Σάββατο 5 Οκτωβρίου 2019


Για τους μικρούς μας φίλους (και όχι μόνο)
Ο βασιλιάς Μίδας* και το χρυσάφι


     Μια φορά κι ένα καιρό, ήταν ένας πολύ πλούσιος βασιλιάς που τον έλεγαν Μίδα. Μα όσο πλούσιος κι αν ήταν, όσο χρυσάφι κι αν είχε, πάντα ήθελε περισσότερο, γι’ αυτό και ποτέ του δεν ήταν ευχαριστημένος.
      Ένα πρωί με το που ξύπνησε, του ήρθε μια ιδέα: Να παρακαλέσει τους θεούς, ό,τι πιάνει στα χέρια του να γίνεται χρυσάφι! Χωρίς να χάσει καιρό, λοιπόν, έταξε δώρα στους θεούς και συνέχεια προσευχόταν να πραγματοποιηθεί η επιθυμία του. Ο θεός Διόνυσος άκουσε την προσευχή του και ήθελε να του πραγματοποιήσει την επιθυμία.
     «Πρόσεξε, όμως», του είπε ο θεός. «ότι πιάνεις και γίνεται χρυσάφι, δεν θα μπορεί να ξαναγίνει όπως ήταν πριν!».
     «Αυτή είναι η επιθυμία μου», απάντησε ο άπληστος βασιλιάς στο θεό.
     «Από αύριο πρωί, λοιπόν, με το που θα βγει ο ήλιος, ότι πιάνεις με τα χέρια σου, θα γίνεται χρυσάφι», του υποσχέθηκε ο θεός Διόνυσος.
     Πού να κοιμηθεί όλη τη νύχτα ο απερίσκεπτος βασιλιάς Μίδας από τη χαρά του και την αγωνία του! Με το που φάνηκε ο ήλιος στην ανατολή, βγήκε γρήγορα από το παλάτι κι άρχισε να πιάνει διάφορα αντικείμενα: λουλούδια, πέτρες, ξύλα, σίδερα και πολλά ακόμα. Την ίδια στιγμή όλα αυτά γίνονταν χρυσάφι!
     «Θεέ μου, σ’ ευχαριστώ, φώναξε κατενθουσιασμένος! Είμαι ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος του κόσμου!».
     Σαν ήρθε το μεσημέρι, οι υπηρέτες του τού έφεραν το φαγητό. Μα μόλις άγγιξε του κουτάλι, έγινε αμέσως χρυσό! Το ίδιο και το ψωμί και το πιάτο και το φαγητό που είχε μέσα!
     «Ω! Συμφορά μου», φώναξε! Τί είν’ αυτό που έπαθα! Πώς θα τρώω τώρα;».
     Από τις φωνές του βγήκε ανήσυχη η κόρη του από το πριγκιπικό δωμάτιό της. Μα μόλις εκείνος την άγγιξε να την αγκαλιάσει και να μοιραστεί μαζί της τη δυστυχία του, εκείνη αμέσως μεταμορφώθηκε σε ένα χρυσό άγαλμα! Άρχισε να κλαίει τότε απαρηγόρητος ο Μίδας και να παρακαλεί το θεό Διόνυσο να τον κάνει όπως ήταν πριν κι ας είναι ο πιο φτωχός άνθρωπος του κόσμου! Ο θεός τον λυπήθηκε και πράγματι άκουσε τις προσευχές του.
     «Θα πας στο ποτάμι και θα πλύνεις τα χέρια σου πολύ πρωί, πριν βγει ο ήλιος. Μετά θα πιάσεις ό,τι έγινε χρυσάφι, για να γίνει όπως ήταν πριν», του είπε ο θεός.
     Από την αγωνία του ο Μίδας ξημέρωσε στην όχθη του ποταμού και πολύ πρωί έπλυνε τα χέρια του. Αμέσως μετά έτρεξε στο παλάτι και άγγιξε πρώτα την κόρη του. Εκείνη αμέσως έγινε όπως ήταν πριν και του χαμογελούσε! Γρήγορα, πήγε και άγγιξε κάθε τι που είχε γίνει χρυσάφι και ευχαριστούσε το θεό που τον έκανε κι αυτόν όπως πρώτα.
========================

* «Ο Μίδας και το χρυσάφι» ήταν ένα παραμύθι που μου είχε χαρίσει ο πατέρας μου στα παιδικά μου χρόνια, χωρίς να θυμάμαι το συγγραφέα του.

Σημείωση: Στην Ελληνική μυθολογία, ο Μίδας αναφέρεται ως ένας βαθύπλουτος βασιλιάς της Φρυγίας. Ο Ηρόδοτος τον αναφέρει ως γιο ενός φτωχού αγρότη, του Γόρδιου, που έζησε το 700 π.Χ, περίπου.

Επιμέλεια: Ν.Π., 5.10.2019

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου