτραγούδησε η Δήμητρα Γαλάνη: «Βρε, πώς αλλάζουν οι καιροί»!
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 16.9.2020
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου