Τετάρτη 25 Ιανουαρίου 2023

Οι γαλότσες και τα «καλά παπούτσια» (επίκαιρο αφήγημα)

(Από τη συλλογή αφηγημάτων μου με τον γενικό τίτλο «η φωτογραφία», εκδόσεις «ΑΠΕΙΡΟΣ ΧΩΡΑ, 2012)


     Βαρύ και ζεστό το χειµωνιάτικο ντύσιµο στα χωριά µας – στον τόπο µας, γιατί εκτός από πολύ κρύο είναι και η υγρασία που «τρυπάει» κόκαλα. Από τον Οκτώβρη µέχρι και το τέλος Απρίλη, τα χώµα είναι πάντα υγρό και όταν βρέχει έχει πολλές λάσπες. Γι’ αυτό και δεν έβλεπες εύκολα µικρό ή µεγάλο κάποια χρόνια πριν, να κυκλοφορεί χωρίς γαλότσες αυτούς τους µήνες.
     Στο «πνεύµα» αυτό και τα μικρομάγαζα κάθε χωριού, φρόντιζαν µε το που τέλειωνε το καλοκαίρι να κάνουν καλές προµήθειες, αφού δεν υπήρχε πιθανότητα να τους µείνουν. Αλλά και αν τους έµεναν, δεν είχαν ζηµιά. Θα τις
καλοπούλαγαν το επόµενο χειµώνα, και όχι µόνο: Οι αγροτικές δουλειές ήθελαν γαλότσες όλες τις εποχές. Ανθυγιεινές και ενοχλητικές, βεβαίως, το καλοκαίρι, όµως, πολύ πρακτικές, αφού προστατεύουν και από τραυµατισµούς και δεν γεµίζουν τα πόδια χώµατα και σκόνες ή λάσπες στα ποτίσµατα και γενικά στις δουλειές των χωραφιών.
     Οι γονείς µας φρόντιζαν να µας τις εξασφαλίζουν, σαν «επίτευγµα» της τεχνολογίας, που ήλθαν να αντικαταστήσουν τα πιο παλιά παπούτσια, και στις περισσότερες περιπτώσεις τελείως ακατάλληλα να φορεθούν. Οι  γαλότσες είχαν κι ένα ακόµα προσόν: Το κόστος τους ήταν αρκετά προσιτό.
     Τις πρώτες φορές που τις φόρεσα, ένοιωθα, πέρα από πολύ όµορφα, πολύ ζεστά τα πόδια μου και, το κυριότερο, πολύ προστατευµένος, κάτι που το επιβεβαίωναν και όσοι άλλοι τις φόραγαν. Είχαν φροντίσει και οι γονείς µας προηγουµένως να µας µιλήσουν για τα πλεονεκτήµατά τους, κάτι που το βλέπαµε και στην πράξη, αφού και οι ίδιοι δεν τις έβγαζαν από τα πόδια τους. Συχνά τους ακούγαµε να λένε: «Σωθήκαµε µε τις γαλότσες!».
     Ο παππούς τις είχε µε µεγάλο σεβντά: «Στους πολέµους και στα νιάτα µου τα πόδια µου όλο µεσ’ τα νερά κολυµπούσαν. Μπορείς να φανταστείς τί γεράµατα θα είχα, αν δεν είχανε βγει οι γαλότσες;», τον είχα ακούσει πολλές  φορές να λέει. Τα βράδια που γύρναγε από τα πρόβατα, µε έβαζε να τις τραβάω, γιατί δε µπορούσε να σκύψει και δυσκολευότανε να τις βγάλει µόνος του. Γέµιζαν συχνά τα χέρια µου λάσπες, αλλά ποτέ δεν ήθελα να του αρνηθώ.
     ∆ε µας ένοιαζε να πατάµε µέσα σε λάσπες και νερά και καθηµερινά το ευχαριστιόµαστε να ριψοκινδυνεύσουµε, βασιζόµενοι και στο πέλμα με το «κεντητό πάτηµα», που δε γλίστραγε. Επιδιώκαµε, όµως, και κάτι ακόµα: Πατάγαµε τρέχοντας µέσα σε λακκούβες όταν είχαν μαζέψει νερό από τη βροχή, µε σκοπό να «πεταχτεί» πάνω σε όσους ήσαν σε µικρή απόσταση, επιδεικνύοντας ικανότητες καλού... σκοπευτή! Και βέβαια, αυτό δεν σήμαινε πως κι εμείς βγαίναµε πάντα «αλώβητοι» από τέτοια τολµήµατα, αφού κάποιες φορές τρώγαµε τα µούτρα µας και γυρίζαµε σπίτι βρεγµένοι και λασπωµένοι, η και µε σκισµένα τα ρούχα µας ακόµα! Και κάνα µπερντάχι από τους γονείς µας, δεν ήταν εκτός προγράμματος, όταν µας έβλεπαν έτσι. Όμως, εύκολα ξεπερνάγαµε τα µικροατυχήµατα αυτά, «αντισταθµίζοντας» και τη µεγάλη διαφορά από τα παπούτσια, που ήταν σαν να µην τα φοράµε καθόλου. Και µιλάµε, βέβαια, για παλιά παπούτσια, γιατί τα καινούργια ελάχιστες φορές ήµαστε τυχεροί και τα βάζαµε στα πόδια µας. Αλλά και πάλι, µε καινούργιο παπούτσι και να βγεις στις λάσπες; Θα ήταν «ιεροσυλία»!
     Τις γαλότσες τις φοράγαµε παντού: Στο σχολείο, στο παιχνίδι, στις διάφορες δουλειές έξω από το σπίτι, ακόµα και στην εκκλησία στο βαρύ χειµώνα µε τα χιόνια. Όταν βάζαµε και πλεκτές μάλλινες-χειροποίητες κάλτσες, γίνονταν ο καλύτερος συνδυασµός για την µάχη απέναντι στα κρύα. Όσο ο χειµώνας αγρίευε και ο πάγος και το χιόνι ήταν µόνιµα φαινόµενα, η απόδοσή τους µειωνόταν. «Κακός αγωγός» στη θερµότητα το λάστιχο, αλλά το κρύο πέρναγε. Κι ακόµα, η φθορά στις μάλλινες κάλτσες και στην βαµβακερή εσωτερική επένδυση της γαλότσας, έκαναν τα πόδια να είναι όλη µέρα κοκαλιασμένα.
     Πόσες φορές δεν κόλλαγαν και µέσα στις λάσπες και το πόδι έβγαινε... µόνο του! Εκεί να δεις γλέντια! Να προσπαθείς να ισορροπήσεις στο άλλο πόδι για να µη βρεθείς ανάσκελα στη λασπωμένη γη κι από την άλλη να προσπαθείς να πετύχεις να µπει το πόδι στην «κολληµένη» γαλότσα! Ήταν ένα πραγµατικά µεγάλο «θέαµα» και «άθληµα»! Αργότερα που ο χειµώνας παραχωρούσε δειλά – δειλά τη θέση του στην άνοιξη και µε τις πρώτες ζέστες τα πόδια ίδρωναν και µύριζαν, η µυρωδιά αυτή γινόταν και... όπλο στα... πόδια των αδιάβαστων µαθητών, να ξεφύγουν την εξέταση: Έβγαναν µέσα στο µάθηµα τη µια γαλότσα, κάτω από το θρανίο, και η δασκάλα -περισσότερο αν ήταν δασκάλα απ’ ότι δάσκαλος-, αναγκαζόταν να διακόψει το µάθηµα και ν’ ανοίξει τα παράθυρα, ή κάποιες φορές να βγει και η ίδια έξω από την αίθουσα! Έτσι πετύχαιναν το στόχο τους, αφού γλίτωναν την εξέταση στο μάθημα!
     Τη λαχτάρα και τη χαρά της γαλότσας στα πρώτα σχολικά χρόνια, ακολούθησε η απαξίωση τα επόµενα. Θεωρώντας τες «παπούτσι» άκοµψο, που προκαλούσε και αποστροφή από τη µυρωδιά, ντρεπόµαστε στα γυµνασιακά χρόνια από τους συµµαθητές που φόραγαν δερµάτινα, γιατί νοιώθαμε ότι δεν έχουμε τον πολιτισµό τους. Όταν, µάλιστα, ακούγαμε και στο ραδιόφωνο τη διαφήµιση μια υποδηματοβιομηχανίας, ότι «ο άντρας από τα παπούτσια ξεχωρίζει», επηρεαζόμαστε περισσότερο! Τι να κάναμε, όµως, που ήµαστε αναγκασµένοι να τις φοράμε για να γλιτώνουμε τις λάσπες; Τα χιλιόµετρα που πολλοί κάναμε καθηµερινά για το δηµοτικό και τα πολύ περισσότερα αργότερα για το γυµνάσιο, ήταν λόγος που δεν δεχόταν... αντίλογο! Προσπαθούσαμε πάντα να τις κρύβουμε, είτε κάτω από το θρανίο, είτε πίσω από τα καθίσµατα στο λεωφορείο κι οπουδήποτε αλλού και με κάθε τρόπο που µπορούσαμε. Ο µεγαλύτερος εφιάλτης µας ήταν όταν µας σήκωναν οι καθηγητές για µάθηµα στον πίνακα! Εφιάλτης, όχι για τον αν θα µας εύρισκαν αδιάβαστους, αλλά που θα μας έβλεπαν µε τις γαλότσες οι συµµαθητές και προ πάντων τα κορίτσια! Κι όσο από τη θέση εκείνη βλέπαμε κάτω από τα θρανία άλλους να φοράνε καλή ποιότητος και δερµάτινα, τόσο µικρότερη γινόταν η αυτοπεποίθησή µας! 
     Αργότερα, που ο καιρός έφτιαχνε και φοράγαμε «καλό» παπούτσι, θέλαμε πάντα να είναι προσεγµένο, βαµµένο και καλά «γυαλισµένο». Νοιώθαμε τότε να ανεβαίνει η αυτοεκτίµησή µου και η αξιοπρέπειά µας. Και όσο πιο καλό ήταν, τόσο επιδιώκαμε να το βλέπουν οι άλλοι!

====================

     Κάθε φορά που έρχονται στο μυλό μου παρόμοια βιώματα, σκέπτομαι πως αν θα µπορούσαν να συγκριθούν εκείνα τα «καλά παπούτσια» µε κάποια σύγχρονα προϊόντα που κυριαρχούν στις µέρες µας, ένα από αυτά θα ήταν σίγουρα το ακριβό κινητό τηλέφωνο ή ένα τάμπλετ. Πολύ συχνά ακούς και βλέπεις τα παιδιά να διαμαρτύρονται στους γονείς τους, επειδή αισθάνονται μειονεκτικά απέναντι σε συνομήλικούς τους για το «φτηνό» κινητό τους!
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 25.1.2023

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου