Δευτέρα 13 Απριλίου 2020

Μεγάλη Τρίτη: Το τροπάριο της Κασσιανής - στοιχεία ιστορίας και παράδοσης




Περιεχόμενα:
-  Σύντομη ιστορική αναδρομή
-  Μια διαφορετική εκδοχή
-  Το τροπάριο (από τα εκκλησιαστικά βιβλία)
-  Το τροπάριο σε ποιητική απόδοση-μετάφραση Κωστή Παλαμά και Φώτη Κόντογλου
---------

     Αν και η βιβλιογραφία δεν μας δίνει πολλά στοιχεία για τη ζωή της Κασσιανής, ή Κασ(σ)ίας, ή Εικασίας, ή Ικασίας πριν τη γνωριμία της με τον αυτοκράτορα Θεόφιλο, από Βυζαντινούς χρονικογράφους μαθαίνουμε ότι ήταν πολύ έξυπνη, καλλιεργημένη και όμορφη. Οι ίδιοι αναφέρουν ότι συμμετείχε στην τελετή επιλογής νύφης για τον αυτοκράτορα Θεόφιλο, την οποία είχε διοργανώσει περί το 830 μ.Χ. η μητέρα του (ή μητριά του) Ευφροσύνη, όπου συμμετείχαν και άλλες ένδεκα ακόμα υποψήφιες με ανάλογα προσόντα.
     Εντυπωσιασμένος από την ομορφιά της Κασσιανής, ο αυτοκράτορας την πλησίασε και, θέλοντας να δοκιμάσει και την εξυπνάδα της, της είπε: «Εκ γυναικός ερρύη τὰ φαύλα», δηλαδή, «από τη γυναίκα προήρθαν τα κακά», υπονοώντας την αμαρτία της Εύας. Πανέξυπνη και ετοιμόλογη η Κασσιανή, του απάντησε: «Αλλά και εκ γυναικός πηγάζει τα κρείττω», δηλαδή «και από τη γυναίκα ήρθαν τα καλά», υπονοώντας στην Παναγία που γέννησε το Χριστό.
     Σύμφωνα με την παράδοση, ο ακριβής διάλογός τους ήταν:
- Εκ γυναικός τα χείρω.
- Kαι εκ γυναικός τα κρείττω.
     Λέγεται ότι εκτός από τη  ομορφιά της, θαύμασε και την εξυπνάδα της, η οποία όμως τον έφερε σε δύσκολη θέση με την απάντησή της. Γι’ αυτό και δεν προτίμησε εκείνη, αλλά την εξ ίσου όμορφη και σεμνή Θεοδώρα, από την Παφλαγονία.
      Μετά την αποτυχία της αυτή η Κασσιανή, αποφάσισε να εγκαταλείψει τα εγκόσμια και ν’ ακολουθήσει το μοναχικό σχήμα. Έκτισε η ίδια μοναστήρι και αφιερώθηκε στη λατρεία του Θεού. Στο μοναστήρι ανακάλυψε το έμφυτο ταλέντο της στην ποίηση, τα εκκλησιαστικά τροπάρια και τους εκκλησιαστικούς ύμνους, πολλοί από του οποίους συμπεριλαμβάνονται στα λειτουργικά βιβλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Μεταξύ των πολλών κειμένων και ποιημάτων που έγραψε, είναι και το πολύ γνωστό τροπάριο της Μεγάλης Τρίτης που «φέρει» το όνομά της. Η μνήμη της τιμάται στις 7 Σεπτεμβρίου.
     Το πιθανότερο είναι ότι γι’ αυτό εμπνεύστηκε από την αμαρτωλή γυναίκα του Ευαγγελίου, πού σε ένδειξη μετάνοιας άλειψε με μύρο Τα Πόδια Του Ιησού και τα σκούπισε με τα μαλλιά της, λίγο πριν το Πάθος Του.
     Η επικρατέστερη εκδοχή είναι ότι ο ύμνος αυτός μελοποιήθηκε, όπως αποδίδεται σήμερα τον 18ο αιώνα, από τον συνθέτη βυζαντινής μουσικής Πέτρο Λαμπαδάριο.

Μια διαφορετική εκδοχή (που είχα διαβάσει σε παιδική ηλικία)

     Σύμφωνα με την παράδοση, ο Θεόφιλος και η Κασσιανή δεν ξεπέρασαν ποτέ τα αισθήματά τους ο ένας για τον άλλον. Σε μεγάλη ηλικία, η Κασσιανή καθόταν στο κελί της κι έγραφε το γνωστό τροπάριο της Μεγάλης Τρίτης, αφιερωμένο στη μετάνοια της γυναίκας του Ευαγγελίου. Τότε είδε από το παράθυρο το Θεόφιλο, που πήγαινε να τη δει, σε γεροντική κι αυτό ηλικία. Αμέσως άφησε μισοτελειωμένο τα κείμενό της πάνω στο τραπέζι, κάπου στο σημείο «…ἀποσμήξω τούτους δὲ πάλιν τοῖς τῆς κεφαλῆς μου βοστρύχοις ὧν ἐν τῷ παραδείσῳ Εὔα» (θα σκουπίσω πάλι Τα Πόδια Σου με τα μαλλιά της κεφαλής μου στον παράδεισο ως Εύα») και κρύφτηκε σε μια ντουλάπα, μη επιτρέποντας στο παλαιό της πάθος να υπερνικήσει το μοναστικό της ζήλο. Μπαίνοντας στο κελί της ο Θεόφιλος την αναζήτησε, αλλά μάταια. Είδε όμως το χειρόγραφό της επάνω στο τραπέζι και το διάβασε. Μόλις ολοκλήρωσε την ανάγνωση, συμπλήρωσε με δικά του γράμματα: «τὸ δειλινόν κρότον τοῖς ὠσὶν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη» («το δειλινό άκουσε τα βήματά του και από το φόβο της κρύφτηκε»), υπονοώντας την ίδια την Κασσιανή, όντας βέβαιος ότι τον είδε και παραμέρισε. Φεύγοντας, εντόπισε με το βλέμμα του την Κασσιανή στη ντουλάπα, αλλά δεν της μίλησε, σεβόμενος την επιθυμία της. Μόλις ο αυτοκράτορας απομακρύνθηκε, εκείνη βγήκε και διάβασε την προσθήκη του στο κείμενό της. Της άρεσε, το άφησε όπως ήταν και συνέχισε από εκεί και κάτω! Έτσι, έμεινε το περίφημο τροπάριο της Κασσιανής να αναφέρεται στη γυναίκα του Ευαγγελίου, αλλά και στην Εύα που κρύφτηκε όταν άκουσε τα βήματα του Θεού στον Παράδεισο, έχοντας και οι δύο ως κοινό γνώρισμα τη μετάνοια. Το σημείο αυτό του τροπαρίου, όμως, «καταγράφει» και την ίδια την Κασσιανή, που κρύφτηκε κι αυτή να μην την δει ο Θεόφιλος! 

Το τροπάριο της Κασσιανής, δοξαστικό της Μεγάλης Τρίτης το βράδυ (από τα εκκλησιαστικά βιβλία)

     « Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή τὴν σὴν αἰσθομένη θεότητα, μυροφόρου ἀναλαβοῦσα τάξιν ὀδυρομένη, μύρα σοι, πρὸ τοῦ ἐνταφιασμοῦ κομίζει. Οἴμοι! λέγουσα, ὅτι νύξ μοι ὑπάρχει, οἶστρος ἀκολασίας, ζοφώδης τε καὶ ἀσέληνος ἔρως τῆς ἁμαρτίας. Δέξαι μου τὰς πηγὰς τῶν δακρύων, ὁ νεφέλαις διεξάγων τῆς θαλάσσης τὸ ὕδωρ· κάμφθητί μοι πρὸς τοὺς στεναγμοὺς τῆς καρδίας, ὁ κλίνας τοὺς οὐρανοὺς τῇ ἀφάτῳ σου κενώσει. Καταφιλήσω τοὺς ἀχράντους σου πόδας, ἀποσμήξω τούτους δὲ πάλιν τοῖς τῆς κεφαλῆς μου βοστρύχοις· ὧν ἐν τῷ παραδείσῳ Εὔα τὸ δειλινόν, κρότον τοῖς ὠσὶν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη. Ἁμαρτιῶν μου τὰ πλήθη καὶ κριμάτων σου ἀβύσσους τίς ἐξιχνιάσει, ψυχοσῶστα Σωτήρ μου; Μή με τὴν σὴν δούλην παρίδῃς, ὁ ἀμέτρητον ἔχων τὸ ἔλεος ».

Το τροπάριο σε ποιητική απόδοση του Κωστή Παλαμά

Κύριε, γυναίκα αμαρτωλή, πολλά
πολλά, θολά, βαριά τα κρίματά μου.
Μα Κύριε, πώς η Θεότης Σου μιλά,
μέσ’ στην καρδιά μου!

Κύριε, προτού σε κρύψ’ η εντάφια γη
από τη δροσαυγή λουλούδια πήρα
κι απ’ της λατρείας την τρίσβαθη πηγή
σου φέρνω μύρα.

Οίστρος με σέρνει ακολασίας ... Νυχτιά
σκοτάδι, αφέγγαρο, ανάστερο με ζώνει,
το σκοτάδι της αμαρτίας, φωτιά
με καίει, με λιώνει.

Εσύ που από τα πέλαγα τα νερά
τα υψώνεις νέφη, πάρε τα Έρωτά μου,
κυλάνε, είναι ποτάμια φλογερά
τα δάκρυά μου.

Γείρε σ’ εμέ. Η ψυχή μου πως πονεί!
Δέξου με Εσύ που δέχτηκες κι εγείραν
άφραστα ως εδώ κάτω οι ουρανοί
και σάρκα επήραν.

Στ’ άχραντά Σου πόδια, βασιλιά
μου Εσύ, θα πέσω και θα στα φιλήσω
και με της κεφαλής μου τα μαλλιά
θα στα σφουγγίσω.

Τ’ άκουσε η Εύα μέσ’ στο αποσπερνό
του παράδεισου φως ν’ αντιχτυπάνε,
κι αλαφιασμένη κρύφτηκε ... Πονώ,
σώσε, έλεος κάνε.

Ψυχοσώστ’ οι αμαρτίες μου λαός
τ’ αξεδιάλυτα ποιός θα ξεδιαλύσει;
Αμέτρητό Σου το έλεος, ο Θεός!
Άβυσσος η κρίση.

     Εκτός από την ποιητική απόδοση του Κωστή Παλαμά, πολύ σπουδαία είναι και η μετάφραση του Φώτη Κόντογλου, η οποία και παρατίθεται:
     Κύριε, η γυναίκα που έπεσε σε πολλές αμαρτίες, σαν ένοιωσε τη Θεότητά Σου, γίνηκε μυροφόρα και Σε άλειψε με αρώματα πριν από τον ενταφιασμό Σου κι έλεγε οδυρόμενη: Αλλοίμονο σε μένα, γιατί μέσα μου είναι νύχτα κατασκότεινη και δίχως φεγγάρι η μανία της ασωτείας κι ο έρωτας της αμαρτίας. Δέξου από μένα τις πηγές των δακρύων, Εσύ που μεταλλάζεις με τα σύννεφα το νερό της θάλασσας. Λύγισε στ’ αναστενάγματα της καρδιάς μου, Εσύ που έγειρες τον ουρανό και κατέβηκες στη γη. Θα καταφιλήσω τα άχραντα πόδια Σου και θα τα σφουγγίσω πάλι με τα πλοκάμια της κεφαλής μου, αυτά τα Πόδια, που σαν η Εύα κατά το δειλινό, τ’ άκουσε να περπατάνε και από το φόβο της κρύφτηκε. Των αμαρτιών μου τα πλήθη και των κριμάτων σου την άβυσσο, ποιος μπορεί να τα εξιχνιάσει, ψυχοσώστη Σωτήρα μου; Μην καταφρονέσεις τη δούλη Σου, Εσύ που έχεις τ’ αμέτρητο έλεος.

===========================

Πηγές:
-  Εγκυκλοπαίδεια «ΕΛΛΑΔΙΚΗ»
-  Ορθόδοξος Συναξαριστής
-  Εικόνα ανάρτησης: Διαδίκτυο

Επιμέλεια: Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 8.4.2020
(Σύντομο βιογραφικό δείτε ΕΔΩ)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου