Εικόνα: Από την ταινία «Θανασάκης ο πολιτευόμενος»,
παραγωγής 1954 (διαδίκτυο) |
Όσο πλησίαζε η λήξη της τετραετίας της κυβέρνησης,
η κατάσταση κάποιες φορές ξέφευγε από κάθε έλεγχο στο καφενείο του ορεινού χωριού. Είχαν
γίνει καθημερινότητα ο φανατισμός, οι γκρίνιες, οι αντιπαραθέσεις, οι διαπληκτισμοί,
ακόμα και οι ύβρεις και βλασφημίες μεταξύ των διαφόρων ηλικιών ανδρικού φύλου θαμώνων, όλοι ντόπιοι
κάτοικοι και οι περισσότεροι γείτονες και συγγενείς μεταξύ τους. Και όσο οι
εκλογές πλησίαζαν, ειδικά από την ημέρα που ανακοινωνόταν το κλείσιμο της βουλής,
μεγάλωνε και η ένταση. Την κατάσταση επιδείνωναν περισσότερο και τα κλειστά
παράθυρα και το πάντα πυκνό σύννεφο καπνού από τα τσιγάρα. Όσο κι αν
προσπαθούσαν ο Χρήστος ο καφετζής κι άλλοι ψύχραιμοι να συγκρατηθούν τα
πνεύματα, αυτό δεν γινόταν πάντα εφικτό.
Μέσα σε λίγα λεπτά ή και δευτερόλεπτα ακόμα,
κυβερνήσεις «ανέβαιναν» και κυβερνήσεις «έπεφταν», αφού η «θητεία» τους κρινόταν
είτε ανεπαρκής είτε επικίνδυνη είτε καταστροφική και κάποιες φορές η «προδοσία»
έφερνε σε μεγάλες περιπέτειες και κινδύνους τη χώρα.
Ελάχιστοι ήταν αυτοί από τους θαμώνες που
απολάμβαναν τον καφέ τους και ασχολούνταν με συζητήσεις άλλων θεμάτων, πλην της
πολιτικής. Μεταξύ αυτών και ο μπάρμπα-Βασίλης, ένας γέροντας κοινής αποδοχής σην κοινωνία του χωριού του,
που εκείνη την ημέρα, λίγο πριν τις εκλογές το χειμώνα του 198…, φαινόταν πολύ
προβληματισμένος από την τροπή που είχε πάρει η άνευ προηγουμένου έντονη
συζήτηση, για το ποιο κόμμα θα κυβερνήσει από την επομένη των εκλογών. Ήταν σκυμμένος
στη γωνία του καφενείου, καθισμένος με τον συνομήλικό του μπάρμπα-Σωτήρη στο
τραπεζάκι και χτύπαγε κάπως νευρικά και ρυθμικά το πάτωμα με την μαγκούρα του,
που όμως δεν ακουγόταν, γιατί στο κάτω μέρος είχε λάστιχο. Για μια στιγμή,
σήκωσε το κεφάλι του και φάνηκε όλο το πρόσωπό του, που από το σκύψιμο κάλυπτε
η τραγιάσκα του. Φώναξε δυνατά:
«Για ακούστε με λίγο!…».
Τίποτα
όμως. Κανείς δεν του έδωσε σημασία και οι διαφωνίες και οι διαπληκτισμοί συνεχίζονταν.
Σε λίγο φώναξε πιο δυνατά:
«Για ακούστε με λίγο, ρε!...».
Μα και πάλι τίποτα. Την Τρίτη φορά επενέβη
πολύ περισσότερο δυναμικά: Χτύπησε δυνατά τρείς τέσσερις φορές το μεταλλικό
πράσινο στρογγυλό τραπέζι με τη μαγκούρα του. Αμέσως οι φωνές σταμάτησαν και
όλων τα βλέμματα γύρισαν προς τα κει, για να δουν τι συμβαίνει. Ξαφνικά επεκράτησε
απόλυτη ησυχία. Ήταν η καταλληλότερη
στιγμή και ευκαιρία να πει σε όλους ο μπάρμπα-Βασίλης αυτά που ήθελε ήρεμα να τους
πει:
«Για ακούστε με λίγο, ρε λεβέντες! Τόσες
μέρες τώρα, τα ίδια και τα ίδια. Τα ίδια λέτε, τα ίδια ξαναλέτε! Θα ’ρθει ο ένας
να σας δώσει, θα ’ρθει ο άλλος να σας πάρει, ο ένας να σας σώσει κι ο άλλος να σας
βουλιάξει! Των περισσότερων έχουν ασπρίσει τα μαλλιά μας και δεν έχουμε
καταλάβει ακόμα πως, αν δε σκάψουμε το χωράφι κι αν δεν φυλάξουμε τα πρόβατα,
δεν θα μας δώσει κανείς να φάμε! Και τούτος εδώ, δείχνοντας τον καφετζή, αν δεν
έρθει πρωί-πρωί ν’ ανοίξει το μαγαζί του και ν’ ακούει το μακρύ και το κοντό
του καθενός μας, κανείς δεν θα του δώσει τίποτα! Αφήστε τη γκρίνια και τη
φαγωμάρα, λοιπόν, γιατί και την άλλη μέρα από τις εκλογές πάλι οι ίδιοι θα
είμαστε, πάλι μαζί θα είμαστε, πάλι εδώ θα είμαστε!...».
Η
συνέχεια της υπόλοιπης μέρας των θαμώνων κύλισε σχετικά ήσυχα στο καφενείο. Από
την επόμενη, όμως, τα αίματα άρχισαν πάλι ν’ ανάβουν, πρωί-πρωί κιόλας. Τότε ο
μπάρμπα-Βασίλης σηκώθηκε να φύγει για το σπίτι του, αφήνοντας μισοτελειωμένο
και τον καφέ του. Στην προσπάθειά του να
του αλλάξει γνώμη ο καφετζής, πήρε την απάντηση:
«Μου πήραν το κεφάλι, ρε Χρήστο!... Θα
ξανάρθω λίγες μέρες μετά τις εκλογές, που θα έχουν τελειώσει και οι πανηγυρισμοί όσων
νικήσουν και η κρυάδα όσων χάσουν!», είπε και βγήκε αηδιασμένος από το καφενείο!
Νίκος
Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 22.5.2023
Νίκος
Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 22.5.2023
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου