Εύθυμες
ιστορίες του χωριού
«Ακόμα ένα
ποτηράκι»!
Χειμώνας, η ώρα ήταν περασμένη και όλοι οι
θαμώνες είχαν φύγει από το καφενείο/παντοπωλείο του χωριού, εκτός από δύο
Γιάννηδες, που απτόητοι συνέχισαν να πίνουν και να λένε τα δικά τους. Είχαν
περάσει μεσάνυχτα όταν παρήγγειλαν στον καταστηματάρχη να τους φέρει ένα
μισόκιλο κρασί ακόμα. Κατάκοπος εκείνος, αφού σπάνια οι πελάτες του τον
κράταγαν τόσο αργά, τους είπε:
«Παιδιά, δεν έχει άλλο. Πρέπει κι εγώ να
κλείσω να πάω σπίτι μου. Αύριο το πρωί τα λέμε πάλι…».
Κοιτάχτηκαν μεταξύ τους οι Γιάννηδες,
κάπως δυσαρεστημένοι, αφού «ο πελάτης έχει πάντα δίκιο», μα μη έχοντας άλλη
επιλογή σηκώθηκαν να φύγουν. Δεν είχαν πιει και λίγο κι αυτό ήταν ολοφάνερο από
τη γλώσσα τους που είχε «λυθεί», το ψεύδισμα στην κουβέντα τους, την αστάθειά
τους στο βάδισμα και γενικά από την κάθε κίνησή τους.
Δεν είχαν απομακρυνθεί πολύ από το μαγαζί
και μετά από τα «ευχολόγια» και τις κατά δεκάδες χειρονομίες στον καφετζή, άρχισαν το τραγούδι. Λίγο πιο κάτω οι
δρόμοι τους χώριζαν.
«Άιντε, καληνύχτα», λέει ο ένας στον
άλλον.
«Τι λες; Είσαι με τα καλά σου; Δεν σ’
αφήνω να πας μόνος σου σπίτι σου! Ποιος θα σε ιδεί αν πέσεις πουθενά; Θα σε πάω
εγώ και μετά γυρνάω στο δικό μου!», απάντησε ο δεύτερος.
Έτσι έγινε. Με το που μπήκανε στο σπίτι
του πρώτου, εκείνος ξύπνησε τη γυναίκα του και της ζήτησε επιτακτικά να τους
βάλει κρασί! Μετά από καμιά ώρα ποτού κι εκεί, ευφορίας και συγκινησιακής
φόρτισης, αφού «θυμήθηκαν και τα παλιά», ο δεύτερος σηκώθηκε να φύγει.
«Ή θα κάτσεις να κοιμηθούμε εδώ, ή θα σε
πάω εγώ σπίτι σου! Εσύ δεν μ’ άφησες να ’ρθω μοναχός μου! Πώς θα σ’ αφήσω εγώ;»,
είπε ο πρώτος Γιάννης.
Κουβέντα στην κουβέντα, συμφώνησαν να
συνοδέψει ο πρώτος τον δεύτερο. Η εικόνα μέχρι να φτάσουν γνωστή: τραγούδια,
παραπατήματα, ευφορία, συγκίνηση… Με το που μπαίνουν μέσα, ξυπνάει και ο
δεύτερος Γιάννης τη γυναίκα του να τους βάλει να πιουν κι εκεί ένα ποτήρι και
μετά να φύγει ο πρώτος! Μα και όταν λίγη ώρα μετά σηκώθηκε να φύγει, τον
συνόδεψε και πάλι ο δεύτερος!
Με λίγα λόγια, αυτό το πήγαιν’-έλα, από το
σπίτι του ενός στο σπίτι του άλλου, συνεχίστηκε μέχρι που βγήκε ο ήλιος!
Νίκος Χρ.
Παπακωνσταντόπουλος, 19.1.2018
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου