Ένα
βαζάκι με γλυκό του κουταλιού, σταφύλι,
πόσο πολύ λαχτάρισα τη νοστιμιά στα χείλη!
Κι εκεί που το εφύλαγε η μάνα στο ντουλάπι,
μια κουταλίτσα έκλεβα κάθε πρωί και βράδυ!
Σε λίγες μέρες άδειασε το γυάλινο βαζάκι
και τόκρυψα προσεκτικά, στο κάτω κάτω ράφι!
Σαν επισκέπτες ήρθανε, η μάνα με καμάρι
να τους κεράσει έτρεξε, απ’ το κρυφό «χαβιάρι»!
Μα το βαζάκι «ορφανό», της έκοψε τη φόρα
και φοβισμένος έλεγα: «Πώς θα γλιτώσω τώρα;»!
Η μάνα χαμογέλασε κι είπε στους καλεσμένους:
«Ωχου! Και πώς το ξέχασα! Προχτές σε κάποιος ξένους
το τελευταίο κέρασα! Τα λίγα κουλουράκια
τη βγάλαν’ ασπροπρόσωπη, με τρία καφεδάκια!
πόσο πολύ λαχτάρισα τη νοστιμιά στα χείλη!
Κι εκεί που το εφύλαγε η μάνα στο ντουλάπι,
μια κουταλίτσα έκλεβα κάθε πρωί και βράδυ!
Σε λίγες μέρες άδειασε το γυάλινο βαζάκι
και τόκρυψα προσεκτικά, στο κάτω κάτω ράφι!
Σαν επισκέπτες ήρθανε, η μάνα με καμάρι
να τους κεράσει έτρεξε, απ’ το κρυφό «χαβιάρι»!
Μα το βαζάκι «ορφανό», της έκοψε τη φόρα
και φοβισμένος έλεγα: «Πώς θα γλιτώσω τώρα;»!
Η μάνα χαμογέλασε κι είπε στους καλεσμένους:
«Ωχου! Και πώς το ξέχασα! Προχτές σε κάποιος ξένους
το τελευταίο κέρασα! Τα λίγα κουλουράκια
τη βγάλαν’ ασπροπρόσωπη, με τρία καφεδάκια!
Νίκος
Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 8.5.2025
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου