Δευτέρα 3 Νοεμβρίου 2025

«Εἷς οἰωνὸς ἄριστος ἀμύνεσθαι περὶ πάτρης» (άρθρο)

                                             

     «Ένα είναι το καλύτερο σημάδι, να αμύνεσαι/να μάχεσαι για την πατρίδα σου», μας διδάσκει ο Όμηρος στο στίχο 243 της Μ ραψωδίας, του μεγάλου επικού ποιήματός του Ιλιάδα. Ήταν λόγια του Έκτορα στον Πολυδάναμτα τον Τρώα, όταν ο δεύτερος ήθελε να τον αποτρέψει και να μην επιτεθούν στα Αργίτικα καράβια που έφτασαν στην Τροία να την καταλάβουν, αφού ένα ουράνιο σημάδι του έλεγε ότι μια τέτοια επίθεση δεν θα είχε καλή έκβαση.
     Βέβαια, η αντιμετώπιση του εχθρού γίνεται στα πεδία των μαχών, σε καιρούς πολέμου, για την διατήρηση της εδαφικής ακεραιότητας μιας χώρας. Όμως, ποτέ δεν θα πρέπει να πάψουμε να μαχόμαστε και να αμυνόμαστε για την πατρίδα μας, φυσικά ούτε σε καιρούς ειρήνης. Τις παραδοσιακές μας Αξίες, τις παραδόσεις και τα δίκια μας, που παραλάβαμε ακέραια από κοντινούς και μακρινούς προγόνους μας, δεν πρέπει να τα αφήσουμε να ακρωτηριαστούν.
     Πριν λίγες μέρες γιορτάσαμε της 85η επέτειο του «ΟΧΙ». Ορισμένοι έχουν την εσφαλμένη εντύπωση ότι γιορτάζουμε την «έναρξη του πολέμου»! Καθόλου την έναρξη μιας πολεμικής σύρραξης δεν γιορτάζουμε! Γιορτάζουμε το ΟΧΙ στην παραβίαση της εδαφικής μας ακεραιότητας, ΟΧΙ στην κατάκτηση, το ΟΧΙ στον πόλεμο, που αυτό το ΟΧΙ σημαίνει ΕΙΡΗΝΗ.
     Σήμερα και πάντα επιβάλλεται να μαχόμαστε, να αμυνόμαστε και να διαφεντεύουμε τα Ιδανικά και τις παραδοσιακές μας Αξίες, γιατί και αυτών η απώλεια, ισοδυναμεί με άλωση. Ψηλά τα λάβαρα των Αξιών, λοιπόν, σύμβολα του κάθε «πιστεύω» μας και αυτά να προπορεύονται στις καθημερινές τέτοιες μας μάχες για να μας εμψυχώνουν, όπως  ψηλά μπροστά πάει και η Σημαία μας σε κάθε εμπόλεμη μάχη και εμψυχώνει τους ήρωες! Ψηλά ανεβαίνει και η Γαλανόλευκη στις νίκες του «εύ αγωνίζεσθαι» των αθλητικών αγώνων. Όχι λίγες φορές βλέπουμε εκεί και βιώνουμε σε απευθείας μετάδοση μεγάλα συναισθήματα, μαζί με τους αθλητές μας!
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 3.10.2025

Σάββατο 1 Νοεμβρίου 2025

Εύθυμες ιστορίες του χωριού: Το πάθημα της Ιουλιάρας


     Ιουλία ήταν το βαφτιστικό της όνομα της της σαραντάρας «ψωμωμένης»* του μαχαλά, που όχι τόσο τα κιλά της, μα περισσότερο οι τρόποι της και η βροντώδης φωνή της την έκαναν «Ιουλιάρα». «Νουνός» του ονόματός της αυτού ήταν ο πλακατζής γείτονάς της ο Σωκράτης, που σ’ έναν καυγά τους για κάτι μικροδιαφορές, δεν άντεξε τις φωνές της και τα «κοσμητικά επίθετα» που τον στόλιζε. Τη στόλισε κι αυτός με κάμποσα βλαστήμια, με τελευταίο τον «οξαποδώ» και το νέο της όνομα, γυρίζοντας να φύγει:
     «Άι μου στο διάολο, Ιουλιάρα!».
    Ήταν κάμποσες οι μικροδιαφορές τους και καβγάς τους σιγόβραζε καρό τώρα και ήταν θέμα χρόνου να εκδηλωθεί. Η αφορμή δόθηκε όταν ο Σωκράτης χτύπησε μ’ ένα ξύλο το σκύλο της, που μπήκε στην αυλή του. Το κλάμα από τον πόνο, έκαναν το ζωντανό να φύγει κουτσαίνοντας για την αφεντικίνα του. Ποιος είδε το Θεό και δεν τον φοβήθηκε! Άστραψε και βρόντηξε η Ιουλία, μόλις γύρισε το βλέμμα της και είδε το γείτονά της να κρατάει το ξύλο που το χτύπησε.
    «Τι σου ’φταιξε, ρε, το ζωντανό, ρε; Μαζί το ταΐζουμε; Ήρθε η ώρα να σου τα μετρήσω τα παΐδια»!
     Άρπαξε κι εκείνη ένα μακρύ ξύλο που βρήκε μπροστά της και κινήθηκε απειλητικά εναντίον του.
     «Για κόπιασε και θα καλοπεράσεις! Δεν σου έχω πει τόσες φορές να το δένεις; Δεν το θέλω να έρχεται στην αυλή μου! Πάει στις φωλιές και μου τρώσει τ’ αυγά!».
     Από τις πρώτες πόρτες που άνοιξαν, ήταν και αυτή του παππά, που τους προέτρεπε με τις λέξεις του Ευαγγελίου, «ειρήνη υμίν»!
     «Τι "ειρήνη υμίν", παππά μου! Αυτοί θα μακελευτούνε»! Κάνε κάτι, φώναξε δυνατά η άλλη γειτόνισσά τους, η Ανδριάνα!
     Οι φωνές και οι παρεμβάσεις των γειτόνων να προλάβουν τα χειρότερα, ανέκοψαν τη φόρα της «Ιουλιάρας» και σταμάτησε στην αυλόπορτα, συνεχίζοντας να βρίζει και να κινεί απειλητικά με το ξύλο που κράταγε.
     Πέρασαν κάμποσες μέρες και ο Σωκράτης έκοψε ένα μεγάλο κολοκύθι στη μέση. Του άδειασε το περιεχόμενο μ’ ένα κουτάλι και του άνοιξε τρύπες σαν από ανθρώπινο κρανίο, με μάτια, μύτη και στόμα. Όταν νύχτωσε καλά, πήγε με κάθε προφύλαξη στο μαντρότοιχο που χώριζε τα σπίτια τους και το τοποθέτησε σ’ ένα εμφανές σημείο, αφήνοντας μέσα στο κενό του ένα αναμμένο κερί, που στο σκοτάδι ένοιαζε με νεκροκεφαλή να φωτίζει από μέσα! Στο σημείο εκείνο ήταν βέβαιο ότι θα το έβλεπε η «Ιουλιάρα» όταν έβγαινε στην πόρτα της, ή ακόμα κι αν άνοιγε το παράθυρό της!
     Δεν πέρασε πολλή ώρα και η φωνές της «άσπονδης» γειτόνισσάς του ακούστηκαν δυνατά μέσα στη νύχτα, σε όλο σχεδόν το μαχαλά:
     «Βοήθεια! Βοήθεια! Στοιχειό! Φάντασμα! Βοήθεια!
     Οι πόρτες κάποιων κοντινών σπιτιών άνοιξαν και τρεις-τέσσερις γείτονές τους προσέτρεξαν να δουν τί γίνεται, αν και είναι σίγουρο ότι ελάχιστοι πίστεψαν ότι επρόκειτο για φάντασμα! Αφού το… φαινόμενο «εξιχνιάστηκε» και η κολοκύθα κύλισε στον κατηφορικό δρόμο, όλοι γέλασαν! Η «Ιουλιάρα», όμως, στόλιζε για άλλη μια φορά με «κοσμητικά επίθετα» τον γείτονά της, όντας βέβαιη ότι αυτός ήταν η «πέτρα του σκανδάλου»!
-------------------------------------------
* Ψωμωμένος: ευτραφής, υπέρβαρος, χοντρός.
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 1.11.2025

Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2025

Τα πρώτα σινεµά της ζωής μου (βιωματικό διήγημα)

 

     Ήταν ένα πρωινό στο έµπα της άνοιξης, στο προαύλιο του γυµνασίου του Σοποτού, πριν ακόµα αρχίσει το µάθηµα. Μια µέρα ηλιόλουστη και ζεστή, από τις πρώτες καλές και χαρούµενες µετά το χειµώνα, που σε γέµιζε αισιοδοξία, σου ’φτιαχνε τη διάθεση. Τα πρώτα µπουµπούκια είχαν σκάσει και τα πολλά αγριολούλουδα που είχαν ανθίσει, σκορπίζοντας το µεθυστικό άρωµά τους, ξετρέλαιναν τα πολύχρωµα έντοµα, που χοροπηδούσαν βιαστικά από το ένα στο άλλο. Το χώµα είχε αρχίσει σιγά – σιγά να στεγνώνει, επιβεβαιώνοντας κι αυτό ότι ο χειµώνας εκείνης της χρονιάς είχε περάσει οριστικά.
     ∆υο Σοποτινοί συµµαθητές, µας είπαν στο προαύλιο πως «...κάτι ακούστηκε, ότι το βράδυ θα παιχτεί µια ταινία σινεµά στο "µεγάλο καφενείο"...». Ποιος έδωσε σηµασία όµως, αφού µας φάνταζε για «χαζό» πρωταπριλιάτικο ψέµα! Μια τέτοια µέρα εµείς αλλού είχαµε το νου µας: Τι πιο απλό και «πρακτικό» από µια εκδροµή, όχι τόσο να χαρούµε την ηµέρα, αλλά να µην κάνουµε µάθηµα! Με το που βλέπαµε έναν – έναν τους καθηγητές να κατη- φορίζουν προς το γυµνάσιο και, πριν καν ακόµα πλησιάσουν, αρχίσαµε να φωνάζουµε:
     «Εκδροµήήήήήήή!», «ΕκδροµήήήήήήήΙ».
     Οι καθηγητές δε µπορούσαν να κρύψουν το χαµόγελό τους, σηµάδι που σήµαινε ότι, µάλλον θα ικανοποιηθεί η επιθυµία µας! Στο χτύπηµα του κουδουνιού το είχαµε σχεδόν σίγουρο, ότι η εκδροµή θα πραγµατοποιηθεί! Μας το είχαν επισφραγίσει τα χαµόγελά τους! Ωστόσο εντείναµε τις φωνές µας για «εκδροµήήήή», να «κατοχυρωθεί» οριστικά το αίτηµά µας. Έµελλε, όµως, η αισιοδοξία µας να µας προδώσει και το χαµόγελο να παγώσει στα χείλη µας, όταν βγήκε πρώτος και κάπως φουριόζος από το γραφείο των καθηγητών ο φιλόλογός µας και ήλθε µε ύφος καρδινάλιου στην πρωινή συγκέντρωση. Πήραµε την κρυάδα πριν ακόµα γίνει η προσευχή και η έπαρση της σηµαίας! Αφού µας τα ’ψαλε για τα καλά, χαρακτηρίζοντάς µας «τθογλάνια» και ότι «φωνάδουµε θαν αγδοίκοι», άλλαξε αµέσως ύφος, κατέβασε και τον τόνο της φωνής του κι έσκασε ένα χαµόγελο, λέγοντας:
     «Άντε! Θα σας παίκθουµε και θινεµά το βράδυ!».
     Εδώ ανοίγω µια παρένθεση, για άλλο ένα ευτράπελο µε τον ίδιο καθηγητή, πάλι µε τις ίδιες... ευγενικές προσφωνήσεις: Κάθε παραµονή εθνικής γιορτής, το Σοποτό γέµιζε παιδιά του δηµοτικού και του γυµνασίου, που βγαίναµε να καθαρίσουµε τους δρόµους και κεντρικά σηµεία, για την παρέλαση της επόµενης µέρας. Υπερτερούσε, βέβαια, το µπλε της σχολικής ποδιάς των κοριτσιών, αφού για εµάς τα αγόρια δεν υπήρχε κάποιος περιορισµός, που να µας κάνει να ξεχωρίζουµε. Ο καθηγητής αυτός ήταν επικεφαλής µιας οµάδας δέκα αγοριών και άλλων τόσων κοριτσιών, για την καθαριότητα της πλατείας και των γύρω χώρων. Στα κορίτσια είχαν δοθεί σκούπες κι εµείς µαζεύαµε µε τα χέρια χαρτιά, πέτρες, ξύλα και διάφορα άλλα σκουπίδια. Όταν φτάσαµε στις σκάλες, που κατέβαιναν προς το Σταθµό Χωροφυλακής, αφήσαµε τα κορίτσια να σκουπίζουν τα επάνω σκαλοπάτια κι εµείς κατεβήκαµε στα πιο χαµηλά, τάχα να καθαρίσουµε σ’ εκείνο το σηµείο. Ο σκοπός µας όµως δεν ήταν αυτός, αλλά να... κάµουµε µπανιστήρι!
     ∆εν άργησε πολύ ο καθηγητής µας να µας «πάρει µυρωδιά», έρχεται κοντά και κάπως χαµηλόφωνα µας λέει:
     «Αϊ µου θτο διάολο τθογλάνια! Ακόµα δε βγήκατε από το αυγό και µου θέλετε και µπανιθτήρι...»!
     Αφού µας έδιωξε κακήν – κακώς από εκεί, έκατσε φαρδύς – πλατύς επάνω σε µια πέτρα και απολάµβανε ο ίδιος το... θέαµα!!!
     Ήταν λίγο αλλήθωρος και λίγο ψευδός και το «σ» ακουγόταν σαν «θ». Το είχε συνηθίσει το αυτί µας και δε µας έκανε εντύπωση. Στην αρχή, όµως, είχαµε ρίξει «τό γέλιο»! Το ψεύδισµά του οφειλόταν, πιθανότατα, στο ότι µεταξύ των δύο µπροστινών – επάνω δοντιών του υπήρχε ένα κενό, που τον έκανε και λίγο «ασχηµούλη».
     Μου ’ρθε να τον ρωτήσω: «έχετε καλλιτεχνικό ταλέντο;», όταν µας είπε για το «θινεµά», αλλά πού τολµούσα, ύστερα από µια τέτοια ψυχρολουσία! Ένοιωσα όµως πως κάπου άρχισαν να «δένουν» τα λόγια του, µε τα λόγια των Σοποτινών συµµαθητών και βρέθηκα, όπως όλοι µας σε µια περίεργη αναµονή, και περίεργη απορία. Σε καµία δε περίπτωση αυτό δεν «έδρασε» σαν «αντίδοτο» στη λαχτάρα της εκδροµής.
     Αργότερα, µε το που χτύπησε το κουδούνι τη λήξη του δεύτερου ή του τρίτου διαλείµµατος, ήλθε ο γυµνασιάρχης στη συγκέντρωση και µας ανακοίνωσε ότι το βράδυ θα έλθει µικρό κλιµάκιο του στρατού στο «µεγάλο καφενείο» να παίξει σινεµά! Συµπλήρωσε ότι «πρόκειται για µια αξιόλογη κινηµατογραφική ταινία, που καλό θα είναι όσοι περισσότεροι µπορούν να την παρακολουθήσουν...». Αν και δε µπορούσαµε να καταλάβουµε πως και τι ακριβώς θα γινόταν στην όλη αυτή «επιχείρηση», εντάθηκε η περιέργεια και η απορία όλων µας. Φυσικά την εκδροµή την είχαµε ξεχάσει. Πρώτον γιατί το πήραµε απόφαση ότι έληξε άδοξα προ πολλού και, δεύτερον, άρχισε να στριφογυρίζει το µυαλό µας το «σινεµά»!
     Και µέσα στην τάξη, αλλά περισσότερο στο επόµενο διάλειµµα, περικυκλώσαµε τους Σοποτινούς συµµαθητές µας οι περισσότεροι. Οι ερωτήσεις έπεφταν βροχή, να µας πούνε αν ξέρουνε, τι ξέρουνε, τι έργο θα είναι...
     Πού να ησυχάσουµε µετά. Έπρεπε µε κάθε τρόπο να µη χαθεί αυτή η ευκαιρία, που θα ήταν και µια πρωτόγνωρη εµπειρία! Θεωρούσαµε ιδιαίτερα τυχερούς τους Σοποτινούς και όσους µαθητές έµεναν στο Σοποτό. Πέρναγε από το µυαλό µου και η σκέψη, πως, αν ήξερα κάτι τέτοιο από την αρχή της χρονιάς, θα απαιτούσα από τους δικούς µου να έχω νοικιάσει σπίτι στο Σοποτό και όχι να µένω στους θείους, στο Αγρίδι!!! Πώς θα πήγαινα νυχτιάτικα από το ένα χωριό στο άλλο, περισσότερο από µισή ώρα δρόµο; Ήθελα οπωσδήποτε να µη χάσω αυτή την ευκαιρία, αλλά πώς;
     Την ανείπωτη αυτή λαχτάρα µου, ήλθαν να ικανοποιήσουν στο τελευταίο διάλειµµα δυο άλλοι συµµαθητές από το Αγρίδι, ο Θανάσης µε τον Αρίστο, που ήταν συνάµα συγγενείς κι ακόµα περισσότερο φίλοι:
     «Θα ’ρθούµε σινεµά το βράδυ;».
     Προσπάθησα να καταλάβω αν ακούω καλά!
     «Ε;», ρώτησα.
     «Το βράδυ θα ’ρθεις σινεµά;», µε ξαναρώτησε ο Αρίστος και συµπλήρωσε ο Θανάσης:
      «...Είπαµε και µε κάτι άλλα παιδιά από το Αγρίδι, να µαζευτούµε στο νύχτωµα και να ’ρθούµε να δούµε το σινεµά, που µας είπε ο γυµνασιάρχης... Θέλεις να ’ρθεις και συ;…».
     ∆εν το πίστευα και επέµενα να βεβαιωθώ αν ακούν καλά τα αυτιά µου! Μου φάνηκε τόσο αναπάντεχο, µα και τόσο αληθινό υπερκόσμιο! Είχα λόγους να το σκεφτώ; Όχι, βέβαια! Από τη στιγµή εκείνη, µέχρι αργά το απόγευµα, δεν έκανα άλλη δουλειά, από το να κοιτάζω συνέχεια το ρολόι. Φαντάζοµαι ότι το ίδιο έκαναν και όλοι οι υπόλοιποι!
     Άρχιζε να νυχτώνει γύρω στις εφτάµισι. Από το παράθυρο του σπιτιού του µπάρµπα – Σωτήρη και της Θειά – Φώτως, που κοίταζε στον κεντρικό δρόµο του χωριού, έβλεπα κάποια παιδιά να έχουν αρχίσει να µαζεύονται από τις πέντε και να παίζουν, µέχρι να έλθει η ώρα. Σε λίγο κατέβηκα κι εγώ και κατά τις εφτά είχαµε µαζευτεί καµιά δωδεκαριά, αγόρια και κορίτσια.
     Με ανείπωτο το κέφι, τον ενθουσιασµό και την περιέργεια, ξεκινήσαµε. Η βεβαιότητα ότι το έργο «θα είναι καλό», ήταν δεδοµένη, τόσο από τα λόγια του γυµνασιάρχη, όσο και από την ίδια µας την αισιοδοξία! ∆υο – τρεις ακόµα, καθυστερηµένοι, κατέβαιναν από τα ψηλότερα σπίτια του Αγριδού, την ώρα που εµείς είχαµε διανύσει τα πρώτα τριακόσια – τετρακόσια µέτρα, από το σηµείο «εκκίνησης» και άρχισαν να φωνάζουν:
     «Περιµένετε, ρέέέέέ! Ερχόµαστε κι εµείείείείς!!!».
     Επιβραδύναµε λίγο το βήµα µας, αφού είχαµε ακόµα ώρα µπροστά µας και µας έφτασαν...
     Ο εσωτερικός χώρος του «µεγάλου καφενείου» στην πλατεία – κέντρο του Σοποτού, των αδελφών Οικονοµόπουλου, είχε διαµορφωθεί σε µία πραγµατική αίθουσα κινηµατογράφου! Όλες οι καρέκλες τοποθετηµένες σε «σειρές», να «βλέπουν» προς την έξοδο και µε πλάτη προς τον πάγκο του καφενείου. Πίσω από τις καρέκλες και µπροστά από τον πάγκο – στον ενδιάµεσο χώρο –, είχε τοποθετηθεί ένα µεγάλο τραπέζι και πάνω σ’ αυτό µια τεράστιακινηµατογραφική µηχανή προβολής, µε πολλά καλώδια. ∆ύο φαντάροι χειριστές και ένας επικεφαλής, µάλλον υπαξιωµατικός – λοχίας, θα µας µετέφεραν σε πρωτόγνωρους κόσµους...
     Μπροστά, απέναντι από τις «θέσεις των θεατών» και ακριβώς πάνω από τη µεγάλη κεντρική πόρτα, είχαν «κρεµάσει» ένα λευκό σεντόνι, τεντωµένο, που να µη σχηµατίζει πτυχές. Έφτανε όµως µέχρι χαµηλά, στο επάνω µέρος της πόρτας, που έπρεπε ν’ ανοίγει µε προσοχή, ώστε να µη «φύγει» από τη θέση του. Και πώς να µη σχηµατίζει πτυχές και πώς να µη φεύγει από τη θέση του, αφού η πόρτα ανοιγόκλεινε συνέχεια για να µπουν και νέοι «θεατές». Κανένας µας δεν ήξερε τι ρόλο είχε ένα σεντόνι εκεί. Από κουβέντες µεγαλύτερων, µέσα στην «κινηµατογραφική αίθουσα», µάθαµε ότι θα ήταν η οθόνη!
     Στο «σινεµά» αυτό είχαν έλθει και καθηγητές µας, κάτι που µας έκανε να ήµαστε πολύ πέρα από το σύνηθες συνεσταλµένοι. Κι αν φανταστεί κανείς ότι το µισό σχεδόν «φιλοθεάµον κοινόν» ήµαστε µαθητές και δεν ακουγόταν «κιχ» µέσα στο καφενείο, λες και βρισκόµαστε σε εκκλησία, µπορεί να καταλάβει πώς βλέπαµε και πώς υπολογίζαµε τους καθηγητές µας!
     Ακούστηκε σε λίγο ένα «γρύλισµα», στο ξεκίνηµα λειτουργίας της κινηµατογραφικής µηχανής και µία ελαφρώς «αποκλίνουσα» δέσµη φωτός «χυνόταν» πάνω στην «οθόνη». Καταλήγοντας εκεί «σχηµάτιζε» την εικόνα του περιβόητου σινεµά, για το οποίο τόσος λόγος είχε γίνει από τη στιγµή που µας ανακοινώθηκε: Καθένας µας φανταζόταν µε το δικό του τρόπο για το πώς θα µπορούσε να λειτουργεί, µέχρι τη στιγµή που το πρωτοαντικρίσαµε. Όχι βέβαια πως µας λύθηκαν οι απορίες, αλλά είδαµε κι εµείς «κάτι»! ∆εκάδες, ή µάλλον εκατοντάδες ορθάνοιχτα ζευγάρια µάτια και άλλα τόσα τεντωµένα αυτιά παρακολουθούσαµε, προσέχοντας να µη µας ξεφύγει το παραµικρό! Ούτε µια λέξη, ούτε µια κίνηση! Από τις πρώτες στιγµές της προβολής ακούστηκαν κάποιες γνώµες, κάποιες «κριτικές», κυρίως από µεγάλους:
     «Ωραίο θα είναι!».
     «Καλό φαίνεται!».
     Και σε κάθε στόµα που άνοιγε να πει κάτι, δεκάδες µακρόσυρτα «σσσσσσσσς» του υπενθύµιζαν την υποχρέωση που είχε να τιθασεύσει τα συναισθήµατά του και τους ενθουσιασµούς του, χάρη στη µοναδικότητα και σπανιότητα της ώρας.
     ∆ε θυµάµαι τον τίτλο του έργου, ούτε τους ηθοποιούς που έπαιζαν. Άλλωτε αυτοί δεν ένοιωθα να µ’ ενδιαφέρουν τότε. Χρειάστηκε να περάσουν κάποια χρόνια ακόµα να µάθω τους πιο γνωστούς καλλιτέχνες στην Ελλάδα... Θυµάµαι όµως πολύ καλά ότι το έργο ήταν ελληνικό, πολεµικό, που διαδραµατιζόταν στα βουνά της Πίνδου, µετά το «ΟΧΙ», το 1940. Είχε πολλή δράση και πολλή περιπέτεια που προκαλούσαν µεγάλη αγωνία, κάτι που µας έκανε να το παρακολουθούµε µε κοµµένη την ανάσα και πολύ καρδιοχτύπι. Που και που ακούγονταν κάποιες φωνές αγωνίας από τους θεατές, όταν οι σκηνές το απαιτούσαν, επιδοκιµάζοντας ή αποδοκιµάζοντας. Πάλι τότε τα «σσσσσσς» «επέβαλαν» ησυχία. Αγωνιούσαµε ακόµα για το ποιος θα επικρατήσει, αν και ξέραµε ότι αυτές θα είναι οι Ελληνικές δυνάµεις. Η πλοκή και η σκηνοθεσία όµως, «άφηναν» και το άλλο ενδεχόµενο! Το ολιγόλεπτο διάλειµµα, µεταξύ «πρώτου» και «δευτέρου µέρους», έκοψε όλων µας
τη «φούρια». Χωρίς να χάσουµε το κέφι µας, βρήκαµε την ευκαιρία να αστειευτούµε µεταξύ µας:
     «Πού πήγανε, ρε;!».
     «Τι γίνανε;».
     «Γιατί φύγανε από το πανί;!»...
     Ο ηθοποιός που έπαιζε το σηµαντικότερο ρόλο, έµαθα από τότε ότι λέγεται «πρωταγωνιστής», που πολλές φορές κινδύνευσε. Πίστεψα – πιστέψαµε οι περισσότεροι πως κάποια στιγµή στη διάρκεια του έργου θα σκοτωθεί και όταν στο τέλος βγήκε νικητής και δικαιωµένος, ανακουφιστήκαµε και χαρήκαµε, νοιώθοντας κι εµείς δικαιωµένοι µαζί του, αφού είχαµε ευθυγραµµιστεί µε τα δικά του πιστεύω. 
     Την «παρθενική» αυτή εµπειρία επισκίαζε η αίσθηση ότι το έργο τελείωσε γρήγορα! Θα θέλαµε να διαρκέσει... πολλές ώρες ακόµα!
     Στην επιστροφή µας, µέσα στη νύχτα και µε το φως του φεγγαριού στη χάση του, όλο το Αγριδέικο γκρουπ συζητούσαµε τους προβληµατισµούς που µας προκάλεσε η ταινία. Σχολιάζαµε πολλά από όσα πριν λίγο είχαµε δει και που έµελλαν να µείνουν ολοζώντανα στη µνήµη µας σε όλη µας τη ζωή:
     «Είδες, ρε, πώς τη γλίτωσε ο "τάδε" ή ο "τάδε"; Παρά τρίχα!».
     «...Και κείνος που τραυµατίστηκε στο πόδι, πόσο αίµα έχασε, ρε παιδιά!
     Αν αργούσαν λίγο να τον πάνε στο ιατρείο, θα τους έµενε στο δρόµο!». «Και κείνη η δόλια η µάνα και κείνος ο δόλιος ο πατέρας, που πήρανε το τηλεγράφηµα ότι ο γιός τους έπεσε στο Μέτωπο, είδες µε τι ψυχραιµία το αντιµετωπίσανε;...».
     «Ναι, ρε! Σαν αρχαίοι Σπαρτιάτες!».
     «Η καρδούλα τους το ξέρει!», παρατήρησε ένα κορίτσι.
     «Ρε, είδατε πώς ρίχνανε τα αεροπλάνα τις µπόµπες, ρε! Εγώ σκιαζόµουνα µην έρθει καµία κατά πάνω µου!... Πωωω, πω, πω!».
     «Ρε, στ’ αλήθεια σκοτώνουνε τους ανθρώπους, για να γυρίσουνε µια ταινία;»!!!
     «Τι λες, ρε, µ...! Αυτά είναι τα τρυκ του κινηµατογράφου! ∆εν έχεις ακούσει γι’ αυτά;».
     Πού να κλείσω µάτι όλη νύχτα! Το µυαλό µου συνέχεια απορροφηµένο στη µαγεία του «απόηχου» της έβδοµης τέχνης, που πρώτη φορά είδαν ζωντανά τα µάτια µου. Μου φαινόταν τόσο εξωπραγµατικό, τόσο σπουδαίο, τόσο µαγευτικό, τόσο ανεξήγητο το πώς γίνεται να εµφανίζονται, να κινούνται και να µιλάνε άνθρωποι επάνω σ’ ένα πανί! ...Και µόλις σταµάταγε η µηχανή κι ανάβανε τα φώτα, τίποτα! Το άσπρο πανί µόνο!!!...
     Την άλλη µέρα και για πολλές µέρες ακόµα τις κουβέντες µας µονοπωλούσε αυτή µας η εµπειρία, που ήταν και σαν µια «συνέχεια» των δικών µου αποριών όλης της νύχτας εκείνης. Και κάποιοι που κάτι ήξεραν, που έτυχε κάτι να έχουν ακούσει από πριν, υπερηφανεύονταν «δικαιωµένοι» για τις«γνώσεις» τους:
     «Είδατε, ρε, που σας το έλεγα εγώ ότι δουλεύει έτσι και όχι όπως µου λέγατε σεις;...».
     Πώς να καταλάβουµε και τι να πρωτοχωρέσει το µυαλό µας όµως από όλα αυτά! Οι περισσότεροι αρκούµαστε σε εικασίες, σύµφωνα µε τη φαντασία του ο καθένας, που... έλυναν τις απορίες µας, στο κάθε «πώς» και στο κάθε «γιατί», τόσο στη λειτουργία της κινηµατογραφικής µηχανής, όσο και στην ερµηνεία των ρόλων! Εκεί που οι «απόψεις» των περισσοτέρων «συµφωνούσαν», ήταν πως σε όλη αυτή την «ιστορία» σηµαντικό ρόλο πρέπει να παίζει το µαγνητόφωνο. Αυτό µόνο ξέραµε και µόνο γι’ αυτό µπορούσαµε να µιλήσουµε µε κάποια σχετική βεβαιότητα!
     Ένα ακόµα από τα πρώτα «σινεµά» της ζωής µου, ήταν στη ∆άφνη, στην τετάρτη του ΣΤ/ταξίου γυµνασίου αυτή τη φορά. Νοικιάζαµε κι εκεί όπως και στο Σοποτό, αλλά είχαµε απαλλαχθεί από τα µαγειρέµατα και τα στοιβαγµένα για µέρες άπλυτα πιάτα στο νεροχύτη, αφού πρωί – µεσηµέρι – βράδυ τρώγαµε στη «Μαθητική Εστία». Ήταν µια σχετικά µεγάλη αίθουσα, που τις ώρες του φαγητού ήταν εστιατόριο και τα απογεύµατα αίθουσα µελέτης. Πηγαίναµε και διαβάζαµε εκεί τα µαθήµατα την επόµενης ηµέρας, µε την επίβλεψη και τη βοήθεια δύο καθηγητών µας, όπουτη  χρειαζόµαστε. Ο διευθυντής της ήταν ένας χρυσός άνθρωπος και προσπαθούσε πάντα να µας διευκολύνει στο κάθε τι.
     Πρέπει να ήταν κάπου µετά το Πάσχα του 1974, που µας ανακοίνωσε ότι το απόγευµα µετά το φαγητό, θα µας «παίζανε» ταινία! Χαράς Ευαγγέλια, φυσικά, εµείς, αφού είχαµε – δεν είχαµε δει τρεις τέσσερις φορές σινεµά µέχρι τότε! Φάγαµε λίγο νωρίτερα από τις άλλες µέρες και αµέσως µετά βάλαµε όλοι ένα χεράκι, να διαµορφωθεί η «Εστία» σε «αίθουσα κινηµατογράφου». Το κέφι περίσσευε, όπως και η βεβαιότητα πως η ταινία θα ήταν καλή, αφού µας το είχε προαναγγείλει και ο ίδιος ο διευθυντής. ∆εν θυµάµαι αν το «συνεργείο του κινηµατογράφου» ήταν στρατιωτικό, µου φαίνεται όµως ότι δεν ήταν...
     Ξεκίνησε να «παίζει το σινεµά» και παρακολουθούσαµε µε κοµµένη την ανάσα. Με παραδοσιακές στολές ντυµένοι οι ηθοποιοί και, αν µπορώ να θυµάµαι καλά, το έργο ήταν «ο Τάσος και η Γκόλφω». Μετά την «απαγωγή» της νύφης από το γαµπρό, οι δυο αντίδικες οικογένειες όρισαν να ανταµώσουν σε µια ποταµιά, να «ξεκαθαρίσουν» τους λογαριασµούς τους. Έδειχνε τη µια, έδειχνε και την άλλη, µαζί µε πολλούς ακόµα συγγενείς που ακολουθούσαν, φωνάζοντας, βρίζοντας, απειλώντας και κρατώντας όπλα, µαχαίρια, τσεκούρια και ότι µπορεί να φανταστεί κανείς για τη «µάχη». Η αγωνία είχε φτάσει στο αποκορύφωµά της και δεν ακουγόταν «άχνα»! Την απόλυτη σιωπή και την αγωνία µας ήλθε να διακόψει το τρίξιµο της πόρτας της «Εστίας», που άνοιξε και µπήκε η Γυµνασιάρχης, συνοδευόµενη από άλλα δυο – τρία άτοµα. Έµελλε ο περίπατός τους εκείνη την ώρα, στο δρόµο που πέρναγε δίπλα, να είναι για κακή µας τύχη. Μαλτίδου ήταν το επώνυµό της και το µικρό της, νοµίζω Αικατερίνη. Μια γυναίκα αρκετά «φωνακλού» και µε µεγάλη ευχέρεια στην καθαρεύουσα, αφού και η ίδια ήταν φιλόλογος, αλλά και η επίσηµη γλώσσα εκείνο τον καιρό ήταν αυτή. Φόραγε πάντα µαύρα και σπάνια την έβλεπε κανείς να χαµογελάει. Ειδικά στα µάτια όσων πήγαµε για πρώτη χρονιά σ’ εκείνο το σχολείο, φάνταζε σαν «ξερακιανή» και υπερβολικά απρόσιτη.
     Ένα από τα άτοµα που τη συνόδευαν, ήταν και ο αστυνόµος της ∆άφνης, µε βαθµό ενωµοτάρχη, που είχε έλθει λίγες µέρες πριν, αντικαθιστώντας τον προηγούµενο. Ήταν ένας άντρας στα τριάντα – τριανταπέντε, ψηλός και γεροδεµένος, µ’ ένα «χιτλερικό» µουστάκι, που από την πρώτη στιγµή έγινε γνωστός σε µικρούς και µεγάλους για την αυστηρότητά του. Το σχετικά µικρό χρονικό διάστηµα που έµεινε εκεί, ποτέ δεν τον είχαµε δει να φοράει πολιτικό ρούχο επάνω του. Πάντα κυκλοφορούσε ένστολος και ατσαλάκωτος: Πρωί, µεσηµέρι, απόγευµα, µεσάνυχτα... Η «φήµη» του και η σωµατική του διάπλαση µας έκανε να τον βλέπουµε περισσότερο «άγριο», εχθρικό απέναντί µας και να είναι «έτοιµος» να µπουζουριάσει* στο κρατητήριο όποιον του «κάτσει» στο µάτι!
     Αµέσως τα βλέµµατα όλων γύρισαν προς τα εκεί και το ένστικτό µας µας έλεγε ότι δεν ήλθαν για καλό! ∆ίπλα στην πόρτα καθόταν ο διευθυντής της «Εστίας», µαζί τους δυο µαγείρους, που σηκώθηκε και κάτι τους είπε ψιθυριστά και µε χαµόγελο. Έδειξαν ξεκάθαρα ότι δεν του έδωσαν καθόλου σηµασία και πριν περάσουν λίγα δευτερόλεπτα, η γυµνασιάρχης χτύπησε δυνατά τα χέρια της τρεις – τέσσερις φορές παλαµάκια, που ο κλειστός χώρος και η ησυχία τα έκαναν να ακουστούν περισσότερο, µη αφήνοντας έτσι περιθώριο για καµία αµφισβήτηση, καµία διαπραγµάτευση. Το ίδιο δυνατά ακούστηκε και η αυστηρή σε τόνο διαπεραστική φωνή της:
     «Εµπρός! Οι µαθηταί και αι µαθήτριαι εις τας οικίας των! Απαγορεύεται να κυκλοφορούν ή παρακολουθούν δηµόσια θεάµατα τας βραδυνάς και τας νυχτερινάς ώρας! Πρέπει να µελετούν τα µαθήµατά των! Αυτή είναι η αποστολή των!»!
     Σαν να µας πήρε το φαί από το στόµα! Σαν να είχαµε φτάσει στη βρύση διψασµένοι και δε µας άφησε να πιούµε νερό! ...Κάτι, που δε µπορώ να το περιγράψω! Ήταν το µεγαλύτερο «σπάσιµο» και η µεγαλύτερη αδικία που είχα νοιώσει ποτέ µέχρι τότε! ∆εν ξέρω αν υπήρχε τέτοια απαγόρευση εκείνο τον καιρό, γιατί «αι διατάξεις» άλλαζαν καθηµερινά, ή και πολλές φορές την ηµέρα! Σάµπως και ποιος είχε τη δυνατότητα να ενηµερώνεται γι αυτά;
     Τι όµως κι αν δεν υπήρχε «σχετική διάταξις»; Την... επέβαλε η ίδια, χωρίς κανείς µας να µπορεί να την ελέγξει ή να την αµφισβητήσει, χωρίς να χρειαστεί να δώσει και αυτή λογαριασµό σε κανέναν! Γι αυτό δεν τολµήσαµε ν’ ανασάνουµε, όχι µόνο εµείς, αλλά ούτε και ο ίδιος ο διευθυντής της «Εστίας», που είχε καταπιεί τη γλώσσα του κι ας είχε φροντίσει ο ίδιος γι’ αυτή την πολύ σπάνια ψυχαγωγία µας. Άλλως τε, η εξουσία ήταν διπλή: γυµνασιάρχης και αστυνόµος µαζί. Ποιος µπορούσε να κουνηθεί;
     Αµέσως όλοι «οι µαθηταί και αι µαθήτριαι», µε κατεβασµένο το κεφάλι και «ψέλνοντάς» τους ό,τι είχαν και δεν είχαν, από µέσα µας, φυσικά, βγήκαµε έξω να πάρουµε το δρόµο του γυρισµού, τόσο άδοξα. Κάποιοι που έµειναν τελευταίοι, άκουσαν και τον αστυνόµο να τους λέει αυστηρά, κάτι που το ακούσαµε κι εµείς που είχαµε βγει ήδη έξω και είχαµε αποµακρυνθεί, πηγαίνοντας «δια τας οικίας µας»:
  «Εµπρός! Εµπρός! Η αίθουσα έπρεπε να έχει εκκενωθεί ήδη!...».
     Για πολύ καιρό µετά, δεν κάναµε τίποτα άλλο, παρά να τους βρίζουµε και να τους αναθεµατίζουµε. Εκείνη δε την ταινία, δεν την ξαναείδα και το τι απέγινε τελικά, δεν το έχω µάθει! Γι’ αυτό και ύστερα από τόσα χρόνια, ακόµα θυµώνω, όταν το θυµάµαι!
-------------------------------------
Εικόνα ανάρτησης: https://www.dnews.gr/eidhseis/ellada/431319/anoiksan-ta-therina-sinema-se-poies-geitonies-tis-attikis-tha-parakolouthisete-tainies
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος. 30.10.2025
(Από τη συλλογή βιωματικών διηγημάτων, με τίτλο «η φωτογραφία»
Εκδόσεις ΑΠΕΙΡΟΣ ΧΩΡΑ, 2012

Κυριακή 19 Οκτωβρίου 2025

Τι είναι ο «τσιπουρίτης»; (λαογραφικό θέμα)

                                                        


     Το παραδοσιακό πάτημα των σταφυλιών, γίνεται στο αμπέλι, στα πατητήρια. Προϊόν του πατήματος, είναι το «λαγάρι», αποτελούμενο από το χυμό (μούστο) και το στερεό μέρος των σταφυλιών, που είναι τα τσαμπιά, οι φλοίδες και τα κουκούτσια. Όλο αυτό το «υλικό» μεταφέρεται με ασκούς στο σπίτι, όπου πρωτομπαίνει στο «βαγένι», ένα πολύ μεγάλο κρασοβάρελο. Τις επόμενες μέρες, και ενώ έχει αρχίσει η ζύμωση, γίνεται το «άρμεγμα», δηλαδή ο διαχωρισμός του μούστου και η μεταφορά του στα «βουτσιά» (κρασοβάρελα). Εκεί γίνεται το «βράσιμο» (η ζύμωση/ωρίμανση) και όταν αυτή ολοκληρωθεί, το κρασί είναι πλέον έτοιμο για κατανάλωση. Τότε και ο «όκνος», ένα άνοιγμα στο επάνω μέρος του βαρελιού, σφραγίζεται αεροστεγώς με κερί.
     Το στερεό μέρος των σταφυλιών, μένει στο «βαγένι» μαζί με ικανή ποσότητα του μούστου και συνεχίζεται και εκεί η ζύμωση. Σε λιγότερο από ένα μήνα, περίπου, τα τσαμπιά, οι φλοίδες και τα κουκούτσια αφαιρούνται και από αυτά παράγεται (βγαίνει) το βαρύ οινοπνευματώδες ποτό, το τσίπουρο, με τη μέθοδο της απόσταξης.
     Ο μούστος αυτός παραμένει στο βαγένι και συνεχίζεται εκεί η ζύμωση. Γίνεται δεύτερης ποιότητας κρασί, γνωστό και την περιοχή των Καλαβρύτων με την ονομασία «τσιπουρίτης» και όταν «σταματήσει το βράσιμο» μπορεί να καταναλωθεί. 
  Ο τσιπουρίτης είναι η πιο συνηθισμένη αρτυμή (άρτυμα) στις «τριφτάδες» (διαβάστε ΕΔΩ)  και στην «πίγουλη» (φιδέ). Όταν τελειώσει ο τσιπουρίτης, στις τριφτάδες βάζουν κανονικό κρασί.
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 19.10.2025

Σάββατο 4 Οκτωβρίου 2025

Της αγάπης (ποίημα)


                             Δύναμη της αγάπης σου το χάδι σου και μόνο,
                             το άγγιγμά σου γιατρικό, που παίρνει κάθε πόνο,
                             η αγκαλιά σου ήσυχο κι απάνεμο λιμάνι
                             και το φιλί σου αγάλλιασμα, που στην Εδέμ με φτάνει!
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 4.10.2025

Τρίτη 23 Σεπτεμβρίου 2025

Ερείπια (ποίημα)

                                         Άμορφος σωρός περίτεχνα σμιλεμένες  πέτρες,
                                         μένουν αιώνες εκεί.
                                         Βοά εις μάτην η αρχαία δόξα τους.
                                         Κανείς δεν τις νοιάζεται.
                                         Ίσως και κάποιοι λάτρεις του αρχαίου 
                                         να τις θαυμάζουν...
                                         Μόνο η γλαύκα, της Αθηνάς η αγαπημένη,
                                         κλαίει κάθε νύχτα στην κορυφή ενός κίονα,
                                         που ακόμα μπορεί και στέκει…
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 23.9.2025

Ομιλία της αρχαιολόγου Κωνσταντίνας Ζήδρου, στην παρουσίαση του βιβλίου μου στα Γιάννενα


     Σε μια πραγματική «μυσταγωγία», όπως χαρακτηρίστηκε η εκδήλωση στον ειδικά διαμορφωμένο χώρο «θυμωμένο πορτραίτο», στα Γιάννενα, η αδελφική φίλη – αρχαιολόγος και υποψήφια διδάκτωρ του πανεπιστημίου Ιωαννίνων, μας καθήλωσε με την ομιλία της στην παρουσίαση του βιβλίου μου «εύθυμες ιστορίες της καθημερινής ζωής», εκδόσεις «ΣΥΜΠΑΝΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ» Μάιος 2025.
     «Ενσωματωμένες» δύο ακόμα πολύ ενδιαφέρουσες παρουσιάσεις στο «ό,τι αγαπάω», όπως ονομάσαμε την εκδήλωση στην Ηπειρωτική πρωτεύουσα στις 20 Σεπτεμβρίου 2025: Το ποιητικό – λογοτεχνικό έργο των Μιλτιάδη Ντόβα (Φιλολόγου) και Σωτηρίου Χριστόπουλου (οικονομολόγου-εκπαιδευτικού). «Αρχιτέκτονας» ήταν ο Σωτήριος Χριστόπουλος, που από την αρχή μοιράστηκε μαζί μας τη σκέψη του, η οποία πραγματικά στέφθηκε με μεγάλη επιτυχία και τον ευχαριστούμε. Ο εξαιρετικός συντονισμός ήταν της φιλολόγου Μαρίας Βλάχου.
     Παραθέτω αυτούσια την ομιλία της Κωνσταντίνας Ζήδρου:
 
     Αξιότιμες κυρίες, αξιότιμοι κύριοι, φίλες και φίλοι της λογοτεχνίας και του καλού βιβλίου αισθάνομαι ιδιαίτερη συγκίνηση και χαρά που βρίσκομαι, απόψε, σε αυτόν τον τόσο ζεστό και φιλόξενο χώρο, ανάμεσά σας, προκειμένου να μιλήσω και να συνομιλήσω μαζί σας για το νέο λογοτεχνικό δημιούργημα του αδελφικού μου φίλου Νίκου Παπακωνσταντόπουλου.
          Βέβαια, κάθε φορά που ο αγαπητός Νίκος μου κάνει την τιμή να συμμετέχω σε κάποια παρουσίαση βιβλίου του, εκτός από χαρά, ενθουσιασμό και προθυμία, φοβάμαι, πάντα, μήπως παρασυρθώ και αναφερθώ περισσότερο στον συγγραφέα από ότι στο δημιούργημά του. Θα μου επιτρέψετε, λοιπόν, να πω εν συντομία ότι πρόκειται για έναν αυθόρμητο, ειλικρινή, βαθιά συναισθηματικό άνθρωπο, ο οποίος γνωρίζει, πολύ καλά, να προσφέρει, να μοιράζεται, να βοηθάει. Αγαπάει τη λογοτεχνία και γράφει, υποκινούμενος από μία βαθιά ανάγκη της ψυχής του και την αγάπη του για τον συνάνθρωπο, με σκοπό να μοιραστεί τις δικές του σκέψεις, απόψεις, συναισθήματα, ώστε να προβληματίσει, να ψυχαγωγήσει, να ταξιδέψει και να προσφέρει γνώσεις στον αναγνώστη. Ας μην ξεχνάμε ότι εκτός από τη λογοτεχνική του πλευρά, υπάρχει και η λαογραφική, συγκεντρώνοντας υλικό και δημοσιεύοντας πολυάριθμα κείμενα τόσο για την αγαπημένη του ιδιαίτερη πατρίδα το Λειβάρτζι Καλαβρύτων όσο και για την εξίσου αγαπημένη του Ήπειρο, τόπο καταγωγής της μούσας του και λατρεμένης του συζύγου Ελένης και πλέον πατρίδα και του ιδίου. Θα κλείσω, όμως, εδώ τη σύντομη αναφορά μου στον συγγραφέα Νίκο Παπακωνσταντόπουλο, προκειμένου να μην προκαλέσω τη φυσική σεμνότητα και ταπεινότητά του και τον κάνω να νιώσει άβολα. Επιπλέον, σε κάθε παρουσίαση, πρωταγωνιστής είναι το ίδιο το βιβλίο.     
          «Εύθυμες ιστορίες της καθημερινής ζωής» ο τίτλος και προϊδεάζει, με σαφήνεια, για το περιεχόμενο. Το γέλιο, η ευθυμία και η καλή διάθεση που έρχεται ως συνέπειά της υπήρξαν διαχρονικές επιδιώξεις του ανθρώπου σε κάθε κοινωνία, ώστε να διανθίζεται η μονοτονία της καθημερινότητας, να λησμονούνται, έστω και περιστασιακά, τα προβλήματα και να ομορφαίνει, εν τέλει, η ίδια η ζωή. Το γέλιο προκαλείται είτε αυθόρμητα είτε εκούσια από μία λέξη, φράση, εικόνα, περιστατικό, ιστορία και από άπειρα ακόμη ερεθίσματα, από διαφορετικές αισθήσεις π.χ. όραση, αφή, ακοή, γεύση, ανάλογα με την προσωπικότητα και την αίσθηση του χιούμορ κάθε ανθρώπου αλλά και τη χρονική στιγμή, ενώ ο συμμετέχων δύναται να είναι μόνο ο ίδιος ο πρωταγωνιστής ή και διαφορετικές ομάδες ανθρώπων, είτε άμεσα είτε έμμεσα. Πολύ συχνά, η πρόκληση του γέλιου αποτελεί επαγγελματική επιδίωξη, για παράδειγμα στο θέατρο. Ωστόσο, το αστείο και κωμικό στον τομέα της υποκριτικής, ξεκινώντας από την κωμωδία στην αρχαία Αθήνα, είχε πολλαπλούς στόχους, εκτός από την ψυχαγωγία, όπως την επισήμανση και εν συνεχεία, έπαινο ή  στηλίτευση συμπεριφορών και καταστάσεων στην πολιτική, κοινωνική, επαγγελματική ή θρησκευτική ζωή. Επιπλέον, μέσω του γέλιου, της κωμωδίας και της σάτιρας, θεωρείται ευκολότερο να περάσουν δύσκολα ή κεκαλυμμένα αλλά σπουδαία μηνύματα και συμπεράσματα.
          Ο Νίκος Παπακωνσταντόπουλος, γνωρίζοντας όλα τα παραπάνω, όντας και ο ίδιος θεατρικός συγγραφέας, αλλά και τη σημασία και την αξία του γέλιου για τη διάθεση και την καλή ψυχική υγεία του ανθρώπου, έχοντας υπηρετήσει ως νοσηλευτής, αποφάσισε να προσφέρει, με το νέο του λογοτεχνικό δημιούργημα, στιγμές αστείες και χαλαρές και να  ψυχαγωγήσει τον αναγνώστη. Παράλληλα, όμως και να επισημάνει διάφορα κοινωνικά θέματα, με κωμικό τρόπο, δημιουργώντας και αντίστοιχους προβληματισμούς. Το βιβλίο του, με τίτλο: «Εύθυμες ιστορίες της καθημερινής ζωής» από τις εκδόσεις Συμπαντικές διαδρομές, εμπεριέχει, στις 210 σελίδες του, 73 σύντομες, 2 έως 4 σελίδων, αλλά συνάμα μεστές και περιεκτικές αστείες ιστορίες. Το εξώφυλλο, όπως και το οπισθόφυλλο, απεικονίζοντας έναν νέο άντρα να γελάει έντονα και αβίαστα, συνεπικουρεί τον τίτλο και προετοιμάζει, ευχάριστα, για τα περιεχόμενα.
          Τα θέματα των ιστοριών ποικίλα, σύγχρονα, ορισμένα, βέβαια, διαδραματίζονται κάποιες δεκαετίες πίσω στην ελληνική ύπαιθρο, απίστευτα, όμως, επίκαιρα, διατηρώντας αμείωτο το ενδιαφέρον. Πρόκειται για ιστορίες είτε αληθινές, είτε φανταστικές, είτε με ένα συνδυασμό της πραγματικότητας και της μυθοπλασίας. Οι πρωταγωνιστές απλοί καθημερινοί άνθρωποι της διπλανής πόρτας, τους οποίους συναντάμε στις κοινωνικές μας συναναστροφές, αναφέρω ενδεικτικά η κυρά-Μαριγώ, η Κατίγκω, η Φρόσω, ο μπάρμπα-Θανάσης, ο Τζίμης, η θεια- Αγγέλω, ο Χρήστος, η Μαρία, η Σπυριδούλα και πολλοί ακόμη. Αντίστοιχες και οι ιδιότητές τους, η γειτόνισσα, η γιαγιά, ο ιδιοκτήτης καφενείου, η κόρη, η πεθερά, η μάνα, η τραγουδίστρια στο πανηγύρι, η αδελφή και πόσες ακόμη. Ουσιαστικά, αποθησαυρίζεται ένα μικρό σύνολο προσώπων και γεγονότων, το οποίο αντικατοπτρίζει, άριστα, πτυχές της σύγχρονης νεοελληνικής κοινωνίας.
          Έτσι, εκτός από την ψυχαγωγία και το γέλιο, το βιβλίο βρίθει κοινωνικών προβληματισμών και πολυάριθμων πολύτιμων λαογραφικών στοιχείων τόσο της υλικής όσο και της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς. Επιπλέον, σε όλες τις ιστορίες, ο συγγραφέας έχει ενσωματώσει ένα παιχνίδι ανάμεσα στην πραγματικότητα και την αληθοφάνεια, το οποίο καλείται να αποκρυπτογραφήσει ο αναγνώστης. Οι σύντομες αλλά ακριβείς και μεστές περιγραφές τονίζουν και υπογραμμίζουν τα λαογραφικά στοιχεία, ενώ η εξαιρετική ηθογράφηση των πολυάριθμων ηρώων αντίστοιχα τον κοινωνικό προβληματισμό. Επιπρόσθετα, λόγω του μεγάλου αριθμού των ιστοριών και κατ’ επέκταση και των δρώντων προσώπων, όπως και της ποικιλίας στη θεματολογία, διατηρείται, σε όλο το βιβλίο, το συναίσθημα της έκπληξης, κρατώντας αμείωτο το ενδιαφέρον.
          Στη συνέχεια και αναφορικά με τις γλωσσικές επιλογές του Νίκου Παπακωνσταντόπουλου,  το απλό, όχι όμως απλοϊκό, ύφος, με διάφορες εναλλαγές ανάμεσα σε έναν τόνο άλλοτε διδακτικό, επαινετικό, άλλοτε ειρωνικό, κοροϊδευτικό, άλλοτε εξομολογητικό, άλλοτε εριστικό κ.τ.λ., δημιουργεί ένα κλίμα οικειότητας στον αναγνώστη και τον προδιαθέτει ευχάριστα. Η χρήση όλων των χρόνων και των εγκλίσεων, όπως και των ρηματικών προσώπων, με το α΄ και το β΄ ενικό να κυριαρχούν στους πολυάριθμους διαλόγους, εντείνοντας τον εξομολογητικό τόνο και προσφέροντας αμεσότητα και δυνατότητα ταύτισης με τα δρώντα πρόσωπα, η συστηματική και εκτεταμένη χρήση επιθέτων και επιρρημάτων και η πλούσια στίξη, με τα θαυμαστικά, τα αποσιωπητικά, τα ερωτηματικά και τα εισαγωγικά να πρωταγωνιστούν, διατρέχουν και διανθίζουν, αρμονικά, τα κείμενα, αποδεικνύοντας την εμπειρία και τη σωστή χρήση της γλώσσας από τον συγγραφέα και διαμορφώνοντας, παράλληλα, μία άρτια και ποιοτική λογοτεχνική αισθητική. σ. 148
          Οι αφηγηματικοί τρόποι επικεντρώνονται στην αφήγηση, τον διάλογο και τις περιγραφές, συντελώντας στην ορθή και ισορροπημένη προώθηση της πλοκής, συνδυασμένης, όμως, με ζωντάνια και θεατρικότητα. Γενικά, κάθε ιστορία εξελίσσεται γρήγορα, με τον χρόνο να κινείται γραμμικά, με ελάχιστες αλλά απαραίτητες αναδρομές και αντίστοιχα τις απαιτούμενες λεπτομέρειες, ώστε να ψυχαγωγεί και να μην κουράζει, επιτυγχάνοντας, άψογα, τον στόχο του συγγραφέα.
          Συνολικά, οι «Εύθυμες ιστορίες της καθημερινής ζωής», το τελευταίο δηλαδή λογοτεχνικό δημιούργημα του Νίκου Παπακωνσταντόπουλου, μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένα ενδιαφέρον ευχάριστο βιβλίο, το οποίο, μέσα από την ψυχαγωγία και το γέλιο, στηλιτεύει πρόσωπα και καταστάσεις και βοηθάει τον αναγνώστη να ταξιδέψει, να ταυτιστεί, να χαλαρώσει, να διασκεδάσει, να προβληματιστεί και να αφεθεί στην απόλαυση ενός άρτιου λογοτεχνικού πονήματος.
          Αφού ευχαριστήσω, για μία ακόμη φορά, τον αδελφικό μου φίλο Νίκο Παπακωνσταντόπουλο για την τιμή να βρεθώ απόψε μαζί σας και με την εξαιρετική αυτή σύνθεση στο πάνελ και να μιλήσω για το νέο του βιβλίο, του εύχομαι να είναι πάντοτε δημιουργικός και σύντομα να ανταμώσουμε και πάλι, παρουσιάζοντας ένα ακόμη πνευματικό του τέκνο!
 
                                                                                                 Κωνσταντίνα Ζήδρου
                                                                                                     Αρχαιολόγος
 
     Αγαπημένη μου αδελφική φίλη, Ντίνα, το ευχαριστώ μου είναι πολύ λίγο να εκφράσει την πληρότητα της ψυχής μου από την ομιλία σου! Σε συντροφεύουν πάντα ο σεβασμός μου, η εκτίμησή μου, ο θαυμασμός μου!
     Δεν ισχύει κάτι λιγότερο και για εσένα, αγαπημένη μου αδελφική φίλη Μαρία Βλάχου, που και οι δυο με «στολίσατε» με τις αναφορές της αγάπης σας!
 
Νίκος Χρ.Παπακωνσταντόπουλος, 23.9.2025

Πέμπτη 18 Σεπτεμβρίου 2025

Το ταξίδι


                                                    Ξεκίνησες μόνη σου για κείνο τ' ονειρεμένο ταξίδι,
                                               χωρίς κανένα εμπόδιο. 
                                               ...Μόνο που είχαμε πει μαζί να το πάμε...

Ν.Π., 18.9.2025

Τρίτη 2 Σεπτεμβρίου 2025

ΔΙΓΛΩΣΣΗ ΑΝΟΙΧΤΗ ΕΥΧΡΙΣΤΗΡΙΑ ΕΠΙΣΤΟΛΗ [ΕΛΛΗΝΙΚΑ – ΣΕΡΒΙΚΑ (СРБИЈА)]


Των:

-  Παρασκευής (Βούλας) Μέμου
-  Νικολάου Παπακωνσταντόπουλου
-  Ελένης Γάλλιου – Παπακωνσταντοπούλου
-  Εύφης Χατζούλη
 
Προς:
-  Το Φεστιβάλ «ΟΡΦΕΑΣ ΤΟΥ ΔΟΥΝΑΒΗ»
-  Την πρόεδρο Slavica Pejovic
-  Τον κ. Dragan Radosavljevic και όλη την ομάδα-σωματείο Φίλων του Βιβλίου Klub ljubitelja knjige MAJDAN
-  Την φίλη γειτονική χώρα Σερβία
 
Πολύ αγαπητοί μας αδελφικοί φίλοι, Κυρία Slavica Pejovic και Κύριε Dragan Radosavljevic,
     στο πρόσωπό σας ευχαριστούμε θερμά για την άκρως τιμητική πρόσκληση, την υποδοχή και την υπερ-Αβραμιαία φιλοξενία όλο το πενθήμερο 22-26 Αυγούστου 2025 στο Παγκόσμιο Φεστιβάλ Ποίησης «ΟΡΦΕΑΣ ΤΟΥ ΔΟΥΝΑΒΗ 2025» και όλη τη φίλη χώρα Σερβία.
     Η αγάπη με την οποία πάντα μας περιβάλλετε, τόσο ως προσωπικούς φίλους σας, όσο και ως Ελληνική αντιπροσωπεία ποιητών, είναι αμοιβαία και, βεβαίως, αντανακλούν και αντικατοπτρίζουν την ιστορική πραγματική φιλία που συνδέει τις γειτονικές μας χώρες.
     Επίσης, σας ευχαριστούμε πολύ για τις ξεναγήσεις σε πόλεις της χώρας σας, την ημερήσια εκδρομή και ξενάγηση στο Βελιγράδι, τις επισκέψεις σε αρχαιολογικούς χώρους και ιστορικά μνημεία και θρησκευτικά προσκυνήματα.
     Eκ μέρους της Ελληνικής αποστολής, η Βούλα Μέμου προσέφερε στη πρόεδρο Slavica Pejovic ένα υπέροχο κάδρο-φωτιστικό (τύπου «πορτατίφ») με την Ακρόπολη. Η Παίρνοντάς το η πρόεδρος από τα χέρια της Βούλας, έσκυβε και το φίλησε με μεγάλη ευλάβεια, αποδίδοντας τον ασπασμό στο παγκοσμίως γνωστό και σεβαστό αυτό μνημείο της Ελλάδας, κατασυγκινώντας μας όλους και αποσπώντας καταιγισμό χειροκροτημάτων!
     Σας χαιρετίσαμε (δεν σας αποχαιρετίσαμε) αναχωρώντας για την Ελλάδα, με φυλαγμένες στο καλύτερο σημείο της ψυχής μας πάρα πολύ όμορφες αναμνήσεις, πλημμυρισμένη την καρδιά μας από αγάπη και απέραντη ευγνωμοσύνη!
 
Η Ελληνική ομάδα και πάντα με τα πιο αληθινά αισθήματα,
Παρασκευή (Βούλα) Μέμου
Νικόλαος (Νίκος) Παπακωνσταντόπουλος
Ελένη Γάλλιου – Παπακωνσταντοπούλου
Εύφη Χατζούλη
 
--------------------------------------------------------
 
ДВОЈЕЗИЧНО ОТВОРЕНО ПИСМО ЧЕСТИТКЕ [ГРЧКИ – СРПСКИ (СРБИЈА)]
Од:
- Параскеви (Воула) Мемо
- Николаос Папаконстантопулос
- Елени Галиу – Папаконстантопулос
- Еуфис Хацули
 
До:
- Фестивала „ОРФЕЈ НА ДУНАВУ“
- Председнице Славице Пејовић
- Господина Драгана Радосављевића и целокупне групе-удружења Клуба љубитеља књиге МАЈДАН
- Пријатељске суседне земље Србије
 
     Наши драги братски пријатељи, госпођа Slavica Pejovic и господин Dragan Radosavljevic,
     Желимо да изразимо нашу срдачну захвалност на изузетно почасном позиву, добродошлици и супер-Абрахамовом гостопримству током пет дана свих пет дана од 22. до 26. августа 2025 Светског фестивала поезије „ОРФЕЈ СА ДУНАВА 2025“ и целој пријатељској земљи Србији.Љубав којом нас увек окружујете, како као своје личне пријатеље, тако и као грчку делегацију песника, је обострана и, наравно, одражава и одражава историјско, стварно пријатељство које повезује наше суседне земље.
     Такође вам се најлепше захваљујемо на вођеним турама по градовима у вашој земљи, једнодневном излету и обиласку Београда, посетама археолошким локалитетима и историјским и верским ходочашћима.
     У име грчке делегације, Вула Мему је председници Славици Пејовић поклонио величанствену лампу (типа „портатиф“) са Акропољем. Узевши је из Вулиних руку, председник се сагнуо и пољубио је са великим поштовањем, одајући почаст овом светски познатом и поштованом споменику Грчке, дирнуло нас је све и изазвало буран аплауз!
     Поздравили смо вас (не опростили се) када смо полазили за Грчку, са прелепим успоменама које чувамо у најбољем делу наших душа, са срцима испуњеним љубављу и неизмерном захвалношћу!

Το δώρο της Βούλας Μέμου (Ελληνικής αποστολής) στην κ. Slavica Pejovic
Поклон Вула Мему (грчка мисија) госпођи Slavica Pejovic


Грчки тим и увек са најискренијим осећањима,
Параскевис (Воула) Мемоу
Николас (Никос) Папаконстантопулос
Елени Галлиоу – Папаконстантопоулоу
Ефи Хатзоули

Τετάρτη 20 Αυγούστου 2025

Ύβρεις και βλασφημίες: Χαρακτηριστικά της «εθνικής μας κουλτούρας»; (Άρθρο)

«[…]οι δε παραπορευόμενοι εβλασφήμουν Αυτόν, κινούντες τας κεφάλας αυτών[…]»
(Ευαγγέλιο Ματθαίου, ΚΒ΄ 39)


     Συχνά ακούμε «απλές» αλλά και ακατονόμαστες βλασφημίες, που μας κάνουν κι ανατριχιάζουμε από αποτροπιασμό και δέος. Βλασφημίες πολύ βαριές «για το τίποτα» ορισμένες φορές προς το συνάνθρωπο, το γείτονα το συγγενή, την/τον σύντροφό μας, τα παιδιά μας! Και, βέβαια, προς τον ίδιο το Θεό που πιστεύουμε και μάλιστα από τις πιο «συνηθισμένες». Για ό,τι μας φταίει, για ό,τι μας ενοχλεί από το πλέον ελάχιστο έως το πλέον σοβαρό, κάποιοι «έχουν τη βλαστήμια προσφάι», όπως συνηθίζουμε να λέμε για τους αμετανόητους για την πολύ εύκολη τη «χρήση» της. Αναμφισβήτητα δηλώνει έλλειψη πολιτισμού, ευγένειας, χαμηλό ή και ανύπαρκτο επίπεδο παιδείας, ίσως και χαμηλή νοημοσύνη. Προφανώς θα απέφευγε κάποιος να βρίσει, τον «αντίπαλό» του, αν και το λεξιλόγιό ήταν τέτοιο, που να μπορούσε να επιχειρηματολογήσει στις διαφορές τους.
     «Τρόπος ζωής» για ορισμένους, θα έλεγε κανείς. Μια χαρακτηριστική ατάκα από θεατρική παράσταση στο Δελφινάριο το 1981, δίνει το «στίγμα»: Ο Γιώργος Κωνσταντίνου σατίριζε το θέμα, σε ρόλο «Θεού»: «Σώσε με, Θεέ μου, από τον απρόσεκτο οδηγό που πήγε να πέσει επάνω μου! Και μόλις περάσει ο κίνδυνος, το Θεό σου, πούστη»! Και εδώ είναι η αδικία: «άλλος μας φταίει και άλλον βλαστημάμε», τα χαρακτηριασικά λόγια του μακαριστού πρώτου μητροπολίτη Νικαίας Γεωργίου Παυλίδη (1916-1990).
    Ίσως οι πιο εύκολες βλασφημίες και ύβρεις να εκτοξεύονται μεταξύ οδηγών αυτοκινήτων που εμπλέκονται σε ατύχημα. Ακόμα πιο εύκολες(!) είναι μεταξύ αυτών που «παρά λίγο» να εμπλακούν και το απέφυγαν την τελευταία στιγμή! Εκεί ακούγονται τα «εξ αμάξης», αφού στο ατύχημα κυριαρχεί και ο αιφνιδιασμός και ο φόβος και μπορεί τα λόγια να μην βγαίνουν με την ίδια ευκολία.
     Καταγεγραμμένη «μεγαλοπρεπώς» στο διαδίκτυο και η εύκολη βλασφημία του Θείου, δευτερόλεπτα πριν τη στιγμή του σεισμού του Αιγίου (1995), που ένας εκ των δύο «πρωταγωνιστών» του επεισοδίου «κατεβάζει» με μεγάλη άνεση «Παναγίες» και με την εκδήλωσή του επικαλείται τη βοήθειά Της! (Δείτε το επεισόδιο εδώ: ΕΔΩ).
     «Εθνικό προϊόν» και χωρίς κανένα κόστος οι εύκολες και ακατονόμαστες ύβρεις, που αρχίζουν και από πολύ ψηλά, από «το ναό της δημοκρατίας», μεταξύ «εθνοπατέρων», με υποτιθέμενη υψηλού επιπέδου παιδεία που «αποτελούν πρότυπα». Στο «κάδρο» και κάθε βωμολοχία, με πιο εύκολη το «άντε γ…», όπως και η ομωνυμία, η πλέον γνωστή και εύχρηστη ύβρις από μικρούς και μεγάλους αμφοτέρων των φύλων, η λέξη «μαλάκας». Όχι σπάνια ακούμε συνομιλίες, χωρίς καθόλου να χρησιμοποιούν τα βαπτιστικά τους ονόματα, παρά μόνο το «ρε, μαλάκα», που, αν υποτεθεί ότι το «ρε» είναι προσφώνηση που δηλώνει οικειότητα (ρε φίλε), όταν λέγεται με θυμό αποτελεί και διπλή ύβρη, αφού είναι η δεύτερη συλλαβή/συντομογραφία της λέξης «μωρέ» (μωρός=ανόητος, βλάκας, καθυστερημένος). 
     Να θυμίσουμε εδώ και το ελάχιστα ενεργοποιούμενο άρθρο 361 του ποινικού κώδικα, §1: Όποιος, εκτός από τις περιπτώσεις της δυσφήμησης, όποιος προσβάλλει την τιμή άλλου με λόγο ή με έργο ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους ή με χρηματική ποινή. Η χρηματική ποινή μπορεί να επιβληθεί και μαζί με την ποινή της φυλάκισης. §2:  Όταν η προσβολή της τιμής δεν είναι ιδιαίτερα βαριά, αν ληφθούν υπόψη οι περιστάσεις και το πρόσωπο του ατόμου που προσβλήθηκε, ο υπαίτιος τιμωρείται με κράτηση ή με πρόστιμο.
     Σχεδόν ποτέ δεν εκτοξεύονται προς ανωτέρους, αφού εκεί το κόστος σίγουρα θα είναι μεγάλο. Μόνο προς ίσους ή κατωτέρους, που μπορούμε και τους «ελέγχουμε». Σε ανωτέρους, μόνο «από μέσα μας» ή αν δεν είναι παρόντες! Δέκτης βλασφημίας και ύβρεως μπορεί να είναι κι ένας σωματικός ψυχικός πόνος, ως μέσο αντίδρασης, αντίστασης και αντοχής.
     Πολλά τα ερωτήματα για το θέμα και, ίσως, τα επικρατέστερα δεν βρίσκουν απάντηση. Γιατί απαξιώνουμε και προσβάλλουμε τόσο εύκολα, ακόμα και ότι πολύτιμο έχουμε; Γιατί τόσο χαμηλού επιπέδου η παιδία μας;  Δεν έχουμε καταλάβει ότι έτσι τον δικό μας προσωπικό πολιτισμό επιδεικνύουμε;
-------------------------------------------
Εικόνα ανάρτησης:  https://www.in.gr/2022/04/24/stories/iisous-poios-itan-o-logginos-o-romaios-stratiotis-pou-karfose-ti-logxi-tou-ta-pleyra-tou-xristou/
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 20.8.2025

Παρασκευή 8 Αυγούστου 2025

«Έρχεται ο φούρνος»!


     Ο γνωστός ήχος του κορναρίσματος ακούστηκε πίσω από τη στροφή, πριν ακόμα φανεί το αυτοκίνητο. «Έρχεται ο φούρνος!», είπαν μαζί τρεις από τις πέντε νοικοκυρές που περίμεναν στην πλατεία του μικρού χωριού…
     Τα χωριά μας σιγά σιγά ερημώνουν. Οι λίγοι κάτοικοί τους είναι στην μεγάλη τους πλειοψηφία υπερήλικες. Μόχθησαν πολύ στη ζωή τους και τώρα ως απόμαχοι αρκούνται σε μικρές απολαύσεις, αν κι αυτές είναι εφικτές, από τις πολλές ανημπόριες τους. Στο ενεργητικό τους στην ακμή της ζωής τους ανήκει κάθε χειρωνακτική εργασία των χωριών μας «από το χάραμα ως το νύχτωμα» για την επιβίωση και κάθε φροντίδα των μελών της οικογένειάς τους, με ελάχιστη ή καθόλου ποιότητα ζωής. Σ’ όλο αυτό το «ενεργητικό» και το πολύτιμο στάρι, και νωρίτερα το καλαμπόκι, που τους έδιναν κι έδιναν σε όλους μας το «στημόνι» της ζωής, το ψωμί. Όλος ο αγώνας δικός τους, από το Α ως το Ω: Από τη φύλαξη του σπόρου της προηγούμενης χρονιάς, τη σπορά, το ξεχορτάριασμα στο χωράφι, το πότισμα, μέχρι την ωρίμανση και το θέρο. Μα δεν σταμάταγε εκεί ο αγώνας τους για τον επιούσιον άρτον. Μετά το θέρο το αλώνισμα, το άλεσμα στο μύλο, το καλό φύλαγμα στο αλεύρι μακριά από υγρασία και ζωύφια, το ζύμωμα και τέλος το ψήσιμο του ψωμιού στον παραδοσιακό σπιτικό ξυλόφουρνο.
     Μοσχοβολούσε παράδεισο το σπίτι, σαν άνοιγε ο ξυλόφουρνος κι έβγαιναν τα καρβέλια! Πόσο εύστοχος ο Γεώργιος Δροσίνης στο ποίημα του «το ψωμί»:
                           Καλόδεχτο το φόρτωμα, που θα ΄ρθει από το μύλο,
                           πρωτόσταλτο, πρωτάλεστο, πρώτη χαρά της σκάφης.
                           Ζυμώνουν τ’ ανασκουμπωτά της πρωτονύφης χέρια
                           και πλάθουν τα πρωτόπλαστα ψωμιά με τις παλάμες
                           μες στην καλοπελεκητή πινακωτή, προικιό της.
                          Το φούρνο καίει τεχνίτισσα, στο φούρνο η γριά κυρούλα,
                          ξανανιωμένη, αφήνοντας τη συντροφιά της ρόκας.
                          Ω! βραδινό συμμάζεμα στο σπιτικό κατώφλι,
                          καρτέρεμα ανυπόμονο του πυρωμένου φούρνου!
                          Κι ω μέθυσμα απ’ τη μυρωδιά πρώτου ψωμιού, που αχνίζει,
                          κομμένο από το γέροντα παππού, χωρίς μαχαίρι,
                          και μοιρασμένο στα παιδιά, στις νύφες και στ’ αγγόνια!
                          Και συ, θυσία των ταπεινών στη θεία την καλοσύνη,
                          σημαδεμένο ανάμεσα με του σταυρού τη βούλα,
                          καλοπλασμένο πρόσφορο, της εκκλησιάς μεράδι,
                          που θα κοπείς την Κυριακή μες στ’ αργυρό αρτοφόρι
                          και στ’ άγιο δισκοπότηρο με το κρασί θα σμίξεις!
    Στο παρελθόν όλα αυτά, που αν και τόσο κοντινό, μοιάζει αφάνταστα μακρινό σε όσους δεν το γνώρισαν! Ελάχιστες είναι ακόμα οι νέες νοικοκυρές που κρατούν «σφιχτά στα χέρια τους» την παράδοση και ζυμώνουν και φουρνίζουν όπως και τότε, άσχετα αν σήμερα το αλεύρι είναι του εμπορίου. Τα χέρια έχουν λείψει από την ύπαιθρο, πολλά χωράφια εγκαταλήφθηκαν και χορτάριασαν και γέμισαν αγκάθια και δέντρα. Χαριστική βολή και η τεχνολογία, που η ηλεκτρική κουζίνα εξοστράκισε τον παραδοσιακό σπιτικό ξυλόφουρνο.
     Απόμαχοι, λοιπόν, οι κάτοικοι των χωριών μας και ευτυχώς που η διανομή κατ’ οίκον του πολύτιμου ψωμιού από κάποιους φούρνους μεγαλύτερων χωριών και κωμοπόλεων, τους εξασφαλίζει το ψωμάκι. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα της καλοκάγαθης, πρόθυμης, χαμογελαστής, δραστήριας, πρόσχαρης, και βέβαια οικογενειάρχη Νικολέτας, που «οργώνει» καθημερινά συνοικίες και χωριά στον τόπο της, να μοιράσει το ψωμί του φούρνου της στους συγχωριανούς της και όχι μόνο! Και δεν μοιράζει μόνο το ψωμί. Μοιράζει και ζωντάνια με τα νιάτα της και τη δροσιά της! Δεν είναι μόνο εκείνοι κι εκείνες οι νοικοκυρές που την περιμένουν στην πλατεία. Είναι ακόμα περισσότεροι αυτοί μου με κινητικά προβλήματα βγαίνουν μόνο μέχρι την αυλή τους κι εκεί με δυσκολίες. Η Νικολέτα περνάει και από σπίτι σε σπίτι, με τη ζεστή «καλημέρα» και το αειθαλές χαμόγελό της να τους το δώσει στο χέρι! Κι αν κάτσει να υπολογίσει κανείς ποιο είναι το οικονομικό της κέρδος από την καθημερινή της αυτή εξόρμηση, μπορεί εύκολα να βγάλει το συμπέρασμά του. Σίγουρα, όμως, το ηθικό της κέρδος της γίνεται πολύ μεγαλύτερο, με τη ζεστή ανταπόδοση της καλημέρας των ανθρώπων και το δικό τους από καρδιάς χαμόγελο! Με πόση λαχτάρα την περιμένουν και βλέποντάς την «βλέπουν κι ένα άνθρωπο»! Αναμφισβήτητα αυτή η κοινωνική επαφή είναι η και καλύτερη αμοιβή της Νικολέτας!
     Δικαιωματικά αφιερωμένο, λοιπόν, στην αξιαγάπητη Νικολέτα, όπως και σε κάθε άλλη «Νικολέτα» της πατρίδας μας το σύντομο και ταπεινό αυτό άρθρο, που εκτός από ψωμί κι άλλα αρτοσκευάσματα, δίνουν και ζωή σ’ εκείνους που μας έχουν δώσει πολλά!
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 8.8.2025

Πέμπτη 7 Αυγούστου 2025

«Ο ευτυχισμένος πρίγκηπας»: Μια πολύ επιτυχημένη παιδική θεατρική παράσταση στο Γυμνότοπο Πρέβεζας!


     Μια ακόμα επίπονη, θαυμαστή και αξιέπαινη προσπάθεια στέφθηκε με μεγάλη επιτυχία, σ’ ένα πανέμορφο χωριό: Το Γυμνότοπο Πρέβεζας. Πρόκειται για το έργο «ευτυχισμένος πρίγκιπας», του Όσκαρ Ουάιλντ, με πρωταγωνιστές παιδιά!
     Για έκτη συνεχή χρονιά η καταξιωμένη εκπαιδευτικός προσχολικής αγωγής, η κυρία Ευφροσύνη Κολιού-Τατσιώνα και μια μεγάλη ομάδα μικρών ηθοποιών θαυματούργησαν! Όπως κάθε καλοκαίρι η κυρία Κολιού-Τατσιώνα, «μαζεύει» τα παιδιά-μόνιμους κατοίκους και μαζί μ’ αυτά κι άλλα που κάνουν τις καλοκαιρινές διακοπές τους στο χωριό, τους αναθέτει ρόλους και τα διδάσκει θέατρο! Όλα γίνονται στα πλαίσια των εκδηλώσεων του Πολιτιστικού Συλλόγου Γυμνοτόπου «ΠΑΤΕΡ ΚΟΣΜΑΣ». Έτσι κι εφέτος, το βράδυ της 6ης Αυγούστου το προαύλιο του σχολείου του χωριού γέμισε φώτα, σκηνικά, παιδικές φωνούλες, θεατρικά κοστούμια, κεράσματα κι ένα πολύ μεγάλο αριθμό θεατών!
     Ο ενθουσιασμός ζωγραφίζονταν στα πρόσωπα όλων! Οι 150 καρέκλες που διέθετε ο Σύλλογος δεν έφταναν και κάπου άλλοι τόσοι όρθιοι θεατές από το χωριό και τα γύρω χωριά θαύμασαν και χειροκρότησαν την επιτυχία.  
     Ο Πρόεδρος του Συλλόγου, κ. Βασίλης Παπαβασιλείου εξήρε τόσο την προσφορά της καταξιωμένης εκπαιδευτικού, όσο και την προσπάθεια και την προσφορά και επιτυχία των παιδιών, που τα μικρότερα ήταν ηλικίας νηπιαγωγείου και τα μεγαλύτερα πρώτων τάξεων γυμνασίου.
     Η κ. Κολιού-Τατσιώνα τόνισε ότι «δεν έχει σημασία η επιτυχία, αλλά το ταξίδι», που όμως το «ταξίδι» ήταν η επιτυχία! Ευχαρίστησε παιδιά και γονείς για την αμιγώς εθελοντική αυτή προσφορά, υπογραμμίζοντας ότι αρκετοί μικροί ηθοποιοί διανύουν πολλά χιλιόμετρα για να βρίσκονται σε κάθε πρόβα!
     Είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι τα μηνύματα και τα διδάγματα του έργου, τα λαμβάνει το φιλοθεάμον κοινό του χωριού, πρωτίστως όμως τα λαμβάνουν τα παιδιά, που ενσαρκώνουν τους ρόλους. Αυτό είναι και το «υπ’ αριθμόν ένα» ζητούμενο.
     Τα πολύ προσεγμένα και με λεπτομέρεια σκηνικά ήταν έργο γονέων και παππούδων των παιδιών που έλαβαν μέρος, ενώ τα επίσης πολύ προσεγμένα κοστούμια επιμελήθηκε η ίδια η κυρία Κολιού-Τατσιώνα.
Χελιδονάκια στη στέγη, ετοιμάζονται για το ταξίδι τους!
Η αφίσα-πρόσκληση του Πολιτιστικού Συλλόγου Γυμνοτόπου ΠΑΤΕΡ ΚΟΣΜΑΣ

Λίγα λόγια για το έργο
 
     Πρόκειται για ένα θλιμμένο παραμύθι. Στο άγαλμα ενός πρίγκηπα βρήκε καταφύγιο ένα χελιδόνι, που είχε χάσει τον προσανατολισμό του και όλη την μεγάλη ομάδα των άλλων πουλιών που ξεκίνησαν για το ταξίδι της επιστροφής τους στην Αφρική, στο τέλος του καλοκαιριού. Όσο ζούσε ο πρίγκηπας του αγάλματος, δεν γνώρισε ποτέ θλίψη. Τη δυστυχία και τις κακουχίες των ανθρώπων τις γνώρισε όταν τον έκαναν άγαλμα στην πλατεία της πόλης του. Τότε ο πρίγκηπας ζωντάνεψε και ζήτησε από το χελιδόνι να μείνει μαζί του και να παίρνει ένα-ένα από τα ρουμπίνια, τα ζαφείρια, τα χρυσάφια και τ' άλλα πολύτιμα αντικείμενα της στολής του και να τα πηγαίνει σε φτωχούς και ανήμπορους ανθρώπους της πόλης που είχαν ανάγκη. Τελευταία του έδωσε και το χρυσό χιτώνα του να τον κόψει κομμάτια και να τον μοιράσει στους φτωχούς. Έτσι, έμεινε γυμνό το μολυβένιο του σώμα.
     Η προσφορά και του χελιδονιού και του αγάλματος είχαν μεγάλο κόστος. Το χελιδόνι πέθανε από το κρύο του χειμώνα, ενώ το άγαλμα απογυμνωμένο πλέον, έμοιαζε με ζητιάνο. Η θυσία τους δεν αναγνωρίστηκε από του ανθρώπους, που πέταξαν στα σκουπίδια το νεκρό χελιδόνι και κατέβασαν το γυμνό μολυβένιο άγαλμα.
     Πρόεδρε Βασίλη Παπαβασιλείου, Φρόσω, παιδιά, σας συγχαίρουμε θερμά και σας ευχαριστούμε!
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 7.8.2025
(Σύντομο βιογραφικό σημείωμα, δείτε ΕΔΩ)