Με εγκάρδια καλημέρα και χαμόγελο έδωσε
στην Ειρήνη, την κοπέλα στο φούρνο της γειτονιάς του, πενήντα λεπτά ο Θέμης και
πήρε από το πανέρι ένα κουλούρι, όπως καθημερινά, σχεδόν, έκανε, βγαίνοντας από
το σπίτι του για τη δουλειά του. Απαραίτητο πάντα και το χαμόγελο με την καλημέρα, αφού και
κάπως την καλόβλεπε. Μα με το που βγήκε στο πεζοδρόμιο, μια σκελετωμένη κανελί
σκυλίτσα, τον κοίταζε στα μάτια και του κούνησε
δειλά την ουρά της. Θεώρησε σαν να του ζητούσε κάτι να φάει. Χωρίς να το καλοσκεφτεί, της έδωσε το κουλούρι του
και ξαναμπήκε στο φούρνο να πάρει άλλο για τον ίδιο. Το κορίτσι που ήταν στον
πάγκο, είδε την κίνησή του και χαμογέλασε, επιβραβεύοντας έτσι την πράξη του.
Την άλλη μέρα, πρωί πρωί η σκυλίτσα στην ίδια θέση, του κούνησε την ουρά πριν το κέρασμα. Και φυσικά το κέρασμα επαναλήφθηκε. Το «ευχαριστώ» της έγινε πιο εκδηλωτικό, με περισσότερο κούνημα της ουράς της και το βλέμμα της στα μάτια του και με έκφραση ευγνωμοσύνης.
- Είναι καμιά βδομάδα που έρχεται στην πόρτα μου. Του δίνω κι εγώ κάτι να φάει, του δίνουν και πολλοί πελάτες και περαστικοί. Είναι πολύ φοβισμένο και φαίνεται κακοποιημένο και καιρό εγκαταλελειμμένο. Τώρα έχει συνέλθει λίγο. Τις πρώτες μέρες κόντευαν να βγουν τα πλευρά του έξω από το τρίχωμά του, του είπε η κοπέλα.
Τα λόγια της ηχούσαν συνέχεια στ’ αυτιά του Θέμη από εκείνη τη στιγμή. «Φοβισμένο… εγκαταλελειμμένο… κακοποιημένο… Τα πλευρά του κόντευαν να βγουν έξω από το τρίχωμά του…».
Το επόμενο πρωί, η ερώτησή του στην κοπέλα του φούρνου έδειχνε αποφασιστικότητα:
- Έχεις καμιά αντίρρηση να το πάρω στο σπίτι μου;
- Είμαι βέβαιη ότι θα το φροντίσετε και με μεγάλη μου χαρά και με την καρδιά μου σας απαντώ «ναι»!
Ένα μικρό διαμερισματάκι είχε ο Θέμης, χωρίς αυλή, και με δυο τετραγωνικά μπαλκονάκι, που ίσα-ίσα χώραγαν ένα μικρό τραπεζάκι και δυο στενές καρέκλες. Ήταν βέβαιος, όμως, ότι μια χαρά θα «βολευτούν» με την «Κανέλα», όπως ο ίδιος την είχε βαφτίσει.
Πολύ γρήγορα άλλαξε η ζωή της Κανέλας, άλλαξε όμως και η ζωή του Θέμη. Απέκτησε ενδιαφέρον! Δεν είχε πολύ καιρό που ήρθε από το χωριό και δεν είχε δημιουργήσει αρκετές φιλίες, αφού, εκτός από το ότι ήταν τύπος που δεν ξανοιγόταν εύκολα, το χάος της μεγαλούπολης πολύ τον προβλημάτιζε και τον μπέρδευε. Αρκετές φορές ένοιωθε ότι συνάδελφοί του στο εργοστάσιο τον υποτιμούσαν ως «χωριάτη», ενώ κάποιοι γείτονες δεν έχαναν την ευκαιρία να τον πειράζουν, με ενοχλητικά, ειρωνικά, ακόμα και προσβλητικά υπονοούμενα.
Η Κανέλα του δόθηκε από την πρώτη στιγμή. Η φροντίδα του την επανέφερε σε άριστη κατάσταση υγείας και εμφάνισης. Τα χοροπηδήματά της και γενικά οι εκδηλώσεις χαράς με το που έμπαινε στο διαμέρισμα, ήταν απερίγραπτες και μ' αυτές του ανταπέδιδε την ευγνωμοσύνη της.
Δοσμένος στα σκυλιά και γενικά στα ζώα από μικρός στο χωριό του ο Θέμης, την πήγε στον κτηνίατρο για τα πρώτα εμβόλια κι εκείνος ανέλαβε την παρακολούθησή της. Μικρός ο μισθός του από τη δουλειά του, όμως έκανε και τα κουμάντα για τις βασικές ανάγκες της υιοθετημένης του: Από το σπιτάκι της μέχρι το φαγητό της, τα ιατρικά της και όλη τη φροντίδα της. Τις δικές του ανάγκες και προτεραιότητες μπορεί να τις έβαζε και σε δεύτερη μοίρα.
Οι διαμαρτυρίες και κάποιες φορές οι αυστηρές προειδοποιήσεις και απειλές ορισμένων ενοίκων της πολυκατοικίας για τα γαυγίσματά της που ενοχλούσαν, τον ανάγκασαν να επισκεφθεί ειδικό εκπαιδευτή. Πράγματι, σε μικρό χρονικό διάστημα τα γαυγίσματα άρχισαν να περιορίζονται, μέχρι που δεν ακούγονταν καθόλου. Δεν πέρασε πολύς καιρός κι ήρθε κι άλλο σκυλάκι «ένοικος» της πολυκατοικίας. Σε λίγο και τρίτο και τέταρτο.
Ο καθημερινός περίπατος της Κανέλας, είχε γίνει χαρά και του Θέμη, αφού έβλεπε πόσο την αναζωογονούσε. Ήταν πολύ προσεκτικός και δεν την άφηνε να ζευγαρώσει, φοβούμενος εγκυμοσύνη, όσο κι αν αυτή έδειχνε με τις κινήσεις της και τα γαυγίσματά της ότι είχε οίστρο. Τί θα έκανε σε μια τέτοια περίπτωση;
Σε μικρό χρονικό διάστημα, απέκτησαν σκυλάκι και στο ακριβώς απέναντι διαμέρισμα του Θέμη κι αυτό ήταν αρσενικό. Η Κανέλα δεν ξεκόλλαγε καθόλου από το μικρό μπαλκόνι και συνέχεια του γάβγιζε, προσπαθώντας να βγει από τα κάγκελα για να συναντηθούν. Άκαρπες και οι προσπάθειές της σε κάθε περίπατο, όταν έβλεπε «αγοράκια». Ο περιορισμός που της είχε επιβάλει το αφεντικό της με το λουρί, δεν της επέτρεπε κάτι τέτοιο.
Ο καιρός περνούσε και ο Θέμης ήταν δεσμευμένος, αλλά όχι δυσαρεστημένος. Προτιμούσε να μην πάει στο χωριό του που τον περίμεναν εναγωνίως οι γονείς του και τα δυο μικρότερα αδέρφια του. Ούτε είχε και κάποιον να του εμπιστευθεί τη φύλαξή της, έστω και για λίγες μέρες, ακόμα και για λίγες ώρες. Οι οικονομικές του δυνατότητες δεν ήταν τόσο ανθηρές, ώστε να πάρει ένα αυτοκίνητο, που αυτό θα ήταν μια καλή λύση. Έκανε σχέδια και οικονομίες για το κοντινό μέλλον, αλλά οι τιμές των αυτοκινήτων πήγαιναν από «ανηφόρα σε ανηφόρα».
Ένα πρωί, η Κανέλα τον ξύπνησε με τα άγρια γαυγίσματά της και με κάποια επιθετικότητα. Αφού δεν μπόρεσε να την ηρεμήσει, την μάλωσε κι έφυγε για τη δουλειά του. Μα σαν βγήκε στο δρόμο, άκουσε και πολλά σκυλιά στις γύρω πολυκατοικίες να γαυγίζουν το ίδιο επιθετικά και δυνατά. Με τον ίδιο τρόπο νιαούριζαν και οι γάτες. Ήταν κάτι χωρίς προηγούμενο. Τόσο πολύ, μάλιστα, που αυθόρμητα οδηγήθηκε στη σκέψη: «Μα, συνεννοημένα είναι;».
Στο εργοστάσιο που πήγε, όλοι ζωόφιλοι και κάτοχοι σκύλων συνάδελφοί του είχαν την ίδια κουβέντα: Την ξαφνική και ανεξήγητη αλλαγή συμπεριφοράς των ζώων τους. Το θέμα όχι μόνο μονοπώλησε στις συζητήσεις τους και στις απορίες τους μέχρι το μεσημέρι που σχόλασαν, αλλά συνεχίστηκε με την ίδια ένταση και στην επόμενη βάρδια. Κανείς δεν μπορούσε να εξηγήσει το ομαδικό αυτό φαινόμενο των ζώων και όλοι έδειχναν προβληματισμένοι και ανήσυχοι.
Το ίδιο διαφορετική και τελείως αντίθετη, σε σχέση με τις άλλες μέρες, ήταν και υποδοχή της Κανέλας στο αφεντικό της το μεσημέρι. Αδιάφορη για το φαγητό της, αλλά και επιθετική και αρνητική σε κάθε επίμονη προσπάθεια του Θέμη, με συνεχείς εκδηλώσεις αγάπης να της αλλάξει τη διάθεση. Πέρασε έτσι όλο το απόγευμα, αλλά και στον καθημερινό της περίπατο δεν άλλαξε κάτι. Συνέχισε κι εκεί να γαυγίζει με τον ίδιο τρόπο, αρνητική πάντα στη συνεργασία με το αφεντικό της. Οι φωνές όλων των σκύλων της γειτονιάς, που θα έλεγε κανείς έμοιαζαν με φωνές διαμαρτυρίας, συνεχίζονταν αδιάκοπα.
Στις βραδινές ειδήσεις από το κρατικό κανάλι ήταν το πρώτο θέμα, με προσκεκλημένους κτηνιάτρους, ζωόφιλους και άλλους ειδικούς, για την πρωτοφανή αυτή και ανεξήγητη αλλαγή τους. Οι προβληματισμοί των περισσοτέρων συνέκλιναν στη σκέψη ότι η συμπεριφορά αυτή των ζώων, ήταν ένα είδος διαμαρτυρίας από τον περιορισμό τους στα διαμερίσματα των πολυκατοικιών των πόλεων. Στην κουβέντα τους στο στούντιο, μάλιστα, αναφέρθηκε από την πρόεδρο φιλοζωικού σωματείου, ότι κάποια σκυλάκια δάγκωσαν τα αφεντικά τους και κάποιες γάτες τους επιτέθηκαν με τα νύχια τους, πράγματα εξαιρετικά σπάνια ή και πρωτόγνωρα στη συμβίωση ανθρώπων με ζώα συντροφιάς.
Την άλλη μέρα το πρωί η Κανέλα ξύπνησε και επανήλθε στις παλιές της χαρούμενες και παιχνιδιάρικες συνήθειες. Ανέβηκε στο κρεβάτι να ξυπνήσει το αφεντικό της, πολύ καλό φίλο και προστάτη της. Πανευτυχής κι εκείνος, της ανταπέδιδε τις χαρές με τα χάδια του, την τρυφερότητά του και τα λόγια αγάπης, που πάντα της έλεγε. Δεν άκουγε τώρα καθόλου γαυγίσματα ούτε από άλλα σκυλιά της πολυκατοικίας τους, ούτε της γειτονιάς.
«Τί μου έπαθες εχθές; Γιατί μου ήσουν θυμωμένη;… Πού σε στενοχώρησα;…», τη ρωτούσε με παράπονο. Μα προσπαθώντας να διαβάσει την έκφραση ματιών της, ήταν σαν να του έλεγαν:
«Το ξέρω ότι, μ’ αγαπάς πολύ! Το βλέπω πόσο με φροντίζεις! Ποτέ δεν ξεχνώ ότι αν δεν ήσουν εσύ να με πάρεις στο σπίτι σου, μπορεί και να είχα πεθάνει. Σου χρωστώ πολλή ευγνωμοσύνη, όμως το διαμέρισμα δεν είναι ο φυσικός μου χώρος. Έχω ανάγκη την προστασία σου, μα θέλω να ζω και στο δικό μου χώρο και στο δικό μου κόσμο, στη φύση, ελεύθερη και όχι περιορισμένη. Θέλω να τρέξω χωρίς να με κρατάς με το λουρί. Θέλω να γνωρίσω έναν σύντροφο, να ερωτευτώ, να κάνω κι εγώ τη δική μου οικογένεια... Μα και πόσο αφύσικο μου φαίνεται, όταν εσείς οι άνθρωποι λέτε τα σκυλάκια σας “παιδιά” σας και να τα έχετε στην αγκαλιά σας, σαν να είναι πραγματικά σας παιδιά και να τα φιλιέστε μαζί μας και στο στόμα! Δεν λέω, εμάς αυτό μας αρέσει πολύ και νοιώθουμε την αγάπη σας, αλλά αυτό δεν είναι φυσιολογικό, ούτε για εσάς, ούτε για εμάς. Το φυσιολογικό θα ήταν να κοινωνικοποιείστε εσείς με τους ανθρώπους κι εμείς με τα ζώα της κατηγορίας μας. Αυτή η υπερβολική προστασία σας, γίνεται φυλακή μας. Κάποια ζώα μιλάνε και για κακοποίηση, αλλά μάλλον δεν το έχετε καταλάβει. Πάντα ήμαστε κοντά στον άνθρωπο και πάντα είστε κι εσείς κοντά μας. Η μεγαλύτερη φιλία σας με τα ζώα του σπιτιού, είναι μ’ εμάς τα σκυλιά και κάπως λιγότερο με τις γάτες. Και τελευταία ακούσαμε και τούτο το πέρα για πέρα παράλογο: Ότι κάποιοι θέλουν να μας πηγαίνουν στην αγκαλιά τους στην εκκλησία για μας… κοινωνάνε!… Και η χτεσινή διαμαρτυρία, δεν ήταν μόνο δική μου. Το είχαμε αποφασίσει και ήταν όλων μας, που ζούμε κάτω από αυτές τις συνθήκες…».
Την άλλη μέρα, πρωί πρωί η σκυλίτσα στην ίδια θέση, του κούνησε την ουρά πριν το κέρασμα. Και φυσικά το κέρασμα επαναλήφθηκε. Το «ευχαριστώ» της έγινε πιο εκδηλωτικό, με περισσότερο κούνημα της ουράς της και το βλέμμα της στα μάτια του και με έκφραση ευγνωμοσύνης.
- Είναι καμιά βδομάδα που έρχεται στην πόρτα μου. Του δίνω κι εγώ κάτι να φάει, του δίνουν και πολλοί πελάτες και περαστικοί. Είναι πολύ φοβισμένο και φαίνεται κακοποιημένο και καιρό εγκαταλελειμμένο. Τώρα έχει συνέλθει λίγο. Τις πρώτες μέρες κόντευαν να βγουν τα πλευρά του έξω από το τρίχωμά του, του είπε η κοπέλα.
Τα λόγια της ηχούσαν συνέχεια στ’ αυτιά του Θέμη από εκείνη τη στιγμή. «Φοβισμένο… εγκαταλελειμμένο… κακοποιημένο… Τα πλευρά του κόντευαν να βγουν έξω από το τρίχωμά του…».
Το επόμενο πρωί, η ερώτησή του στην κοπέλα του φούρνου έδειχνε αποφασιστικότητα:
- Έχεις καμιά αντίρρηση να το πάρω στο σπίτι μου;
- Είμαι βέβαιη ότι θα το φροντίσετε και με μεγάλη μου χαρά και με την καρδιά μου σας απαντώ «ναι»!
Ένα μικρό διαμερισματάκι είχε ο Θέμης, χωρίς αυλή, και με δυο τετραγωνικά μπαλκονάκι, που ίσα-ίσα χώραγαν ένα μικρό τραπεζάκι και δυο στενές καρέκλες. Ήταν βέβαιος, όμως, ότι μια χαρά θα «βολευτούν» με την «Κανέλα», όπως ο ίδιος την είχε βαφτίσει.
Πολύ γρήγορα άλλαξε η ζωή της Κανέλας, άλλαξε όμως και η ζωή του Θέμη. Απέκτησε ενδιαφέρον! Δεν είχε πολύ καιρό που ήρθε από το χωριό και δεν είχε δημιουργήσει αρκετές φιλίες, αφού, εκτός από το ότι ήταν τύπος που δεν ξανοιγόταν εύκολα, το χάος της μεγαλούπολης πολύ τον προβλημάτιζε και τον μπέρδευε. Αρκετές φορές ένοιωθε ότι συνάδελφοί του στο εργοστάσιο τον υποτιμούσαν ως «χωριάτη», ενώ κάποιοι γείτονες δεν έχαναν την ευκαιρία να τον πειράζουν, με ενοχλητικά, ειρωνικά, ακόμα και προσβλητικά υπονοούμενα.
Η Κανέλα του δόθηκε από την πρώτη στιγμή. Η φροντίδα του την επανέφερε σε άριστη κατάσταση υγείας και εμφάνισης. Τα χοροπηδήματά της και γενικά οι εκδηλώσεις χαράς με το που έμπαινε στο διαμέρισμα, ήταν απερίγραπτες και μ' αυτές του ανταπέδιδε την ευγνωμοσύνη της.
Δοσμένος στα σκυλιά και γενικά στα ζώα από μικρός στο χωριό του ο Θέμης, την πήγε στον κτηνίατρο για τα πρώτα εμβόλια κι εκείνος ανέλαβε την παρακολούθησή της. Μικρός ο μισθός του από τη δουλειά του, όμως έκανε και τα κουμάντα για τις βασικές ανάγκες της υιοθετημένης του: Από το σπιτάκι της μέχρι το φαγητό της, τα ιατρικά της και όλη τη φροντίδα της. Τις δικές του ανάγκες και προτεραιότητες μπορεί να τις έβαζε και σε δεύτερη μοίρα.
Οι διαμαρτυρίες και κάποιες φορές οι αυστηρές προειδοποιήσεις και απειλές ορισμένων ενοίκων της πολυκατοικίας για τα γαυγίσματά της που ενοχλούσαν, τον ανάγκασαν να επισκεφθεί ειδικό εκπαιδευτή. Πράγματι, σε μικρό χρονικό διάστημα τα γαυγίσματα άρχισαν να περιορίζονται, μέχρι που δεν ακούγονταν καθόλου. Δεν πέρασε πολύς καιρός κι ήρθε κι άλλο σκυλάκι «ένοικος» της πολυκατοικίας. Σε λίγο και τρίτο και τέταρτο.
Ο καθημερινός περίπατος της Κανέλας, είχε γίνει χαρά και του Θέμη, αφού έβλεπε πόσο την αναζωογονούσε. Ήταν πολύ προσεκτικός και δεν την άφηνε να ζευγαρώσει, φοβούμενος εγκυμοσύνη, όσο κι αν αυτή έδειχνε με τις κινήσεις της και τα γαυγίσματά της ότι είχε οίστρο. Τί θα έκανε σε μια τέτοια περίπτωση;
Σε μικρό χρονικό διάστημα, απέκτησαν σκυλάκι και στο ακριβώς απέναντι διαμέρισμα του Θέμη κι αυτό ήταν αρσενικό. Η Κανέλα δεν ξεκόλλαγε καθόλου από το μικρό μπαλκόνι και συνέχεια του γάβγιζε, προσπαθώντας να βγει από τα κάγκελα για να συναντηθούν. Άκαρπες και οι προσπάθειές της σε κάθε περίπατο, όταν έβλεπε «αγοράκια». Ο περιορισμός που της είχε επιβάλει το αφεντικό της με το λουρί, δεν της επέτρεπε κάτι τέτοιο.
Ο καιρός περνούσε και ο Θέμης ήταν δεσμευμένος, αλλά όχι δυσαρεστημένος. Προτιμούσε να μην πάει στο χωριό του που τον περίμεναν εναγωνίως οι γονείς του και τα δυο μικρότερα αδέρφια του. Ούτε είχε και κάποιον να του εμπιστευθεί τη φύλαξή της, έστω και για λίγες μέρες, ακόμα και για λίγες ώρες. Οι οικονομικές του δυνατότητες δεν ήταν τόσο ανθηρές, ώστε να πάρει ένα αυτοκίνητο, που αυτό θα ήταν μια καλή λύση. Έκανε σχέδια και οικονομίες για το κοντινό μέλλον, αλλά οι τιμές των αυτοκινήτων πήγαιναν από «ανηφόρα σε ανηφόρα».
Ένα πρωί, η Κανέλα τον ξύπνησε με τα άγρια γαυγίσματά της και με κάποια επιθετικότητα. Αφού δεν μπόρεσε να την ηρεμήσει, την μάλωσε κι έφυγε για τη δουλειά του. Μα σαν βγήκε στο δρόμο, άκουσε και πολλά σκυλιά στις γύρω πολυκατοικίες να γαυγίζουν το ίδιο επιθετικά και δυνατά. Με τον ίδιο τρόπο νιαούριζαν και οι γάτες. Ήταν κάτι χωρίς προηγούμενο. Τόσο πολύ, μάλιστα, που αυθόρμητα οδηγήθηκε στη σκέψη: «Μα, συνεννοημένα είναι;».
Στο εργοστάσιο που πήγε, όλοι ζωόφιλοι και κάτοχοι σκύλων συνάδελφοί του είχαν την ίδια κουβέντα: Την ξαφνική και ανεξήγητη αλλαγή συμπεριφοράς των ζώων τους. Το θέμα όχι μόνο μονοπώλησε στις συζητήσεις τους και στις απορίες τους μέχρι το μεσημέρι που σχόλασαν, αλλά συνεχίστηκε με την ίδια ένταση και στην επόμενη βάρδια. Κανείς δεν μπορούσε να εξηγήσει το ομαδικό αυτό φαινόμενο των ζώων και όλοι έδειχναν προβληματισμένοι και ανήσυχοι.
Το ίδιο διαφορετική και τελείως αντίθετη, σε σχέση με τις άλλες μέρες, ήταν και υποδοχή της Κανέλας στο αφεντικό της το μεσημέρι. Αδιάφορη για το φαγητό της, αλλά και επιθετική και αρνητική σε κάθε επίμονη προσπάθεια του Θέμη, με συνεχείς εκδηλώσεις αγάπης να της αλλάξει τη διάθεση. Πέρασε έτσι όλο το απόγευμα, αλλά και στον καθημερινό της περίπατο δεν άλλαξε κάτι. Συνέχισε κι εκεί να γαυγίζει με τον ίδιο τρόπο, αρνητική πάντα στη συνεργασία με το αφεντικό της. Οι φωνές όλων των σκύλων της γειτονιάς, που θα έλεγε κανείς έμοιαζαν με φωνές διαμαρτυρίας, συνεχίζονταν αδιάκοπα.
Στις βραδινές ειδήσεις από το κρατικό κανάλι ήταν το πρώτο θέμα, με προσκεκλημένους κτηνιάτρους, ζωόφιλους και άλλους ειδικούς, για την πρωτοφανή αυτή και ανεξήγητη αλλαγή τους. Οι προβληματισμοί των περισσοτέρων συνέκλιναν στη σκέψη ότι η συμπεριφορά αυτή των ζώων, ήταν ένα είδος διαμαρτυρίας από τον περιορισμό τους στα διαμερίσματα των πολυκατοικιών των πόλεων. Στην κουβέντα τους στο στούντιο, μάλιστα, αναφέρθηκε από την πρόεδρο φιλοζωικού σωματείου, ότι κάποια σκυλάκια δάγκωσαν τα αφεντικά τους και κάποιες γάτες τους επιτέθηκαν με τα νύχια τους, πράγματα εξαιρετικά σπάνια ή και πρωτόγνωρα στη συμβίωση ανθρώπων με ζώα συντροφιάς.
Την άλλη μέρα το πρωί η Κανέλα ξύπνησε και επανήλθε στις παλιές της χαρούμενες και παιχνιδιάρικες συνήθειες. Ανέβηκε στο κρεβάτι να ξυπνήσει το αφεντικό της, πολύ καλό φίλο και προστάτη της. Πανευτυχής κι εκείνος, της ανταπέδιδε τις χαρές με τα χάδια του, την τρυφερότητά του και τα λόγια αγάπης, που πάντα της έλεγε. Δεν άκουγε τώρα καθόλου γαυγίσματα ούτε από άλλα σκυλιά της πολυκατοικίας τους, ούτε της γειτονιάς.
«Τί μου έπαθες εχθές; Γιατί μου ήσουν θυμωμένη;… Πού σε στενοχώρησα;…», τη ρωτούσε με παράπονο. Μα προσπαθώντας να διαβάσει την έκφραση ματιών της, ήταν σαν να του έλεγαν:
«Το ξέρω ότι, μ’ αγαπάς πολύ! Το βλέπω πόσο με φροντίζεις! Ποτέ δεν ξεχνώ ότι αν δεν ήσουν εσύ να με πάρεις στο σπίτι σου, μπορεί και να είχα πεθάνει. Σου χρωστώ πολλή ευγνωμοσύνη, όμως το διαμέρισμα δεν είναι ο φυσικός μου χώρος. Έχω ανάγκη την προστασία σου, μα θέλω να ζω και στο δικό μου χώρο και στο δικό μου κόσμο, στη φύση, ελεύθερη και όχι περιορισμένη. Θέλω να τρέξω χωρίς να με κρατάς με το λουρί. Θέλω να γνωρίσω έναν σύντροφο, να ερωτευτώ, να κάνω κι εγώ τη δική μου οικογένεια... Μα και πόσο αφύσικο μου φαίνεται, όταν εσείς οι άνθρωποι λέτε τα σκυλάκια σας “παιδιά” σας και να τα έχετε στην αγκαλιά σας, σαν να είναι πραγματικά σας παιδιά και να τα φιλιέστε μαζί μας και στο στόμα! Δεν λέω, εμάς αυτό μας αρέσει πολύ και νοιώθουμε την αγάπη σας, αλλά αυτό δεν είναι φυσιολογικό, ούτε για εσάς, ούτε για εμάς. Το φυσιολογικό θα ήταν να κοινωνικοποιείστε εσείς με τους ανθρώπους κι εμείς με τα ζώα της κατηγορίας μας. Αυτή η υπερβολική προστασία σας, γίνεται φυλακή μας. Κάποια ζώα μιλάνε και για κακοποίηση, αλλά μάλλον δεν το έχετε καταλάβει. Πάντα ήμαστε κοντά στον άνθρωπο και πάντα είστε κι εσείς κοντά μας. Η μεγαλύτερη φιλία σας με τα ζώα του σπιτιού, είναι μ’ εμάς τα σκυλιά και κάπως λιγότερο με τις γάτες. Και τελευταία ακούσαμε και τούτο το πέρα για πέρα παράλογο: Ότι κάποιοι θέλουν να μας πηγαίνουν στην αγκαλιά τους στην εκκλησία για μας… κοινωνάνε!… Και η χτεσινή διαμαρτυρία, δεν ήταν μόνο δική μου. Το είχαμε αποφασίσει και ήταν όλων μας, που ζούμε κάτω από αυτές τις συνθήκες…».
Μια αστραπιαία ματιά της η Κανέλα,
διαφορετική από τις άλλες, ήταν σαν να του έλεγε: «Πολύ θα ήθελα να ήξερα, αν το
πήρατε το μάθημά σας από τη χτεσινή διαμαρτυρία όλων μας, που μας κρατάτε
φυλακισμένα…».
-----------------------------------------------
Εικόνα
ανάρτησης:
https://www.facebook.com/photo/?fbid=183704254027355&set=a.183704297360684
https://www.facebook.com/photo/?fbid=183704254027355&set=a.183704297360684
Νίκος
Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 26.6.2024
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου