Δευτέρα 21 Απριλίου 2025

23-4-85 ΕΛΕΝΗ(*) - ΠΟΙΗΜΑ

         

                                             Στον αφέγγαρο ουρανό
                         τα ολοφώτιστα αστέρια
                         πάντα για σένα μιλάνε!
                         Κι όταν το φεγγάρι                          
                         ολόγιομο φεγγοβολεί,
                         μιλάει εκείνο για σένα,
                         σαν κι ο ήλιος,
                         που με το χαμόγελό σου ανατέλλει!
                         Σαν τη δική σου φωνή,
                         σαν το δικό σου τραγούδι
                         και το μουσικό κελάρυσμα του νερού!
                         Σαν τα λουλούδια της άνοιξης,
                         σαν την ίδια την άνοιξη εσύ,
                         κάνεις πάντα άνοιξη τη ζωή μου!
                         Σ’ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ!
---------------------
(*) Η ημερομηνία, με το όνομα της βέρας μου κι από τότε πάντα και της καρδιάς μου!

                                                                     Ν.Π., 20.4.2025

Τετάρτη 16 Απριλίου 2025

Προσκύνημα στην Αγία Γη (ποίημα)

Φωτογραφία: Προσκύνημα-ναός στο λόφο του Γολγοθά (Ιεροσόλυμα), όπως είναι σήμερα
 
                                Λαχταρώ να γονατίσω κει που πάτησ’ ο Χριστός,
                                ταπεινά προσκυνήσω πέτρες που είδανε το Φως.
                                Που ακούσαν τη λαλιά Του τους ψαράδες να καλεί,
                                που ενοιώσαν τη ματιά Του άγια, σαγηνευτική.
                                Κει που πλήθη εχορτάσαν, που θεράπευσε τυφλούς,
                                που ανέμοι εσωπάσαν, που ανέστησε νεκρούς.
                                Κει που ’στάθη ν’ ανασάνει, κουβαλώντας το Σταυρό,
                                με τ’ αγκάθινο στεφάνι, τον ιδρώτα Του καυτό.
                                Κει που τόσα εγινήκαν, να ρωτήσω να μου πουν,
                                χέρια ανθρώπου πώς βρεθήκαν; Πώς το μάννα το ξεχνούν;
                                Και οι πέτρες θα μου πούνε, που «εσχίσθησαν»* κι αυτές,
                                έχουν τρόπο ν’ αγαπούνε κι όχι πέτρινες καρδιές!
                                Όμως, πώς να ξεκινήσω; Πώς είμ’ άξιος εγώ,
                                τέτοιες πέτρες να πατήσω, δρόμους Πάθους να διαβώ;
---------------------------------
* Ευαγγέλιο Ματθαίου, ΚΖ΄, 51: «Και ιδού το καταπέτασμα του ναού εσχίσθη εις δύο από άνωθεν έως κάτω και η γη εσείσθη και αι πέτραι εσχίσθησαν» (την ώρα που Ο Χριστός «παρέδωσε το Πνεύμα»).
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος
(Από την ποιητική μου συλλογή «ΕΜΜΕΤΡΑ», εκδόσεις «ΑΠΕΙΡΟΣ ΧΩΡΑ», 2008)

Σάββατο 12 Απριλίου 2025

Ο ήρωας του Μεσολογγίου Χρήστος Καψάλης (σύντομο επετειακό αφιέρωμα)

                                           

     Γόνος παλιάς πολύ εύπορης οικογένειας και πρόκριτος του Μεσολογγίου ο Χρήστος Καψάλης, ήταν κι ένας από τους πρωτεργάτες της κήρυξης της Επανάστασης στη Στερεά Ελλάδα. Πολύ σημαντική περίοδος της μακρόχρονης δράσης του, υπήρξε και η Β΄ πολιορκία της πόλης (1825). Μεγάλης ηλικίας τότε, διέθεσε όλη του την περιουσία στον Αγώνα. Επίσης, έλαβε μέρος και σε όλα τα συμβούλια των «Ελεύθερων Πολιορκημένων», δίνοντας σωστές κατευθύνσεις. Συμμετείχε, παράλληλα, και στην επισκευή προμαχώνων και στην εμψύχωση των υπερασπιστών την πόλης. Όταν ο μεγάλος φιλέλληνας Λόρδος Βύρων πήγε στο Μεσολόγγι, του διέθεσε ένα από τα σπίτια του να κατοικήσει.
     Όταν η άμυνα της πόλης από τους υπερασπιστές της ήταν πλέον αδύνατη, αποφασίστηκε η Ηρωική Έξοδος (8 Απριλίου) και ορίστηκε για δύο μέρες μετά (10 Απριλίου 1826, Κυριακή των Βαΐων). Τότε ο Χρήστος Καψάλης πήρε το μπαστούνι του και σαν «ντελάλης» περιφερόταν στους δρόμους, καλώντας γέροντες, ανήμπορους, ανάπηρους, τραυματίες και αδύναμα από τις στερήσεις του αποκλεισμού γυναικόπαιδα, «που ήθελαν να βρουν τίμιο θάνατο», να συγκεντρωθούν στη μεγάλη μπαρουταποθήκη. Μαζί κάλεσε και τις νέες και όμορφες κοπέλες, που δεν ήθελαν να βρεθούν στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής. Λίγες μέρες νωρίτερα, ο ήρωας είχε κηδέψει τη γυναίκα του, που πέθανε από τις στερήσεις και τις κακουχίες του αποκλεισμού. Στο γιο του που την έκλαιγε, είπε: «Καλύτερα που πέθανε, να μη δει τις συμφορές μας».
     Στο «προσκλητήριό του» ανταποκρίθηκαν περί τα τετρακόσια άτομα. Άνοιξε τα παράθυρα της μπαρουταποθήκης κι έβγαλε σ’ αυτά τις όμορφες νέες κοπέλες. Μόλις τις είδαν οι τούρκοι, έτρεξαν πιστεύοντας ότι θα το «γιορτάσουν». Αφού συγκεντρώθηκαν πολλοί απέξω, με αλαλαγμούς χαράς όρμησαν στη μεγάλη πόρτα και τη γκρέμισαν. Τότε ο Χρήστος Καψάλης πυροδότησε με αναμμένη δάδα το μπαρούτι, κάνοντας το Σταυρό του και φωνάζοντας δυνατά: «Μνήσθητί μου, Κύριε, όταν έλθης εν τη Βασιλεία Σου»!, και ανατινάχθηκαν όλοι μαζί. Ήταν 10 Απριλίου, την Κυριακή των Βαΐων του 1826.  
     Η εκούσια αυτή θυσία δείχνει τη δύναμη της ανθρώπινης ψυχής, όταν τολμά και ορθώνει το ανάστημά της εναντίον της βίας και ο πυρσός του Καψάλη θα σκορπίζει στους αιώνες το πυκνό σκοτάδι της δουλείας και με τη λαμπρή φεγγοβολή του, θα φωτίζει τον δρόμο που οδηγεί στο μεγαλύτερο ανθρώπινο ιδανικό, ην ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ.
     Η λάμψη εκείνης της έκρηξης ευαισθητοποίησε και φώτισε το κίνημα του Φιλελληνισμού για την Ελευθερία σε όλο τον κόσμο.
Η προτομή του ήρωα Χρήστου Καψάλη στον Κήπο των Ηρώων του Μεσολογγίου


     Μαρμάρινη προτομή του Χρήστου Καψάλη ευρίσκεται στο Κήπο των Ηρώων της Ιερής Πόλης Μεσολογγίου και ο ηρωισμός του υμνήθηκε από την Ελληνική Λογοτεχνία. Γράφει ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης στο επικό ποίημα του «Ύμνος στον Ανδριάντα Γρηγορίου του Ε΄»:

                          «[…]Το Σούλι το ανυπόμονο. Ψηλά στο Καρπενήσι
                          του Μπότσαρή σου την ψυχή για να σε προσκυνήσει
                          σου στέλνει αιματοστάλαχτη. Στον τάφο του κλεισμένο
                          το Μεσολόγγι σκέλεθρο, γυμνό, ξεσαρκωμένο,
                          δεν παραδίδει τ’ άρματα, δεν γέρνει το κεφάλι.
                          Κρατεί για νεκροθάφτη του το Χρήστο τον Καψάλη[…]»
 
Γράφει και ο Μεσολογγίτης ποιητής Μιλτιάδης Μαλακάσης στο ποίημα του «Μεσολόγγι»:
 
                          «[…]Σε τόσες μέσα ανατολές, δύσες, σκοτάδια,
                          μέσα σε τόσες μουσικές, ποίησες, ωδές,
                          νερών και δένδρων τα βουητά, σείσματα, χάδια,
                          χαμένος ψίθυρος της λύρας μου οι χορδές…
 
                          Ώ, Μεσολόγγι, ιερὲ βωμέ, αιματοβαμμένε,
                          μεγάλου βάρδου η δόξα και η θανή
                          του Χρήστου του Καψάλη εσύ, πυρσὲ ανάμενε,
                          και της εξόδου η νύχτα, ώ ουρανοί!
 
                          Τώρα, κι αν μου ξεδένετε φρένα και γλώσσα,
                          θ’ αγροικηθεί της ταπεινότης μου ο ψαλμός
                          μέσα στους ύμνους και στα τρόπαια τα τόσα,
                          που σου έχει στήσει όλου του κόσμου ὁ θαυμασμός;»
-----------------------------
Πηγές:
Εγκυκλοπαίδειες ΔΟΜΗ, ΓΙΟΒΑΝΗ, ΕΛΛΑΔΙΚΗ.
Εικόνα εισαγωγής ανάρτησης: Η θυσία του Χρήστου Καψάλη – πίνακας του Θεόδωρου Βρυζάκη.
Πηγή: 
https://www.aitoloakarnania.com/%CE%BF-%CF%87%CF%81%CE%AE%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CF%88%CE%AC%CE%BB%CE%B7%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%B7-%CF%83%CF%85%CE%B3%CE%BA%CE%BB%CE%BF%CE%BD%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE/
Μπορείτε να επισκεφθείτε και εκτενές άρθρο μου – αφιέρωμα στην Ηρωική Έξοδο του Μεσολογγίου,
ΕΔΩ .
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 12.4.2025

Παρασκευή 28 Μαρτίου 2025

Ο σουγιάς: Χρήσεις, ιστορικά στοιχεία και ο Κολοκοτρωναίικος σουγιάς

Σουγιάς-υπερπολυεργαλείο

     Ο σουγιάς, σε ορισμένες περιοχές απαντά και ως θηλυκό, «η σογιά», είναι πτυσσόμενο μαχαίρι διάφορων μεγεθών και σχημάτων, δηλαδή μαχαίρι που η λεπίδα του ανοιγοκλείνει, διπλώνει με ειδική άρθρωση όταν δεν χρησιμοποιείται. Αυτό του δίνει το πλεονέκτημα να μειώνεται το μήκος του και, το κυριότερο, να είναι ασφαλής στη μεταφορά του, έτσι που να μην προκαλεί τραυματισμούς, π.χ., από την τσέπη, ούτε φθορές σε κάποιο αντικείμενο, π.χ. σε ταγάρι, σελάχι* κλπ. Έτσι, έχει γίνει στο παρελθόν και γίνεται και σήμερα ένα πολύτιμο μέσο εξυπηρέτησης των γεωργών στους κάμπους και των βοσκών στα βουνά. 
     Αν και το πρακτικό αυτό όργανο θεωρήθηκε μια εφεύρεση της νεότερης εποχής, αρχαιολογικές ανακαλύψεις βεβαιώνουν ότι οι αρχαίοι Ρωμαίοι το χρησιμοποιούσαν από εκείνα τα χρόνια. Η κύρια χρήση του είναι ως μαχαίρι, βεβαίως, όμως τον 20ό αιώνα, και μάλιστα μετά το δεύτερο μισό του, μεγάλωσε το μέγεθός του και προστέθηκαν σ’ αυτό πολλά ακόμα εξαρτήματα, όπως πολλές ακόμα λεπίδες για ειδικές χρήσεις, ανοιχτήρι φιαλών αναψυκτικών, ανοιχτήρι φελλών φιαλών («τρυπουσόν»), ψαλίδι, πένσα, κατσαβίδι, μικρό πριόνι, πολλά ακόμα, μέχρι και κουτάλι και πιρούνι! Σε πολλούς είναι γνωστός και ως «Ελβετικός σουγιάς», μια ονομασία που φαίνεται να ξεκίνησε από την Αμερική, όταν Αμερικάνοι στρατιώτες ενθουσιάστηκαν που τον είδαν και τον χρησιμοποίησαν για πρώτη φορά στην Ελβετία κατά τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο και υιοθέτησαν τη χρήση του. Ίσως εκείνοι του απέδωσαν πρώτοι και την συγκεκριμένη ονομασία.
     Ο σουγιάς είναι και στρατιωτικό είδος, δίνεται, δηλαδή στους μόνιμους και έφεδρους στρατιωτικούς για τις καθημερινές τους ανάγκες και έχει την ονομασία «μαχαιρίδιον εκστρατείας».
Στρατιωτικός σουγιάς

     Η πρόοδος του ανθρώπου, αλλά και κάποιες ανάγκες που απαιτούν εύκολη και γρήγορη χρήση του, ακόμα και ως «φονικού οργάνου»(!), έχει σαν αποτέλεσμα και την κατασκευή «αυτόματων» σουγιάδων, δηλαδή ταχύτατο άνοιγμα της λεπίδας με το πάτημα ενός κουμπιού, π.χ. για όργανο άμυνας ή και επίθεσης σε κάποιο διαπληκτισμό.
 
Ο Κολοκοτρωναίικος σουγιάς
 
     Λέγεται ότι όταν ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης είχε καταδικαστεί και τον οδηγούσαν στη φυλακή, ακολουθούσε πολύς κόσμος, που άλλοι τον επευφημούσαν και άλλοι τον χλεύαζαν. Ως κρατούμενο και καταδικασμένο, τον είχαν αφοπλίσει εντελώς, «μέχρι σουγιά», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο συγγραφέας και δημοσιογράφος Τάκης Νατσούλης. Περνώντας, λοιπόν, φρουρούμενος ο Γέρος του Μωριά και με όλη αυτή την «ακολουθία» από τους δρόμου του Ναυπλίου, για να καταλήξει στις φυλακές του Παλαμηδίου, είδε έξω από ένα ανοιχτό κατάστημα ένα καλάθι με σουγιάδες. Έσκυψε και πήρε έναν, λέγοντας στο νεαρό καταστηματάρχη, ο οποίος, ενδεχομένως δεν τον γνώριζε:
     «Κολοκοτρώνη με λένε. Δεν έχω ούτε ένα γρόσι επάνω μου. Χρέωσέ με αυτό το σουγιά, να έχω να κόβω το ψωμί μου στη φυλακή και όταν βγω θα ρθω να σε πληρώσω».
     Εκστασιασμένος από τη «γνωριμία» αυτή με τον ήρωα ο έμπορος, του είπε:
     «Όλοι δικοί σου στρατηγέ!».
     Λέγεται ότι ο συγκεκριμένος σουγιάς που έπιασε ο Κολοκοτρώνης στα χέρια του είχε μεγάλη, στρογγυλή λαβή και μεγάλη κυρτή λεπίδα. Ακόλουθοι που είδαν το περιστατικό το διέδωσαν γρήγορα και από τότε το συγκεκριμένο μέγεθος και σχήμα του έμεινε στην ιστορία ως «Κολοκοτρωναίικος σουγιάς».
     Εκμεταλλευόμενοι, ίσως, κάποιοι κατασκευαστές κοπτικών οργάνων, τόσο το μέγεθος, το σχήμα και την εύκολη χρήση του, όσο και την ιστορική του αξία του συγκεκριμένου σουγιά, τροφοδότησαν και τροφοδοτούν ακόμα με «Κολοκοτωναίικους» το εμπόριο, που έχουν και πολλή ζήτηση, ειδικά σε καταστήματα αναμνηστικών ειδών (σουβενίρ). Πολλοί φέρουν και περίτεχνα καλλιτεχνικά σκαλίσματα στο ξύλινο μέρος τους.
«Κολοκοτρωναίικοι» σουγιάδες**

-------------------------------
* Για το «σελάχι» δείτε/διαβάστε σε άρθρο μας στην ηλεκτρονική εφημερίδα ΚΑΛΑΒΡΥΤΑ ΝΕWS, ΕΔΩ.
** Εικόνες ανάρτησης: Διαδίκτυο
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 28.3.2025

Τετάρτη 26 Μαρτίου 2025

Λαμπρός συνεορτασμός της Εθνικής Παλιγγενεσίας του 14ου Γυμνασίου Πατρών με Καλαβρυτινούς του πνεύματος!


     Εξεπλάγην πολύ ευχάριστα με το τηλεφώνημα της φιλολόγου-διευθύντριας του 14ου Γυμνασίου Πατρών, κυρίας Κατερίνας Παναγοπούλου, σχεδόν αμέσως με το άνοιγμα των σχολείων, το Σεπτέμβρη του 2024. Με την κ. Παναγοποπούλου είχαμε συνεργαστεί όταν υπηρετούσε ως διευθύντρια και στο Γυμνάσιο Ψωφίδος (Τριποτάμων Αχαΐας) στον εορτασμό της 28ης Οκτωβρίου του σχολείου της, το 2019, που πραγματικά ήταν μια πολύ επιτυχημένη εκδήλωση. Το τηλεφώνημά της αυτό, ήταν οι αρχές μιας διερευνητικής κίνησης από την πλευρά της, για την συμμετοχή μας στον εορτασμό της 25ης Μαρτίου το 2025, στο νέο σχολείο που είχε μετατεθεί, στην Πάτρα.
     Φυσικά ένοιωσα πολύ μεγάλη τη χαρά και την τιμή σε μια τέτοια συμμετοχή, με τους ίδιους συμμετέχοντες, όπως και στα Τριπόταμα: Τον συμμαθητή μου στα γυμνασιακά θρανία, παιδικό και ισόβιο αδελφικό φίλο, συγγραφέα-λογοτέχνη και με πολλές ακόμα ιδιότητες, με τον οποίο συμπορευόμεθα και πνευματικά στη ζωή, τον Κωνσταντίνο Νικολόπουλο-Καμενιανίτη, από τους Καμενιάνους Καλαβρύτων, καθώς και με τον εκφραστή-ερμηνευτή της γνήσιας δημοτικής μας μουσικής παράδοσης Χαράλαμπο Γιαννόπουλο, από την Κερασιά Καλαβρύτων. Φυσικά, δεν το σκέφθηκα καθόλου και το «ναι» της συμμετοχής μου ήταν από εκείνη τη στιγμή δεδομένο στην εξόχως τιμητική αυτή πρόταση.
     Γνωστή η υψηλού επιπέδου παιδεία, η αξιοσύνη, η εκπαιδευτική αρτιότητα και η επιστημονική πληρότητα της κυρίας Παναγοπούλου, διοργάνωσε μαζί με τους πολύτιμους συνεργάτες της και σε κοινή συνεργασία μ’ εμάς τους εξωσχολικούς συμμετέχοντες, μια τέλεια σχολική εκδήλωση για τον εορτασμό της εθνικής παλιγγενεσίας στο σχολείο της.
     Η υποδοχή που μας επιφυλάχθηκε από την ίδια, το σύνολο των διδασκόντων καθηγητών του 14ου Γυμνασίου Πατρών, τον σχολικό σύμβουλο, κύριο Γεώργιο Παπατσίμπα και όλες τις μαθήτριες και τους μαθητές, λίγο πριν την έναρξη της σχολικής γιορτής, στις 24 του Μάρτη, ήταν ενθουσιώδης και εξόχως τιμητική! Μια ακόμα μεγάλη ευχάριστη έκπληξη που μας περίμενε με τη σύζυγό μου εδώ, ήταν ότι ο κ. Παπατσίμπας είναι συγχωριανός της, από το Γοργόμυλο Πρέβεζας, και βρήκαν πολλά να πουν και να θυμηθούν οι δυο τους από τα παιδικά τους χρόνια στο γενέθλιο τόπο τους!
     Ο παλμός της εκδήλωσης από τους ίδιους τους μαθητές ήταν πασιφανής και η συμμετοχή τους αντανακλούσε τον ενθουσιασμό τους και το υψηλό τους φρόνημα στις Αξίες και στις παρακαταθήκες των ηρώων της Ελευθερίας. Το συντονισμό είχε η ίδια τη διευθύντρια, με ιδιαίτερη ευχέρεια και υποδειγματικό τρόπο πάντα.
     Τόσο οι τρεις μας Καλαβρυτινοί, αλλά και πολλοί ακόμα παρευρισκόμενοι από τα Καλάβρυτα στον εορτασμό, όσο και οι διοργανωτές και όλοι οι συμμετέχοντες, αποδώσαμε ιδιαίτερο συμβολισμό στην Καλαβρυτινή συμμετοχή, αφού ο εθνεγέρτης ιεράρχης Παλαιών Πατρών Γερμανός, μετά την ύψωση του Ιερού Λαβάρου της Ελευθερίας στην Αγία Λαύρα, κήρυξε την Επανάσταση και στην Αχαϊκή πρωτεύουσα. Στο κέντρο της πλατείας Υψηλών Αλωνίων («Ψηλαλώνια») της πόλης, δεσπόζει ο μεγαλοπρεπής ο ανδριάντας του. Ένας ακόμα συμβολισμός που θα μπορούσε να δοθεί, είναι ότι την ώρα της έναρξης της σχολικής γιορτής, το Λύκειο των Καλαβρύτων άνοιγε την μεγαλειώδη μαθητική παρέλαση στο Σύνταγμα, με το Λάβαρο της Αγίας Λαύρας, όπως γίνεται κάθε χρόνο.
     Την εκδήλωσε άνοιξε ο πολύ γνωστός, αγαπημένος, πολυ-πολυβραβευμένος και διακεκριμένος δάσκαλος, εκφραστής και ερμηνευτής της γνήσιας μουσικής μας παράδοσης Χαράλαμπος Γιαννόπουλος, που συνόδευσε με τη φλογέρα του στο τραγούδι «χαρά που το ’χουν τα βουνά» την αδελφή του Ευγενία Γιαννοπούλου-Χριστοδούλου. Ακολούθησε η φωτισμένη ομιλία - πανηγυρικός της ημέρας από τον Κωνσταντίνο Νικολόπουλο-Καμενιανίτη και λίγο μετά απαγγελία ποιήματός του. Οι απαγγελίες ποιημάτων από τους μαθητές και τις μαθήτριες του σχολείου, εναλλάσσονταν με σύντομα, αλλά πολύ σπουδαία και ουσιώδη κείμενα από τους ίδιους για τον Μεγάλο Ξεσηκωμό του Γένους. Ενδιάμεσα παρεμβλήθηκε και η συμμετοχή του γράφοντος, με ποιήματά μου και με σύντομο κείμενο-αφιέρωμα στην ηρωική έξοδο του Μεσολογγίου. Αντίγραφο του πλούσιου και εξαιρετικού προγράμματος του εορτασμού που παρατίθεται στη συνέχεια, είναι πολύ περισσότερο κατατοπιστικό. Την εκδήλωση έκλεισαν παραδοσιακοί χοροί από τις μαθήτριες και τους μαθητές, με ξεχωριστή επιτυχία και χάρη. Εν κατακλείδι, η σχολική αυτή γιορτή, μπορεί να χαρακτηριστεί χωρίς περιστροφές με μία και μόνο λέξη και με κεφαλαία γράμματα: ΜΕΓΑΛΕΙΩΔΗΣ!
     Μετά τη λήξη της εκδήλωσης, η διευθύντρια κυρία Παναγοπούλου, με την καθηγήτρια του 14ου Γυμνασίου, κυρία Αφροδίτη Χρυσανθοπούλου και εκ μέρους όλου του διδακτικού προσωπικού του σχολείου, δεξιώθηκαν ημάς, τους εκ Καλαβρύτων προσκεκλημένους τους, σε εστιατόριο της πόλης, όπου σε μια ιδιαίτερα φιλική και ζεστή ατμόσφαιρα γνωριστήκαμε πολύ περισσότερο και καλύτερα, ανταλλάσσοντας διάφορες απόψεις περί πνευματικών, καθημερινών και άλλων θεμάτων. Κι ακόμη, ίδια η κυρία Παναγοπούλου, φρόντισε προσωπικά και για την διαμονή μας σε υψηλής ποιότητας υπηρεσιών ξενοδοχείο της Πάτρας.
     Μέσα από αυτές τις λίγες παραγράφους, εκφράζουμε τις πλέον θερμές των ευχαριστιών μας και την ευγνωμοσύνη μας, τόσο στην κυρία Παναγοπούλου, όσο και σε όλο το διδακτικό προσωπικό και τους διδασκόμενους του σχολείου, για την άκρως τιμητική πρόσκλησή μας, την υποδοχή που μας επεφύλαξαν, τα αισθήματα και τα συναισθήματα ενθουσιασμού τους, την Αβραμιαία φιλοξενία που μας παρείχαν. Εκφράζουμε, βεβαίως, και τα πλέον ειλικρινή των συγχαρητηρίων μας, για τον βεβαιωμένη επιτυχία της γιορτής τους, αλλά και για το εν γένει μορφωτικό επίπεδο και το επίπεδο παιδείας και μάθησης του σχολείου τους.
     Να υπογραμμίσουμε, τέλος, ότι οι σχολικοί εορτασμοί και ιδίως οι εορτασμοί των εθνικών επετείων, έχουν πάντα μια ξεχωριστή και βαρύνουσα απήχηση στους μαθητές. Είναι μια ευχάριστη διδασκαλία, αφού ξεφεύγουν από την επανάληψη συνηθισμένων καθημερινών  δραστηριοτήτων στο θρανίο και στην αίθουσα. Γι’ αυτό και προσδίδουν σημαντικές και ανεξίτηλες γνώσεις ιστορίας και εν γένει Αξιών στα παιδιά, αφού συμμετέχουν με ενεργό ενθουσιασμό και τα ίδια.
Η εξόχως τιμητική πρόσκληση
   
Το πρόγραμμα

Εκφώνηση του πανηγυρικού της ημέρας (Κωνσταντίνος Νικολόπουλος-Καμενιανίτης)
Ευγενές ακροατήριο

«Το τραγούδι της Λάμπρως» (Χαράλαμπος Γιαννόπουλος, Ευγενία Γιαννοπούλου-Χριστοδούλου)
Απαγγέλοντας το ποίημα μου «Καλαβρυτινή γη»
«Έχε γεια καημένε κόσμε» (χορευτική ομάδα θηλέων του 14ου Γυμνασίου Πατρών)
Εθνικός Ύμνος - λήξη
Παρέθεση γεύματος στους προσκεκλημένους από την Διευθύντρια κυρία Παναγοπούλου
και την καθηγήτρια κυρία Χρυσανθοπούλου

-------------------------------
Σημείωση: Για μεγέθυνση των εικόνων και των βίντεο, κάντε διπλό κλικ επάνω σε αυτά.
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 26.3.2025
(Σύντομο βιογραφικό σημείωμα δείτε ΕΔΩ)




Κυριακή 23 Μαρτίου 2025

Το «έθιμο» του «μπακαλιάρου» του Ευαγγελισμού


   Βακαλάος ή «μπακαλιάρος» για του Ευαγγελισμού; Ποια είναι, τελικά, η «σωστή» ονομασία του γνωστού, αγαπημένου και νόστιμου ψαριού; Ή μήπως πρόκειται για δύο διαφορετικά προϊόντα της θάλασσας;
     Ας δούμε το θέμα από την αρχή. Η μεγάλη τεσσαρακοστή (μεγάλη σαρακοστή), που ξεκινάει από την Καθαρά Δευτέρα και τελειώνει τα μεσάνυχτα του Μεγάλου Σαββάτου, είναι η αρχαιότερη περίοδος νηστείας που έχει καθιερωθεί από την Εκκλησία (4ος μ.Χ. αιώνας), με σκοπό να προετοιμάσει πνευματικά τους Χριστιανούς για το Πάσχα, χαρακτηρίζεται από την αυστηρή νηστεία σε όλη της τη διάρκεια. Στη λαϊκή «γλώσσα», «σαρακοστή» έχει επικρατήσει να σημαίνει «νηστεία». Προφανώς η ονομασία της «τεσσαρακοστή», καθιερώθηκε λόγω των σαράντα ημερών διάρκειας, αν και διαρκεί πενήντα ημέρες (σαράντα + η Μεγάλη Εβδομάδα, που έτσι κι αλλιώς είναι νηστεία, και μάλιστα περισσότερο αυστηρή).  
     Στον εορτασμό του Ευαγγελισμού, στις 25 Μαρτίου, καθ’ ότι «ο Μάρτης δεν λείπει από τη σαρακοστή», η Εκκλησία επιτρέπει την κατάλυση ιχθύος, ως ημέρα γιορτινή και χαρμόσυνη. Συνεπώς, δεν είναι «έθιμο», αλλά κανόνας, που έχει οριστεί από τη θρησκεία μας. Το ίδιο ισχύει και για την Κυριακή των Βαΐων και για την 6η Αυγούστου, γιορτή της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, που είναι μέρες γιορτινές και χαρμόσυνες εν μέσω νηστείας κι αυτές.
     Επειδή, όμως, σε προηγούμενες εποχές το νωπό ψάρι ήταν δύσκολο, έως αδύνατο να φτάσει σε απομακρυσμένες από τη θάλασσα περιοχές, οι Χριστιανοί, που τότε τηρούσαν απαρέγκλιτα την αυστηρή νηστεία όλης της περιόδου, ήταν εύκολο να βρουν στο τοπικό εμπόριο παστό βακαλάο, ο οποίος, ως γνωστόν, διατηρείται μεγάλα χρονικά διαστήματα. Έτσι, ο βακαλάος αυτός έγινε το «έθιμο» του Ευαγγελισμού, αφού, βεβαίως, προηγηθεί το απαραίτητο ξαρμύρισμα (ξαλμύρισμα). Και τηρείται, πλέον, τόσο πιστά η συνήθεια αυτή, που εντάσσεται πλέον στο «εθιμικό δίκαιο» και η διακίνηση του αγαθού για την ημέρα αυτή, είναι πάρα πολύ μεγάλη, πιθανότατα πολύ μεγαλύτερη από κάθε άλλο νωπό αλίευμα.
     Ας δούμε τώρα ποια είναι η σωστή ονομασία του ψαριού, ή αν βακαλάος και ο «μπακαλιάρος, ενίοτε και «μπακαλάος» ή «βακαλέος» ή «μπακαλέος», είναι δύο διαφορετικά ψάρια: Ο όρος «βακαλάος» έχει ισπανική ρίζα («bacalao»), ενώ στην ιταλική γλώσσα τον συναντάμε ως «baccala».Το αγαπημένο αυτό ψάρι, λοιπόν, αν και στη λαϊκή αντίληψη με την ονομασία «βακαλάος» εννοείται περισσότερο ο νωπός, ενώ «μπακαλιάρος» ο παστός, είναι ένα και το αυτό, με την υποσημείωση ότι η συνηθισμένη και περισσότερο χρησιμοποιούμενη ονομασία του είναι η εκλαϊκευμένη.   
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 23.3.2025

Παρασκευή 21 Μαρτίου 2025

ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΣΕΡΒΙΑ-ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΣΕΡΒΟΙ

                                                           

                                     Ένας θεός, ο ίδιος θεός.
                                     Ίδια πίστη. Η Ορθόδοξη.
                                     Ιστορία λαμπρή.
                                     Παραδόσεις αδελφές.
                                     Μία αυλή.
                                     Ίδια γειτονιά.
                                     Ποτέ εχθροί.
                                     Για την Ελευθερία,
                                     αγώνες μεγάλοι.
                                     Αίμα ποταμοί.
                                     Τόπος φωτιάς το Ποζάρεβακ, η Σερβία.
                                     Τόπος φωτιάς τα Καλάβρυτα, η Ελλάδα.
                                     Κολοκοτρωναίοι και Καραγιώργηδες σμίγουν.
                                     Έλληνες και Σέρβοι
                                     μυήθηκαν Φιλική Εταιρία. Μαζί.
                                     Και πάντα κάποιος Μαρίνος Ριτσούδης
                                     και κάποιος Γκόραν Μπέργκοβιτς
                                     να στέλνουν ηχηρά μηνύματα Ελευθερίας.
                                     Ελλάδα και Σερβία, βίοι παράλληλοι.
                                     Έλληνες και Σέρβοι ποιητές,
                                     χέρι με χέρι
                                     με τους ποιητές όλου του κόσμου
                                     ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΡΗΝΗ!
----------------------------------
Εικόνες ανάρτησης: Αναμνηστικό αγαλματίδιο από το ετήσιο Παγκόσμιο Φεστιβάλ Ποίησης «Ορφέας του Δούναβη» στο Ποζάρεβακ της Σερβίας - Αύγουστος 2024, στο οποίο και συμμετείχα με την Ελληνική αποστολή. Πρώτη από τις έντεκα (11) απαγγελίες μου, ήταν αυτό το ποίημα, αφιερωμένο στη Ελληνοσερβική φιλία. Δείτε περισσότερα ΕΔΩ.

 
                   Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 21.3.2025



Τετάρτη 19 Μαρτίου 2025

Βιβλιοπαρουσίαση: «ΕΓΩ, Ο ΕΩΣΦΟΡΟΣ» της Αλέκας Τσόδουλου


     Ένα βιβλίο με τίτλο «ΕΓΩ, Ο ΕΩΣΦΟΡΟΣ», από τις εκδόσεις «ΙΑΝΟΣ», Α΄ έκδοση Μάρτιος 2023, μου χάρισε πρόσφατα η βιβλιοπώλης - συγγενής και εξαιρετική φίλη Δήμητρα Λυμπεροπούλου-Γάλλιου, πολλά υποσχόμενο από την δική της προφορική κριτική. Αν και ήμουν κάπως επιφυλακτικός από τον τίτλο του και μόνο, πείστηκα στα λόγια της κι άρχισα να το διαβάζω.
     Πρόκειται για ένα διήγημα, όπως το χαρακτηρίζει και η συγγραφέας, που ομολογώ ότι από τις πρώτες κιόλας παραγράφους του το βρήκα πολύ ενδιαφέρον. Άγγελος του φωτός ο Εωσφόρος, «επαναστάτησε» κατά του Πατέρα του, του Δημιουργού, και θέλησε να φτιάξει το δικό του βασίλειο και να γίνει ίδιος με Εκείνον. Στον διάλογο που ακολούθησε ο Πατέρας-Δημιουργός, του παρείχε απόλυτη ελευθερία, προειδοποιώντας τον και για τις δυσκολίες που θα συναντήσει.
     Με τη θέλησή του «έφυγε αυτό το υπέρλαμπρο πλάσμα. Δεν εκδιώχθηκε, μα το αποτέλεσμα ήταν ένα», ήταν το ίδιο. Κάλεσε ακολούθους του αγγέλους, που τον ακολούθησαν. Η παρέμβαση του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, με τις λέξεις «στώμεν καλώς», πρόλαβε και συγκράτησε γύρω από το Θρόνο Του Θεού πολλούς Αγγέλους, που είτε πρόθυμα, είτε απερίσκεπτα, είτε με δισταγμό ήταν έτοιμοι να ταχθούν μαζί του.
     Ο τόπος προορισμού για τον Εωσφόρο, ήταν «ευλογημένος» και όχι άλλος από τη γη. «Ήθελε να τα δει και να τα γνωρίσει όλα, να περιεργαστεί τα πάντα γύρω από τον άνθρωπο, ν’ αφουγκραστεί, ν’ ανακαλύψει από κοντά το καινούργιο αυτό πλάσμα». Φανταζόταν, «έβλεπε το πλάσμα αυτό με όλα όσα συνθέτουν την ανθρώπινη φύση», από καλοσύνη και ευγένεια, μέχρι υπερηφάνεια, αλαζονεία και μίσος. Από ματαιοδοξία και κακία, μέχρι ταπεινότητα και φιλοδοξία.   
     Πολύ σύντομα «κούνησε το κεφάλι του απογοητευμένος» ο Εωσφόρος, αφού ο άνθρωπος «διώκει το ίδιο του το είδος». Τις ίδιες ακριβώς διαπιστώσεις έκαναν και οι ακόλουθοί του. Ορισμένα «ανθρωποειδή κανόνιζαν τις τύχες των λαών. Δημιουργούσαν πολέμους, βία, φτώχια, σεισμούς, ασθένειες. Και γελούσαν και ένοιωθαν ικανοποίηση, αλλά το γέλιο δεν είχε χαρά μέσα τους. Ήταν αρρωστημένο».
     «Και καλά τα ανθρωποειδή, αλλά οι άνθρωποι; Πώς μπήκαν, πώς ενσωματώθηκαν τόσο εύκολα στο ρόλο που τους ετοίμασαν;».
     Ο Άγγελος του φωτός, που δεν είχε τίποτα αρνητικό στο ενεργητικό του, έπεσε από τον ουρανό. «Κάνοντας τόσες κτηνωδίες ο άνθρωπος», από βιασμούς γονιών στα παιδιά τους, μέχρι μεγάλους και καταστροφικούς πολέμους με αναρίθμητα θύματα, «από πού θα έπρεπε να πέσει; Και πού να πάει;… “Εγώ με το πέσιμο μεταμορφώθηκα σε διάβολο και ο άνθρωπος με το δικό του πέσιμο σε κτήνος. Κι αφού από μια κουβέντα μου και μόνο έπεσα, ο άνθρωπος με τόσες φρικαλεότητες, πόσα επίπεδα έχει κατέβει στα τάρταρα;”», αναλογίζεται ο Εωσφόρος.
     Κοντολογίς, και ύστερα από πολλές περιπέτειες στη γη και πολύ απογοητευμένος από το ανθρώπινο είδος, αποφάσισε να επιστρέψει πάλι στο θρόνο του, δίπλα στον Πατέρα, «που με τόση αρχοντιά και ευγένεια του είχε δώσει αυτό που πάντα επιθυμούσε, μέχρι και την απόλυτη ελευθερία». Ξανασκέφθηκε, όμως: «Με τί μούτρα θα γυρίσω πίσω; Με αυτά που έχω», απάντησε στον εαυτό του. Δεν αρνήθηκα, ούτε ακύρωσα ποτέ Το Θεό Πατέρα μου!... Πώς, λοιπόν, να μην θέλω να γυρίσω σε μια τέτοια αγάπη;».
     «Λίγο πριν τη Μεγάλη Πόρτα, τον αγκάλιασαν τα Χερουβείμ», κι ας ήταν «βρώμικα και σκισμένα τα ρούχα του»! Τον άλλαξαν και τον «σουλούπωσαν».
     «Συγγνώμη για την εμφάνισή μου, αλλά το μόνο που ήθελα ήταν να σ’ αγκαλιάσω… Τον πήραν τα κλάματα και όσο έκλαιγε, τόσο δεν χόρταινε την αγκαλιά Του δακρυσμένου Πατέρα, που Εκείνος πάντα το ήξερε ότι θα επέστρεφε… Κάτι πήγε να πει ο Εωσφόρος, αλλά δεν χρειάστηκε… Όλες οι απορίες και οι απαντήσεις υπήρχαν στα πέντε μαγικά γράμματα: Αγάπη!».
     Το βιβλίο «ΕΓΩ, Ο ΕΩΣΦΟΡΟΣ», έχει τη δύναμη να «επαναφέρει εις την τάξιν», να δείξει το δρόμο της «επιστροφής» σε κάθε καλοπροαίρετο άνθρωπο, που μπορεί να έχει «παρασυρθεί». Περικλείει έντονα το θρησκευτικό στοιχείο και το μήνυμα της αγάπης, κάτι που καταδεικνύει και το επίπεδο γνώσης της συγγραφέως στο αντικείμενο. Ολοζώντανη εδώ και η παραβολή του ασώτου, που σύμφωνα με του πατέρες της Εκκλησίας, «όλα τα Ευαγγέλια να είχαν χαθεί και να είχε σωθεί μόνο αυτή, είναι αρκετή για την ανθρώπινη σωτηρία». Θυμίζει, επίσης, το βιβλίο και την προφητεία του αγίου Κοσμά του Αιτωλού, σύμφωνα με την οποία, «οι άνθρωποι θα γίνουν τέρατα».
     Δημητρούλα μου, «πατρίδα», σ’ ευχαριστώ από καρδιάς για το υπέροχο δώρο σου, όπως ευχαριστώ και συγχαίρω και τη συγγραφέα για την προσφορά της στα Γράμματα!
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 19.3.2025

Τετάρτη 19 Φεβρουαρίου 2025

Πάντα σε πνεύμα της αποκριάς (ποίημα)


                                 Αποκριά, στο πνεύμα σου, εύκολα παρασύρεις
                                 και σε πολλές παρεκτροπές Διόνυσο θυμίζεις.
                                 Μοιάζ’ η ζωή με σένανε κι αυτή, μασκαρεμένη,
                                 κι η μπέσα γίνεται συχνά μια λέξη πονεμένη.
                                 Πολλοί τριγύρω «φίλοι» μας, αριστοκράτες μοιάζουν
                                 μα συνεχώς το πρόσωπο με μάσκα το σκεπάζουν!
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 19.2.2025

Αποκριάτικα σατιρικά ποιήματα


Περί μάσκας...

                                                   Τις απόκριες και πάλι
                                                   θα γιορτάσουν ορισμένοι
                                                   με την ίδια τους τη μάσκα
                                                   που ’χουν πάντα φορεμένη.
 
                                                   Μια φορά το χρόνο όλοι
                                                   για το έθιμο τη βάζουν,
                                                   αλλ' εκείνοι επιμένουν
                                                   κάθε μέρα να «γιορτάζουν»!
 
                                                   Μα και τώρα που ο νόμος
                                                   κι  η ανάγκη το  επιβάλλουν,
                                                   κάποιοι δύο θα φορέσουν
                                                   κι άλλοι... θέλουν να τη βγάλουν!
 
Αποκριάτικο τραπέζι
                
                                Κάποιους δικούς μου κάλεσα στο σπίτι μου να ρθούνε,
                                ξεφάντωμα αποκριάτικο μαζί για να χαρούμε.
                             -  Άκουσε, φίλε, να σου πω, μου μήνυσαν εκείνοι.
                                Ζάχαρο έχουμε πολλοί κι άλλοι χοληστερίνη.
                                Το κρέας το μπουχτίσαμε, τα λιπαρά, τη φέτα.
                                Μαζί που τα μιλήσαμε, είπαμε νέτα σκέτα:
                                Ν’ αρχίσουμε τη δίαιτα, πρέπει να κρατηθούμε,
                                γιατί εμεγαλώσαμε κι έτσι να πορευτούμε.
                                Δεν έφερα αντίρρηση, μην τους κακοκαρδίσω.
                                Μαζί κι εγώ τη δίαιτα είπα να ξεκινήσω.
                                Το ρεφενέ τους έβαλαν και ήρθαν πεινασμένοι,
                                κεφάτοι και χαρούμενοι και ενθουσιασμένοι. 
                                Σαν το τραπέζι στρώθηκε, λαχανικά και άλλα
                                πολλά φαγιά νηστίσιμα και πίτες δίχως γάλα,
                                οι μυρωδιές μας πήρανε, που ψήναν οι γειτόνοι
                                κοψίδια και λουκάνικα στο διπλανό μπαλκόνι!
                                Όλοι μας κοιταχτήκαμε, πολύ μετανοιωμένοι,
                                γιατί εκείνη η αποκριά πήγ’ εντελώς χαμένη.
                                Άλλοι μεζέδες και κρασιά κι εμείς με λαχανίδες,
                                ψωμί, φασόλια και ελιές! Για κοίτα μερακλήδες!
                                Τέτοιο τραπέζι, είπαμε, να γίνει άλλη μέρα,
                                Μεγάλη να 'ν' Παρασκευή ή Καθαρά Δευτέρα!

Πάντα σε πνεύμα της αποκριάς 
 
                                Αποκριά, στο πνεύμα σου, εύκολα παρασύρεις
                                και σε πολλές παρεκτροπές Διόνυσο θυμίζεις.
                                Μοιάζ’ η ζωή με σένανε κι αυτή, μασκαρεμένη,
                                κι η μπέσα γίνεται συχνά μια λέξη πονεμένη.
                                Πολλοί τριγύρω «φίλοι» μας, αριστοκράτες μοιάζουν
                                μα συνεχώς το πρόσωπο με μάσκα το σκεπάζουν!
 
Μάσκα «πολλαπλών χρήσεων»!
 
                                                   Μάσκα, χαρά της αποκριάς,
                                                   διπρόσωπου στολίδι,
                                                   της πανδημίας φορεσιά
                                                   κι εδώ κι εκεί σκουπίδι!

 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 20.2.2025 https://nikolpapak.blogspot.com/2021/08/blog-post_29.html 

Πέμπτη 13 Φεβρουαρίου 2025

Το ράδιο (βιωματικό διήγημα των παιδικών χρόνων)

 Από τη συλλογή βιωματικών διηγημάτων μου, με τον γενικό τίτλο «η φωτογραφία», εκδόσεις ΑΠΕΙΡΟΣ ΧΩΡΑ - 2012

     Κάθε χρόνο το χινόπωρο ο πατέρας µαζί µε άλλους συγχωριανούς πήγαινε και δούλευε στη συγκομιδή της ελιάς, στην Κάτω Αχαΐα, και γύριζε λίγο πριν τα Χριστούγεννα. Η πληρωµή του, η πληρωμή όλων τους, ήταν σε λάδι, γι’ αυτό και δε µπορούµε να πούµε ότι το στερηθήκαµε το ευλογημένο αυτό προϊόν, παρ’ όλο που στον τόπο µας δεν ευδοκίµησαν ελαιόδεντρα. Μετά τις γιορτές των Χριστουγέννων, που άρχιζε η συγκοµιδή πορτοκαλιών, η µάνα πήγαινε και δούλευε στην Αµαλιάδα, που είχαµε και συγγενείς εκεί. Κατά το τέλος Φλεβάρη γύριζε µε ένα καλό κοµπόδεµα, αλλά σ’ εμάς τα παιδιά είχαν πολύ μεγαλύτερη αξία τα πορτοκάλια που µας έφερνε, αφού ούτε εσπεριδοειδή ευδοκίμησαν στον ορεινό τόπο μας.
     Γυρνώντας το 1968 από την εποχιακή αυτή δουλειά η µάνα, έφερε κι ένα «κουτί» τυλιγµένο µε γκρίζο χαρτί, που δε µας έλεγε τι έχει µέσα. Από το ύφος της, όµως, καταλαβαίναµε ότι κρύβει κάτι το πολύ ενδιαφέρον. Αφού ταχτοποίησε τα πρώτα πράγµατά της, το άνοιξε η ίδια με πολύ µεγάλη προσοχή. Μου φάνηκε σαν γυναικεία τσάντα: Ήταν ένα «τετράγωνο» αντικείµενο, καφέ χρώµατος, «ντυµένο» µε µια χοντρή δερµάτινη θήκη µε ίδιο χρώµα και µε «λουρί», για να µπορεί να κρεµιέται στον ώµο. Στην επάνω αριστερή γωνία έγραφε µε «ασηµένια» κεφαλαία γράµµατα «SONY». ∆εν µου έκανε ιδιαίτερη αίσθηση, αν και δεν έµοιαζε µε µια συνηθισµένη γυναικεία «τσάντα». Αµέσως µετά γύρισε µε το δάχτυλό της ένα από τα δύο άσπρα στρογγυλά κουµπιά που είχε από πάνω, ακούστηκε ένα «τσικ» κι αµέσως άρχισε κάτι να «φυσάει». Εγώ µε την αδελφή µου είχαµε µείνει µε τα µάτια γουρλωµένα, να δούµε αν τελικά είναι αυτό που αρχίσαµε να υποψιαζόµαστε! Γύρισε µε τα δυο της δάχτυλα ένα άλλο µεγάλο µαύρο κουµπί πού ήταν στο πλάι και αµέσως η «τσάντα» άρχισε να «τραγουδάει»! Το πρώτο εκείνο τραγούδι ήταν το «αλλοτινές µου εποχές», µε το Στέλιο Καζαντζίδη και µετά ακολούθησαν άλλα. Τις επόµενες µέρες έµαθα ότι ο συγκεκριµένος σταθµός ήταν ο «ραδιοφωνικός σταθµός της ιεράς κι ενδόξου πόλεως Μεσολογγίου» και πολύ πιο µετά για τον τραγουδιστή και το τραγούδι, αφού δεν έφυγε ποτέ από το µυαλό µου.
     Τι µεγάλη και αναπάντεχη έκπληξη, τι θησαυρό έκρυβε µέσα εκείνο το «κουτί»! Για πρώτη φορά µπήκε στο σπίτι µας ράδιο! Κοιταχτήκαµε µε την αδελφή µου εκστασιασµένοι και καθόλου απίθανο να σκεφτόµαστε να πούµε ο ένας στον άλλον το ίδιο πράγµα:
     «Τσίµπα µε, µήπως κοιµάµαι και βλέπω όνειρο!».
     Αυτόµατα απλώσαµε τα χέρια µας, ξετρελαµένα από τη χαρά µας, να το πιάσουµε, να το «ψάξουµε», να το χορτάσουµε µε όλες µας τις αισθήσεις! Η µάνα αµέσως το τράβηξε προς το µέρος της, µε τρόπο απαγορευτικό για µας, λέγοντάς µας επιτακτικά:
     «∆εν θα το πειράζετε καθόλου εσείς το ράδιο, γιατί έτσι και πέσει από τα χέρια σας, πάει! Χαθήκαµε! Χρειάστηκε να βάλω κι άλλα λεφτά από αυτά
που έβγαλα από τα πορτοκάλια, να το αγοράσω...».
     Αν και µου φάνηκε λίγο παραφουσκωµένη αυτή η χρηµατική του αξία, δεν το σχολίασα. Ξέροντας πόσο συγκρατηµένη οικονοµικά ήταν η µάνα, δεν πίστεψα πως θα έβαζε και παραπάνω λεφτά από εκείνα που έβγαλε, για να αγοράσει το ραδιόφωνο. Και σχεδόν αµέσως συνέχισε:
     «...Ούτε θα το ανοίγετε, γιατί µπορεί να χαλάσει!... Θα το ανοίγουµε εµείς και θα ακούτε κι εσείς!».
     Πού να συγκρατηθούµε! Όλη την ώρα που «µίλαγε» ή «τραγούδαγε», πηγαίναµε κοντά µε την αδελφή µου, να µπορέσουµε να «καταλάβουµε» πώς «δουλεύει»! Από πού έβγαινε η φωνή και η μουσική! Εγώ, σαν µεγαλύτερος, και πιο δυνατός, την έσπρωχνα, να το πλησιάσω σε απόσταση µόλις λίγων εκατοστών! Καµία απορία όµως δεν «προλάβαινε» µου λυθεί, αφού σε λίγο η µάνα ερχότανε και το έκλεινε.
     «Τελειώνουν γρήγορα οι µπαταρίες, άµα δουλεύει συνέχεια και δε µπορούµε κάθε λίγο και λιγάκι να τις αλλάζουµε, γιατί έχουνε λεφτά!», µας έλεγε ορθά – κοφτά και µας άφηνε «στα κρύα του λουτρού»!
     Μέχρι τότε δεν είχαµε πιάσει ραδιόφωνο στα χέρια µας. Μόνο που το βλέπαµε από µακριά στα µαγαζιά του χωριού, σε πολύ µεγαλύτερες διαστάσεις
από αυτό που µόλις είχαµε αποκτήσει. Η λέξη «τηλεόραση» δε, ήταν τελείως άγνωστη στο λεξιλόγιό µας εκείνη την εποχή! Εγώ έµεινα «µε το στόµα ανοιχτό»
και για έναν ακόµη λόγο: ∆ε µπορούσα να φανταστώ πώς ένα τόσο δα ραδιάκι µπορεί να «µιλάει» και να «τραγουδάει», όπως τα µεγάλα!
     Το βράδυ που γύρισε ο παππούς και καθίσαμε να φάµε, δεν πίστευε στα µάτια του. Μας διηγήθηκε το παραλίγο πάθηµά του την πρώτη φορά που εκείνος άκουσε ράδιο κι εγώ µε την αδελφή µου ξεκαρδιστήκαμε από τα γέλια!
     «...Ήµαστε καµιά δεκαπενταριά φαντάροι σ’ ένα από τα µεσαία βαγόνια του τραίνου, ο ένας απάνου στον άλλονε. ∆ε µπορούσες να κουνηθείς από την πολυκοσµία. Και προς νερού σου να ήθελες να πας, έπρεπε να το καλοσκεφτείς. Κάποια ώρα, άκουσα κάτι όργανα να παίζουνε και τήραγα τριγύρω µου. Έλεγα πως είναι τίποτα γύφτοι, αλλά δεν τους. Με κατάλαβε ένας άλλος φαντάρος που ήταν δίπλα μου, µε σκούντηξε µε τον αγκώνα του και χαµογέλαγε.
  Τι ψάχνεις;", µου λέει.
  Ρε, δεν ακούς τα όργανα; Τους γύφτους δεν βλέπω!".
  Πού να βρεθούνε δω µέσα οι γύφτοι, ρε! Ράδιο είναι! ∆ε βλέπεις εκείνη τη µαύρη τσάντα που έχει αυτή η γυναίκα; Από κει ακούγουνται τα όργανα! Κάτσε ήσυχα µη µας καταλάβουνε και µας κοροϊδεύουνε!...».
     Το τήραγα, το ξανατήραγα, και δε µπορούσα να πιστέψω ότι υπάρχει και τέτοιο πράγµα»!
     Όλη τη νύχτα δεν είχα τίποτα άλλο στο νου µου, παρά μόνο το νέο µας απόκτηµα. Ο ύπνος ήλθε πολύ αργότερα από τις άλλες φορές και µε το ζόρι άνοιξα τα μάτια μου το άλλο πρωί, που ήταν Κυριακή, για την εκκλησία.
     Με το που έφτασε ο παπάς στο «δι’ ευχών», βρισκόµαστε κιόλας στην πόρτα µε την αδελφή µου να γυρίσουµε τρέχοντας στο σπίτι, να χορτάσουµε το ράδιο!   
     Η µάνα είχε βάλει το «πρώτο πρόγραµµα» και άκουγαν µε τη γιαγιά τη λειτουργία. Και οι δυο τους, αλλά περισσότερο η γιαγιά το είχε σε καλό που «λειτουργήθηκε» το σπίτι. Καθίσαμε κι εµείς κοντά, πριν βγάλουµε τα γιορτινά µας ρούχα, να συνεχίσουµε τη... διερεύνηση.
     Ακούγοντας τη λειτουργία, προσπαθούσα να καταλάβω αν είναι από την εκκλησία του χωριού µας! «Αλλά πάλι», έλεγα µέσα µου, «η δικιά µας εκκλησία έχει σχολάσει και οι φωνές του παππά και των ψαλτάδων µας δεν έµοιαζαν καθόλου µ’ αυτές στο ράδιο!». Και κάνα µήνα αργότερα, που «ήλθε» το πανηγύρι του χωριού µας, «πάλευα» µήπως µπορέσω και  «πιάσω» τα όργανα από την πλατεία στο ράδιο!
     Τη ∆ευτέρα το πρωί έµαθαν όλα τα παιδιά του σχολείου τι αποκτήσαµε. Μερικά δεν πίστευαν κάτι τέτοιο, αλλά πολύ περισσότερο δεν πίστευαν ότι ήταν και τόσο µικρό. Μέχρι το βράδυ το ήξερε όλο το χωριό! Τις επόµενες µέρες, ατέλειωτες συζητήσεις στα διαλλείματα, µέχρι που έφτασε και στα αυτιά της δασκάλας και ρώτησε µέσα στην τάξη ποιοι έχουν στο σπίτι τους ραδιόφωνο. Δυο-τρεις σηκώσαµε χέρια, εγώ βέβαια µε πολύ καµάρι!
     «Εσύ, Θοδωράκη, γιατί δε σηκώνεις χέρι; Αφού έχετε ραδιόφωνο στο σπίτι σας! Στα διαλλείµατα το ακούµε που το βάζουν οι γονείς σου!», ρώτησε τον συµµαθητή µου, που η πόρτα του σπιτιού του ήταν λίγα µέτρα από την αυλή του σχολείου.
     «Εµείς, κυρία, δεν έχουµε ραδιόφωνο! Ράδιο έχουµε!», απάντησε ο Θοδωρής µε πολύ σοβαρότητα και αυτοπεποίθηση, κάνοντάς µας να γελάσουµε!
     Το κάθε παιδί προσπαθούσε µε τη δική του φαντασία να εξηγήσει το «πώς δουλεύει». Ο συµµαθητής και γείτονάς µου, ο Αντρέας, έλεγε πως έχει µέσα «κάτι µικρά ανθρωπάκια και αυτά άλλοτε "µιλάνε" κι άλλοτε "τραγουδάνε"»! Ο Κώστας υποστήριζε πως «ό,τι ακούµε από το ράδιο, βρίσκεται µέσα στις µπαταρίες, γι’ αυτό µόλις "καούνε", σταµατάει»! Ένα σωρό ακόµα «ερµηνείες» στις ατέλειωτες κουβέντες µας για το «θέµα των ηµερών»!
     Όταν πέρασε λίγος καιρός και είχαµε κι εµείς τα παιδιά την «άδεια» να το ανοίγουµε, δεν το αφήναµε καθόλου ήσυχο. Μέχρι και κάτω από τα σκεπάσµατά µου το έπαιρνα τα βράδια, για να το έχω παρέα! Άναβε κι ένα φωτάκι του με το πάτημα ενός μικρού κουμπιού και δε φοβόµουν, όταν έσβηνε η λάµπα πετρελαίου να κοιµηθούµε. Ένοιωθα περισσότερη ασφάλεια! Μέσα σε τέσσερις – πέντε µέρες, όµως, τέλειωναν οι µπαταρίες και πέρα από τις φωνές των γονιών µας, γιατί «δεν ξέραµε και τι γίνεται στον κόσµο χωρίς ράδιο», µέναµε και «ρέστοι», µέχρι να πάρουµε καινούργιες. Είχα ακούσει από άλλα παιδιά πως αν τις έβαζα στον ήλιο ή κοντά στη φωτιά να «ζεσταθούνε», «ξαναδουλεύουνε». ∆εν ήταν ψέµα, αλλά η «φόρτιση» αυτή κράταγε µόνο λίγα λεπτά...
     Οι καινούργιες µπαταρίες έκαναν πάντα τη φωνή του καµπάνα! Όχι, βέβαια, ότι ήταν πολύ δυνατή, γιατί και το ίδιο µικρό ήταν, µη έχοντας και πολλές δυνατότητες να... φωνάζει! Το έβγαζα στο παράθυρο τότε, να το ακούνε κι άλλοι χωριανοί και να µας καµαρώνουνε! Άλλη γκρίνια, άλλες παρατηρήσεις από τους γονείς και τους παππούδες, γιατί «θα µας φωνάξει κανείς και δεν θα τον ακούσουµε». «Σκοτωµό» είχαµε µια φορά στο σπίτι, όταν δεν ακούσαµε που φώναξε ο παππούς, που έπεσε στην αυλή και ζητούσε τη βοήθειά μας να σηκωθεί. Οι νέες παραγωγές στα τραγούδια της «Μίνως Μάτσας και Υιός» κι εγώ και η αδελφή µου, που «σιγοσυνοδεύαµε», δεν άφηναν περιθώριο να ακουστεί τίποτα άλλο! Σηκώθηκε σιγά – σιγά µόνος του ο παππούς και όταν ήλθε µέσα, θα το πέταγε από το παράθυρο, αν δεν προλάβαινε ο πατέρας να το «σώσει»!
     Η µεγάλη απόσταση από τον τόπο εκποµπής κάθε σταθµού και οι ορεινοί όγκοι των χωριών µας, επηρέαζαν πολύ την απόδοσή του. Οι σταθµοί που «πιάναµε» ήσαν µετρηµένοι κι αυτοί με σηκωμένη την κεραία. Αυτό, όµως, δεν επηρέασε στο ελάχιστο την αγάπη µας στο ράδιό µας, γιατί ήταν και η µοναδική µας επιλογή στην ψυχαγωγία και στη συντροφιά, όταν τέλειωνε το παιχνίδι µε τ’ άλλα παιδιά. Μέσα από εκεί γνωρίσαµε σηµαντικούς καλλιτέχνες που µεγάλωσαν τη γενιά µας. Οι ποδοσφαιρικοί αγώνες που παρακολουθούσαµε µε κοµµένη την ανάσα, ήταν κάτι το ξεχωριστό και πολύ µας εκτόνωνε. Αν και προσωπικά ποτέ δεν υπήρξα φανατικός του ποδοσφαίρου, προσπαθούσα να είµαι κάπως ενηµερωµένος, για να µην αντιµετωπίζω την κοροϊδία των άλλων παιδιών! Εκποµπές λογοτεχνικού – πνευµατικού περιεχοµένου µας ταξίδευαν σε κόσµους µακρινούς και µη γνώριµους, σε µας τα χωριατόπουλα. Τους κόσµους αυτούς ντύναµε µε τη φαντασία µας και ίσως έτσι να τους εξωραΐζαμε περισσότερο, απ’ ότι ήταν στην πραγµατικότητα!
     Τα δηµοτικά τραγούδια κάθε πρωί, η «ώρα των ακροατών» από το σταθµό του Μεσολογγίου, οι «αφιερώσεις ακροατών» από το σταθµό του Πύρ-γου, ο Καραγκιόζης και το «θέατρο της ∆ευτέρας», ήταν πάντα οι πιο αγαπηµένες µας εκποµπές! Ειδικά, αν το «θέατρο της ∆ευτέρας» ήταν κωµωδία, απερίγραπτη η ευτυχία µας! Γελούσαμε µε την ψυχή µας! «Μέχρι δακρύων»! Κι αν το έργο δεν ήτανε καλό, λέγαµε πως ήταν µια ∆ευτέρα χαµένη!
     Με τίποτα δε µπορώ να ξεχάσω και µε τι ευλάβεια παρακολουθούσαµε τη λειτουργία τις Κυριακές, όταν – πολύ σπάνια – δεν πηγαίναµε στην εκκλησία. Το ίδιο γινόταν και µε τις παρακλήσεις πριν τον Αύγουστο. Η δε κατάνυξη στις ολονυχτίες της Μεγάλης Εβδοµάδας, ειδικά µέχρι τη Μεγάλη Πέµπτη, που δε συνηθίζαµε να πηγαίνουµε στην εκκλησία, ήταν ακόµα µεγαλύτερη.
     ∆ε ξεχνιέται, ακόμα, και το πόσο έντονα βιώσαµε το εθνικό πένθος, όταν βυθίστηκε το πλοίο «Ηράκλειο» στη Φαλκονέρα, παίρνοντας µαζί στον υγρό τάφο του διακόσιους τόσους επιβάτες του. Το συναισθηµατικό φορτίο που µεταφερόταν µέσω των ερτζιανών ήταν αβάσταχτο και αβάσταχτα το βιώναμε. Η µάνα και η γιαγιά κλαίγανε συνέχεια, ενώ ο πατέρας µε τον παππού ήταν βουβοί. Όταν ακούστηκε η επιµνηµόσυνη δέηση, που µεταδόθηκε στη βραδινή εκποµπή «τα χρονικά της ηµέρας», ο πατέρας σηκώθηκε και µε πολύ ευλάβεια άναψε το καντήλι και έκανε το σταυρό του. Η µάνα έβαλε κάρβουνα και λιβάνι στο λιβανιστήρι και θύµιασε το εικόνισµα και τον καθένα µας µε τη σειρά και µετά όλο το σπίτι. Σηκωθήκαµε όρθια κι εµείς τα παιδιά και κάναµε το σταυρό µας. Τα µάτια µας βούρκωσαν και ένας κόµπος που µας έπνιγε στο λαιµό, δεν πήγαινε ούτε πάνω, ούτε κάτω, σαν να χάθηκε και κάποιος δικός µας σ’ εκείνη την τραγωδία, σαν να ήταν µέσα στο σπίτι µας το πένθος.
     «Άγιο» είχαµε µια φορά κι εγώ και το ράδιο, που τη γλίτωσε από «πνιγµό»! Ήταν τον Ιούλη του 1972, που είχε πεθάνει ο πατριάρχης Αθηναγόρας και ήθελα οπωσδήποτε να ακούσω τη νεκρώσιμη ακολουθία για τον όλων των ορθοδόξων χριστιανών, «εις απ’ ευθείας µετάδοσιν την δεκάτην πρωινήν», όπως είχε ανακοινωθεί. Οι δουλειές στα χωράφια ήσαν στην αιχµή τους εκείνο τον καιρό και τα δικά µου χέρια έπρεπε να βοηθήσουν. ∆εν είχα άλλη επιλογή, από το να πάρω µαζί µου. Πώς να το έλεγα, όµως, στους γονείς µου, που ήξερα εξ αρχής ότι θα ήταν κάθετα αρνητικοί; Τους το είπα µε πολλή «µαλαγανιά», αλλά έµειναν άκαµπτοι, αφού οι πιθανότητες να χτυπηθεί στη µεταφορά µεγάλες. «Πέσε – πέσε το κοπέλι, κάνει την κυρά και θέλει», όπως λέει και η παροιμία και από τα πολλά τους κατάφερα να πουν το «ναι», αλλά µε πάρα πολλές προειδοποιήσεις και συµβουλές να το προσέχω «καλύτερα από τα µάτια µου». Κι εµένα, βέβαια, δεν μ’ ενδιέφερε ενδιέφερε πολύ να µην πάθει τίποτα, γι’ αυτό το έβαλα µέσα σ’ ένα ταγάρι, για περισσότερη προστασία. Είχα προµηθευτεί και καινούργιες µπαταρίες και όλη µέρα το είχα ανοιχτό. ∆εν ήθελα να χάσω το παραµικρό από καµία εκποµπή του «πρώτου προγράµµατος», που όλες αναφέρονταν στο εθνικό πένθος και µετέφεραν τα συναισθήµατα και το βαρύ κλίµα και την κατάνυξη που υπήρχε.
     Μετά τη νεκρώσιµη ακολουθία, στις δέκα το πρωί, θυµάµαι, ακούστηκαν οι επικήδειοι λόγοι, πραγµατικά λογοτεχνήµατα. Φυσικό ήταν να φορτιστώ ακόμα
περισσότερο, καθισµένος σε µια γωνιά του χωραφιού όση ώρα κράτησε η όλη τελετή κάτω από τον ίσκιο. Η δε τελετή δεν ήταν αυτή που γινόταν στο Οικουµενικό Πατριαρχείο, αλλά η «επιµνηµόσυνος δέησις» από τον µητροπολιτικό ναό της Αθήνας, γιατί η σύνδεση µε Κωνσταντινούπολη εκείνη την εποχή δεν υπήρχε.
     Λίγη ώρα αργότερα ξεκίνησα µε το ταγάρι στον ώµο και το ράδιο µέσα «να λέει», για την κοντινότερη πηγή, να γεµίσω νερό το πλαστικό δοχείο. Πόσο άτυχος ήµουν, όµως, όταν «πηδώντας» ένα αρδευτικό αυλάκι, κόπηκε το σχοινί
από το ταγάρι από το τράνταγµα! Αποτέλεσµα ήταν να πέσει µαζί µε το και ράδιο στο νερό και µε το «µπλουµ», µουγκάθηκε µονοµιάς! Με µια κίνηση αστραπή το έπιασα και το έβγαλα. Από παντού έτρεχαν νερά! Φαρµακώθηκα! Πώς να γύριζα τώρα στον πατέρα µου; Τι να του έλεγα για δικαιολογία; Είχα άλλη επιλογή, όμως;
     Μόλις το άκουσε, µαρµάρωσε και δεν είπε κουβέντα. Σε λίγο άρχισε να του βγαίνει η πίκρα και, φυσικά, τα έβαλε µαζί µου.Το άφησα στον ήλιο και από την πολλή ζέστη σιγά – σιγά στέγνωσε και  στην αρχή µε διακοπές και «βραχνάδα», άρχισε να «µιλάει» και να «τραγουδάει»! Όσο η ώρα περνούσε και η υγρασία έφευγε, η «φωνή» του ξεκαθάριζε! Μου φαινόταν, µάλιστα, πως η φωνή του ακουγόταν καλύτερα από πριν!  Ξαναγεννήθηκα και ξαναβαφτίστηκα! Φυσικά, η µάνα ποτέ δεν έµαθε γι’ αυτόν τον παρά λίγο «πνιγµό», τουλάχιστον από εµένα!
     Το «τέλος» αυτού του ραδιοφώνου, δεν ήταν καθόλου αντάξιο µε τα όσα µας προσέφερε. Όσο µεγάλωνα ήθελα να το ερευνώ, όλο και περισσότερο. Μ’ ένα µικρό κατσαβίδι συνέχεια το άνοιγα και προσπαθούσα να... ρυθµίσω τις συχνότητες να «πιάνει» καλύτερα, όπως άκουγα από άλλους! Πίστευα ότι θα µπορέσω να το κάνω να ακούγεται καθαρότερα και δυνατότερα. ∆ιαπίστωνα, όµως, πως όλο και περισσότερο ότι το αποτέλεσµα ήταν αντίθετο των προσδοκιών µου, µέχρι που µε το ζόρι µπορούσες ν’ ακούσεις και να καταλάβεις τι λέει. Όσα άλλα ραδιόφωνα αγόρασα σε µεγαλύτερη ηλικία, κανένα δεν βγήκε καλύτερο, ή έστω ισάξιο µε εκείνο το SONY, κι ας ήταν µεγαλύτερα σε µέγεθος από εκείνο.
     Λίγο πριν το στρατό, πολυδουλεµένο και πολυβασανισµένο καθώς ήταν, το αντάλλαξα στο Μοναστηράκι µε µια ηλεκτρική ξυριστική µηχανή.
 
Νίκος Χρ.Παπακωνσταντόπουλος, 13.2.2025
(Σύντομο βιογραφικό σημείωμα μπορείτε να δείτε ΕΔΩ)