Παρασκευή 12 Απριλίου 2019


Ερωτικό ποίημα («ραβασάκι»)
αγνώστου ανδρός και χωρίς τίτλο,
με σύντομη μελέτη-ανάλυση 




     Το ερωτικό αυτό ποίημα είναι γραμμένο με πένα σε δύο σελίδες «Α3», που το χαρτί έχει «κιτρινίσει» από το χρόνο, αλλά διατηρείται σε καλή κατάσταση. Βρέθηκε μέσα σε φθαρμένο βιβλίο παλαιοπωλείου.
    Η πρώτη σελίδα έχει ένδεκα (11) στροφές και η δεύτερη οι δεκατρείς (13). Συνολικά στροφές είκοσι τέσσερις (24).
     Είναι ξεκάθαρο πως ο ποιητής-συγγραφέας του είναι άνδρας. Αυτό φαίνεται τόσο από το «πρώτο πρόσωπο» που το γράφει, όσο και από το «δεύτερο πρόσωπο», στο οποίο απευθύνεται.
     Ο ποιητής προόριζε να παραδώσει, πιθανότατα, (ή είχε παραδώσει) το ποίημα του στην αγαπημένη του, ως «ραβασάκι». Σε καμία από τις δύο σελίδες δεν είναι γραμμένο ούτε το δικό του όνομα, ούτε της αγαπημένης του, προφανώς να μη γίνει γνωστή η ταυτότητά τους σε τρίτους. Επίσης, δεν αναφέρεται ούτε η χρονολογία της συγγραφής του. Από το έτος έκδοσης του βιβλίου, πιθανολογείται ότι έχει γραφεί την περίοδο του β΄ παγκοσμίου πολέμου ή και λίγο αργότερα.
     Ευαίσθητος ο ψυχισμός, έντονος και ο λυρισμός του, γίνεται αισθητός τόσο από τον τρόπο που «χειρίζεται» και εκφράζει τα συναισθήματά του, όσο και από τις διάφορες «ζωγραφιές», σχετικά καλαίσθητες, που «ντύνουν» και «συμβαδίζουν» με το ποίημα.
     Φαίνεται όμως πως η «αγαπημένη» του, είτε δεν ανταποκρινόταν στα αισθήματά του, είτε (το πιθανότερο) είχε ανταποκριθεί αρχικά και στη συνέχεια, ή «απέσυρε» τα δικά της αισθήματα, είτε «βαρύνοντες» οικογενειακοί λόγοι (π.χ. «υποχρεωτικό» συνοικέσιο) την ανάγκασαν να «απομακρυνθεί».
     Είναι ακόμα προφανές πως στο ποίημα του ο «πληγωμένος» από τα βέλη του φτερωτού θεού ποιητής, χρησιμοποιεί όλα του τα «όπλα» προκειμένου να πετύχει το σκοπό του. Να «αναγκάσει», δηλαδή, την αγαπημένη του να αλλάξει γνώμη: Επιδιώκει να τη συγκινήσει – ίσως και να την κάνει να τον θαυμάσει –, να την κάνει να νοιώσει οίκτο γι αυτόν, ακόμα και να την «εκβιάσει» με την απειλή της αυτοκτονίας!        
     Το ποίημα είναι γραμμένο σε στροφές των τεσσάρων στίχων, σε ιαμβικό οκτασύλλαβο και επτασύλλαβο, αντίστοιχα, και ομοιοκαταληξία. Ο πραγματικά αξιοπρόσεκτος τρόπος «καλλιτεχνικής» γραφής φανερώνει το αρκετά καλό (για την εποχή) μορφωτικό επίπεδο του πνευματικού δημιουργού, αν και κάποια «κραυγαλέα» ορθογραφικά και εκφραστικά λάθη δεν λείπουν! Λείπουν, όμως, παντελώς τα σημεία στίξης. Φαίνεται ακόμα πολύ καθαρά και πως ο ποιητής είχε κάποιες εμπειρικές ποιητικές γνώσεις, μάλλον από τη δημοτική ποίηση.
     Αξιοσημείωτο είναι και το ότι ο «αποστολέας» είχε «διπλώσει» με τέτοιον τρόπο το «ραβασάκι» του και είχε αριθμήσει έτσι τις στροφές του ποιήματος, ώστε η «παραλήπτρια» αγαπημένη του να βλέπει να «εκτυλίσσεται» η «υπόθεση» του ποιήματος στα χέρια της με τρόπο «τελετουργικό», που θα έκανε το ενδιαφέρον της και την αγωνία της μεγαλύτερη! «Πετυχαίνει» ο αποστολέας να διαβαστεί το ποίημα του από την αγαπημένη του με τέτοιον τρόπο, σαν να «ανοίγει» η ίδια με τα χέρια της «ένα-ένα» τα «φύλλα της καρδιάς του»! Σίγουρα η «μαστοριά» του αυτή, είναι πολύ ενδιαφέρουσα!

     Κάποιες στροφές του ποιήματος έχουν αποτυπωθεί «ανάποδα» και σε άλλη επιφάνεια του χαρτιού. Αυτό εκτιμάται ότι έγινε κατά το «δίπλωμα», επειδή πιθανότατα το μελάνι δεν είχε στεγνώσει καλά.

     Παρατίθεται το ποίημα σε πιστή αντιγραφή, με τη διευκρίνιση πως ο τονισμός είναι με το μονοτονικό σύστημα, αντί του πολυτονικού που χρησιμοποιεί ο ποιητής. Στην αντιγραφή τονίζονται και οι μονοσύλλαβες λέξεις, χωρίς όμως περισπωμένες και πνεύματα:

-1-
«Σιγά σιγά  μέ προσοχή
άνοιξε τό χαρτίον
καί εντός αυτού θέ νά ιδής
τόν δυστηχί μου βίον
 -2-
Καί τούτο θέλει προσοχή
καί μαστοριά μεγάλη
Διά νά ξεύρεις έπειτα 
νά τό σφαλίσεις πάλι
-3-
Ωσάν αυτό τό λούλουδο          
                   έτσι καί γώ ανθούσα                             
Καί μέ καρδία καθαρά
Χαρά παντού σκορπούσα
        (Κάτω από τη στροφή 3 είναι ζωγραφισμένο ένα λουλούδι)       
-4-
Έτσι καί η καρδούλα μου       
ήτανε ανθυσμένη                      
Καί σύ μού τήν εμάρανες
νεκρά κι αποθαμένει
        (Κάτω από τη στροφή 4 είναι ζωγραφισμένα λουλούδια)
-5-
Κλαίω καί παραδέρνομαι
σάν τού βοργιά τό κύμα
ως πού νά βρώ αγάπη μου
τό σκοτινό μου μνήμα
-6-
Τά δύο φύλλα τής καρδιάς
πουλί μου νά τραβήξης
καί τότε τήν καρδούλα μου
εύκολα θέ ν’ ανοίξης
-7-
Ιδού λοιπόν …  (δυσανάγνωστη λέξη ή λέξεις)
τήν πάσχουσα Καρδίαν
Αφ’ ότου τήν επλήγωσες
δέν είδε θεραπίαν
-8-
Βλέπεις τό πόσον ο έρωτας
μού τήν έχει πληγώσει
Καί τώρα ποιος θά δυνιθή
γιατριά νά τήν (της;) δώσει
-9-
          Γιά κύτα τήν Καρδούλα μου            
                     μαχαίρι τήν τρυπάει                         
                    καί φίδι ολοζώντανο                        
                  τό αίμα της ρουφάει                        
     (Δεξιά της στροφής 9 είναι ζωγραφισμένη μια καρδιά, μ’ ένα μαχαίρι να την τρυπάει και ένα φίδι να «της πίνει» το αίμα. «Μέσα» στην καρδιά δυο ακόμα σκίτσα, ενός άνδρα και μιας γυναίκας, προφανώς του νέου και της αγαπημένης του).
-10-
όχι ποτέ δέ σέ ξεχνώ
θά σ’ αγαπώ ακόμα
Κι όταν σπεπάση τό κορμί
τής γής τό μαύρο χώμα
-11-
Τό πρώτο φίδι σκόθηκε (σηκώθηκε)
κτύπισε(;) τήν κορφί μου
τό άνω(άλλο;) φύλο άνοιξε
να δής και την μορφή μου
     
(Στο κάτω μέρος της πρώτης σελίδας είναι σκιτσαρισμένες δύο «μορφές»: μια ανδρική πλάι σε μια γυναικεία και οι δυο μαζί «μέσα» σε μια καρδιά. Την καρδιά έχει «καρφώσει» ένα  σπαθί (το μεγαλύτερο μέρος της «λεπίδας» είναι «μέσα»), ενώ ένα φίδι την έχει «πλησιάσει»… απειλητικά).



     Συνεχίζει η δεύτερη σελίδα:
-12-
Μού είπες πώς θά μ’ αρνηθής
μάθετο πώς παθαίνω
Και ζωντανό αποχωρισμό
εγώ δέν υπομένο
-13-
Ιδού τό δηλητήριον
τού έρωτος πού πίνω
Τό πίνω καί σέ χαιρετό
καί τήν υγειά σ’ αφίνο
-14-
Αλύπητη λυπήσουμαι
πάω ν’ ανοίξω μνήμα
Για ν’ άμπω μέσα ζωντανός
κι άς έχεις σύ το κρίμα
-15-
Άμα πεθάνω βάλε μου
μιά πλάκα μαρμαρένια
καί γράψ’ απάνω αγάπι(;) μου
πώς πέθανα γιά σένα
-16-
Καί τού αέρος θά τού πώ
νά μήν σέ χαιρετάει
καί νά σού πεί πώς ένας νιός
γιά σέ στόν Άδη πάει
-17-
Γιά τελευταία μου φορά
σέ αποχαιρετάω
Τό κάτω φύλο άνοιξε
νά δεις καί πού θά πάω
     (Μεταξύ των στροφών 12, 13, 14, 15 και 16, 17 υπάρχουν δύο ζωγραφιές: Στην πρώτη (αριστερά) φαίνεται ένα τραπέζι με «πόδια» «χιαστί», πάνω στο οποίο είναι ένα ποτήρι, που περιέχει «δηλητήριο». Στη δεύτερη (δεξιά) «φαίνεται» ένας ευπαρουσίαστος νέος άνδρας, με κοστούμι και γραβάτα, να «δείχνει» το ποτήρι με το δηλητήριο, το οποίο προορίζεται για… τον ίδιο!)
-18-
Τό βλέπεις κίνο τό πουλί
πού τρώει τό σταφύλι(;)
Έτσι καί τήν καρδούλα μου
τήν τρώει τό μαύρο φίδι
     (Κάτω και αριστερά από τη στροφή 18, είναι ζωγραφισμένο ένα κλήμα και ένα πουλί τρώει ένα σταφύλι).
-19-
Τέσσερα φύλα έχει η Καρδιά
τά δυό τά ές (τα έχεις) παρμένα
τά άλλα δύο τάφησες (τα άφησες)
κομένα μαραμένα
-20-
Βλέπεις τόν τάφο τόν κενό(;)
πού μέ περιμένει
εγώ γιά σένα πάω νά μπώ
τή γή τή μαυρισμένη
-21-
Εις τό ψυχρόν τού τάφου μου
τό μάρμαρο επάνω
άρα θά χείσης δάκρυα
Όταν θέ νά πεθάνω(;)
-22-
Να ’ξερα ποιός θά λυπηθή
ποιός θά μυρολοΐσι 
Τό άμοιρο τό Σώμα μου
Στο χώμα πρίν σαπίσι
-23-
Άν ίσως καί σού φέρουνε
τά κολυβάμου φάτα
κι ειπέ θεός συνχώρησε
το νέο που μ’ αγάπα
-24-
Κι τάφι (Κι οι τάφοι) δέν μέ θέλουνε
καί οι νεκροί φωνάζουν(:)
εμείς δέν θέλουμαι ψυχές
Νά βαργιαναστενάζουν»
   
     (Κάτω και δεξιά της δεύτερης σελίδας υπάρχουν δυο ζωγραφιές, που στην ουσία είναι μία: Ένας «χορταριασμένος» τάφος, πού γύρο του έχουν  «φυτρώσει» και αγριολούλουδα. Στο πάνω μέρος του τάφου βρίσκεται ένας μαρμάρινος σταυρός. Επάνω στον τάφο «φαίνεται» ένας ακόμα σταυρός, πιθανότατα λουλουδένιος, ενώ υπάρχει και μία ακόμα αξιοπρόσεκτη λεπτομέρεια: Ένα μικρό σκεύος, που μπορεί να είναι λιβανιστήρι, ή το ποτήρι από το… δηλητήριο!).




Επιμέλεια: Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 12.4.2019

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου