Ένα ακόμα πνευματικό του «παιδί» μου
έστειλε/μου χάρισε πρόσφατα, με ιδιόχειρη αφιέρωση τιμής, εκτίμησης και φιλίας
ο φτασμένος συγγραφέας και προσωπικός μου φίλος Λευτέρης Τσιρώνης, που
στολίζει τη βιβλιοθήκη μου και γεμίζει την ψυχή μου! Πρόκειται για τη συλλογή
διηγημάτων του, με τον τίτλο «ΤΟ ΒΡΟΧΙΝΟ ΝΕΡΟ», από τις Πατρινές
εκδόσεις «ΤΟ ΔΟΝΤΙ», 2025.
Προσωπικά βιώματα των παιδικών του χρόνων παρουσιάζει και σ’ αυτό το βιβλίο γλαφυρά και απεικονιστικά η πένα του Λευτέρη Τσιρώνη. Πολύ συχνά, αν όχι πάντα, βιώματα, εμπειρίες και προσωπικές στιγμές είναι που πυροδοτούν τη λογοτεχνία. Το έργο του μιλάει ζωντανά για τη ζωή των ανθρώπων του χωριού του, τη Μικροσπηλιά Άρτας και της πόλης της Άρτας, στα χρόνια της εφηβείας και των σχολικών χρόνων του συγγραφέα, μιλάει, όμως, και για προγενέστερα χρόνια. Δεν λείπουν από τη συλλογή ούτε τα εύθυμα διηγήματα, ούτε εκείνα που μπορεί να σου σφίγγουν την καρδιά.
Περιγραφικότατος πάντα ο Λευτέρης, «παίρνει μαζί του» ακούραστα και τον αναγνώστη! Του εξωτερικεύει με κάθε λογοτεχνική πληρότητα κι έναν πολύ πλούσιο αριθμό εικόνων, νοσταλγίες του που έχει καλά κρατημένες μέσα του. Το διήγημα «το βρόχινο νερό», που δάνεισε τον τίτλο του και σε όλο το βιβλίο, απέσπασε το πρώτο βραβείο διηγήματος της ΕΝΩΣΗΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ σε Πανελλήνιο και Παγκύπριο διαγωνισμό για το 2024! «Τα δάκρυα του ουρανού» (το βρόχινο νερό), συνέλεγαν στο παρελθόν πολλά νοικοκυριά, ορεινών και απομακρυσμένων κυρίως περιοχών, για κάθε οικιακή χρήση, ακόμα και για πόσιμο! Και η «Κυριάκω» θυμίζει σε πολλούς εξ ημών την κάθε καλοκάγαθη επιστάτρια ή μικροπωλήτρια, ή και τα δυο μαζί στα σχολειά μας. Όλοι μας έχουμε να διηγηθούμε παρόμοιες ιστορίες. Μια πραγματικά αληθινή και αμοιβαία σχέση σεβασμού και αγάπης είχε αναπτυχθεί με τις προστάτιδές μας αυτές. Αξέχαστη και η δική μας κυρά-Χαρίκλεια από τη Χόβολη Καλαβρύτων στο γυμνάσιο Αροανίας, «αδελφή» της «Κυριάκως».
Κοινά τα βιώματα και από τα αυστηρά βλέμματα κάποιων δασκάλων ή καθηγητών, που, όμως, μπορεί και να είχαν μια καρδιά περισσότερο παιδική από την παιδική! Ένας άλλος προσηλωμένος στην αποστολή του εκπαιδευτικός, «ο δάσκαλος των φτωχών», ο «κύριος Γιάννης Αγγέλης», πρωταγωνιστεί στο 8ο διήγημα του βιβλίου, «Στο βιβλιοπωλείο του Αγγέλη». «Αμοιβή» του ήταν η επιτυχία των μαθητών του στο γυμνάσιο, που τότε γινόταν με εξετάσεις! Όσο για κάποιο «salto mortale», ένα από τα δεκαεπτά διηγήματα της συλλογής κι αυτό, πολλοί το ονειρευτήκαμε εκείνα τα χρόνια, αλλά δεν το ζήσαμε. Το «ζήσαμε» μόνο με τη φαντασία μας και με ακούσματα από το μοναδικό μέσο που μας έβγαζε τότε στο παράθυρο και «βλέπαμε» τον κόσμο, το ραδιόφωνο, που και πολλοί δεν το είχαμε! Δύσκολα χρόνια, με στερήσεις και ανέχειες πολλές φορές, όμως αγνά και αληθινά. Γι’ αυτό και τα νοσταλγούμε.
Αγαπητέ μου φίλε, Λευτέρη, πάντα ένα ταξίδι μπορεί να είναι κι ένα βιβλίο, όπως κι ένα βιβλίο είναι στα σίγουρα ένα ταξίδι! Σ’ ευχαριστώ για το όμορφο και νοσταλγικό αυτό πισωγύρισμα! Κάθε φορά που διαβάζω βιβλία σου, ή μου έρχονται στο νου γραφόμενά σου, έχω να πω το ίδιο πράγμα: Μας χωρίζουν κοντά τρεις εκατοντάδες χιλιόμετρα. Από την Άρτα εσύ κι από Καλάβρυτα εγώ, κι όμως νοιώθω ότι μεγαλώσαμε μαζί! Σταθήκαμε και τυχεροί συνάμα, Λευτέρη, που φεύγοντας από την αγκαλιά και από την αναντικατάστατη θαλπωρή του πατρικού σπιτιού, βρήκαμε καλούς «κηδεμόνες» και μας στήριξαν και μας έδωσαν εφαλτήρια στη ζωή. Πάντα τους ευγνωμονούμε!
Προσωπικά βιώματα των παιδικών του χρόνων παρουσιάζει και σ’ αυτό το βιβλίο γλαφυρά και απεικονιστικά η πένα του Λευτέρη Τσιρώνη. Πολύ συχνά, αν όχι πάντα, βιώματα, εμπειρίες και προσωπικές στιγμές είναι που πυροδοτούν τη λογοτεχνία. Το έργο του μιλάει ζωντανά για τη ζωή των ανθρώπων του χωριού του, τη Μικροσπηλιά Άρτας και της πόλης της Άρτας, στα χρόνια της εφηβείας και των σχολικών χρόνων του συγγραφέα, μιλάει, όμως, και για προγενέστερα χρόνια. Δεν λείπουν από τη συλλογή ούτε τα εύθυμα διηγήματα, ούτε εκείνα που μπορεί να σου σφίγγουν την καρδιά.
Περιγραφικότατος πάντα ο Λευτέρης, «παίρνει μαζί του» ακούραστα και τον αναγνώστη! Του εξωτερικεύει με κάθε λογοτεχνική πληρότητα κι έναν πολύ πλούσιο αριθμό εικόνων, νοσταλγίες του που έχει καλά κρατημένες μέσα του. Το διήγημα «το βρόχινο νερό», που δάνεισε τον τίτλο του και σε όλο το βιβλίο, απέσπασε το πρώτο βραβείο διηγήματος της ΕΝΩΣΗΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ σε Πανελλήνιο και Παγκύπριο διαγωνισμό για το 2024! «Τα δάκρυα του ουρανού» (το βρόχινο νερό), συνέλεγαν στο παρελθόν πολλά νοικοκυριά, ορεινών και απομακρυσμένων κυρίως περιοχών, για κάθε οικιακή χρήση, ακόμα και για πόσιμο! Και η «Κυριάκω» θυμίζει σε πολλούς εξ ημών την κάθε καλοκάγαθη επιστάτρια ή μικροπωλήτρια, ή και τα δυο μαζί στα σχολειά μας. Όλοι μας έχουμε να διηγηθούμε παρόμοιες ιστορίες. Μια πραγματικά αληθινή και αμοιβαία σχέση σεβασμού και αγάπης είχε αναπτυχθεί με τις προστάτιδές μας αυτές. Αξέχαστη και η δική μας κυρά-Χαρίκλεια από τη Χόβολη Καλαβρύτων στο γυμνάσιο Αροανίας, «αδελφή» της «Κυριάκως».
Κοινά τα βιώματα και από τα αυστηρά βλέμματα κάποιων δασκάλων ή καθηγητών, που, όμως, μπορεί και να είχαν μια καρδιά περισσότερο παιδική από την παιδική! Ένας άλλος προσηλωμένος στην αποστολή του εκπαιδευτικός, «ο δάσκαλος των φτωχών», ο «κύριος Γιάννης Αγγέλης», πρωταγωνιστεί στο 8ο διήγημα του βιβλίου, «Στο βιβλιοπωλείο του Αγγέλη». «Αμοιβή» του ήταν η επιτυχία των μαθητών του στο γυμνάσιο, που τότε γινόταν με εξετάσεις! Όσο για κάποιο «salto mortale», ένα από τα δεκαεπτά διηγήματα της συλλογής κι αυτό, πολλοί το ονειρευτήκαμε εκείνα τα χρόνια, αλλά δεν το ζήσαμε. Το «ζήσαμε» μόνο με τη φαντασία μας και με ακούσματα από το μοναδικό μέσο που μας έβγαζε τότε στο παράθυρο και «βλέπαμε» τον κόσμο, το ραδιόφωνο, που και πολλοί δεν το είχαμε! Δύσκολα χρόνια, με στερήσεις και ανέχειες πολλές φορές, όμως αγνά και αληθινά. Γι’ αυτό και τα νοσταλγούμε.
Αγαπητέ μου φίλε, Λευτέρη, πάντα ένα ταξίδι μπορεί να είναι κι ένα βιβλίο, όπως κι ένα βιβλίο είναι στα σίγουρα ένα ταξίδι! Σ’ ευχαριστώ για το όμορφο και νοσταλγικό αυτό πισωγύρισμα! Κάθε φορά που διαβάζω βιβλία σου, ή μου έρχονται στο νου γραφόμενά σου, έχω να πω το ίδιο πράγμα: Μας χωρίζουν κοντά τρεις εκατοντάδες χιλιόμετρα. Από την Άρτα εσύ κι από Καλάβρυτα εγώ, κι όμως νοιώθω ότι μεγαλώσαμε μαζί! Σταθήκαμε και τυχεροί συνάμα, Λευτέρη, που φεύγοντας από την αγκαλιά και από την αναντικατάστατη θαλπωρή του πατρικού σπιτιού, βρήκαμε καλούς «κηδεμόνες» και μας στήριξαν και μας έδωσαν εφαλτήρια στη ζωή. Πάντα τους ευγνωμονούμε!
Νίκος
Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 17.12.2025

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου