Τρίτη 28 Ιανουαρίου 2025

Ευγνωμοσύνη (ποίημα)

                                                                                           

                                                   Σκύβει η κότα, ξεδιψάει,
                                                   μα και Το Θεό κοιτάει.
                                                   Ταπεινό ευχαριστώ της
                                                   στέλνει στο Δημιουργό της.
 
                                                   Κοίτα γύρω σου και μάθε,
                                                   άνθρωπε, από το κάθε
                                                   που σου λέει η φύση
                                                   κι η ζωή σου ’χει χαρίσει.
 
                                                   Δείχνε την ευγνωμοσύνη.
                                                   Μην αφήνεις να σκληρύνει
                                                   η ευαίσθητη ψυχή σου.
                                                   Είναι σύντομη η ζωή, θυμήσου.
------------------------------------ 
     * Για λόγους ανατομίας, η κότα και όλα τα πτηνά όταν σκύβουν να ξεδιψάσουν, αμέσως σηκώνουν το κεφάλι τους ψηλά, για να κατέβει στο στομάχι το νερό που παίρνουν με το ράμφος τους, επαναλαμβάνοντας εναλλάξ τις δύο αυτές κινήσεις. Την ιδιαιτερότητα των πουλερικών, σε σχέση με άλλα ζώα, δανείζεται η λαϊκή σοφία για να εκφράσει μεταφορικά το χρέος της ευγνωμοσύνης, με την γνωστή παροιμία:  «Πίνει η κότα το νερό, μα τηράει (κοιτάει) και το Θεό».
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 28.1.2025


Παρασκευή 24 Ιανουαρίου 2025

Σύμβολα και συμβολισμοί στο Χριστιανικό γάμο. Λαογραφική και ιστορική καταγραφή, με θρησκευτικά στοιχεία

       

Περιεχόμενα:
-  Σαν εισαγωγή
    Σύμβολα και συμβολισμοί:
-  Το λευκό νυφικό
-  Το πέπλο της νύφης
-  Η νυφική ανθοδέσμη
-  Οι κουμπάροι
-  Οι λαμπάδες του γάμου
-  Οι βέρες
-  Τα στέφανα
-  Το ποτήρι το κρασί
 - Ο χορός του Ησαΐα
-  Τα κουφέτα – μπομπονιέρες
-  Η τούρτα του γάμου
-  Τα πιστρόφια
  
Σαν εισαγωγή
 
     Ο γάμος είναι μυστήριο της Εκκλησίας και μάλιστα «μέγα», όπως τονίζει και στην προς Εφεσίους επιστολή του ο Απόστολος Παύλος. Στο γάμο της Κανά θαυματούργησε και για πρώτη φορά ο Χριστός, μετατρέποντας το νερό σε κρασί, όπως αναφέρει και το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο, με τη συγκεκριμένη περικοπή να αναγιγνώσκεται και στην ακολουθία του μυστηρίου (κεφ. Β΄, 2-11).
     Πριν την έναρξη του μυστηρίου στην εκκλησία, μετά την μεγαλειώδη είσοδο των νεονύμφων στον ιερό χώρο, σύμφωνα με το τυπικό (άσχετα αν δεν εφαρμόζεται πάντα) ο ιερέας ρωτάει και παίρνει την συγκατάθεση και των δύο, «ενώπιον Θεού και ανθρώπων» για την απόφασή τους να έλθουν «εις γάμον κοινωνίαν». Απευθύνεται πρώτα στον άνδρα και ύστερα στη γυναίκα με τα ονόματά τους, π.χ. Ιωάννης και Ελένη. Πρώτα στο γαμπρό: «Ιωάννη, θέλεις την Ελένη για σύζυγό σου;». Μετά την θετική απάντηση του γαμπρού, απευθύνεται στη νύφη: «Ελένη, θέλεις τον Ιωάννη για σύζυγό σου;». Μετά και τη θετική απάντηση νύφης, ο ιερέας «βάζει ευλογητός» και αρχίζει επίσημα το μυστήριο. Όντας «παπαδάκι» στην παιδική μου ηλικία, ρώτησα μετά από ένα γάμο τον ιερέα: «Αν κάποιος από τους δύο πει όχι, γίνεται ο γάμος;». Ο ιερέας τότε μου απάντησε: «Ο παπάς ρωτάει τρεις φορές. Αν πει και πάλι όχι, δεν γίνεται ο γάμος.
     Όπως σε όλα τα μυστήρια, τις ακολουθίες και τη Θεία Λειτουργία της Εκκλησίας μας, οι συμβολισμοί είναι πάντα πολλοί και σημαντικοί. Ας δούμε ορισμένους από τους συμβολισμούς του γάμου, που και εδώ, όπως και σε πολλά τελετουργικά της Εκκλησίας, έχουν εισχωρήσει και τελετουργικά και από τις προ Χριστού θρησκείες, που και τότε δινόταν θρησκευτικός χαρακτήρας στην ένωση ενός άνδρα και μιας γυναίκας.
 
Σύμβολα και συμβολισμοί:
α. Το λευκό νυφικό
 
     Αν και έχει επικρατήσει το λευκό νυφικό να θεωρείται σύμβολο της αγνότητας, φαίνεται στο μακρινό παρελθόν να μην ίσχυε το ίδιο και, ενδεχομένως, συμβόλιζε τον πλούτο. Αναφέρεται ότι το λευκό καθιερώθηκε κάπου στα μέσα του 19ου αιώνα. Αναφέρεται, επίσης, ότι προγενέστερα οι νύφες φορούσαν όλα τα χρώματα νυφικού στο γάμο τους, πλην του μαύρου που συμβολίζει το πένθος, ίσως και του κόκκινου, που κάποιοι πιστεύουν ότι συμβολίζει τα «κόκκινα φωτάκια» κακόφημων περιοχών.
 
β. Το πέπλο της νύφης
 
     Ανέκαθεν το πέπλο της νύφης συμβόλιζε την αγνότητα και τη σεμνότητα. Στο Χριστιανικό γάμο έχει δοθεί και συμβολισμός ιερότητας. Σε αρχαίους πολιτισμούς πίστευαν ότι προστατεύει τη νύφη από τα κακά πνεύματα. Συμβολικά, από το πέρασμα της ελεύθερης ζωής στη συζυγική, διακρίνουμε τρεις φάσεις: Την απομάκρυνση από την προηγούμενη ζωή, την ενδιάμεση κατάσταση και την είσοδο στην συμβίωση με τον σύζυγο. Η ενδιάμεση φάση/κατάσταση δίνεται συμβολικά με το πέπλο, που σκέπαζε όλη την κεφαλή της, σαν να μην υπήρχε καθόλου. Αυτό το χρονικό διάστημα θεωρείται το πιο επικίνδυνο για την προσβολή της από τα κακά πνεύματα, τα οποία επωφελούμενα από την παροδική-συμβολική αυτή ανυπαρξία, παρεμβαίνουν εναντίον της. Γι’ αυτό συνηθιζόταν να έχει μαζί της ένα ή και περισσότερα φυλαχτά. Με την αποκάλυψη του προσώπου της την ώρα της τελετής, αποκαλύπτεται επίσημα στον σύζυγό της, έναντι της συζυγικής ένωσης, σε όλους τους προσκεκλημένους και κατ’ επέκταση στην κοινωνία.
 
γ. Η νυφική ανθοδέσμη
 
     Αν και μέχρι πρόσφατα η νυφική ανθοδέσμη αποτελούσε στολίδι και μέρος της ενδυμασίας της νύφης, την οποία κρατούσε από τη στιγμή που έβγαινε από το πατρικό της σπίτι, έχει πλέον καθιερωθεί να της την προσφέρει ο γαμπρός, μόλις εκείνη φτάνει στην εκκλησία, όπου την περιμένει. Η προσφορά της από τον γαμπρό, συμβολίζει, πιθανότατα, ότι «είναι το λουλούδι της ζωής του» και θα της χαρίζει «ζωή ανθοσπαρμένη», σαν μαρτυρία και ενώπιον των προσκεκλημένων στο γάμο. Είτε έτσι, είτε αλλιώς, από την αρχαιότητα η ανθοδέσμη στο γάμο συμβολίζει την νεότητα και τη γονιμότητα του ζευγαριού, καθώς από τα άνθη βγαίνουν καρποί. Το πέταγμά της από τη νύφη, που συγκεντρώνονται ελεύθερα κορίτσια μετά το μυστήριο, προς τα πίσω πάντα, για να αποκλειστεί έτσι ότι η ίδια την κατευθύνει σε συγκεκριμένη ελεύθερη κοπέλα, «φανερώνει» ότι εκείνη που θα την πιάσει στον αέρα, θα είναι η επόμενη που θα παντρευτεί.
 
δ. Οι Κουμπάροι
 
     Οι Κουμπάροι (ονομάζονται και παράνυμφοι) είναι οι επίσημοι μάρτυρες του μυστηρίου, συμπορευτές  του ζευγαριού, που εγγυώνται και την ενότητά του ενώπιον Θεού και ανθρώπων. Μετά το μυστήριο είναι ισόβιοι πνευματικοί αδελφοί των νεονύμφων. Περισσότερα για τον κουμπάρο/τους κουμπάρους στην παράγραφο «τα στέφανα».
 
ε. Οι λαμπάδες του γάμου
 
     Φανταχτερές πάντα και ιδιαίτερα στολισμένες οι λαμπάδες του γάμου, δίνονται σ’ αυτές διάφοροι συμβολισμοί. Συμβολίζουν: Το Φως Χριστού που λαμβάνουν οι νεόνυμφοι με το μυστήριο και θα φωτίζει το δρόμο της ζωής τους. Αποδίδεται και συμβολισμός των πέντε παρθένων, που είχαν φροντίσει να έχουν αναμμένες τις λαμπάδες τους, για να περιμένουν τον νυμφίο της παραβολής Του Χριστού. Αναφέρεται ότι παλαιότερα, ο ιερέας έδινε στους ίδιους του νεόνυμφους τις λαμπάδες (ή δυο κεριά) και αυτοί τις κρατούσαν καθ’ όλη τη διάρκεια του μυστηρίου, σαν να τους έλεγε: «Όπως οι πέντε παρθένες της παραβολής να περιμένετε κι εσείς το Χριστό, με τις λαμπάδες αναμμένες». Πολύς λόγος γίνεται και για τα «φυτιλάκια» των λαμπάδων, που πριν ανάψουν για το μυστήριο, κάποιος έμπιστος του ζευγαριού τα κόβει και τα φυλάει «ως κόρην οφθαλμού», γιατί πιστεύεται από πολλούς ότι με αυτά μπορούν εύκολα κάποιοι να κάνουν μάγια στο ζευγάρι, π.χ. να το «δέσουν» ή να «δέσουν» μόνο τον άντρα.
 
στ. Οι βέρες
 
     Σύμβολο του γάμου, αλλά και των αρραβώνων οι βέρες και, μάλλον, η παράδοση ξεκίνησε από τους Αιγυπτίους. Τις θεωρούσαν σύμβολο ατέλειωτης αγάπης, όπως το σχήμα του δακτυλιδιού (κύκλος) που δεν έχει ούτε αρχή, ούτε τέλος. Σημασία έχει και σε ποιο χέρι φοριέται η βέρα: Στο αριστερό χέρι (παράμεσος δάκτυλος) σημαίνει αρραβώνα και στο δεξί (ίδιος δάκτυλος) σημαίνει γάμο. Η επιλογή του χρυσού, έχει κι αυτή το συμβολισμό της, αφού ως μέταλλο χρυσός είναι σκληρό (=άφθαρτο), πάντα καθαρό με ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του τη λάμψη και την ομορφιά. Φημολογείται ότι στο παρελθόν, η βέρα του γαμπρού ήταν από χρυσό, ενώ της νύφης από ασήμι, που συμβόλιζαν του ένωση του «ήλιου με τη σελήνη». Η απώλεια της βέρας ποτέ δεν θεωρείται καλό σημάδι, αφού «χάνεται» έτσι και η ένωση του ζευγαριού.
     Αν και οι βέρες ευλογούνται στο μυστήριο του γάμου, πριν τη στέψη, τα νέα ζευγάρια έχουν «αλλάξει» τις βέρες τους μεγάλο χρονικό διάστημα πριν, με τις ευχές και την αγάπη των γονιών τους, των κοντινών, αλλά και μακρινών συγγενών και φίλων. Η ευλογία στο μυστήριο από τον ιερέα τους δίνει πολύ μεγαλύτερη επισημότητα, οι οποίες προηγουμένως έχουν τοποθετηθεί επάνω στο Ευαγγέλιο, όπως και τα στέφανα (βλ. στη συνέχεια). Τις βάζει ο ίδιος ο ιερέας στα δάχτυλα των χεριών τους και αμέσως μετά τις αλλάζει τρεις φορές ο κουμπάρος.
 
ζ. Τα Στέφανα
 
     Τα στέφανα, η «στέψη» είναι η κορυφαία και πλέον συγκινητική στιγμή του μυστηρίου γάμου. Καθόλου τυχαίο, λοιπόν, που η ευχή «καλά στέφανα» δηλώνει την ιερότητα, τη μεγαλοπρέπεια, την επισημότητα, την αφοσίωση, την κορύφωση της τελετής και την έναρξη της νέας ζωής. Από τότε και μετά δεν αναγνωρίζεται «λάθος», τόσο πολύ μάλιστα, που σχετικές παροιμιώδεις εκφράσεις δηλώνουν τη βαρύτητα των συμβόλων, όπως, π.χ., «Τώρα είν’ αργά! Μπήκε η κουλούρα»! Άλλοι πάλι, ψιθυρίζουν στ’ αυτιά του ζευγαριού χαριτολογώντας, ακόμα και μέσα στην Εκκλησία μέχρι τη στιγμή εκείνη: «Το σκέφτηκες καλά;… Έχεις ακόμα περιθώριο!...».
     Τα στέφανα, λοιπόν, είναι βασιλικά σύμβολα, είναι στέψη. Με το γάμο δημιουργείται ένα νέο βασίλειο που είναι η οικογένεια δυο νέων ανθρώπων, ενός άνδρα και μιας γυναίκας, με την αναμονή του «αυξάνασθε και πληθύνεσθε»,  η οποία πρέπει να κυβερνηθεί «με δόξα και τιμή», σύνεση, σωφροσύνη, αμοιβαία πίστη του ενός στον άλλον, δικαιοσύνη, αγάπη, κατανόηση και όλα όσα απαιτεί ένας καλός γάμος. Πριν τοποθετηθούν στις κεφαλές των μελλονύμφων από τον ιερέα, έχουν τοποθετηθεί επάνω στο Ευαγγέλιο. Εκεί, στο ιερό βιβλίο, τα σταυρώνει πρώτα ο λειτουργός, τα δίνει στο ζευγάρι να τα ασπαστούν, που και αυτό έχει τη σημασία του, και μετά τα βάζει στις κεφαλές τους.
     Επίσης, τα στέφανα είναι σύμβολα της νίκης (π.χ. ολυμπιονίκες), όπως και η νέα οικογένεια πρέπει να υπερνικά τις δυσκολίες της ζωής. Είναι, ακόμη, και σύμβολα θυσιών, οι οποίες αμοιβαία απαιτούνται σ’ έναν γάμο για να έχει αρμονική συμβίωση.
     Στην αρχαία Ελλάδα τα στέφανα του γάμου τα έφτιαχναν από λουλούδια και δεν τα φορούσαν μόνο οι νεόνυμφοι, αλλά όλοι οι καλεσμένοι στην τελετή. Στα πρώτα μεταχριστιανικά χρόνια απαγορεύτηκαν από τους θρησκευτικούς γάμους, ως ειδωλολατρικά. Στη Βυζαντινή περίοδο επανήλθαν και μετετράπησαν σε βασιλικά σύμβολα.
     Παλαιότερα συνηθιζόταν και τα φορούσαν μέχρι τη λύση τους ορισμένοι νεόνυμφοι για μια βδομάδα-μέχρι την επόμενη Κυριακή του γάμου τους, που πηγαίνουν με αυτά στην εκκλησία, για την ειδική ευχή της λύσης από τον ιερέα (βλ. στο τέλος της παραγράφου). Η λευκή κορδέλα που τα ενώνει, κυρίως από σατέν ύφασμα, συμβολίζει κι αυτή την άρρηκτη ένωση στο θεσμό του γάμου.
     Η αλλαγή τους τρεις φορές (όσα και τα Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος) στις κεφαλές των νεονύμφων, συμβολίζει και την συνεχή εναλλαγή των ρόλων μεταξύ τους. Το δε κυκλικό τους σχήμα την χωρίς τέλος αγάπη μεταξύ τους. Την αλλαγή τους αυτή κάνει ο κουμπάρος, ο οποίος σύμφωνα με την παράδοση πρέπει να είναι αυτός που βάφτισε το γαμπρό, δηλαδή ο νουνός του. Σε περίπτωση κωλύματός του, ορίζει εκείνος συγγενικό του πρόσωπο για κουμπάρο του ζευγαριού.
     Η αλλαγή των στεφάνων από τον κουμπάρο, γίνεται τρεις φορές και ξεκινάει και τελειώνει με τα χέρια σε σχήμα σταυρού. Άρα, θεωρητικά και συμβολικά ο κουμπάρος «μείνει» με τα χέρια του στη στάση αυτή, δηλαδή «σταυρωμένα». Τα χέρια του θα «λυθούν»/θα «ξεσταυρωθούν» όταν ανοίξουν να πιάσει το πρώτο παιδί τους για τη βάφτιση. Η συμμετοχή του στο μυστήριο αυτό, επέχει και θέσιν ισχυρής ευχής, τόσο για τη ζωή του νεοφώτιστου, ως πνευματικός του πατέρας, όσο και για την συνέχιση της καλής κι ευτυχισμένης ζωής στην οικογένεια, ως πνευματικός αδελφός και συνοδοιπόρος τους. Με την πάροδο του χρόνου, όμως, παρατηρείται διαφοροποίηση μερίδας νέων ζευγαριών, που ο κουμπάρος τους στο γάμο του είναι της απολύτου επιλογής τους, παρακάμπτοντας την παράδοση. Στην παραβίαση της απαράβατης στο παρελθόν αυτής συνήθειας, ως ιερός κανόνας, αρκετοί απέδιδαν προβλήματα που πιθανόν εμφανίζονταν στη ζωή του ζευγαριού ή των παιδιών τους, αφού το «παράπονο» ή και κάποιες φορές ο «θυμός» του κουμπάρου του γάμου τους να παρέμβαινε με υπερφυσικό τρόπο.
    Στο τέλος του μυστηρίου, ο ιερέας παίρνει από τις κεφαλές των νεονύμφων τα στεφάνια, καλώντας το Θεό να τ’ αναλάβει: «[…]Ανέλαβε τους στεφάνους αυτών εν τη Βασιλεία σου, ασπίλους και αμώμους και ανεπιβουλεύτους διατηρών εις τους αιώνας των αιώνων[…]».
     Σύμφωνα με τη θρησκευτική και την λαϊκή παράδοση, οχτώ μέρες μετά το γάμο το ζευγάρι πάει στην εκκλησία, για την «λύση» των στεφάνων. Εκεί ο ιερέας διαβάζει ειδική ευχή, για να διατηρηθεί «η συνάφεια αυτών αδιάσπαστος».
     Από τη στιγμή αυτή και μετά, η θέση των στεφάνων είναι σε προθήκη στο εικονοστάσι του σπιτιού, δείχνοντας ότι αντιπροσωπεύουν την ιερή ενότητα του ζευγαριού και τους πρέπει σεβασμός απ’ όλη την οικογένεια που θα δημιουργηθεί. Βγαίνουν από την προθήκη αυτή στον θάνατο του ενός, ο οποίος «τα παίρνει μαζί του», δείχνοντας έτσι πως δίνει στον άλλον την ελευθερία να ξαναπαντρευτεί, αν το επιθυμεί.
 
η. Tο ποτήρι με κρασί
 
     Το κρασί που δίνει ο ιερέας και πίνει από τρεις φορές το αντρόγυνο, συμβολίζει την πόση που συνηθίζεται και συχνά επισφραγίζει κάθε χαρά και κάθε σημαντική επίτευξη της ζωής. «Να το βρέξουμε», δηλαδή «να πιούμε», συνηθίζουμε να λέμε, όταν κάτι καινούργιο έρχεται στη ζωή μας και μας δίνει χαρά, π.χ. μια νέα σημαντική αγορά, μια συμφωνία συνεργασίας κλπ. Εδώ δεν παραλείπουμε να επικαλεστούμε και τον Δημιουργό, «και το όνομα Κυρίου επικαλέσομαι», τόσο ως ευχαριστία για την συνένωση δύο ανθρώπων, όσο και ως δέηση για το ξεκίνημα του έγγαμου τους. Από το ποτήρι αυτό πίνει και ο κουμπάρος, που συμμετέχει στη χαρά αυτή, αλλά και ως πνευματικός αδελφός.  
 
θ. Ο χορός του Ησαΐα
 
     Στην πραγματικότητα δεν είναι χορός, αλλά κύκλος θριάμβου του ζευγαριού, σε ένδειξη χαράς και δόξας. Ο κύκλος του χορού συμβολίζει την αιωνιότητα του γάμου: Αρχίζει, αλλά δεν τελειώνει. Συνηθιζόταν τη στιγμή εκείνη οι καλεσμένοι να τους πετούν ρύζι και ροδοπέταλα. Το ρύζι έχει δύο συμβολισμούς: Την αφθονία και να «ριζώσουν» στη νέα τους ζωή, Τα ροδοπέταλα, «να είναι ο βίος τους ανθόσπαρτος». Το έθιμο αυτό τώρα έχει μεταφερθεί έξω από την εκκλησία, για λόγους τάξεως, καθαριότητος και ασφαλείας, αφού το ρύζι προκαλεί ολισθηρότητα στο δάπεδο, ενδεχομένως και τραυματισμούς από αυτή. Εκτός τούτου, η «φασαρία» που γινόταν κατά την διαδικασία αυτή, αποπροσανατόλιζε από την παρακολούθηση του μυστηρίου. Παλαιότερα πετούσαν και κουφέτα, αλλά επειδή αυτά προκαλούσαν φθορές στον ναό, π.χ. σπάσιμο ηλεκτρικών λαμπτήρων, αλλά και μικροτραυματισμούς ή και σοβαρότερους τραυματισμούς, π.χ. στα μάτια των προσκεκλημένων, έχουν πλέον καταργηθεί. Ο συμβολισμός του κουφέτου, τόσο εδώ, όσο και στην μπομπονιέρα – γνωστό το κουφέτο και από γάμους της αρχαιότητας στην Ελλάδα –, είναι: Το γλυκό του μέρος συμβολίζει τη χαρά και ο καρπός που περιέχει στο κέντρο, κυρίως αμύγδαλο, την γονιμότητα.
     Ο ψαλμός που λέγεται την ώρα του «χορού του Ησαΐα», είναι λόγια παρμένα από την προφητεία του ομώνυμου προφήτη (βιβλίο «προφήται/Ησαΐας» της Π. Διαθήκης, κεφ. Ζ΄, 14) στον βασιλιά Άχαζ της φυλής Ιούδα, που κακομεταχειριζόταν το λαό του: «[…]Ιδού, η παρθένος εν γαστρί έξει και τέξεται υιόν[…]. Με την προφητεία αυτή ο Ησαΐας εκφράζει τη χαρά του, που η Γέννηση Του Σωτήρα θα απαλλάξει το λαό της φυλής Ιούδα από την κακομεταχείριση του βασιλιά Άχαζ, καθώς και από τον κάθε βασιλιά που έκανε το ίδιο.
     Ένας ακόμα σημαντικός, αλλά άγνωστος εν πολλοίς συμβολισμός στο «χορό», είναι η σύνθεσή του: Μπροστά πάει («σέρνει» το χορό) ο ιερέας, «εις θέσιν Χριστού», κρατώντας το Ευαγγέλιο, δηλ. Τον ίδιο Το Χριστό, Τον Οποίον (θα πρέπει) το νέο ζευγάρι να έχει πρωτοπόρο και οδηγό του στη ζωή. Ακολουθεί το ζευγάρι και πίσω τους ο κουμπάρος, κρατώντας τα στέφανα στις κεφαλές τους. Συμβολίζεται έτσι η συνοδοιπορία του με το ζευγάρι και ότι θα κρατάει πάντα σταθερά τα στέφανα γάμου τους στη ζωή τους.
 
ι. Τα κουφέτα – οι μπομπονιέρες ή μπουμπουνιέρες
 
     Ξενόφερτη λέξη η μπομπονιέρα (bob bon: γαλλικά = γλυκό, αγγλικά = καλό, καλό). Όπως ήδη προαναφέρθηκε, τα κουφέτα συμβολίζουν τη χαρά (το γλυκό) και την γονιμότητα ο καρπός (αμύγδαλο). Το λευκό τους χρώμα συμβολίζει την αγνότητα. Σε πολλά μέρη/χωριά στο παρελθόν η μπομπονιέρα επείχε θέσιν προσκλητηρίου πριν το γάμο και σπάνια δινόταν στους προσκεκλημένους μετά το μυστήριο.  Σχεδόν πάντα, τα κουφέτα που περιείχε/περιέχει ήταν/είναι μονού αριθμού: Λέγεται ότι τα τρία συμβολίζουν το γαμπρό, τη νύφη και το πρώτο τους παιδί που θα γεννηθεί. Στα πέντε δίνονται κι άλλοι συμβολισμοί, π.χ. η υγεία, η μακροζωία, χαρά, ευημερία κλπ., ενώ σπάνια περιείχαν περισσότερα, και για λόγους οικονομίας.
 
κ. H τούρτα του γάμου
 
     Αν και σχετικά τις τελευταίες δεκαετίες έχει καθιερωθεί η τούρτα, ως εορταστικό γλύκισμα στο γάμο – το γλυκό πάντα «συμμετέχει ενεργά» στη χαρά –, στο παρελθόν δεν ήταν τόσο συνηθισμένη στο πρώτο τραπέζι/δεξίωση των νεονύμφων στους προσκεκλημένους τους. Θέση τότε είχε περισσότερο η στολισμένη ή κεντημένη με περισσή τέχνη και λεπτομέρεια «κουλούρα του γάμου», που και αυτή τεμαχιζόταν σε μικρά κομμάτια και προσφερόταν στους προσκεκλημένους. Ο κύριος συμβολισμός κι εδώ είναι η γονιμότητα. Συνήθιζαν τότε, ένα μικρό κομμάτι της κουλούρας να το φυλάνε στο εικονοστάσι του σπιτιού, ως ευλογία, ή αργότερα στην κατάψυξη του ψυγείου για ένα χρόνο ή και μεγαλύτερο διάστημα, π.χ. ισόβια.
Παραδοσιακή κουλούρα του γάμου

κα. Τα πιστρόφια
 
     Η πρώτη επίσημη έξοδος του νέου ζευγαριού από το σπίτι, είναι δεκαπέντε μέρες (κατ’ άλλους μια βδομάδα) μετά το γάμο. Και επειδή οι γάμοι γίνονταν πάντα Κυριακή, στην πρώτη τους έξοδο το ζευγάρι συνοδευόταν τιμητικά στην εκκλησία από συγγενείς, φίλους, γειτόνους και συγχωριανούς, κάνοντας έτσι μια μεγάλη εορταστική πομπή. Μετά την εκκλησία, πήγαιναν στο σπίτι της νύφης, όπου η μητέρα της, οι αδελφές της και άλλες νοικοκυρές τους έκαναν επίσημο τραπέζι, μαζί και με πολλούς άλλους καλεσμένους. Ήταν τα «πιστρόφια» (η επιστροφή), ή  «αντίχαρα», ή αντίγαμος» Η έξοδός τους αυτή συμβολίζει και το έπίσημο «άνοιγμά» τους στην κοινωνία και την αποδοχή τους από εκείνη.
------------------------------------------------
Πηγές:
-  Εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ
-  Εγκυκλοπαίδεια ΓΙΟΒΑΝΗ
-  Μικρό Ευχολόγιο (εκκλησιαστικό βιβλίο)
-  Βίβλος (Παλαιά και Καινή Διαθήκη)
-  «Λειβάρτζι, σ’ ευχαριστώ!», του γράφοντος, έκδοση 2002
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 24.1.2025

Τετάρτη 22 Ιανουαρίου 2025

Περί ευγνωμοσύνης (άρθρο)

Βανδαλισμός αγάλματος του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη στον τόπο γέννησής του, 
στο Ραμοβούνι Μεσσηνίας. 
Πηγή εικόνας-θέματος: https://www.enikos.gr/society/agnostoi-vandalisan-to-agalma-tou-kolokotroni-sto-ramovouni-photo/1427945/

     Δεν θα μπορούσαν να είναι εκτός πραγματικότητος τα λόγια του μεγάλου φιλοσόφου της αρχαιότητας Αριστοτέλη, «η ευγνωμοσύνη γερνάει γρήγορα». Και είναι πολλές οι φορές που διαπιστώνουμε, είτε για τον εαυτό μας, είτε για άλλους –περισσότερο για άλλους, γιατί τον εαυτό μας τον κρίνουμε πάντα με επιείκεια(!)–, ότι δεν είμαστε «εντάξει» στην έκφραση της ευγνωμοσύνης απέναντι σε συνανθρώπους μας που μας έχουν ευεργετήσει.  
     Η αλάνθαστη λαϊκή σοφία δανείζεται και διδάσκει την οφειλόμενη ευγνωμοσύνη στην ευεργεσία με μια πολύ γνωστή και χαρακτηριστική εικόνα της καθημερινής ζωής και με την παροιμία «πίνει η κότα το νερό, μα τηράει (κοιτάει) και το Θεό». Για λόγους ανατομίας, η κότα και όλα τα πτηνά, για να κατέβει στο στομάχι τους το νερό που πίνουν, σηκώνουν το κεφάλι τους ψηλά. Μεταφορικά, λοιπόν, η λαϊκή σοφία παρομοιάζει με έκφραση δοξολογίας των πτηνών στο Δημιουργό την κίνησή τους αυτή, όταν βρουν νερό να ξεδιψάσουν.
     Η έκφραση της ευγνωμοσύνης από άνθρωπο σε άνθρωπο, φυσικά και προς το Θεό, δεν μπορούμε να πούμε ότι ισχύει πάντα και είναι πολλά τα παραδείγματα που μπορούμε να επικαλεστούμε πάνω σ’ αυτό. Να μιλήσουμε για την αχαριστία μας, τόσο στους ήρωες της Λευτεριάς, όσο και στους μεγάλους ευεργέτες και σε προσωπικότητες του πνεύματος, που μας έχουν αφήσει μεγάλες παρακαταθήκες και πολύ συχνά βλέπουμε τα αγάλματά τους βανδαλισμένα με διάφορα χρώματα ή και με μεγάλες φθορές από ανθρώπινα χέρια; Μήπως δεν είναι αγνωμοσύνη για τους ήρωες της επανάστασης του 1821, το ότι δεν διδάσκονται πλέον στα σχολεία, ή αν διδάσκονται, διδάσκονται εν συντομία και με πολλή προχειρότητα. Να μιλήσουμε και για τις εικόνες τους, που μέχρι το πρόσφατο παρελθόν κοσμούσαν σχολικές αίθουσες και δημόσιους χώρους, διδάσκοντας σιωπηλά, και σήμερα τις έχουμε υποστείλει; Ή μήπως για κάθε είδους βανδαλισμούς που βλέπουμε, διαβάζουμε ή ακούμε σε μεγάλα έργα τέχνης, που προάγουν την παιδεία μας, την ιστορία μας και τον πολιτισμό μας; Σχετικές φωτογραφίες κάνουν το γύρο του διαδικτύου και των ειδήσεων, άσε που πολλές φορές τις αναρτούν και οι ίδιοι οι καταστροφείς, για να επιδείξουν τις… ικανότητές τους, επιδεικνύοντας παράλληλα και την «παιδεία» τους. Πρόσφατο παράδειγμα η βεβήλωση του αγάλματος του ήρωα Αντώνη Κατσαντώνη στη Θεσσαλονίκη.
     «Όταν λάβεις χάρη, να την θυμάσαι», μας διδάσκει ο αρχαίος ποιητής Μένανδρος. «Και στο παρελθόν η Ελλάς έπεσε, αλλ’ ουδέποτε ξέπεσε», μας διδάσκει και ο αείμνηστος μεγάλος ιστορικός Σαράντος Καργάκος. Και δεν ξέπεσε η Πατρίδα μας, γιατί έμεινε αταλάντευτα προσηλωμένη στις παραδοσιακές Αξίες της και στα Ιδανικά της. Πέρασαν πολύ δύσκολοι καιροί και στο πρόσφατο και στο πιο μακρινό παρελθόν. Μέσα από «Σκύλες» και «Χάρυβδες» πέρασε η Πατρίδα μας – οι πρόγονοί μας, και όμως, δεν απεμπόλησαν τις Αξίες τους, τις οποίες εμείς σήμερα απεμπολούμε σε καιρούς ευημερίας και με μεγάλη ευκολία. Ας μας βάλει σε κάποιες σκέψεις και ας προβληματίσει αυτό.
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 22.1.2025




Παρασκευή 17 Ιανουαρίου 2025

Το «στρίψιμο» του τσιγάρου και στοιχεία από τη λαθραία διακίνηση του καπνού στο παρελθόν


     Πάντα οι άνθρωποι αρέσκονται στις μικροαπολαύσεις, μία εκ των οποίων για κάποιους θεωρείται και το κάπνισμα. Αρκετοί είναι εκείνοι που «δεν μπορούν να το κόψουν», το ίδιο κι αυτοί που ομολογούν ότι καπνίζουν «μηχανικά», ίσως να μην είναι λιγότεροι και όσοι λένε ότι βρίσκουν μια διέξοδο και χαλάρωση με την «απόλαυσή» του. Μέχρι πρόσφατα, το τσιγάρο ήταν και «πιστοποίηση» χειραφέτησης και «μαγκιάς», τόσο πολύ, μάλιστα, που όχι λίγοι έφηβοι πίεζαν τον εαυτό τους να καπνίσουν, για να δείξουν στο φιλικό περιβάλλον τους ότι «μεγάλωσαν»! Βέβαια, όλη αυτή η πίεση και προσπάθεια, πολύ μακριά από γονείς, παππούδες κι άλλους συγγενείς, γιατί η επιβαλλόμενη απαγόρευση για τις νεαρές ηλικίες ήταν δεδομένη και με συνέπειες από την πλευρά των γονέων, κυρίως, παρ’ όλο που οι πολύ κοντινοί συγγενείς άνδρες ήταν καπνιστές. Και βέβαια, δεν απέχει πραγματικότητας και σοφίας το επιχείρημα των μεγαλύτερων, ότι «το τσιγάρο βλάφτει και την υγεία και την τσέπη».
     Απόλαυση, λοιπόν, το κάπνισμα και θα είναι ολοζώντανες οι εικόνες από τα παιδικά μας χρόνια στα μάτια μας του όλου τελετουργικού για το «στρίψιμο» του τσιγάρου των μεγαλυτέρων μας. Και, φυσικά, χωρίς φίλτρο, και όχι όπως βλέπουμε σε χρήστες του σύγχρονου συσκευασμένου εμπορικού καπνού. Στο ολιγόλεπτο διάλειμμα στις δουλειές του κάμπου, συναντιόντουσαν οι καλλιεργητές των γύρω χωραφιών, καθισμένοι αναπαυτικά κάτω από τον παχύ ίσκιο ενός μεγάλου δέντρου. Σε όσους καθυστερούσαν στην τελετουργική αυτή μάζωξη, το «προσκλητήριο» ήταν στερεότυπο και σταλμένο με δυνατή φωνή: «Ελάτε για τσιγάρο, ρεεεεε!»! Μαζί με την κουβέντα, έβγαζαν από την τσέπη τους την ταμπακέρα και το τσιγαρόχαρτο, το οποίο τις περισσότερες φορές ήταν μικρό κομμάτι εφημερίδας! Αν, μάλιστα, είχαν συγγενείς στην Αμερική και τους έστελναν Αμερικάνικες εφημερίδες ήταν «άρχοντες» και τούτο γιατί το χαρτί των εφημερίδων εκείνων ήταν πολύ λεπτό, ημιδιάφανο θα έλεγε κανείς. Έτσι, δεν κάπνιζε «εφημερίδα» ο καπνιστής, αλλά εκτός αυτού ήταν εύκολο και στο στρίψιμο, στο «σάλιωμα» και στο κόλλημα! Αξίζει να ειπωθεί ότι το εργοστασιακό τσιγαρόχαρτο που πωλείται σήμερα ελεύθερα σε καπνοπωλεία, περίπτερα κλπ, τα παλαιότερα χρόνια δικαιούνταν να το έχουν και να το χρησιμοποιούν μόνο οι καπνοπαραγωγοί, σε περιορισμένες ποσότητες και κατόπιν αδείας, το οποίο προμηθεύονταν από δημόσια υπηρεσία, π.χ. μονοπώλια καπνού. Διαφορετικά, κινδύνευαν με κατηγορίες καπνολαθρεμπορίας και οι ποινές δεν ήταν αστείες.
     Ο ψιλοκομμένος καπνός (σε πολλές περιοχές συνηθιζόταν σε ουδέτερο, «το καπνό» και σε κάποιες άλλες, λιγότερες, και ως «το καπινό») μαρτυρούσε αρχοντιά, σε σχέση με τον χοντροκομμένο και πολύ προχειρότητα το τριμμένο στις παλάμες αποξηραμένο φύλλο του φυτού.
     Πραγματική μαστοριά και με υπομονή το καλό στρίψιμο της μικροποσότητας καπνού χύμα στην εφημερίδα, από την ίδια τους την παραγωγή, το οποίο μάλιστα, τόσο αυτό όσο και το κάπνισμα, γινόταν με χίλιες δυο προφυλάξεις, γιατί ως «λαθραίο» ήταν παράνομο και διωκόταν για λαθρεμπόριο (δείτε περισσότερα ΕΔΩ). Ίσως και σαν παράνομο, να έδινε μεγαλύτερη απόλαυση!
     Πολύ περισσότερο το κάπνισμα, αλλά και το «στρίψιμο», όμως, ήταν κι αυτό ευχαρίστηση, ως τέχνη και δημιουργία. Στην τσέπη και σε ετοιμότητα πάντα και ο αναπτήρας είτε το τσακ(ου)μάκι (δείτε για τους τρόπους παραδοσιακού ανάμματος σε παλαιότερο άρθρο του ιστολογίου μου, ΕΔΩ). Όχι σπάνια, η πρώτη «ρουφηξιά» (εισπνοή) συνοδευόταν και από ένα μακρόσυρτο «αααα!».       
     Δύσκολη και βαριά η επιστροφή στο χωράφι. Η μικρή εκείνη απόλαυση τελείωνε γρήγορα, όπως όλα τα καλά, άλλωστε, γιατί η δουλειά δεν μπορούσε να περιμένει.   
     Το ίδιο σκηνικό και στα βουνά, που έσμιγαν οι τσοπάνηδες. Ειδικά τους χειμερινούς μήνες, που συχνά άναβαν φωτιά για να ζεσταθούν. Τότε ο καπνός της ήταν και «κάλεσμα»! Οι γύρω από τη φωτιά μαζεμένοι-καθιστοί ή και όρθιοι τσοπάνηδες, επιδίδονταν κι αυτοί στο «στρίψιμο», στην κουβέντα και στην ευχαρίστηση, προσέχοντας πάντα και το κοπάδι τους που έβοσκε παραπέρα. Πολύ πιο χαλαροί πάντα από τους εργάτες των χωραφιών, αφού το κοπάδι βοσκούσε μόνο του και χωρίς ιδιαίτερη επιτήρηση. Τους καλοκαιρινούς μήνες αντηχούσε στα πλάγια το ίδιο με τα χωράφια μεγαλόφωνο κάλεσμα του ενός στον άλλον: «Έλα για τσιγάρο, ρεεε!»!
     Εκτός από κάπνισμα ο ψιλοκομμένος καπνός, ήταν χρήσιμος και ως «πρέζα» ή «ταμβακισμό». Δείτε περισσότερα γι’ αυτόν ΕΔΩ.
     Και όλον τον 20ό αιώνα, και νωρίτερα, γεγονός είναι ότι η καλλιέργεια και το εμπόριο του καπνού στήριξαν πολύ τη Ελληνική οικονομία. Μεγάλες καπνοβιομηχανίες ιδρύθηκαν και άνθισαν, ενώ οι βλαπτικές του επιπτώσεις στον άνθρωπο δεν ήταν γνωστές. Υπήρχαν μάλιστα και γιατροί, που συνιστούσαν το κάπνισμα για αδυνάτισμα(!), αν και ελάχιστοι ήταν τότε οι παχύσαρκοι.
     Ο κύριος λόγος που στην πατρίδα μας ενθαρρύνθηκε η παραγωγή του, ήταν γιατί μπορούσαν να ευδοκιμήσουν ακόμη και σε άγονα εδάφη, σε εκτάσεις βουνών και πολλές φορές μακριά από τα μάτια των ελεγκτών. Η καλλιέργεια δεν ήταν ελεύθερη και ο κάθε καπνοκαλλιεργητής έπρεπε να πάρει άδεια για τον επόμενο χρόνο, δηλώνοντας πόση έκταση θα αξιοποιήσει. Η όλη δραστηριότητα ήταν, κυρίως, οικογενειακή υπόθεση. Τα μηχανήματα και για την καλλιέργεια, συγκομιδή, επεξεργασία, προετοιμασία ήταν άγνωστα, αλλά τα χέρια κάθε νοικοκυριού πολλά. Φυσικά, δεν υπήρχε θέμα για το δηλωμένο, αλλά για το λαθραίο προϊόν. Το δηλωμένο μετά τη επεξεργασία του και την προετοιμασία του το προωθούσαν κανονικά στο εμπόριο, με πρώτη «στάση» στις αποθήκες των μονοπωλίων. Ο έλεγχος από τους ειδικούς εκτιμητές και για την ποιότητα και για την ποσότητα ήταν αυστηρός. Το αποτέλεσμα της παραγωγής υπολογιζόταν με το στρέμμα και την κατάσταση του εδάφους κι αν δηλωνόταν λιγότερο του υπολογισμού αυτού, οι υπόνοιες των αρμοδίων ήταν δεδομένες και οι έλεγχοι επισταμένοι. Ανάλογα με το επίπεδο ποιότητας γινόταν και η πληρωμή στον παραγωγό. Αρκετά μεγαλύτερα κέρδη, όμως, απέδιδε ο μη δηλωμένος καπνός, δηλ. «το λαθραίο», που ως περισσότερο φροντισμένος, ήταν και καλύτερης ποιότητος. Ένας ακόμα λόγος που άνθισε το λαθρεμπόριο, είναι που δεν επιτρεπόταν από την Πολιτεία η καλλιέργεια όλων των ποικιλιών.
     Ο καλής ποιότητας λαθραίος καπνός ήταν περιζήτητος και χρυσοπουλιόνταν στο λαθρεμπόριο. Γι’ αυτό και οι καπνοπαραγωγοί δεν φρόντιζαν μόνο για καλή ποικιλία σπόρου και φυτωρίου, αλλά περιποιόντουσαν επιμελώς την καλλιέργειά τους μέχρι την τελευταία συγκομιδή, αφού αυτή γίνεται πάντα σε στάδια. Πάντα σε εγρήγορση η όλη επιχείρηση, γιατί οι έλεγχοι γίνονταν σε ανύποπτους πάντα χρόνους.
     Η παράνομη διακίνηση γινόταν κυρίως τη νύχτα από ερημικά μονοπάτια των βουνών με τα ζώα, ή και «στην πλάτη». Το  «πράμα» έπρεπε να φτάσει με ασφάλεια και με κάθε μυστικότητα στον προορισμό του, γιατί και ο πελάτης ήταν το ίδιο ένοχος με τον λαθρέμπορο. Ένα μέρος από το αλλού καλύτερο προϊόν, προοριζόταν για ρεγάλο σε ανθρώπους που είχαν μεγάλες υποχρεώσεις. Χαρακτηριστική και η κουβέντα «αυτό το φυλάω για την υποχρέωση στον…» - π.χ. βουλευτή(!) - (υποχρέωση από παρελθούσα ή για επικείμενη εξυπηρέτηση). Φυσικά, έπρεπε να είναι καλά φυλαγμένο σε μέρος που δεν κινούσε υποψίες και τόσο οι παραγωγοί, όσο και οι αγοραστές ήταν αρκετά καλά οργανωμένοι από κρυψώνες. Έπρεπε να είναι και οι συνθήκες ξήρανσης και φύλαξης κατάλληλες και με τον απαιτούμενο αερισμό, για να μην «ανάψει» το πολύτιμο προϊόν τους από υγρασία.
     Οι παράνομοι καλλιεργητές/διακινητές/έμποροι ήταν οργανωμένοι και ως προς την επεξεργασία του και την προετοιμασία του να φτάσει προσεγμένο και έτοιμο για χρήση. Τα «χαβάνια» ήταν τα ειδικά χειροκίνητα μηχανήματα κοπής μεγάλων ποσοτήτων. Για μικροποσότητες ήταν αρκετό ένα κοφτερό μαχαίρι και μια σταθερή επιφάνεια, π.χ. τραπέζι.  Φυσικά, και η παράνομη κατοχή και χρήση χαβανιού, επέσειε αντίστοιχη ποινή με το λαθρεμπόριο, ίσως και πολύ μεγαλύτερη, αφού σήμαινε και μεγάλη και συνεχή διακίνηση παράνομου προϊόντος.
     Όχι σε ένα, αλλά σε πολλά χωριά λέγονται διάφορες ιστορίες εφευρετικότητας των καπνοπαραγωγών για την παράνομη διακίνηση, ειδικά μεγάλων ποσοτήτων. Ένας από τους πιο έξυπνους τρόπους μεταφοράς που έχει ακουστεί, ίσως να ήταν αυτός που έβαζαν τα πέταλα στα ζώα ανάποδα, το μπρος, πίσω, δηλαδή! Έτσι, οι ένοπλες περιπολίες της χωροφυλακής σε δρόμους, μονοπάτια και βουνά, που έψαχναν εκεί και ίχνη οπλών και πετάλων στο έδαφος, αναζητούσαν τους παράνομους διακινητές σε αντίθετη κατεύθυνση! Σ’ αυτό «βοηθούσε» ιδιαίτερα την παρανομία και η ήπια χιονόπτωση, όταν αυτή είχε προηγηθεί, χρονική στιγμή που προτιμούσαν για τη μεταφορά. Τα αποτυπώματα των πετάλων των οπλών των ζώων ήταν πολύ περισσότερο ευδιάκριτα στο χιόνι! Αναμφισβήτητα κι εδώ είχαν θέση και κρυφοί μεσίτες ή και μεσάζοντες που το μεταπωλούσαν κι έπαιρναν κι αυτοί το «κατιτίς» τους, σίγουρα όχι ευκαταφρόνητο.
     Στη σημερινή εποχή δεν έχει εκλείψει η λαθρεμπορία καπνού. Διώκεται και με αυστηρές ποινές, μάλιστα. Πολύ συχνά ακούμε για εξάρθρωση και συλλήψεις λαθρεμπόρων καπνού πολύ μεγάλων ποσοτήτων, όχι από την παραγωγή της γης, αλλά από σύγχρονα μέσα, παράνομα συσκευαστήρια και οργανωμένα κυκλώματα και  που δρουν «πίσω» από την εφορία και τις ελεγκτικές υπηρεσίες.
 
Νίκος Χρ. Παπαπακωνσταντόπουλος, 18.1.2025

Πέμπτη 9 Ιανουαρίου 2025

Το «Μαργιόλικο» με πίπιζες!


     Ένα τηλεφώνημα στο ύψος του Κιάτου, στην εθνική οδό, επιστρέφοντας από εξόρμηση του δωδεκαημέρου, με έκανε να βγω στο πρώτο πάρκινγκ και να συνομιλήσω με το πολύ σημαντικό πρόσωπο που με καλούσε, γιατί ήξερα ότι κάτι σημαντικό ήθελε να μου πει. Ήταν ο μεγάλος-μέγιστος εκφραστής της γνήσιας δημοτικής παράδοσης του τόπου μας, δεξιοτέχνης της φλογέρας, του κλαρίνου και «αηδόνι» του παραδοσιακού δημοτικού τραγουδιού, ο Χαράλαμπος Γιαννόπουλος, από τη γειτονική με το χωριό μου Κερασιά (παλαιότερα Κερέσοβα), με τον οποίο μας συνδέει αμοιβαία ισχυρή φιλία και αληθινά και δυνατά αισθήματα.
     Εν ολίγοις, και γνωρίζοντας την ευαισθησία μου σε θέματα παράδοσης, ο πολύ αγαπητός Χαράλαμπος με πληροφόρησε πολύ χαρούμενος και πολύ συγκινημένος για ένα παλιότερο δημοτικό τραγούδι, «το μαργιόλικο», που σε συνεργασία με τον κ. Γιώργο Υφαντή «ανέβασε» στην πλατφόρμα youtube του διαδικτύου.
     Συναισθήματα χαράς και συγκίνησης με πλημμύρισαν, αφού μου θύμισε τα ατόφια παραδοσιακά πανηγύρια του χωριού μου-των χωριών μας, μα όχι μόνο αυτό. Το τραγούδι είχα ακούσει πολλές φορές από τον πατέρα μου, που είτε το σιγοτραγουδούσε μόνος του, είτε το τραγουδούσε σ’ εμάς τα παιδιά του, είτε σε εκδηλώσεις χαράς, όπως γάμους, αρραβώνες και βαπτίσεις.
     Μα ούτε εδώ σταματούν τα δυνατά συναισθήματα χαράς και συγκίνησης που μου έφερε «το μαργιόλικο» και η ολιγόλεπτη τηλεφωνική κουβέντα με τον Χαράλαμπο. Το τοπικό μουσικό συγκρότημα των χωριών μας πολύ συχνά το έπαιζε με τις καραμούζες (πίπιζες) και τη συνοδεία ταβουλιού (νταουλιού). Καραμούζες έπαιζαν οι αείμνηστοι Πάνος Μιχαλόπουλος και Ναπολέων (Νάπος) Κεφαλάς και ταβούλι ο Αλέξης Παρασκευόπουλος. Όλοι τους αξεπέραστοι καλλιτέχνες και όχι μόνο για την εποχή τους. Μετά το θάνατο του Αλέξη (1963), συνέχισε ο γιός του Σταύρος και άλλοτε ο συγχωριανός του Χαράλαμπου Κώστας Ανδριόπουλος. Το άκουσμα του τραγουδιού από το youtube, καταμαρτυρεί την μουσική πληρότητα και παιδεία των καλλιτεχνών, αφ’ ενός, την άριστη ποιότητα της ηχογράφησης, παρά τα μέσα της εποχής, αφ’ εταίρου, η οποία, σημειωτέον έχει γίνει από τον ίδιο τον Χαράλαμπο Γιαννόπουλο το 1975. Στις έγχρωμες φωτογραφίες του διαδικτύου φαίνονται από αριστερά προς τα δεξιά: Ναπολέων (Νάπος) Κεφαλάς), Πάνος Μιχαλόπουλος, Κώστας Ανδριόπουλος.

Το παραδοσιακό μουσικό συγκρότημα του Λειβαρτζίου Καλαβρύτων, αποτελούμενο από τους: Ναπολέοντα (Νάπο) Κεφαλά (αριστερά), Αλέξη Παρασκευόπουλο (κέντρο) και Πάνο Μιχαλόπουλο (δεξιά), Φωτογραφία: Μέσα δεκαετίας 1960 - από το προσωπικό μου αρχείο και το βιβλίο μου «Λειβάρτζι, σ' ευχαριστώ!», 2002.

 
Λίγα λόγια για το τραγούδι
 
     «Μαργιόλικο», σημαίνει το «ναζιάρικο» και ενίοτε το «πονηρό», με εστίαση σε ελεύθερο κορίτσι. Είναι τραγούδι-τσάμικος χορός και άλλες παραλλαγές καλαματιανός-συρτός. Ενδέχεται από περιοχή σε περιοχή μα συναντάμε διάφορες παραλλαγές και στους στίχους του, οι οποίοι στην δυτική-βορειοδυτική Πελοπόννησο έχουν ως κατωτέρω, καθ’ υπαγόρευση και του Χαράλαμπου Γιαννόπουλου. Φαίνεται ότι το όνομα του «μαργιόλικου» του τραγουδιού, είναι «Μαρούσω», που, μάλλον δεν είναι άλλο από «Μαρία».
 
                          Για ιδέστε ο μαργιόλικο και το μαργιολεμένο,
                         πώς βάζει το φεσάκι του,  σαν να ’ναι’ μεθυσμένο.
                 (Παραλλαγή: Πώς στρίβει το μουστάκι του, σαν να ναι μεθυσμένο)
                     -   Δεν είμαι εγώ μαργιόλικο, ούτε και μεθυσμένο,
                         Η αγάπη με βαλάντωσε, κ’ είμαι βαλαντωμένο.
                     -  Σαράντα κίτρινα φλουριά δεμένα σ’ ένα γράμμα.
                        πάρ’ τα, Μαρούσω, μ’ μια βραδιά να κοιμηθούμ’ αντάμα.
                     -  Φωτιά να κάψει τ’ άσπρα σου, φωτιά και τα φλουριά σου.
                        Τα κάλλη μου δεν τα ’χω ’γω να ’ρθουν στην αγκαλιά σου.
                        Τούτος ο άσπρος μου λαιμός και τα γλυκά μου μάτια,
                        με σένα και τους όμοιους, δεν γίνονται πραμάτεια.

     Σημείωση: Στο μέσο ορισμένων στίχων παρεμβάλλεται και το «άιντε, ρούσα μου», π.χ. «για ιδέστε ο μαργιόλικο, άιντε ρούσα μου, και το μαργιολεμένο». Μπορείτε να απολαύσετε το τραγούδι με καραμούζες (πίπιζες - οργανικό) και ταβούλι (νταούλι) ΕΔΩ.
 
     Επιβάλλεται να σημειώσουμε ακόμα ότι σταθμός στη μουσική διαδρομή του Χαράλαμπου Γιαννόπουλου ήταν η γνωριμία του, η μαθητεία του και η συνεργασία του με το μεγάλο δάσκαλο Σίμωνα Καρά. Εκεί γνώρισε και συνεργάστηκε με πολλούς ακόμα κορυφαίους της παράδοσής μας, όπως τη Δόμνα Σαμίου, το Χρόνη Αηδονίδη, το Χρήστο Πανούτσο, τον Παναγιώτη Μυλωνά και πολλούς άλλους.

Ο Χαράλαμπος Γιαννόπουλος
Φωτογραφία από εμφάνισή του στην εκπομπή «το αλάτι της γης», της ΕΡΤ1 – 2020


     Τον καιρό που ο Σίμωνας Καράς όργωνε την Ελλάδα, καταγράφοντας την μουσική μας παράδοση με μεράκι και επιστήμη, ο Χαράλαμπος Γιαννόπουλος ήταν δεξί του χέρι. Και, φυσικά, δεν άφησε ανεκμετάλλευτη την ευκαιρία να έλθουν μαζί και στον τόπο μας. Έτσι, λοιπόν, συνάντησαν μεταξύ άλλων και το προαναφερόμενο τοπικό παραδοσιακό μουσικό συγκρότημα, το οποίο ο Χαράλαμπος Γιαννόπουλος γνώριζε πολύ καλά και είχαν ήδη άριστη και αρμονική συνεργασία.
 
Νίκος Χρ. Παπακωνσταντόπουλος, 9.1.2025